Σε «τεντωμένο σχοινί» κινείται το εξαγωγικό μέλλον δύο εκ των σημαντικότερων προϊόντων της ελληνικής αγροδιατροφής – της επιτραπέζιας ελιάς και του τυποποιημένου ελαιολάδου – εξαιτίας των νέων δασμών ύψους 20% που ανακοίνωσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε εισαγόμενα αγαθά από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Παρότι η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε προσωρινή αναστολή της εφαρμογής των μέτρων για 90 ημέρες και μόνο για επιλεγμένες χώρες, το κλίμα αβεβαιότητας που διαμορφώνεται προκαλεί ισχυρές αναταράξεις στους επιχειρηματικούς σχεδιασμούς του κλάδου, καθώς η εξάρτηση από την αμερικανική αγορά είναι κρίσιμη.
Επιτραπέζια ελιά: Στρατηγικός εξαγωγικός πυλώνας υπό απειλή
Η επιτραπέζια ελιά συγκαταλέγεται στα κορυφαία εξαγώγιμα προϊόντα της Ελλάδας, με παρουσία σε πάνω από 100 χώρες και συνολική αξία εξαγωγών που φτάνει τα 214 εκατ. ευρώ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απορροφούν σχεδόν το 30% της ελληνικής παραγωγής, αποτελώντας τη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά, ενώ ακολουθούν η Γερμανία (90 εκατ. ευρώ), το Ηνωμένο Βασίλειο (43 εκατ. ευρώ), η Αυστραλία (33 εκατ. ευρώ) και ο Καναδάς (30 εκατ. ευρώ).
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Μεταποιητών – Τυποποιητών – Εξαγωγέων Επιτραπέζιας Ελιάς (ΠΕΜΕΤΕ), Κώστας Ζούκας, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, χαρακτήρισε την κατάσταση «πρωτόγνωρη» και προειδοποίησε πως, χωρίς τους δασμούς, το 2025 θα μπορούσε να εξελιχθεί σε χρονιά-ρεκόρ για τις εξαγωγές.
«Η αγορά των ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη στην οποία εξάγουμε. Δεν είναι εύκολο να την αντικαταστήσουμε από τη μια στιγμή στην άλλη. Οι επιχειρήσεις επένδυσαν σε αυτή τη σχέση για δεκαετίες και η αιφνίδια ανατροπή των όρων πρόσβασης δημιουργεί τεράστιο κόστος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, η ΠΕΜΕΤΕ στρέφει το βλέμμα της προς εναλλακτικές αγορές, με την Ασία να προβάλλει ως μια πιθανή προοπτική λόγω της πληθυσμιακής της δυναμικής. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο κ. Ζούκας, για την ουσιαστική διείσδυση σε νέες αγορές απαιτούνται στοχευμένες δράσεις εξωστρέφειας, επενδύσεις, κρατική στήριξη και χρηματοδοτικά εργαλεία.
Η Ένωση ζητά από την Πολιτεία διπλωματική κινητοποίηση, τόσο μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και με άμεσες διμερείς επαφές με τις ΗΠΑ, καθώς όπως επισημαίνει ο πρόεδρός της, η προηγούμενη προεδρική θητεία Τραμπ είχε επιφέρει εξαίρεση των ελληνικών ελιών από δασμούς, αντίθετα με τις ισπανικές.
Σε οικονομικό επίπεδο, ο κλάδος ζητά ενίσχυση των πληττόμενων επιχειρήσεων, επισημαίνοντας ότι ήδη χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γερμανία έχουν προχωρήσει σε σχετικές ανακοινώσεις, ενώ στην Ελλάδα οι εξαγγελίες του Πρωθυπουργού δεν έχουν ακόμα μετουσιωθεί σε συγκεκριμένες παρεμβάσεις.
Ελαιόλαδο: Υποβάθμιση της ανταγωνιστικότητας λόγω δασμών
Ανάλογη ανησυχία επικρατεί και στον τομέα του τυποποιημένου ελαιολάδου, με τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ να κυμαίνονται ετησίως στα 60-70 εκατ. ευρώ, καλύπτοντας περίπου το 8% της ελληνικής παραγωγής.
Ο Γενικός Διευθυντής της ΣΕΒΙΤΕΛ, Γιώργος Μητράκος, επεσήμανε ότι ο άμεσος αντίκτυπος αφορά κυρίως το τυποποιημένο προϊόν, όμως η σοβαρότερη συνέπεια εντοπίζεται στη συνολική υποβάθμιση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού ελαιολάδου.
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι μόνο ο δασμός αυτός καθαυτός, αλλά ο τρόπος με τον οποίο επηρεάζεται η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού προϊόντος. Υπάρχουν τρίτες χώρες, όπως η Τουρκία και η Τυνησία, που εξάγουν ελαιόλαδο στις ΗΠΑ με δασμούς μόλις 10%, ενώ για εμάς, λόγω της ευρωπαϊκής προέλευσης, ο δασμός φτάνει στο 20%. Αυτό δημιουργεί σημαντικό μειονέκτημα», σημειώνει ο κ. Μητράκος.
Η πίεση στον κλάδο επιτείνεται και από τη σημαντική πτώση της διεθνούς τιμής του ελαιολάδου, συγκριτικά με την περσινή χρονιά, γεγονός που μειώνει ακόμα περισσότερο τα περιθώρια κερδοφορίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις.