Αυξημένες ήδη κατά 50% είναι οι καμένες εκτάσεις -στο σύνολό τους προσώρας 172.000 στρέμματα- και ο αριθμός των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας κατά το πρώτο μισό της αντιπυρικής περιόδου, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης για Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS) τα οποία ανέκτησε και επεξεργάστηκε η πυρομετεωρολογική ομάδα FLAME του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) / meteo.gr.
Με βάση τα στοιχεία του EFFIS, οι καμένες εκτάσεις στη χώρα μας έως και την Παρασκευή 29.07.2022 ανέρχονται σε 172.100 στρέμματα, παρουσιάζοντας αύξηση κατά περίπου 50% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της περιόδου 2006 – 2021 (114.054 στρέμματα).
Σημαντική συνεισφορά σε αυτά τα αρνητικά στατιστικά στοιχεία έχουν οι 6 μεγάλες δασικές πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν τον Ιούλιο σε Ιτέα, Ηλεία, Ρέθυμνο, Πεντέλη, Μυτιλήνη και Δαδιά.
Σε ό,τι αφορά στον αριθμό των δασικών πυρκαγιών, έως και την Παρασκευή 29.07.2022, το EFFIS χαρτογράφησε 38 συμβάντα, με τον μέσο όρο της περιόδου 2006 – 2021 να είναι 22.
Η αύξηση στο πλήθος των δασικών πυρκαγιών κατά τη διάρκεια του 2022 αντιστοιχεί σε ποσοστό περίπου 73%.
Ωστόσο, ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι ο αριθμός των δασικών πυρκαγιών παρουσιάζεται σημαντικά αυξημένος ήδη από την αρχή της άνοιξης (Μάρτιος 2022), καταγράφοντας τιμές πάνω και από τις απόλυτα μέγιστες της περιόδου 2006 – 2021.
Ανησυχία για τον Αύγουστο
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν πως το πιθανότερο είναι το 2022 να υπάρξει αρνητικό ρεκόρ καμένων εκτάσεων στη χώρα μας, δεδομένου ότι τον Αύγουστο τα μελτέμια ευνοούν την εμφάνιση πυρκαγιών.
Αναμφισβήτητα η κλιματική αλλαγή οδηγεί σε αύξηση στην ένταση και τη συχνότητα των πυρκαγιών, ιδίως των δασικών.
Η κλιματική αλλαγή οδηγεί σε κλίματα πιο ζεστά και πιο ξηρά, γεγονός που διευκολύνει τις φλόγες να εξαπλώνονται πιο γρήγορα, να καίνε περισσότερο και να μαίνονται πιο άγρια.
Αυτό έχει προκαλέσει την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου νωρίτερα και την καύση περισσότερων εκτάσεων στη Μεσόγειο.
Από τη φονική πυρκαγιά με τους 103 νεκρούς στο Μάτι το 2018, τις φωτιές του 2021 στη Βαρυμπόμπη και την Εύβοια μέχρι τις εξίσου καταστροφικές πυρκαγιές σε Αττική, Έβρο και Ηλεία έχει πλέον εισαχθεί στην καθημερινότητα των Ελλήνων το φαινόμενο των «megafires», δηλαδή των ανεξέλεγκτων πυρκαγιών που δημιουργούν τις δικές τους κλιματολογικές συνθήκες και θεωρούνται απότοκο της κλιματικής αλλαγής.
Όταν εξετάζονται επιστημονικά οι πυρκαγιές, γίνεται παρατήρηση σε συγκεκριμένες μετωρολογικές μεταβλητές οι οποίες μπορούν με τον τρόπο τους να επηρεάσουν το δυναμικό που υπάρχει για να εκδηλωθεί μια πυρκαγιά. Αυτές είναι η θερμοκρασία, η σχετική υγρασία και ο άνεμος. Ανάλογα με το πώς συνδυάζονται αυτές οι πυρομετεωρολογικές μεταβλητές, μπορούμε να έχουμε διαφορετικού τύπου δασικές πυρκαγιές.
Για παράδειγμα, αν φυσάει πάρα πολύ, παρατηρούνται πυρκαγιές οι οποίες καθοδηγούνται από τον άνεμο. Αυτό παρατηρήθηκε στην Πεντέλη αλλά και στον Έβρο. Ωστόσο δεν είναι πάντα ο άνεμος ο μοναδικός παράγοντας. Το 2021 στη Βαρυμπόμπη είχαν παρατηρηθεί υψηλές θερμοκρασίες, χαμηλή υγρασία, γεγονός που οδήγησε σε αυτοκαθοδηγούμενες δασικές πυρκαγιές από την επαγωγική στήλη, η οποία είναι αυτό το πυκνό σχεδόν κατακόρυφο σύννεφο καπνού.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι επιστήμονες καταλήγουν πως η φωτιά δημιουργεί το δικό της καιρό, γεγονός που παρατηρήθηκε ιδιαίτερα τον Αύγουστο του 2021 κατά τη διάρκεια των καταστροφικών πυρκαγιών στην Αττική και την Εύβοια.
«Η παρατεταμένη διάρκεια της υψηλής θερμοκρασίας εγκυμονεί κινδύνους τόσο για τις ευπαθείς ομάδες όσο και στην εύκολη και γρήγορη εκδήλωση των πυρκαγιών. Οι καύσωνες είναι επικίνδυνοι και για τις πυρκαγιές καθώς δημιουργούνται συνθήκες μεγάλης ευφλεκτότητας. Η παρατεταμένη ξηρασία που παρατηρείται σε πολλές περιοχές της χώρας σε συνδυασμό με την υψηλή θερμοκρασία είναι άκρως επικίνδυνο για τη φωτιά. Συγκεκριμένα, κάτω από τις πολύ θερμές και ξηρές συνθήκες που ήδη επικρατούν στη χώρα μας τα διαθέσιμα δασικά καύσιμα, όπως η νεκρή ύλη, δηλαδή τα μικρά κλαδιά και οι κορμοί, τα φύλλα, οι πευκοβελόνες, αλλά και μικρά δέντρα/θάμνοι ξεραίνονται γρήγορα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διευκολύνεται η ανάφλεξη τους εφόσον υπάρξει κάποια πηγή θερμότητας, και στη συνέχεια να ευνοείται η διατήρηση της καύσης και η γρήγορη εξάπλωση της φωτιάς», είχε υπογραμμίσει στις 25 Ιουλίου ο μετεωρολόγος και διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κωνσταντίνος Λαγουβάρδος, σε δηλώσεις του στο CNN Greece.https://www.cnn.gr/
Τα σχόλια είναι κλειστά.