Η Μέριαμ Σούλερ – Οτσάκ το ξέρει καλά αυτό το βλέμμα. «Τις προάλλες καθόμουν στο τρένο απέναντι από δύο ηλικιωμένες κυρίες που με κοιτούσαν διαρκώς από πάνω μέχρι κάτω». Αρχικά η Σούλερ – Οτσάκ νόμιζε πως είχε κάποιον λεκέ στα ρούχα της, ένα ανοιχτό κουμπί ή κάτι παρόμοιο. Όμως τίποτα από αυτά δεν ίσχυε.
Το πρόβλημα ήταν άλλο: ότι έχει σκούρα μαλλιά και τουρκική καταγωγή.
Τέτοιες μορφές ρατσιστικών διακρίσεων η Σούλερ – Οτσάκ, καθηγήτρια διαπολιτισμικής ψυχιατρικής και ειδικευμένη γιατρός στην ψυχιατρική, την ψυχοθεραπεία και τη νευρολογία στην πανεπιστημιακή κλινική του Σαριτέ στο Βερολίνο, τις ονομάζει «μικροεπιθέσεις».
Επιθέσεις που βιώνουν «σχεδόν καθημερινά πολλοί άνθρωποι από οικογένειες μεταναστών, με σκούρο χρώμα δέρματος ή μαλλιών», όπως τονίζει.
Τέτοιου είδους ρατσιστικές διακρίσεις όμως μπορούν ακόμη και να αρρωστήσουν τον αποδέκτη. «Μπορούν να οδηγήσουν ακόμη και σε διαταραχή μετατραυματικού στρες και σε άλλες ψυχικές ασθένειες», εξηγεί η Σούλερ – Οτσάκ.
Κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές
Όπως κάθε μορφή διακρίσεων – σεξισμού ή αντισημιτισμού – έτσι και ο ρατσισμός μπορεί να προκαλέσει τραύματα. Τα θύματα δεν βιώνουν τέτοιες διακρίσεις μόνο στις διαπροσωπικές τους σχέσεις με ανθρώπους που έχουν έναν περιφρονητικό ή επιθετικό τρόπο συμπεριφοράς.
Αντιθέτως, τέτοια φαινόμενα παρατηρούνται και στα πλαίσια του λεγόμενου δομικού ή θεσμικού ρατσισμού: τα θύματα υφίστανται για παράδειγμα διακρίσεις κατά την αναζήτηση κατοικίας ή στην αγορά εργασίας. Όποιος έχει σκούρο δέρμα, φοράει μαντήλι στο κεφάλι ή το όνομα του ακούγεται ξένο, ατύχησαν, εξηγεί η Σούλερ – Οτσάκ.
Τα φαινόμενα αυτά έχουν και επιπτώσεις: «Οι ρατσιστικές διακρίσεις έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην υγεία», τονίζει η ειδικός.
Οι άνθρωποι που βιώνουν τέτοιου είδους διακρίσεις έχουν έτσι διπλάσιες πιθανότητες να ταλαιπωρηθούν από ψυχικές ασθένειες, όπως αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, διαταραχή μετατραυματικού στρες, εθισμοί ή ψυχώσεις.
Κι αυτό γιατί οι ρατσιστικές διακρίσεις επηρεάζουν τη λειτουργία του εγκεφάλου, όπως λέει η Σούλερ – Οτσάκ. «Σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου προκαλούνται δυσλειτουργίες, όπως συμβαίνει και στις ψυχιικές ασθένειες».
Υψηλός κίνδυνος στα συλλογικά καταλύματα
Ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο διατρέχουν άνθρωποι που για παράδειγμα μετά τη φυγή από την πατρίδα τους μένουν σε συλλογικά καταλύματα, λέει η ψυχίατρος.
Διότι, ενώ φέρουν ήδη το τραύμα της προσφυγιάς και του αποχωρισμού των φίλων και της οικογένειάς τους, καλούνται να διαχειριστούν κι άλλους παράγοντες άγχους: δεν απασχολούνται, δεν έχουν ιδιωτική ζωή και βιώνουν διακρίσεις.
Όσο περισσότερα είναι τα σχετικά βιώματα των μεταναστών, τόσο περισσότερο επιδεινώνεται η ψυχική τους υγεία. Η Σούλερ – Οτσάκ εκτιμά πως η συχνότητα και η έκταση των ψυχικών ασθενειών γενικώς υποτιμάται. Και στην περίπτωση των προσφύγων το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο.
Επιπλέον, οι ψυχικές αυτές ασθένειες μπορούν ακολούθως να προκαλέσουν και σωματικά προβλήματα: συχνά οι ασθενείς υποφέρουν και από υψηλή αρτηριακή πίεση και παχυσαρκία, ενώ μπορεί να καταλήξουν να ταλαιπωρούνται ακόμη και από καρδιαγγειακά νοσήματα.
Ακόμη, «αυξάνεται για τις εγκύους ο κίνδυνος πρόωρου τοκετού ή γέννησης ενός παιδιού με χαμηλό βάρος», εξηγεί η ψυχίατρος.
Αύξηση ακόμη και της θνησιμότητας
Όλα αυτά αυξάνουν και τη θνησιμότητα των παθόντων, όπως δείχνει και έρευνα του επιστημονικού περιοδικού “Lancet Psychiatry”, η οποία εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο ο ρατσισμός επηρεάζει την ψυχική υγεία των μαύρων ανθρώπων στις Η.Π.Α.
Παρ’ ότι δεν υπάρχουν ακόμη πολλά στοιχεία, οι ρατσιστικές διακρίσεις φαίνεται πως δεν βλάπτουν μονάχα την υγεία εκείνων που θίγονται άμεσα, αλλά μπορούν να επηρεάσουν και τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
«Ο ρατσισμός και οι ρατσιστικές συμπεριφορές έχουν ιστορικά εξελιχθεί και τελούν σε στενή συνάρτηση με τις κοινωνίες», λέει η Σούλερ – Οτσάκ. Με άλλα λόγια, όπως αναφέρει και η ανθρωπιστική οργάνωση Amnesty International: «Ηθελημένα ή όχι – οι περισσότεροι λευκοί άνθρωποι συμπεριφέρονται στην καθημερινότητά τους με τρόπο ρατσιστικό».
Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να αναγνωρίζει κανείς τις διαφορετικές μορφές ρατσισμού, προκειμένου να μπορεί να προσαρμόσει αναλόγως τη συμπεριφορά του.
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς