Πολλά μνημεία, αρκετές τοποθεσίες που συγκεντρώνουν ιστορία και πολιτισμό καταστρέφονται ή παραμελούνται με το πέρασμα των χρόνων. Η 18η Απριλίου, όμως, αφήνει ένα σημαντικό αποτύπωμα στη θύμηση ή και τη στήριξή τους. Προχθές Πέμπτη, Παγκόσμια Ημέρα Μνημείων και Τοποθεσιών, η “καρδιά” όλων των μνημείων… χτύπησε.
Η 18η Απριλίου θεσπίστηκε από την UNESCO και το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών ως ημέρα μνήμης και ευαισθητοποίησης για τα μνημεία που βρίσκονται κοντά μας, ώστε να βοηθήσουμε στη διατήρησή τους και να μοιραστούμε το μεγαλείο τους. Η Παγκόσμια Ημέρα Μνημείων και Τοποθεσιών εορτάζεται από το 1983, δίνοντας την ευκαιρία για επισκέψεις σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους που υπάγονται στο Δημόσιο, χωρίς την καταβολή αντιτίμου.
Η Παγκόσμια Ημέρα Μνημείων και Τοποθεσιών εορτάζεται από το 1983, δίνοντας την ευκαιρία για επισκέψεις σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους που υπάγονται στο Δημόσιο, χωρίς την καταβολή αντιτίμου
Ο παγκόσμιος αυτός θεσμός δίνει φως και αφορμή να επισκεφτούμε πολιτιστικούς θησαυρούς, δίνει και στοχασμό όμως για άλλα σημαντικά σημεία που ζουν την καθημερινή απαξίωση. Σε κάποια από αυτά θα δώσουμε φωνή σήμερα. Η τέχνη και η ιστορία βρίσκεται σε κάθε γωνιά της Κρήτης και μπορούμε να αφιερώσουμε χρόνο να τα ανακαλύψουμε και να ξεναγηθούμε σε κάστρα, ιστορικούς χώρους, εκκλησίες, που στέκουν σαν σιωπηλοί βιγλάτορες για να πουν τις δικές τους ιστορίες σε όσους σταθούν εκεί και προσεκτικά ακούσουν όλα όσα έχουν να αφηγηθούν…
ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ
Ο οικισμός- “φάντασμα” της Μικρής Επισκοπής
Ξεκινώντας τη διαδρομή μας από τα Πάρτιρα, χωριό που βρίσκεται 40 χλμ. από το Ηράκλειο και 7 χλμ. από το Αρκαλοχώρι, επιλέγουμε η πρώτη μας στάση να είναι στον εγκαταλελειμμένο οικισμό της Μικρής Επισκοπής. Ο οικισμός που βρίσκεται κοντά στο φράγμα των Παρτίρων εγκαταλείφθηκε τη δεκαετία του ’80. Από τότε κανείς δε ζει εκεί και σπάνια συναντάς κάποιον να περιδιαβαίνει αυτόν τον οικισμό, που είναι πνιγμένος στις τσουκνίδες και τις αγριάδες, μα σε κάθε του γωνιά διηγείται την ιστορία του, που φαίνεται να ξεκίνησε τον 19ο αιώνα. Σε οθωμανική καταγραφή του 1881 αποδίδεται η πρώτη αναφορά σ’ αυτόν τον οικισμό, με 48 μουσουλμάνους και έναν χριστιανό να κατοικούν σε αυτό.
Η περιπλάνηση στα ερείπια του οικισμού σε κάνει να αισθανθείς ότι ζεις κινηματογραφικές σκηνές, βλέπεις απρόβλεπτες εικόνες, που έχουν προηγηθεί και είναι σαν να έχουν μείνει παγωμένες με το πέρασμα του χρόνου. Στη σκιά ενός πλατάνου βρίσκεται μια κρήνη που πλέον δε δροσίζει κανέναν με το νερό της. Μέσα στην περιήγηση και κατευθυνόμενος κάποιος ανατολικά, βρίσκεται ξαφνικά σε ένα απόθεμα αρχιτεκτονικής ομορφιάς. Πρόκειται για τον ιστορικό βυζαντινό ναό του Σωτήρος Χριστού. Ο ναός παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και μέσα από τα ερείπιά του βλέπει κανείς ένα καρτ ποστάλ που αποκαλύπτει ένα σημαντικό θρησκευτικό προσκύνημα. Ο ναός είναι σταυροειδής με θόλο, σώζονται τμήματα των τοίχων, κολόνες με κιονόκρανα και τα αρχιτεκτονικά του στοιχεία αποκαλύπτουν διάφορες οικοδομικές φάσεις. Το αρχιτεκτονικό του σχέδιο αποτελεί το ιδεώδες της τεχνικής δεξιοτεχνίας και ανταποκρίνεται στο όραμα της διατήρησης, συντήρησης και διάσωσής του.
Μωσαϊκό από ιστορίες στην Κάμινο – Ο γκρεμισμένος ναός του Μιχαήλ Αρχαγγέλου
Κοντά στο αστικό τοπίο του Ηρακλείου και λίγο μετά από την περιοχή της Καλλιθέας προς το Σκαλάνι η ιστορία αφήνει το αποτύπωμά της στην περιοχή Κάμινος. Εκεί σπάνια έως σχεδόν ποτέ υπάρχουν επισκέπτες και είναι κρίμα, διότι δημιουργείται ένα μωσαϊκό από ιστορίες. Μέσα από το ξετύλιγμα του νήματος, από τα σημάδια των περασμένων αιώνων, η ιστορία της περιοχής Καβούσι και του γκρεμισμένου ναού του Μιχαήλ Αρχαγγέλου έρχεται να μας ταξιδέψει σε ιστορικές περιόδους φαντάζομαι από τη Μινωική Εποχή έως και την Ενετοκρατία ή και μετέπειτα.
Δύσκολα βάζεις αυτή τη διαδρομή μπροστά σου, δύσκολο να καταλάβεις τι προηγήθηκε εκεί ιστορικά, μα ακόμα πιο δύσκολο να κατανοήσεις το γιατί ο ναός του Μιχαήλ Αρχαγγέλου, τα ερείπια της περιοχής που στέκουν σαν πέτρινα φαντάσματα σ’ αυτήν την κορυφή, δίχως να έχουν φωνή, θυμίζουν μέσα από την ερειπιώδη κατάσταση αλλά και μεγαλοπρέπειά τους το φως των ανθρώπων που πέρασαν από εκεί, ένα φως που ονειρεύομαι να μη σβήσει εντελώς. Ό,τι έχει απομείνει αγέρωχο, στα μάτια μου φαντάζει αναστηλωμένο, άξια προστατευμένο έστω και τώρα που σβήνει όλο και περισσότερο.
Σήμερα που εορτάζεται η σπουδαιότητα της προστασίας και ανάδειξης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, ας υπογραμμιστεί η επείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης των συνεπειών που σβήνουν από τον πολιτισμικό χάρτη του Ηρακλείου αυτήν την ιστορική τοποθεσία.
Οι αλευρόμυλοι Καστρινάκη στη λεωφόρο Ικάρου
Τέλος, θα μεταφερθούμε στο παραλιακό μέτωπο του Ηρακλείου, εκεί όπου κάποτε υπήρχε βιομηχανική και βιοτεχνική ανάπτυξη. Μεγάλα εργοστάσια άνοιξαν δίνοντας εργασία και οικονομική ανάπτυξη. Περνώντας από τη λεωφόρο Ικάρου μπορούμε να δούμε σήμερα ό,τι έχει απομείνει από μια βιομηχανική μονάδα, που ίσως για την εποχή της να ήταν και από τις πρώτες τόσο σύγχρονες στην Ελλάδα. Πρόκειται για τους κυλινδρόμυλους Καστρινάκη, που λειτουργούσαν στο Ηράκλειο από τις αρχές του 20ού αιώνα.
