Συγκλονίζει ο Άχμεντ: «Με ξυλοκόπησαν οι ακροδεξιοί, αλλά εγώ αγαπώ την Ελλάδα»
Ο Άχμεντ Ουαλίντ Ρασίντι, γιατρός στη Δανία, σε μια συγκλονιστική εξομολόγηση στο in.gr και την Αλεξάνδρα Τάνκα για όσα βίωσε στην Αθήνα
Συγκλονίζει ο Άχμεντ: «Με ξυλοκόπησαν οι ακροδεξιοί, αλλά εγώ αγαπώ την Ελλάδα»
Μια σειρά από στερεοτυπικά γεγονότα: Η επίθεση από ακροδεξιούς, η αδιαφορία των περαστικών να παρέμβουν στη θέα ενός άγριου ξυλοδαρμού και η άρνηση της αστυνομίας να ερευνήσει το περιστατικό.
Ο 28χρονος Άχμεντ Ουαλίντ Ρασίντι βρέθηκε πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2016, όταν και μαγεύτηκε από τη χώρα μας και τους ανθρώπους της.
Έχασε τον πατέρα του και τον αδερφό του κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στο Αφγανιστάν ενώ η έκρηξη μιας βόμβας του κόστισε το πόδι του. Κατάφερε να βρεθεί στο Ιράν και από εκεί στη Δανία όπου εργάζεται ως γιατρός.
«Είναι η χώρα που μας έδωσε τη Δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη φιλοσοφία. Ίσως να μην μπορώ να γνωρίσω τον Πλάτωνα αλλά τουλάχιστον μπορώ να ακολουθήσω τα βήματά του».
Μια επίθεση από ακροδεξιούς στο κέντρο της Αθήνας το βράδυ της 11ης Ιουλίου τον άφησε με βλάβη στην περιοχή του κροταφικού λοβού και με σπασμένη μύτη. Ωστόσο αυτό δεν τον εμπόδισε να ξαναεπισκεφτεί τη χώρα μας.
Μετά την επίθεση ήταν πολλοί εκείνοι που μου απέδειξαν ότι η πραγματική Ελλάδα δεν έχει πεθάνει, απλώς ο κόσμος έχει γίνει λίγο αδύναμος λόγω της πολιτικής έντασης.
«Την επόμενη φορά μπορεί το θύμα της επίθεσης να είναι μια ηλικιωμένη γυναίκα, ένα παιδί -όλο και χειρότερα, άρα πού είναι το όριο;».
Το χρονικό της επίθεσης
Ένα βράδυ Σαββάτου αποφασίζει να επισκεφτεί με έναν ιρανό φίλο του, τον οποίο είχε γνωρίσει από την προηγούμενη επίσκεψή του στην Ελλάδα, να περάσει το βράδυ του στο Γκάζι.
Αν και ο Άχμεντ είχε ξαναβρεθεί στη συγκεκριμένη περιοχή, τέσσερα χρόνια πριν, φέτος, κάτι είχε αλλάξει.
«Αυτή τη φορά ένιωθα σαν κάτι να είχε αλλάξει. Πριν από τέσσερα χρόνια, οι άνθρωποι μου μιλούσαν, ήταν φιλικοί. Όμως αυτή τη φορά ήταν λίγο περίεργοι -σαν φοβισμένοι ή υποψιασμένοι».
Ο φίλος του δεν είχε καταφτάσει ακόμα στο σημείο, αλλά από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής του είπε «κάτι δεν πάει καλά, δε μ’ αρέσει αυτό το μέρος, σοβαρά» παρακαλώντας τον να έρθει όσο το δυνατόν πιο σύντομα.
«Έχει αλλάξει κάτι ή εγώ έχω το πρόβλημα;» αναρωτήθηκε ο Άχμεντ αν και σκέφτηκε πως ίσως ακόμα και η πανδημία να ευθύνεται για τις »περίεργες» συμπεριφορές.
Η βραδιά ωστόσο δεν εξελίχθηκε όπως το περίμεναν οι δύο άντρες. Σε όποιο μπαρ κι αν επιχειρούσαν να μπουν, η απάντηση ήταν μια «πρέπει να πάρετε μπουκάλι» ή «τα πάρτυ είναι πριβέ».
