Η μεγάλη απάτη που έστησε πολιτικές, δημοσιογραφικές και εκκλησιαστικές καριέρες, αλλά και δημιούργησε ή πολλαπλασίασε περιουσίες, στις μέρες μας ήρθε ως εξής:
Θέλεις τον όρο Μακεδονία στο όνομα της γειτονικής σου χώρας;
Ενώ το πραγματικό ερώτημα ήταν: προτιμάς σύνθετη ονομασία ή σκέτο Μακεδονία;
Λες και μπορούσαμε να γυρίσουμε στο 1991.
Όταν ίσως χάσαμε τη μοναδική ευκαιρία που είχαμε ποτέ το όνομα της χώρας αυτής να μην έχει τον όρο Μακεδονία ή παράγωγά του.
Τότε, στις 16/12/1991 που οι Υπουργοί Εξωτερικών της ΕΟΚ άνοιξαν το δρόμο για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και πιθανόν η Ελλάδα μπορούσε για να συμφωνήσει να επιβάλλει τον όρο αυτό.
Είναι γνωστή εξάλλου η αναφορά του αείμνηστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στα γεγονότα εκείνα.
Τα χρόνια που μεσολάβησαν από τότε μέχρι σήμερα, η χώρα αυτή αναγνωρίστηκε από το σύνολο σχεδόν των Κρατών – Μελών του ΟΗΕ, ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Οι χάρτες κι οι υδρόγειοι όλου του κόσμου, οι εγκυκλοπαίδειες κι άτλαντες, οι μαθητές όλου του πλανήτη, Δημοκρατία της Μακεδονίας την αποκαλούν.
Το 1995, στην Ενδιάμεση Συμφωνία, την οποία επί της ουσίας αναγκαζόμαστε να δεχτούμε για να άρουμε το καταστροφικό εμπάργκο, αν και την παρουσιάζουμε ως μεγάλη επιτυχία, υιοθετείται ως μεταβατική επίσημη ονομασία στους Διεθνείς οργανισμούς ο όρος FYROM ή πΓΔΜ, όπου επισημαίνω, πως αυτό «Μ» Μακεδονία σημαίνει.
Άρα de facto καταρρέει η περίφημη εθνική γραμμή του 1992 «ούτε, ούτε», που υποκριτικά συντηρείται πλέον, για εσωτερική κατανάλωση.
Η σημερινή εθνική γραμμή θυμίζω, είναι η γραμμή του Βουκουρεστίου του 2008 (Κώστας Καραμανλής – Ντόρα Μπακογιάννη), σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό – erga omnes – για όλες τις χρήσεις.
Όλα τα άλλα προέκυψαν στην πορεία.
Τι χάσαμε από την μυωπική μας διαχείριση, όπου μέλημα μας ήταν το ψηφοθηρικό – μικροκομματικό συμφέρον και όχι το εθνικό;
1. Αρνηθήκαμε να αντιληφτούμε τις ευκαιρίες που χάσαμε ώστε να διαδραματίσουμε έναν τελείως διαφορετικό ρόλο στα Βαλκάνια, που θα προσέδιδε διεθνές κύρος και επιρροή.
2. Επιτρέψαμε στην Τουρκία να πετύχει μια μοναδική διείσδυση σε όλα τα κράτη που από βορρά συνορεύουμε μέσα από οικονομικές, στρατιωτικές, πολιτιστικές Συμφωνίες.
Αποτέλεσμα: το μεγάλο μας ζητούμενο σήμερα, να έχει περιοριστεί στην διασφάλιση της μη μονοπώλησης, της μη αποκλειστικής χρήσης από την γειτονική χώρα του όρου Μακεδονία.
Όχι μόνο δεν πουλάμε ή χαρίζουμε, αντιθέτως προσπαθούμε να πάρουμε πίσω.
…
Μία Συμφωνία για είναι βιώσιμη πρέπει να είναι δίκαιη.
Και μία Συμφωνία που έχει να κάνει με το εθνικό φιλότιμο των δύο λαών δεν μπορεί να τσαλακώνει κανέναν από τους δύο.
Πρέπει να είναι win – win.
Κάθε Συμφωνία είναι το αποτέλεσμα ενός αμοιβαία αποδεκτού συμβιβασμού και προφανώς διαφέρει από μια ειρηνευτική Συνθήκη, όπου ο νικητής επιβάλλει τους όρους του στον ηττημένο μετά από μία πολεμική σύρραξη.
Για μας το μείζον ήταν το όνομα, για εκείνους δύο στοιχεία που συγκροτούν ένα ελάχιστο συνεκτικό ιστό, ικανό να συνδέσει μια πολυεθνοτική κοινωνία.
