Αμεση ανάγκη για εισαγόμενους εργάτες
Υπάρχουν περιπτώσεις αλλοδαπών εργατών γης –όπως Αλβανοί υπήκοοι– οι οποίοι μετά ένα διάστημα εγκαταλείπουν την Ελλάδα για προορισμούς με χαμηλότερο όριο χορήγησης ιθαγένειας· ενίοτε 3ετία, έναντι 7ετίας στη χώρα μας.
Μπορεί µια χώρα με 12% ανεργία να χρειάζεται αλλοδαπούς για να καλύψει τις ανάγκες σε εργατικά χέρια; «Ναι», τουλάχιστον στην περίπτωση της Ελλάδας. Η συζήτηση για τους όρους συμμετοχής μεταναστών στην παραγωγική βάση της οικονομίας είναι το θέμα που αναπόφευκτα θα ανοίξει προσεχώς, καθώς ήδη παρατηρούνται μεγάλα ελλείμματα στην αγορά εργασίας, αλλά και στη δημογραφική ανάπτυξη της χώρας.
Στην ελληνική οικονομία επικρατεί το παράδοξο να διατηρείται η υψηλότερη ανεργία στην Ευρωζώνη –αγγίζει το 30% στις ηλικίες έως 35 ετών– και να καταγράφονται συγχρόνως ελλείψεις σε εργατικά χέρια, που δημιουργούν ρίσκα για την ανάπτυξη. Μετά τα ερωτήματα της «Κ» σε κυβερνητικούς παράγοντες και αναλυτές της αγοράς, προκύπτει ότι η ελληνική οικονομία μεσοπρόθεσμα θα χρειαστεί 200.000 επιπλέον εργαζομένους στη γεωργία και στις ιχθυοκαλλιέργειες, 150.000 στη μακροχρόνια φροντίδα, 50.000 στον τουρισμό και εκατοντάδες χιλιάδες έξτρα απασχολούμενους στις κατασκευές, αφού ξεκλειδώσουν τα μικρά και μεγάλα έργα που τράβηξαν χειρόφρενο ή κατέβασαν στροφές, στην αρχή λόγω της πανδημίας και στη συνέχεια λόγω της εκτόξευσης στις τιμές των υλικών με ώθηση από την ενεργειακή κρίση.
«Μόνο και μόνο το Ελληνικό αρκεί, για να αντιληφθεί κανείς τον όγκο των εργασιών που θα δούμε στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Ηδη στα δημόσια έργα για μεγάλους οδικούς άξονες δεν βρίσκουν εργαζομένους, ψάχνουν κόσμο στη Μέση Ανατολή», μας είπε πηγή του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, μιλώντας για έλλειψη εργατικού δυναμικού, που βάζει «ταβάνι» στην παραγωγή της ελληνικής οικονομίας.
«Επρεπε να είμαστε 15 και είμαστε μόνο τέσσερις»
Μανωλάδα καλεί Μπανγκλαντές
«Στη γνωστή σε όλους μας Μανωλάδα, υπάρχουν 26.000 στρέμματα για καλλιέργεια φράουλας με τζίρο πάνω από 200 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Ομως οι παραγωγοί ζητούν να τους βρούμε εργατικά χέρια από το Μπανγκλαντές και άλλες χώρες, καθώς χρειάζονται 5.000 επιπλέον εργαζομένους για να “τρέξουν” τις καλλιέργειες. Δεν τους βρίσκουν στην Ελλάδα. Και αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα».
Στις δομές υποδοχής προσφύγων βρίσκονται σήμερα 18.000 αιτούντες άσυλο –υπάρχει δυνατότητα για 53.000– από τους οποίους είναι σε θέση να εργαστεί το 50%. Ομως ακόμη και οι δικαιούχοι ασύλου με δυνατότητα εργασίας, αμέσως μόλις πάρουν τα απαραίτητα χαρτιά στα χέρια τους, σε υψηλό ποσοστό αναχωρούν για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είτε για να επωφεληθούν από καλύτερα συστήματα πρόνοιας είτε επειδή γνωρίζουν καλύτερα τη γλώσσα.
