Το τροπάριο της Κασσιανής: Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…
– Εκ γυναικός τα χείρω.
– Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.
Το τροπάριο της Κασσιανής: Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…
– Εκ γυναικός τα χείρω.
– Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.
«Από τη γυναίκα πηγάζουν όλα τα κακά,
και από τη γυναίκα πηγάζουν όλα τα καλά»
Η στιχομυθία αποδίδεται στην Κασσιανή, την περίφημη δημιουργό του τροπαρίου που ψάλλεται την Μ.Τρίτη και τον αυτοκράτορα Θεόφιλο.
Η Κασσιανή, μία πανέμορφη και πανέξυπνη γυναίκα – όπως γράφεται – η οποία έζησε περί το 800 μ.Χ. έλαβε μέρος σε τελετή επιλογής νύφης που είχε διοργανώσει η μητριά του αυτοκράτορα Θεόφιλου, Ευφροσύνη, σύμφωνα με τρεις βυζαντινούς χρονικογράφους, τον Συμεών τον μεταφραστή, τον Γεώργιο τον Αμαρτωλό και τον Λέοντα τον Γραμματικό.
Ο Θεόφιλος θα επέλεγε τη γυναίκα που επιθυμούσε να νυμφευθεί προσφέροντας της ένα χρυσό μήλο.
Κατά τη διαδικασία επιλογής, ο αυτοκράτορας πλησίασε την Κασσιανή και της είπε την γνωστή φράση «Από τη γυναίκα πηγάζουν όλα τα κακά» αναφερόμενος στην Εύα για να του αντιτείνει η πανέξυπνη κοπέλα «και από τη γυναίκα πηγάζουν όλα τα καλά» αναφερόμενη στην Παναγία και το θαύμα της Γέννησης.
Η φράση της Κασσιανής, θεωρήθηκε αποστομωτική για τον νεαρό αυτοκράτορα ο οποίος τελικά, με αρκετή δόση εγωισμού, την απέρριψε και επέλεξε τη Θεοδώρα για σύζυγό του.
Η στροφή στον ασκητικό βίο
Η Κασσιανή, βιώνοντας, θα λέγαμε στις μέρες μας ερωτική απογοήτευση αλλά και πάντα αφιερωμένη στον Θεό, αποσύρθηκε σε ένα μοναστήρι όπου και έζησε έναν λιτό και ασκητικό βίο στο κελί της.
Σύμφωνα με την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της, επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι όπου βρισκόταν.
Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της γράφοντας το γνωστό τροπάριο της, όταν αντιλήφθηκε την άφιξη του αυτοκράτορα. Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι’ αυτό και κρύφτηκε, μη επιθυμώντας να αφήσει το παλιό της πάθος να ξεπεράσει τη μοναστική της ζωή. Άφησε όμως τον μισοτελειωμένο ύμνο πάνω σε ένα τραπέζι.
Ο Θεόφιλος την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη, όλη αυτήν τώρα ώρα τον παρακολουθούσε μέσα από μία ντουλάπα στην οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε και μετάνιωσε που για μία στιγμή υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. Αλλά βρήκε και το μισογραμμένο τροπάριο πάνω στο γραφείο του κελιού της.
Πριν φύγει, λέγεται ότι πρόσθεσε στο τροπάριο τον στίχο «ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη», δηλαδή «αυτά τα πόδια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό τα άκουσε να περπατάνε, από τον φόβο της κρύφτηκε»…
Το τροπάριο σε μετάφραση Φώτη Κόντογλου
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου
κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,
τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος.
Τα σχόλια είναι κλειστά.