Και η στοιχειώδης σύνεση και αίσθηση του εθνικού μας συμφέροντος επιβάλλει τη σταθεροποίηση και βιωσιμότητα της Δημοκρατίας αυτής.
Γιατί η ιδέα της μεγάλης Αλβανίας με το Κόσσοβο και το Τέτοβο δεν έπαψε ποτέ να είναι ζητούμενο για την μεγάλη πλειοψηφία των Αλβανών.
Άραγε, έχουμε αντιληφθεί σε τι πραγματικές μελλοντικές περιπέτειες αλυτρωτισμού θα μπαίναμε με μία μεγάλη Αλβανία και μία μεγάλη Βουλγαρία στα βόρεια σύνορά μας;
Οι ενστάσεις για γλώσσα και εθνικότητα είναι απολύτως υποκριτικές και προσχηματικές.
Παρότι ρητά στη Συμφωνία προσδιορίζεται ότι το Μακεδόνας αφορά στον πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας, μετά και από την πρόταση των Αλβανών βουλευτών στη Συνταγματική Αναθεώρηση, όπου ρητά αποσαφηνίζεται πως μιλάμε για υπηκοότητα – ιθαγένεια και όχι για εθνικότητα, κάθε συζήτηση για εθνικότητα θα έπρεπε να έχει πάψει.
Η γλώσσα, πέραν της ρητής επίσης διευκρίνισης στο σώμα της Συμφωνίας, ότι ανήκει στην οικογένεια των νοτίων Σλαβικών γλωσσών, παρά τις αμφισβητήσεις σας έχει αναγνωριστεί διεθνώς στην συνδιάσκεψη του ΟΗΕ στην Αθήνα από το 1977.
Όμως, κύριοι συνάδελφοι που ομνύετε στον φιλελευθερισμό πόσο εύκολα ξεχνάτε το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού και της αυτοδιάθεσης σε ζητήματα ταυτότητας, όπως αυτά προστατεύονται από το διεθνές δίκαιο, της αρχές της ΔΑΣΕ, τις διεθνείς συνθήκες;
Και δεν προσφέρετε εθνική υπηρεσία, επικαλούμενοι τις απαιτήσεις των Βουλγάρων για τη γλώσσα, τις οποίες όλον τον προηγούμενο αιώνα, εμείς ξορκίζαμε.
Η Συμφωνία, μας δίνει πολύ περισσότερα από τα προαπαιτούμενά μας, σε ό,τι έχει να κάνει με την ανόητη διεκδίκηση της ιστορίας της αρχαίας Μακεδονίας, τα σύμβολα, αλλά και τη ρητή διατύπωση της μη αμφισβήτησης των συνόρων, όπως και την υιοθέτηση του ξεκάθαρου όρου «διασπορά».
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Ο γνήσιος πατριωτισμός απαιτεί αυτοπεποίθηση και σεβασμό στον πατριωτισμό των άλλων.
Κι οι Δημοκρατίες που σέβονται τους θεσμούς και τους πολίτες τους, δεν δημιουργούν αλύτρωτους.
Κι αν δεν έχεις πολίτες που να νιώθουν αλύτρωτοι, αλυτρωτισμό δεν φοβάσαι.
Η υπόθεση του ονόματος βγήκε από το ψυγείο, γιατί η κατάρρευση του εθνικιστικού VMRO κι η άνοδος στην εξουσία του Σοσιαλδημοκράτη Ζάεφ και των αλβανόφωνων κλείνει την περίοδο της απόλυτης εθνικιστικής αδιαλλαξίας και ζωντανεύει την υπό την αιγίδα του ΟΗΕ διαπραγμάτευση.
Αν τώρα που οι γείτονες άλλαξαν όνομα και Σύνταγμα, εμείς, η Βουλή των Ελλήνων, αρνηθούμε με οποιοδήποτε πρόσχημα την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, θα γίνουμε οι αποσυνάγωγοι της διεθνούς κοινότητας, της Δύσης, στην οποία όλο το συνταγματικό τόξο, πλην ΚΚΕ, ομνύουμε.
Απαξίωση κι απομόνωση.
Θα είναι δε πολύ απλή υπόθεση η προσφυγή μιας τρίτης χώρας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή στον ΟΗΕ για αναγνώριση της χώρας αυτής με το προηγούμενο συνταγματικό της όνομα που επανέλθει σε ισχύ, δηλαδή σκέτο Μακεδονία.
Και τότε πιστεύει κανείς σας πως θα βρούμε έστω έναν σύμμαχο στη διεθνή κοινότητα;
Τέλος, οι διεθνείς εγγυήσεις και η αιρεσιμότητα για την ένταξη της Β. Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. καθιστούν κάθε φόβο για πιθανή μελλοντική αλλαγή στάσης της, φανταστικό.
Ευχαριστώ.