Μπορεί να μην είχε τον κοσμοπολιτισμό της Ύδρας που έζησε ο Λέοναρντ Κοέν τη δεκαετία του ’60. Η Κρήτη όμως με την ξεχωριστή και άγρια ομορφιά της, με τις περίφημες παραλίες της, έγινε πόλος έλξης για τα κινήματα των νέων της εποχής του ’60 και στη συνέχεια του ’70. Τα Μάταλα, με τις σπηλιές μέσα στους βράχους που χρησίμευαν για κατοίκηση, έμειναν στην ιστορία ως ο τόπος των Χίπις.
Η ιστορία του τόπου έχει συνδεθεί με «τα παιδιά των λουλουδιών» και την παραμονή τους εκεί, ενώ και διάσημοι καλλιτέχνες της εποχής, όπως η Τζόνι Μίτσελ, βρέθηκαν να ζουν στις σπηλιές και να δοκιμάζουν τον ελευθεριακό τρόπο ζωής για τα τότε δεδομένα.
Ζούσαν με πενιχρά μέσα, σε άμεση επαφή με το φυσικό περιβάλλον, κοινοβιακά, όπως υποσχόταν και η φιλοσοφία των κινημάτων τους. Τρέφονταν με ό,τι τους έδινε η θάλασσα και ο τόπος, ερωτεύονταν, δήλωναν υπέρμαχοι της παγκόσμιας ειρήνης και της αυτοδιάθεσης. Έζησαν τη σεξουαλική απελευθέρωση.
Το μέρος, ταφικό σημείο κατά την αρχαιότητα, στάθηκε η έμπνευση για τις καλλιτεχνικές τους δημιουργίες, ενώ έχει αποτυπωθεί και σε ταινίες όπως «Η θεία μου η χίπισσα» του Γιάννη Δαλιανίδη. Τη δεκαετία του ’70, λόγω και των πολιτικών εξελίξεων, δόθηκε τέλος στην επίγεια «παραδεισένια» κοινοβιακή τους ζωή, αφού διαλύθηκαν από την αστυνομία.
Η Γαύδος
Κάτι από την αίγλη που είχαν τα Μάταλα, εκείνης της εποχής, διεκδικεί σήμερα το νησί της Γαύδου, με τις παραλίες των γυμνιστών –παρά τις τελευταίες εξελίξεις- με τις μαγευτικές ακρογιαλιές, τα γαλαζοπράσινα νερά και την αυτοσχέδια διαμονή κατασκηνωτών στην περιοχή.
Τόπος πολιτικής εξορίας κατά το παρελθόν, το νησί σήμερα παρουσιάζεται ως ένας κορυφαίος προορισμός γι’ αυτούς που προτιμούν εναλλακτικούς τρόπους τουρισμού. Προτιμούν να μένουν σε σκηνές στην παραλία με σκιά μόνο τα πεύκα και τους κέδρους του νησιού, ενώ η Γαύδο ενδείκνυται και για πεζοπορία.
Εμβληματικός για το νησί είναι ο παλιός Φάρος, σε υψόμετρο 368 μέτρων, κατασκευασμένος το 1880. Βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς, αλλά ανακατασκευάστηκε.