«Υπήρχαν ωστόσο πελάτες που έπιναν απλά αναψυκτικά ή ποτά» παρατήρησε ο Άχμεντ. Φτάνοντας σε γνωστό μπαρ στο Γκάζι ο σεκιουριτάς τους ζήτησε να περάσουν αν ήθελαν αργότερα. Κι έτσι και έκαναν.
Όταν όμως επέστρεψαν, η αντίδραση που δέχτηκαν ήταν κάτι που σίγουρα δεν ήταν αναμενόμενο. Ο σεκιουριτάς άρπαξε τον φίλο του Άχμεντ από τον λαιμό, μόλις προσπάθησε να μπει μέσα στο μπαρ. «Του έπιασα το χέρι και του ζήτησα να φέρει τον υπεύθυνο, ώστε να υποβάλω τα παράπονά μου και να λυθεί το ζήτημα» εξηγεί.
Ωστόσο τα πράγματα αγριέψανε ακόμα περισσότερο. «Μόλις εμφανίστηκε ο μάνατζερ, ήρθε κατευθείαν προς το μέρος μας, κόλλησε το πρόσωπό του πάνω στο δικό μου και ξεκίνησε να με σπρώχνει».
«Γ*** τους πρόσφυγες»
Μόλις ο Άχμεντ ζήτησε να του εξηγήσει τι συμβαίνει έλαβε απλώς ένα κοφτό «Σκάσε!». Ξαφνικά περικυκλώθηκαν από μια ομάδα «μυωδών και πολύ θυμωμένων αντρών», που εμφανίστηκαν από το συγκεκριμένο αλλά και από τα γύρω μπαρ.
Στην απόπειρα τους να φύγουν από το σημείο, η ομάδα ξεκίνησε να φωνάζει φασιστικά συνθήματα όπως «γ*** τους πρόσφυγες».
Στα 15 μέτρα κοίταξαν πίσω τους και είδαν την ομάδα να τους ακολουθεί. «Ήταν ένας δημόσιος χώρος, υπήρχαν πολλοί σεκιουριτάδες τριγύρω, όποτε σκέφτηκα ότι δεν θα μας κάνουν κάτι» ήταν το πρώτο πράγμα που πέρασε από το μυαλό του Άχμεντ.
Θέλοντας να τελειώσει εκεί η ιστορία τούς είπε πως πρόκειται να καλέσει την αστυνομία, μόλις όμως έβγαλε το κινητό, ένας από τους ακροδεξιούς τού το πήρε και το πέταξε φωνάζοντας συνθήματα κατά των προσφύγων.
Άρχισαν να τους σπρώχνουν και να ξεκινήσουν καυγά και μόλις γύρισε στον φερόμενο μάνατζερ του μαγαζιού, εκείνος του απάντησε χτυπώντας τον στο πρόσωπο.
Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα η κατάσταση είχε ξεφύγει, με τους ακροδεξιούς να τους βαράνε και να τους κλωτσάνε. «Γύρισα και είδα τον φίλο μου. Είχε σταματήσει να κινείται. Τρόμαξα, νόμιζα ότι έπαθε κάποια εγκεφαλική βλάβη».
«Είχα αίματα παντού και αλήθεια, η επίθεση δεν πόνεσε τόσο, όσο το γεγονός ότι βρισκόταν τόσος κόσμος τριγύρω και δεν παρενέβη. Είναι θέμα ηθικής και κοινής λογικής. Γιατί μπορεί εκείνη τη στιγμή να ήταν θύμα της επίθεσης ένας πρόσφυγας για τον οποίο δεν ενδιαφέρθηκες, αλλά την επόμενη φορά θα είναι μια ηλικιωμένη γυναίκα, ένα παιδί -όλο και χειρότερα, άρα πού είναι το όριο;» ξεσπά.
«Αν κάνεις ακόμα ένα βήμα θα σε συλλάβω»
Προσπαθώντας να καθησυχάσει τον φίλο του, του οποίου οι ακροδεξιοί του είχαν σπάσει το σαγόνι, φώναζε παράλληλα για βοήθεια, υποφέροντας από τους πόνους της σπασμένης μύτης του, ωστόσο κανένας δεν ανταποκρίθηκε.