Η συγκεκριμένη δεξαμενή δεν περιλαμβάνει τους παράτυπους μετανάστες, οι οποίοι είτε εισήλθαν στην Ελλάδα χωρίς να εντοπιστούν είτε παρέμειναν στη χώρα κατά παράβαση της 9μηνης άδειας παραμονής για συγκεκριμένη εργασία.
Εχουν καταγραφεί εργοδότες οι οποίοι χρειάζονταν αλλοδαπούς εργαζομένους για περισσότερο από 9 μήνες, όμως τους έχασαν λόγω λήξης της προθεσμίας με βάση την κείμενη νομοθεσία. Υπάρχουν άλλωστε περιπτώσεις –βλέπε Αλβανοί υπήκοοι– οι οποίοι μετά ένα διάστημα εγκαταλείπουν την Ελλάδα για προορισμούς με χαμηλότερο όριο χορήγησης ιθαγένειας· ενίοτε 3ετία έναντι 7ετίας στη χώρα μας.
«Ηδη στα δημόσια έργα για μεγάλους οδικούς άξονες δεν βρίσκουν εργαζομένους, ψάχνουν κόσμο στη Μέση Ανατολή».
Το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής συγκεντρώνει τις ανάγκες για εργατικά χέρια από κάθε περιφέρεια και υποβάλλει αντίστοιχα αιτήματα στις πρεσβείες χωρών που πληρούν τις προδιαγραφές. Ομως ο στοιχειώδης μηχανισμός μιας πρεσβείας συνήθως δεν είναι επαρκής για την εξέταση και διεκπεραίωση της πληθώρας των αιτημάτων, γεγονός που δημιουργεί χώρο για θεσμική παρέμβαση από το κράτος, προκειμένου να ενισχυθεί το οργανωμένο σκέλος εισαγωγής εργατικών χεριών από άλλες χώρες.
Σε αυτήν τη φάση, σε μια σειρά από τομείς, η ελληνική αγορά εργασίας είναι αντιμέτωπη με χαμηλή προσφορά και υψηλή ζήτηση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που μεταφέρει πηγή της «Κ» από τις καλλιέργειες ακτινιδίων στην Ηπειρο, όπου συχνά δεν διαλέγει ο εργοδότης εργαζόμενο αλλά ο εργαζόμενος εργοδότη, ανάλογα με το ύψος του ημερομισθίου.
Παράλληλα, η προσφορά προγραμματιστών και συναφών επαγγελμάτων δεν ξεπερνά τη ζήτηση των αντίστοιχων κλάδων, οι οποίοι στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας τα επόμενα χρόνια θα χρειαστεί να αυξήσουν δραστικά το προσωπικό τους. Αντίστοιχα, στους ευρύτερους τεχνικούς τομείς, λείπουν επαγγελματίες όπως οι μηχανικοί, ιδίως οι πιο έμπειροι, οι οποίοι θα μπουν να πιάσουν δουλειά στο εργοτάξιο.
Το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ακόμα υψηλή ανεργία δεν σημαίνει τελικά ότι διαθέτει απόθεμα εργαζομένων που είναι σε θέση να καλύπτουν τις ανάγκες, καθώς α) το ποσοστό ανεργίας είναι σε ένα βαθμό πλασματικό, διότι έχει από πίσω αδήλωτη εργασία, η οποία συνδυάζεται και με τα οφέλη των κρατικών επιδομάτων, β) υπάρχουν εργασίες –βλέπε αγροτικές, καθαριότητας, φροντίδας ηλικιωμένων, αλλά και κατασκευαστικές– στις οποίες οι Ελληνες γυρνούν την πλάτη, διότι μπορούν, και γ) η ελληνική αγορά αντιμετωπίζει ζήτημα αναντιστοιχίας δεξιοτήτων και σε επαγγέλματα εξειδίκευσης.
Συνεπώς, η ελληνική οικονομία χρειάζεται συγκεκριμένα μέτρα για τη στοχευμένη ένταξη μεταναστών, σε ευθεία αντιστοίχιση με εντοπισμένες ακάλυπτες ανάγκες για εργατικά χέρια. Απώτερος στόχος είναι η δημιουργία ενός μηχανισμού ο οποίος θα διασφαλίζει το κατάλληλο εργατικό δυναμικό για την κάλυψη των απαιτήσεων σε όλα τα επίπεδα των δεξιοτήτων.
Παράπλευρο κέρδος θα είναι η ουσιαστική ενσωμάτωση αλλοδαπών που, ούτως ή άλλως, επιθυμούν να ζήσουν στη χώρα μας. Για τον σκοπό αυτόν, χρειάζεται ένα εθνικό πλαίσιο στρατηγικής για την καταγραφή και την επιμόρφωση ξένου εργατικού δυναμικού, σε συνδυασμό με μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική συντεταγμένης κατανομής του.
Οι ανάγκες και το μήνυμα
Πρόσφατα, ο πρωθυπουργός είχε αναφερθεί στην «ένταξη στην ελληνική κοινωνία των νόμιμων μεταναστών, χωρίς προκαταλήψεις και ακραίες λαϊκιστικές κορώνες», ως απάντηση στην έλλειψη εργατικών χεριών. Μιλώντας στην «Κ», κυβερνητικοί παράγοντες αναγνωρίζουν την αξία της συμμετοχής των μεταναστών στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, τονίζοντας ότι το εγχείρημα οφείλει να συνοδευτεί από διαδικασίες και με τρόπο που δεν θα στείλει λάθος μήνυμα ότι η χώρα είναι πρόθυμη να δεχτεί αδιακρίτως όποιον φτάνει στα σύνορά της. Στο πλαίσιο αυτό, δηλώνουν εξ ονόματος της πολιτείας «σκληροί με την παράτυπη μετανάστευση, αλλά πρακτικοί με τη νόμιμη». Επιπλέον, μιλούν για την ανάγκη μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής η οποία θα κατανέμει τα διαθέσιμα μεταναστευτικά χέρια με πρακτικό και αποτελεσματικό τρόπο στα κράτη-μέλη.
Το δημογραφικό και οι συντάξεις
H αναδιάρθρωση και ενίσχυση του εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα είναι μάλλον αναγκαία με το βλέμμα στη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της για τρεις λόγους, που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους: α) Αντιστροφή της γήρανσης του πληθυσμού. Τα τελευταία 50 χρόνια, ο μέσος αριθμός γεννήσεων στην Ελλάδα έχει μειωθεί από 2,5 σε 1,3 ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι γεννήσεις έχουν μειωθεί από 157.000 το 1960 σε 84.000 σήμερα. Ο πληθυσμός έχει περιοριστεί κατά σχεδόν 400.000 άτομα και είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος τη δεκαετία του 2030 να πέσει κάτω από τα 10 εκατ. Εξάλλου, το 2030 η Ελλάδα αναμένεται να είναι η πιο γερασμένη χώρα στην Ευρώπη, ξεπερνώντας την Ιταλία. β) Χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος και επίτευξη της δημοσιονομικής σταθερότητας. Σήμερα, αντιστοιχούν μόλις 1,7 εργαζόμενοι σε κάθε συνταξιούχο, έναντι 4,5 εργαζομένων σε κάθε συνταξιούχο τις παλαιότερες δεκαετίες. Το κράτος καταβάλλει με χρήματα φορολογουμένων σχεδόν το 50% της συνολικής ασφαλιστικής δαπάνης, η οποία ανέρχεται περίπου στο 14% του ΑΕΠ, δηλαδή σε περίπου 25 δισ. ευρώ. γ) Υποστήριξη των επενδύσεων και των εργασιών που θα μεγεθύνουν την πίτα στην ελληνική οικονομία. Υπάρχουν σοδειές που δεν αξιοποιούνται και κατασκευαστικά έργα που καθυστερούν ελλείψει εργατικών χεριών. Εξάλλου, η δυσκολία εύρεσης εργαζομένων σε τομείς όπως η φροντίδα, δυνητικά δημιουργεί αντικίνητρο για την εργασία, ακόμη και για τις γεννήσεις.
Να καταγραφούν οι μετανάστες
Του Μιλτιάδη Νεκτάριου
Χρειαζόμαστε μετανάστες χαμηλής ειδίκευσης για τον αγροτικό τομέα και τη μακροχρόνια φροντίδα υγείας για τους ηλικιωμένους. Και αυτοί, βέβαια, χρειάζονται στοιχειώδη επιμόρφωση για βελτίωση της παραγωγικότητάς τους, καθώς και ασφάλιση για συντάξεις και υγεία. Χρειάζεται πλήρης καταγραφή των μεταναστών, με ευθύνη των Περιφερειών. Ολες οι χώρες αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα στο μεταναστευτικό. Το μεγάλο πρόβλημα είναι η ανυπαρξία πολιτικής της Ε.Ε., η οποία θα έπρεπε να κατανέμει τους μετανάστες –τους οποίους χρειάζεται, ούτως ή άλλως– με βάση τις ανάγκες των χωρών ή κατά αναλογία του πληθυσμού. Τώρα έχει μεταθέσει το πρόβλημα στις χώρες πρώτης υποδοχής – Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία.
Φυσικά, αν βγούμε ως χώρα να πούμε «χρειαζόμαστε μετανάστες στην οικονομία μας», υπάρχει ο κίνδυνος να ενισχύσουμε τις παράτυπες ροές μεταναστών στην Ελλάδα. Γι’ αυτό θα πρέπει να προηγηθεί η εκπόνηση εθνικής στρατηγικής για τους μετανάστες. Τι μετανάστες θέλουμε, πόσους θέλουμε και πώς τους αξιοποιούμε, ώστε να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη για όλους. Επιπλέον, να ανοίξουν δουλειές υψηλής εξειδίκευσης με καλούς μισθούς για να έλθουν πίσω οι νέοι του brain drain. Επίσης, η επιστροφή Ελλήνων oμογενών θα αντιμετώπιζε το πρόβλημα της μείωσης του πληθυσμού.
* Ο κ. Μιλτιάδης Νεκτάριος είναι καθηγητής Ασφαλιστικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.
«Δεξαμενή ταλέντων» της Ε.Ε.
Των Χρήστου και Δημήτρη Ιωάννου
Δεδομένης της δυναμικής της γήρανσης του πληθυσμού στην Ελλάδα, οποιοδήποτε μέτρο μπορεί να αυξήσει τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό ή το μερίδιο του οικονομικά ενεργού πληθυσμού στον συρρικνούμενο πληθυσμό, αυξάνοντας τα ποσοστά απασχόλησης, βοηθά στη βελτίωση της κατάστασης έναντι της αρνητικής εξέλιξης που διαφαίνεται για τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες στην Ελλάδα. Αυτές οι αλλαγές δεν θα αρκέσουν από μόνες τους για να αντιστρέψουν τη δημογραφική κάμψη της χώρας και τελικά τον κίνδυνο της οικονομικής στασιμότητας. Η Ελλάδα θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπερβεί τα εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά οικονομικά ενεργού πληθυσμού, τα χαμηλότερα στην Ευρώπη, και τα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης, μεταφέροντας –ταυτόχρονα– μεγαλύτερα τμήματα εργατικού δυναμικού στους τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Αυτά δεν λύνονται με τη μη επιλεκτική εισροή μεταναστών. Εάν είναι χαμηλής ειδίκευσης, εδραιώνουν τις δραστηριότητες χαμηλής προστιθέμενης αξίας. Χρειάζεται αποτελεσματική πολιτική ανθρωπίνου κεφαλαίου που θα αφορά και τη μεταναστευτική πολιτική. Να σχεδιασθεί μια πολιτική «δεξαμενής ταλέντων» για την Ε.Ε., με στόχο τη δημιουργία μιας δεξαμενής υπηκόων τρίτων χωρών που τα κράτη-μέλη θα μπορούν να χρησιμοποιήσουν σε εθελοντική βάση.
* Οι κ. Χρήστος και Δημήτρης Ιωάννου είναι οικονομολόγοι.https://www.kathimerini.gr/
Τα σχόλια είναι κλειστά.