Πώς περνάς από το ‘να μοιράζεσαι τα πάντα και να αράζεις με έναν κολλητό σου φίλο’ στο ‘φανταστικό σεξ και στα δυνατά συναισθήματα’;
Πώς γίνεται να αλλάζει ο τρόπος που βλέπεις κάποιον και να αναρωτιέσαι ‘μα καλά, πώς δεν το είχα πάρει χαμπάρι τόσο καιρό’;
Τα κορίτσια μεγαλώνουμε με το σκεπτικό (ή μάλλον τη φαντασίωση) ότι ο έρωτας κρύβεται σε κάποιον άγνωστο που θα έρθει ξαφνικά μπροστά μας και θα είναι μυστηριώδης και δεν θα ξέρουμε πολλά για αυτόν.
Εκτιμάμε πολύ περισσότερο έναν άνθρωπο που δεν ανοίγεται, αποφεύγει την επαφή και δεν βρίσκεται καθόλου σε επαφή με τα συναισθήματά του; Έχουμε το σύνδρομο του διασώστη;
Αυτό θεωρούμε έρωτα;
Ή μήπως αποφεύγουμε και εμείς τον ίδιο μας τον εαυτό και είναι μία πολύ βολική κατάσταση για όλους;
Σε πάρα πολλές ρομαντικές κομεντί, το κορίτσι ερωτεύεται τον αλητάμπουρα και ο γλυκούλης φίλος της παρακολουθεί σιωπηλά αλλά με τραυματισμένη καρδούλα που έχασε τη φίλη-έρωτά του.
Και αναρωτιέμαι. Η τέχνη αντιγράφει τη ζωή ή αντίστροφα;
Είναι στην ανθρώπινη φύση να στρέφεται τελικά εκεί που νιώθει τη μεγαλύτερη οικειότητα;
Αν το σκεφτούμε πρακτικά, είναι πολύ βολικό να ξεκινήσουμε κάτι ερωτικό με έναν άνθρωπο που ξέρει ήδη τις καλές μας στιγμές, τα ελαττώματα, τις δυσκολίες, τις ανασφάλειες αλλά και τα κουμπιά μας.
Γλιτώνουμε χρόνο στο να συστηθούμε και να εξηγήσουμε γιατί είμαστε αυτοί που είμαστε.
Αν μέσα σε αυτό, συνυπολογίσουμε ότι το σεξ είναι εξαιρετικό και ότι νιώθουμε αβίαστα κάτι ερωτικό, ίσως και να μιλάμε για την ιδανική σχέση. Ή μήπως όχι;
Είναι καλό να ξεκινάμε μία σχέση ξέροντας ήδη τα πάντα για τον άλλον;
Είναι ερωτικό να μην υπάρχει μυστήριο και να μην ανακαλύπτεις σιγά σιγά μία προσωπικότητα;
Γιατί όμως τα πράγματα πρέπει να είναι άσπρο ή μαύρο;
Ξέρεις ήδη έναν άνθρωπο αλλά τον ανακαλύπτεις από την αρχή ερωτικά και είναι σαν να τον βλέπεις μέσα από γυαλιά σε άλλο χρώμα.
Ή σαν να είχες μυωπία και τώρα έκανες λέιζερ.
Ή σαν να ήσουν αλλήθωρος γιατί πάντα το ένα μάτι κοιτούσε κι αλλού και τώρα έχεις κεντράρει.
Ούτως ή άλλως, ποιος μπορεί να προβλέψει το αποτέλεσμα;
Είτε ξεκινάς από μηδενική αφετηρία είτε ξέρεις ήδη το 75% του άλλου, η συνάντηση δύο ανθρώπων έχει άγνωστη πορεία.
Δεν έχει και τόση σημασία το πώς και γιατί ξεκινάει. Σημασία έχει να παίρνεις τα πράγματα όπως έρχονται και να αφήνεσαι σε αυτά. Η ζωή έχει μεγαλύτερες δυνάμεις που η μικρή ύπαρξή σου δεν είναι σε θέση να ελέγξει.
Φιλία τέλος;
Ε τώρα, κοίτα, εάν ο ‘φίλος’ σου σε έχει δει γυμνή, σε στιγμές ηδονής και έχετε μιλήσει για το πώς νιώθετε, πώς να ξαναγυρίσεις στο να συζητάς μόνο για δουλειά ή στα ερωτικά με άλλους;
Υπάρχει μία αντικειμενική δυσκολία.
Εκτός αν υπάρχει τόσος πολιτισμός (δηλαδή χλιαρά συναισθήματα) και είστε σε θέση να το ξαναπιάσετε από εκεί που το αφήσατε.
Ακόμα και αυτό όμως δεν μπορεί να προβλεφθεί ή να κανονιστεί.
Έτσι όπως δεν ξέρεις αν θα ξημερωθείς αύριο, έτσι δεν μπορείς να παρέμβεις σε αυτό που συμβαίνει απροσδόκητα. Απλώς, ξεκίνα να ψάχνεις νέους φίλους.