Πέρυσι χάθηκαν πάνω από 47.000 ζωές εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών – κάτι που σημαίνει ότι το 2024 θα κλείσει με ακόμα πιο βαρύ απολογισμό
Το καμπανάκι του συναγερμού για τις δολοφονικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης και της υπερθέρμανσης του πλανήτη για τον άνθρωπο έχει χτυπήσει εδώ και πολύ καιρό και χτυπά ολοένα πιο συχνά και πιο δυνατά. Μόλις την περασμένη εβδομάδα ινστιτούτο της Βαρκελώνης έδωσε στη δημοσιότητά την εκτίμηση ότι πέρυσι χάθηκαν στην Ευρώπη πάνω από 47.000 ζωές εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών – κάτι που σημαίνει ότι το 2024, το οποίο όλα δείχνουν πως είναι η πιο θερμή χρονιά στη σύγχρονη ιστορία, θα κλείσει με ακόμα πιο βαρύ απολογισμό.
Χθες ήταν η σειρά μιας ακόμα έρευνας, τα συμπεράσματα της οποίας δημοσιοποιήθηκαν στο περιοδικό «Lancet Public Health», που ήρθε να καταστήσει την εικόνα πιο ζοφερή. Σύμφωνα με τους επιστήμονες που την εκπόνησαν, συγκεκριμένα, οι θάνατοι που θα προκαλούν οι υψηλές θερμοκρασίες στην Ευρώπη είναι πιθανό να υπερτριπλασιαστούν ως το τέλος του αιώνα, στην περίπτωση που η μέση θερμοκρασία στην επιφάνεια αυξηθεί κατά 3 ή και 4 βαθμούς Κελσίου.
Ο έξτρα παράγοντας
Μάλιστα, η αυξημένη θνησιμότητα εκτιμάται πως θα είναι συνέπεια ενός ακόμα παράγοντα, ο οποίος λειτουργεί συνδυαστικά και επιβαρύνει περαιτέρω την κατάσταση: της σταδιακής γήρανσης του πληθυσμού στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η οποία θα πολλαπλασιάσει τον αριθμό των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων. Κι αυτό, με τη σειρά του, είναι κάτι που θα εντείνει σημαντικά τις πιέσεις που ασκούνται στα συστήματα υγείας, τα οποία είναι αναγκαίο να θωρακιστούν για να αντιμετωπίσουν τα νέα δεδομένα – ειδικά καθώς οι κίνδυνοι για την υγεία αναμένεται να αυξηθούν συνολικά. Σήμερα και με βάση τα δεδομένα της τριακονταετίας 1991-2020, οι χαμηλές θερμοκρασίες σκοτώνουν πολύ περισσότερους ανθρώπους στην Ευρώπη από τις υψηλές – 363.809 ετησίως κατά μέσο όρο έναντι 43.729, μια αναλογία δηλαδή της τάξης του 8,3 προς ένα. Η εικόνα όμως αναμένεται να αλλάξει σημαντικά στο προσεχές μέλλον – έως και δραματικά, στην περίπτωση που επικρατήσουν τα πιο απαισιόδοξα σενάρια, τα οποία προβλέπουν αύξηση της μέσης θερμοκρασίας κατά 3 ή και 4 βαθμούς σε σύγκριση με την προβιομηχανική εποχή.
Τα σενάρια
Πράγματι, όπως φαίνεται και στα γραφήματα, οι θάνατοι από υπερβολική ζέστη στην Ευρώπη θα φτάσουν ως το τέλος του αιώνα τους 58.057 ετησίως με βάση το πολύ καλό (και ανέφικτο πρακτικά) σενάριο της αύξησης κατά 1,5 βαθμό Κελσίου της μέσης θερμοκρασίας. Αντιστοίχως, υπολογίζονται σε 76.277 για αύξηση κατά 2 βαθμούς, σε 128.809 για 3 βαθμούς και σε 207.452 για 4 βαθμούς. Ταυτόχρονα βεβαίως αναμένεται μείωση των θανάτων από το κρύο, η οποία όμως σε καμία περίπτωση δεν θα μπορεί να «ισοφαρίσει» την αύξηση εκείνων λόγω ζέστης.
Και μια τελευταία (υπο)σημείωση: Η εξέλιξη της κλιματικής κρίσης και της υπερθέρμανσης μοιάζει να είναι τόσο ραγδαία, ώστε τα μοντέλα που χρησιμοποίησαν οι επιστήμονες για την παραπάνω έρευνα να αποδειχθούν σύντομα υπερβολικά μετριοπαθή…
Οι πιο ευάλωτες περιοχές
Η Ελλάδα στο «κόκκινο»
Το σενάριο της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη σε σύγκριση με την προβιομηχανική εποχή κατά 3 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100 μοιάζει να είναι σήμερα το πιο πιθανό, με βάση τουλάχιστον τις τάσεις που επικρατούν και τις πολιτικές που εφαρμόζονται και έχουν εξαγγελθεί. Σε αυτή την περίπτωση, η κατάσταση σε πολλές περιοχές της Ελλάδας – η οποία έτσι κι αλλιώς συγκαταλέγεται στις χώρες υψηλού κινδύνου, σήμερα και για τις επόμενες δεκαετίες – θα είναι εφιαλτική.
Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες (1991-2020) πέθαιναν κάθε χρόνο 9.404 άνθρωποι κατά μέσο όρο από το κρύο και 1.730 από τη ζέστη. Με αύξηση της μέσης θερμοκρασίας κατά 3 βαθμούς, ο αριθμός των θανάτων θα φτάσει τους 4.767 κάθε χρόνο, ενώ για το σενάριο των 4 βαθμών θα εκτιναχθεί στους 8.032 – σχεδόν πενταπλάσιος από ό,τι σήμερα.
Σύμφωνα δε με την έρευνα και τα μοντέλα πρόβλεψης που χρησιμοποιεί, ο νομός που θα βρεθεί τότε στη χειρότερη θέση (με το σενάριο των 3 βαθμών) θα είναι της Ευρυτανίας, με 117 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους. Ακολουθούν η Ροδόπη με 111, η Φωκίδα με 109, η Καβάλα με 95 και η Δράμα με 93. Στην Αττική, η χειρότερη περιοχή τότε θα είναι ο τομέας της Ανατολικής Αττικής, με 74 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους.
Προκειμένου να υπάρχει μέτρο σύγκρισης, αξίζει να σημειωθεί ότι ο σημερινός μέσος όρος, όπως διαμορφώθηκε την περίοδο 1991-2020, με μέση αύξηση της θερμοκρασίας κατά έναν βαθμό Κελσίου, είναι 41 θάνατοι ανά 100.000 κατοίκους για την Ευρυτανία, 30 για τη Φωκίδα, 32 για την Καβάλα, 37 για τη Δράμα και μόλις 13 για την Ανατολική Αττική.