Ο Αντώνιος Καστρινάκης, κατ’ άλλους Νικόλαος Καστρινάκης, το 1896 αγόρασε το οικόπεδο από έναν Τούρκο. Είχε μόλις επιστρέψει στην Κρήτη μετά από χρόνια που έλειπε, 10 ετών ήταν όταν άφησε το νησί που γεννήθηκε, για να πάει στη Σμύρνη. Εκεί εργάστηκε για 15 χρόνια σε φούρνο, αρχικά ως βοηθός και έπειτα ως τεχνίτης. Από εκεί βρέθηκε στην Οδησσό και ασχολήθηκε με το εμπόριο σιταριού κι έπειτα επέστρεψε στον τόπο καταγωγής του. Προπολεμικά μεγάλες σιταροπαραγωγικές χώρες εκτός Ελλάδας ήταν η Ρωσία, η Ουκρανία (Οδησσός) και η Ρουμανία.
Το εργοστάσιό του στο Ηράκλειο είχε κατασκευαστεί εξαρχής για δύο χρήσεις, η μία ήταν του φούρνου και η άλλη του πετρόμυλου, δηλαδή του αλευρόμυλου με πέτρες. Αρχικά η κινητήρια δύναμη ήταν η ατμομηχανή, γι’ αυτό και στο πίσω μέρος του εργοστασίου ήταν εγκατεστημένη η καπνοδόχος της ατμομηχανής. Μετά από το 1920 και μέχρι το 1923 είχαν γίνει κάποιες τεχνικές τροποποιήσεις-βελτιώσεις, με το εργοστάσιο να παίρνει την τελική του μορφή γύρω στο 1932 με 1933.
Το πρώτο αρχικό κτήριο ήταν ένα τυπικό ορθογώνιο βιομηχανικό κτήριο με όλα τα χαρακτηριστικά του βιοτεχνικού εργοστασίου της εποχής. Αργότερα χτίστηκε το δεύτερο μέρος, αλλά και η κατοικία των ιδιοκτητών, η οποία έχει κάποια νεοκλασικά στοιχεία, τα οποία και το διαφοροποιούν από το εργοστάσιο. Το τρίτο συγκρότημα ήταν αυτό των αποθηκών και φούρνων.
Ο αλευρόμυλος Καστρινάκη απασχολούσε καθημερινά 30 περίπου ανθρώπους με τις οικογένειές τους, αλλά και άλλους τόσους ακόμα ως οδηγούς, καθώς και στη φορτοεκφόρτωση. Απασχολούσε, δηλαδή, καθημερινά 60-70 εργαζόμενους, που ξαφνικά μια μέρα η απασχόλησή τους και η καθημερινότητά τους εκεί άλλαξε, διότι ο αλευρόμυλος κατασχέθηκε και δούλεψε αρχικά για τους Ιταλούς.
Στη συνέχεια, μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας από τους Γερμανούς, οι Γερμανοί φρουρούσαν τον μύλο, τους εργάτες, το σιτάρι και το αλεύρι διότι ήταν είδος πρώτης ανάγκης και στην Κατοχή ο αλευρόμυλος παρήγαγε αλεύρι μόνο για τους κατακτητές.
Αυτό λοιπόν το βιομηχανικό κτήριο η εγκατάλειψη το βυθίζει κάθε μέρα και περισσότερο. Βλέποντάς το καταλαβαίνω ότι δεν έχει χάσει εντελώς τη μάχη, παρ’ όλη την καταστροφή που έχει υποστεί με τα χρόνια. Ξεμπλέκοντας το κουβάρι της ιστορίας του, έρχεται στο φως ένα ταξίδι στο χρόνο και τη βιομηχανική ανάπτυξη στο παραλιακό μέτωπο του Ηρακλείου, γι’ αυτό και ονειρεύομαι τη μελέτη, προστασία και ανάδειξή του.
Η Παγκόσμια Ημέρα Μνημείων και Τοποθεσιών, εκτός από τη δυνατότητα των επισκέψεών μας σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους που υπάγονται στο Δημόσιο χωρίς την καταβολή αντιτίμου, θα πρέπει να είναι μία μέρα που θα υπογραμμίζει και θα γίνονται κινήσεις για την προστασία μνημείων και τοποθεσιών αφημένα στη φθορά του χρόνου.