Ελεύθερος αφέθηκε μετά την απολογία του ο αστυνομικός που έπειτα από καταδίωξη πυροβόλησε και σκότωσε τον 17χρονο στη Βοιωτία τα ξημερώματα της Κυριακής.
Στον αρχιφύλακα επιβλήθηκε ο περιοριστικός όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.
Νωρίτερα, ο 40χρονος αρχιφύλακας απολογήθηκε ενώπιον του ανακριτή, όπου αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες και υποστήριξε ότι «ο 17χρονος έβαλε μπροστά στην κάννη του όπλου το χέρι του και έσπρωξε το όπλο με αποτέλεσμα αυτό να εκπυρσοκροτήσει χωρίς εγώ ποτέ να πατήσω τη σκανδάλη».
Αυτό υποστήριξε, εν ολίγοις, ο αστυνομικός στην απολογία του σήμερα στην ανακρίτρια, ο οποίος έφτασε στο Δικαστικό Μέγαρο Θήβας στις 9 η ώρα συνοδεία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων.
Τι υποστήριξε ο αστυνομικός στην απολογία του για τον θάνατο του 17χρονου
«Ο 17χρονος έβαλε μπροστά στην κάννη του όπλου το χέρι του και έσπρωξε το όπλο με αποτέλεσμα αυτό να εκπυρσοκροτήσει χωρίς εγώ ποτέ να πατήσω τη σκανδάλη». Αυτό υποστήριξε, εν ολίγοις, ο αστυνομικός στην απολογία του σήμερα στην ανακρίτρια, ο οποίος έφτασε στο Δικαστικό Μέγαρο Θήβας στις 9 η ώρα συνοδεία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων.
Στο απολογητικό του υπόμνημα ο 40χρονος αρχιφύλακας περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τι έγινε το μοιραίο βράδυ από τη στιγμή που ακινητοποιήθηκε η μαύρη BMW στο Λιοντάρι Βοιωτίας.
«O 17χρονος απώθησε με βίαιο τρόπο το όπλο μου, με αποτέλεσμα αυτό να εκπυρσοκροτήσει χωρίς εγώ ποτέ να πατήσω τη σκανδάλη»
Σε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του υπομνήματος ο 40χρονος, που ισχυρίζεται ότι πρέπει να αφεθεί ελεύθερος χωρίς περιοριστικούς λόγους, λέει:
«Αφού άνοιξα την πόρτα του οδηγού και έχοντας λάβει προφυλάξεις, ούτως ώστε το σώμα μου να βρίσκεται εκτός του ανοίγματος της πόρτας του οδηγού και συγκεκριμένα στο σημείο όπου χωρίζονται η πίσω από την μπροστινή πόρτα και κρατώντας στο δεξί μου χέρι το υπηρεσιακό μου όπλο επανειλημμένα φώναζα: ‘Αστυνομία, Κατέβα κάτω’. Με το αριστερό μου χέρι άρπαξα τον αείμνηστο από τον δεξιό ώμο σκύβοντας μέσα στο αυτοκίνητο, αφού αντιστεκόταν και αρνιόταν να εξέλθει του αυτοκινήτου».
Και συνεχίζει:
«Σε αυτό το σημείο ο αείμνηστος είχε πλέον με το πάνω μέρος του σώματός του στραφεί σε μία θέση με κλίση αριστερά εμπρός – σκύψιμο και ενώ το δεξί μου χέρι, που κρατούσε το όπλο, βρισκόταν πολύ κοντά σε απόσταση περίπου 50-60 εκατοστών από το σώμα του αείμνηστου, μέσα στο αυτοκίνητο, ενώ συγχρόνως συνέχισα να τον τραβώ από τον ώμο για να τον βγάλω έξω, σε εκείνο το χρονικό σημείο που το σώμα του κινούμενο πλησίασε το δεξί μου χέρι, εκείνος πιθανότατα από φόβο, λόγω του ότι το όπλο ήταν πολύ κοντά του, έκανε κίνηση με το εξωτερικό μέρος της παλάμης του και φέροντας το χέρι του μπροστά στην κάννη, απώθησε με βίαιο τρόπο το όπλο μου, με αποτέλεσμα αυτό να εκπυρσοκροτήσει, γιατί αυτή η εκκίνηση προκάλεσε την ενεργοποίηση της σκανδάλης χωρίς εγώ πότε να την πατήσω».
Όλο το συμβάν οφείλεται σε μία τραγική συγκυρία, υποστήριξε ο αστυνομικός που αρνείται όλες τις κατηγορίες:
«Γι’ αυτό άλλωστε όπως προκύπτει από το βίντεο ηχητικό ντοκουμέντο, υποστήριξε στη συνέχεια, «η ανθρώπινη αντίδρασή μου είναι η με ουρλιαχτά και λυγμούς φράση ‘τι έκανες, ρε φίλε;’. Δυστυχώς το όλο συμβάν οφείλεται σε μία τραγική συγκυρία, αφού εάν η κάννη του όπλου είχε μετά την ενέργεια του αείμνηστου θύματος μετατοπιστεί έστω και για ένα εκατοστό πιο εκεί το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό και θα τον είχαμε κοντά μας».