Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή και τις μεγάλες φοιτητικές κινητοποιήσεις, αλλά και την καταγραφή μιας ευρύτερης απόρριψης της νομιμοποίησης των ιδιωτικών πανεπιστημίων με παράκαμψη του Συντάγματος, γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστούν τα Πανεπιστήμια ως «κέντρα ανομίας και παραβατικότητας», ως τα νέα «Εξάρχεια».
Η προσπάθεια αυτή δεν γίνεται μόνο με τις παραδοσιακές μεθόδους των επιλεκτικών «διαρροών» και των κατευθυνόμενων δημοσιευμάτων (τα επονομαζόμενα και «ρουλεμάν» στην δημοσιογραφική ιδιόλεκτο), αλλά ενίοτε και μέσα από επίσημες δηλώσεις αρμοδίων.
Πλευρά αυτής της πολιτικής και επικοινωνιακής μεθόδευσης και η συστηματική προσπάθεια να αποδοθούν ευθύνες στις πρυτανικές αρχές, ιδίως όσες δεν ταυτίστηκαν πλήρως με τον κυβερνητικό αφήγημα, για όλα αυτά τα περιστατικά
Μόνο που σε μεγάλο βαθμό όλη αυτή η ρητορική δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκαν τις περασμένες μέρες διάφορα περιστατικά τις τελευταίες ημέρες.
Υπενθυμίζουμε ότι την περασμένη εβδομάδα άγνωστοι πυρπόλησαν τα λεωφορεία ιδιωτικού σχολείου στην περιοχή του Ζωγράφου και λίγο μετά η αστυνομία πραγματοποίησε επιχείρηση σε χώρους της φοιτητικές Εστίας όπου βρήκε κοντάρια, κράνη και τρεις αλλοδαπούς τους οποίους και συνέλαβε.
Πώς κατασκευάζεται ένα «αφήγημα»…
Από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η πυρπόληση των σχολικών λεωφορείων στήθηκε ένα ολόκληρο αφήγημα που υποστήριζε ότι οι άγνωστοι δράστες «βγήκαν από την Πανεπιστημιούπολη», την οποία «είχαν για ορμητήριο», και στην οποία «γινόταν πάρτι», από αυτά που «επιτρέπουν τα πανεπιστήμια και οι διοικήσεις τους».
Η αστυνομία «δεν μπορούσε να κάνει κάτι» γιατί τα «άτομα» βγήκαν από «πάρτι στις Εστίες» τα έκαψαν και «ξαναμπήκαν στο άσυλο». Οι τρεις αλλοδαποί που συνελήφθησαν «είχαν πιάσει δωμάτια στην Εστία» με αποτέλεσμα «να τα στερούν από τους φοιτητές».
Όλα αυτά δείχνουν ότι «τα πανεπιστήμια έχουν γίνει κέντρα ανομίας» και μάλιστα «με ευθύνη των διοικήσεών τους που δεν έχουν μάθει να φυλάνε τους χώρους τους και να καταδιώκουν τους εγκληματίες».
Επιπλέον, πρέπει «να αναλάβουν οι πρυτάνεις τις ευθύνες τους» και να «πάνε να φυλάξουν τα πανεπιστήμια» και προφανώς «να πάνε τους καταληψίες στα πειθαρχικά και να τους διαγράψουν».
… και ποια είναι η πραγματικότητα
Η πραγματικότητα είναι μάλλον η ακριβώς αντίθετη. Καταρχάς στα πανεπιστήμια κατά πάγια πρακτική απαγορεύονται τα πάρτι και εγκαίρως και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είχε υπάρξει γραπτή ενημέρωση-ανακοίνωση προς όλους ως προς αυτή την απαγόρευση.
Τη νύχτα που κάηκαν τα σχολικά λεωφορεία δεν υπήρχε κανένα πάρτι στις φοιτητικές εστίες. Η ίδια η εκπρόσωπος της Ελληνικής Αστυνομίας διευκρίνισε ότι δεν υπήρχε καμία απόδειξη ότι οι δράστες βγήκαν από την Πανεπιστημιούπολη ή ότι στη συνέχεια αναζήτησαν καταφύγιο σε αυτή.
Όπως δήλωσε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛΑΣ Κωνσταντία Δημογλίδου, «Δεν υπάρχει πληροφορία από πού εξήλθαν οι δράστες […] Όταν ενημερώθηκε η αστυνομία, φυσικά και είχαν αποχωρήσει από το σημείο, είχε φτάσει η Πυροσβεστική και προσπαθούσε να σβήσει την πυρκαγιά».
Σημειώνουμε το συγκεκριμένο σημείο μπορούσαν εύκολα να φτάσουν μέσα από τα στενά του Ζωγράφου και να διασκορπιστούν μετά σε αυτά.
Η αστυνομική επιχείρηση που έκανε η ΕΛΑΣ την επόμενη μέρα και την οποία έδωσε η ίδια στη δημοσιότητα δεν βρήκε στις Εστίες κάτι να συνδέεται με τον εμπρησμό των λεωφορείων. Βρήκε απλώς κράνη και κοντάρια, από αυτά με τα οποία κατεβαίνουν διάφορες ομάδες στις πορείες.
Τα τρία άτομα που οδηγήθηκαν στο αυτόφωρο δεν συνελήφθησαν σε δωμάτιο της Εστίας, αλλά κοιμόντουσαν σε αποθήκες του υπογείου. Ούτως ή άλλως σε βάρος τους έγινε μηνυτήρια αναφορά για παράνομή είσοδο.
Επιπλέον, παρότι συχνά αναπαράγεται το αντίθετο, το πανεπιστημιακό άσυλο έχει καταργηθεί και τίποτα δεν εμποδίζει στην ΕΛΑΣ να εισέλθει σε πανεπιστημιακούς χώρους εάν έχει ενδείξεις για την τέλεση αδικημάτων ή για το ενδεχόμενο να έχουν καταφύγει εκεί άνθρωποι που διέπραξαν αδικήματα.
Η ευθύνη για την προστασία των Πανεπιστημίων, όπως και συνολικά των δημοσίων κτιρίων, απέναντι σε όσους θέλουν να κάνουν καταστροφές ανήκει στην Αστυνομία που έχει και τη αρμοδιότητα και το προσωπικό για τέτοιες κατασταλτικές πρακτικές.
Τα Πανεπιστήμια – που έχουν στερηθεί εδώ και χρόνια μεγάλο μέρος του προσωπικού φύλαξης – δεν μπορούν προφανώς να παίξουν τον ρόλο της αστυνομίας.
Οι φοιτητικές Εστίες μπορεί να βρίσκονται μέσα σε χώρους των πανεπιστημίων, όμως την ευθύνη για τη φύλαξη, την καθαριότητα και τη θέρμανση των Εστιών δεν την έχουν τα πανεπιστήμια.
Τις Εστίες τις διαχειρίζεται, σε όλη την Ελλάδα, το ΙΝΕΔΙΒΙΜ (Ίδρυμα Νεολαίας & Δια Βίου Μάθησης), που είναι ένα Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου που ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, διαθέτει οικονομική και λειτουργική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από το υπουργείο Παιδείας.
Και βέβαια τα Πανεπιστήμια έχουν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούν που περιλαμβάνει και συγκεκριμένα πειθαρχικά μέτρα για πράξεις που υπονομεύουν τις λειτουργίες τους.
Όμως, έχουν και διαδικασίες με τις οποίες εξετάζουν τα περιστατικά, σεβασμό στο κριτήριο αθωότητας και προφανώς επίγνωση ότι το πειθαρχικό δίκαιο δεν φτιάχτηκε για να ποινικοποιούνται οι φοιτητικές κινητοποιήσεις, αλλά για να αντιμετωπίζονται σοβαρά παραπτώματα.
Η στοχοποίηση των δημόσιων πανεπιστημίων ως έμμεση διαφήμιση των ιδιωτικών
Δεν ήταν μόνο το Πανεπιστήμιο Αθηνών που βρέθηκε στο στόχαστρο αυτών των επικοινωνιακών επιθέσεων. Όλο το προηγούμενο διάστημα έγινε προσπάθεια να παρουσιαστούν οι φοιτητικές κινητοποιήσεις ως «περιστατικά ανομίας», σε όλη την Ελλάδα.
Αρκεί να αναλογιστούμε τις αλλεπάλληλες αστυνομικές επιχειρήσεις στο ΑΠΘ, με πιο πρόσφατη αυτή του περασμένου Σαββάτου, παρά τις μεγάλες αντιδράσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας για τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίστηκε η Αστυνομία του 49 προσαχθέντες και τελικά συλληφθέντες φοιτητές.
Η παραπάνω σύγκριση ανάμεσα στα «αφηγήματα» και την πραγματικότητα των δημοσίων πανεπιστημίων δείχνει ότι πρόκειται για μια μεθόδευση με συγκεκριμένη στοχοθεσία.
Και αυτή δεν είναι άλλη από τη συκοφάντηση των δημοσίων πανεπιστημίων, την παρουσίασή τους ως χώρων «παραβατικότητας», ως χώρων όπου οι διοικήσεις δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους και ως χώρων που δεν ανταποκρίνονται στις κοινωνικές ανάγκες, ώστε εμμέσως πλην σαφώς να προβληθούν ως λύση και «αντιπαράδειγμα» τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, πιο σωστά τα ιδιωτικά «σουπερμάρκετ πτυχίων» που πρόσφατα θεσμοθετήθηκαν.
Αντί να προβληθούν τα χαρακτηριστικά που όντως έχουν τα δημόσια πανεπιστήμια που είναι η άνοδος στις διεθνείς κατατάξεις, τα μεγάλα ερευνητικά επιτεύγματα, το υψηλό επίπεδο των διδασκόντων (που δεν έχουν απλώς διδακτορικό αλλά αποδεδειγμένο και αναγνωρισμένο ερευνητικό έργο) και ο υψηλός βαθμός εμπιστοσύνης και αναγνώρισης που έχουν μέσα στην κοινωνία, και αντί να συζητήσουμε τα πραγματικά προβλήματά τους που σε μεγάλο βαθμό αποτυπώνουν πλημμελή στήριξή τους από την Πολιτεία, προβάλλονται κατασκευασμένα «αφηγήματα», με διαστρέβλωση ή ακόμη και πλήρη αποσιώπηση της πραγματικότητας.
Μόνο που αυτό καμιά σχέση δεν έχει με τις επαναλαμβανόμενες κυβερνητικές «διαβεβαιώσεις» ότι «κύριο μέλημά μας είναι η στήριξη του δημοσίου πανεπιστήμιου».
Γιατί στην πράξη προκύπτει ότι κύριο μέλημα είναι η συκοφάντηση του δημόσιου πανεπιστημίου προς όφελος ιδρυμάτων που δεν προσφέρουν εγγύηση ούτε για τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα τους, ούτε για το πραγματικό αντίκρισμα των πτυχίων τους, ούτε καν για το εάν και με ποιο τρόπο θα συνεχίσουν να λειτουργούν εάν τα fund που τώρα βλέπουν «επενδυτικές ευκαιρίες» αποφασίσουν ότι ήρθε η ώρα να αποσυρθούν από τη συγκεκριμένη αγορά.
Στην κορυφή το ΕΚΠΑ, υψηλό κύρος των δημοσίων πανεπιστημίων, χαμηλό των κολεγίων