Μόλις εμφανίστηκε η αστυνομία το πρώτο πράγμα που του είπαν είναι ότι δεν μπορούν να λύσουν τη υπόθεση. «Πώς γίνεται να λες κάτι τέτοιο όταν δεν ακόμα δεν σου έχω περιγράψει τους μάρτυρες» αποκρίθηκε ο Άχμεντ ζητώντας του να μπουν μέσα στο μπαρ για να τους δείξει τους δράστες.
«Αν κάνεις ακόμα ένα βήμα θα σε συλλάβω» ήταν η απάντηση του αστυνομικού. Ο Άχμεντ σάστισε, «γιατί;» «επειδή αιμορραγείς εν μέσω πανδημίας» πιέζοντας τον να μπει στο ασθενοφόρο «αλλιώς θα παρέμενε έτσι».
«Έτσι έχουν τα πράγματα στην Ελλάδα
Στο νοσοκομείο συνεχίστηκε ο ίδιος παραλογισμός. «Πρέπει να καταλάβεις ότι έτσι έχουν τα πράγματα στην Ελλάδα, αυτό συμβαίνει» του είπε η νοσοκόμα που τον φρόντιζε, θεωρώντας πως ο Άχμεντ είχε την ιδιότητα του πρόσφυγα στην Ελλάδα.
«Όχι! Δε θέλω να το δεχτώ. Δε θέλω να προσπαθήσω να καταλάβω αυτή τη βία» απάντησε ο Άχμεντ. «Αν μπεις στη διαδικασία να »καταλάβεις΄΄ αυτού το είδους βίας, τη νομιμοποιείς» μου εξηγεί.
Μόλις ο Άχμεντ της είπε πως δε μένει στην Ελλάδα αλλά έχει δανική υπηκοότητα, η νοσοκόμος του ανταποκρίθηκε λέγοντάς τον »κύριο».
Εκνευρισμένος της απάντησε πως «όχι, μη με λες »κύριο». Δε με είπες κύριο πριν που νόμιζες πως ήμουν πρόσφυγας, δεν θα με λες έτσι και τώρα».
«Είμαι σοκαρισμένος» λέει στο in.gr, «όχι τόσο από την επίθεση, αλλά όσο με το τι ακολούθησε. Έχω μεγαλώσει υπό την απειλή όπλου, μέσα σε έναν εμφύλιο πόλεμο, μπορώ να διαχειριστώ πολλά πράγματα, έχω χάσει ένα πόδι. Αλλά να γνωρίζω ότι η ISIS μου »πήρε» το πόδι, πως οι ακροδεξιοί την ακοή μου και έκαναν ζημιά στον εγκέφαλό μου και να ζω τις συνέπειες για πράγματα που δεν έχω φταίξει, δεν είναι δίκαιο».
Ο ίδιος εξηγεί πόσο αγαπάει την Ελλάδα και πως καταλαβαίνει ότι όλη αυτή η πολιτική ένταση έχει «σκοτώσει» τις πραγματικές φωνές των Ελλήνων, ακριβώς γιατί η δουλειά των πολιτικών είναι να τονίζουν τα προβλήματα και όχι να τα λύνουν.
«Δεν μπορούμε να είμαστε πάντα προετοιμασμένοι για το ενδεχόμενο ότι μπορεί κάποιος να μας κάνει κακό, αλλά μπορούμε να εκμεταλλευτούμε αυτές τις στιγμές για να δημιουργήσουμε κάτι καλό. Το 2020 ήταν μια άσχημη χρονιά για όλους μας» λέει ο Άχμεντ καλώντας την ελληνική κυβέρνηση να τον ακούσει ώστε να λειτουργήσει η δική του τραυματική εμπειρία θετικά για τους υπόλοιπους πρόσφυγες στη χώρα μας, γνωρίζοντας πως η Ελλάδα «είναι κάτι παραπάνω από αυτό».
«Ας γίνουμε η ελπίδα που έχουν ανάγκη οι πρόσφυγες» είναι το μήνυμα του προς την ελληνική κυβέρνηση.
Τα σχόλια είναι κλειστά.