Με έσοδα από τον τουρισμό οριακά χαμηλότερα τόσο από τα φετινά όσο και από εκείνα του 2019 έχει καταρτιστεί ο προϋπολογισμός για το 2023.
Με έσοδα από τον τουρισμό οριακά χαμηλότερα τόσο από τα φετινά όσο και από εκείνα του 2019 έχει καταρτιστεί ο προϋπολογισμός για το 2023. Ειδικότερα οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από το εξωτερικό εκτιμάται ότι θα κινηθούν οριακά χαμηλότερα από το 2019, οπότε και διαμορφώθηκαν στα 18,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Αν και η σχετική πρόβλεψη δεν περιλαμβάνεται στα στοιχεία που δημοσιοποίησε το υπουργείο Οικονομικών, η παραδοχή είναι για εισπράξεις της τάξης των 18 δισ. Εάν συνεκτιμηθεί και ο πληθωρισμός, καθίσταται αντιληπτό πως αναμένεται να είναι περιορισμένες σε σχέση με τα επίπεδα-ρεκόρ του 2019 και του 2022. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, οι ονομαστικές εισπράξεις του τουρισμού για φέτος εκτιμώνται πλησίον του επιπέδου του 2019 και ειδικότερα στο 97,4% των 18,2 δισ. εκείνης της χρήσης. Να σημειωθεί πως ως ενδεικτικός κανόνας για τα έσοδα του προϋπολογισμού από τον τουρισμό χρησιμοποιείται η παραδοχή πως το 50% των ταξιδιωτικών εισπράξεων αντιστοιχεί σε έσοδα για το Δημόσιο.
Σε κάθε περίπτωση η ευρύτερη αγορά εκτιμά πως είναι ακόμη πολύ νωρίς για να υπάρξουν ασφαλείς προβλέψεις για το 2023, δεδομένης της ρευστότητας που επικρατεί στη διεθνή οικονομία και τις γεωπολιτικές εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα. Σαφέστερη εικόνα δεν αναμένεται πριν από τον Μάρτιο του επόμενου έτους.
Kυβέρνηση και αγορά προβλέπουν ταξιδιωτικές εισπράξεις 18 δισ. ευρώ.
Την επιφυλακτικότητα αυτή του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης μοιράζονται και οι περισσότεροι επιχειρηματίες του κλάδου. Και αυτό διότι, όπως αναφέρεται και στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, «ο σημαντικότερος κίνδυνος βραχυπρόθεσμα για την ελληνική οικονομία προέρχεται από τις τιμές ενέργειας και τον πληθωρισμό και τις επιπτώσεις τους στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και στην κατανάλωση, στις επενδύσεις (μέσω της επιβάρυνσης του κόστους δανεισμού) και τις διεθνείς συναλλαγές της χώρας (τουρισμός, εμπόριο καυσίμων) λόγω του πληθωρισμού και της αύξησης του μεταφορικού κόστους».
Ωστόσο η ανησυχία εστιάζεται στο ύψος των δαπανών που θα πραγματοποιήσουν οι ξένοι επισκέπτες τον επόμενο χρόνο και όχι στον αριθμό τους. Και αυτό διότι όλα τα διαθέσιμα για την ώρα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων δημοσκοπήσεων στις αγορές αφετηρίας των επισκεπτών της Ελλάδας, δείχνουν ότι η διάθεση για ταξίδια παραμένει ισχυρή και επιπλέον η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις πέντε κορυφαίες επιλογές σε όλες τις βασικές αγορές από τις οποίες έλκει ταξιδιώτες. Ως κεντρικό σενάριο, λοιπόν, φέρεται να εκλαμβάνεται η αύξηση του αριθμού των επισκεπτών, αλλά και η μείωση του μέσου χρόνου παραμονής στη χώρα και παράλληλα η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη ανά ταξίδι.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στα τέλη Οκτωβρίου δημοσιοποιήθηκε διευρυμένη έρευνα που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της European Travel Commission σε δείγμα από περισσότερους από 100.000 Ευρωπαίους ταξιδιώτες, οι οποίοι κατατάσσουν την Ελλάδα μέσα στους top-5 προορισμούς, που είναι πιο πιθανό να επισκεφθούν. Παρ’ όλη τη μεγάλη ανησυχία για τις επιπτώσεις του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, η διάθεση για διεθνή ταξίδια εντός Ευρώπης παραμένει στα υψηλότερα επίπεδα από τις αρχές της συγκεκριμένης κυλιόμενης έρευνας (Σεπτέμβριος 2020). Ωστόσο η πλειονότητα των ερωτηθέντων Ευρωπαίων δηλώνει ότι θα περιορίσει τη διάρκεια των ταξιδιών. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2022 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις διαμορφώθηκαν στα 15,6 δισ. (αύξηση 78,3% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021). Εναντι της περιόδου Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2019 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφανίζονται μειωμένες κατά 3,1%.https://www.kathimerini.gr/
Τα σχόλια είναι κλειστά.