Παρουσίαση βιβλίου «Βίος και λόγος Γιάννη Κουμεντάκη» από τον Δήμαρχο Ρεθύμνης Γιώργη Μαρινάκη με θέμα : «Λόγια αγάπης και θύμησης για το δάσκαλό μου».
1 Νοεμβρίου 2023,
Ωδείο Ρεθύμνου
Κυρίες και Κύριοι
Ένα από τα κριτήρια αποτίμησης του έργου ενός Δασκάλου, συνίσταται στον τρόπο που μιλούν για κείνον οι μαθητές του, οι συνάδελφοι και φίλοι του.
Χαίρομαι λοιπόν που βρίσκομαι απόψε ανάμεσα σε ανθρώπους που εκτιμώ και θεωρώ φίλους κι ευχαριστώ την οικογένεια του τιμώμενου που με συμπεριέλαβε στους ομιλητές της τιμητικής εκδήλωσης για να καταθέσω το προσωπικό απόσταγμα της μνήμης μου και να μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου για τον χαρισματικό κήρυκα της κυριακάτικης λειτουργίας, αγαπητό καθηγητή πολλών μαθητών του Ρεθύμνου και ενεργό πολίτη Γιάννη Κουμεντάκη.
Ανασύρω από τη μνήμη μου εικόνες και συναισθήματα από την επαφή μου μαζί του, οι οποίες ενισχύθηκαν από τη μελέτη του βιβλίου, το οποίο υπηρετεί με συνέπεια το στόχο του και σκιαγραφεί με πιστότητα την πολυσχιδή προσωπικότητα και το πλούσιο έργο του τιμώμενου Δασκάλου.
Ανακαλώντας λοιπόν, την επιλεκτική μου μνήμη, ανιχνεύω τις πρώτες αναμνήσεις μου από την γνωριμία μου με τον αποψινό τιμώμενο, στην Εκκλησία της Κυρίας των Αγγέλων όπου ως 5χρονο παιδί με συνόδευε η μητέρα μου στην κυριακάτικη λειτουργία.
Θυμάμαι το δέος που μου προκαλούσε το κήρυγμά του. Στα μάτια μου φάνταζε ως ένας σπουδαίος άνθρωπος, ένα πρόσωπο με μυθικές ιδιότητες που ακόμη κι όταν δεν καταλάβαινα όλα όσα έλεγε, λόγω του νεαρού της ηλικίας μου, ήμουν σε θέση να παρατηρήσω την προσήλωση των εκκλησιαζομένων στο λόγο του. Ασκούσε μια ισχυρή έλξη στο ακροατήριο του με το ηχόχρωμα της φωνής του, τις αυξομειώσεις της έντασης του λόγου του, τις παύσεις, τις χειρονομίες, το πάθος του και την ειλικρινή του ματιά, την καθάρια άρθρωση του και τη βαθιά πίστη του και την ανυπόκριτη αγάπη που μας μετάγγιζε, εμποτίζοντας την ψυχή μας με αρμονία και γαλήνη.
Μέχρι και την ηλικία των 10 ετών που κατοικούσε στην Παλιά Πόλη η οικογένειά μου, απολάμβανα τη ρητορική του δεινότητα και τη σπάνια αφηγηματικότητά του, που εισήγαγε κάθε φορά το ακροατήριο του στην ιερότητα της σχέσης με τα θεία μυστήρια.
Στα γυμνασιακά μου χρόνια, συχνά παρακολουθούσα το κήρυγμά του από τον άμβωνα των εκκλησιών και εκμεταλλευόμουν κάθε ευκαιρία για να ευεργετηθώ από το λόγο του: άλλοτε από το διδακτικό καλημέρισμα που απηύθυνε στους μαθητές του Γυμνασίου Αρρένων μετά την πρωϊνή προσευχή, άλλοτε στη διάρκεια των κενών από μαθήματα ωρών, στα διαλλείματα αλλά και στη διάρκεια σχολικών εκδρομών, στις οποίες φρόντιζε να απολαμβάνει τη συντροφιά των μαθητών του. Αργότερα, επιστρέφοντας από τις νομικές μου σπουδές στο Ρέθυμνο, διάβαζα σταθερά τις ουσιαστικές, ευθύβολες παρεμβάσεις του σε διαχρονικά κοινωνικά ζητήματα, τα οποία ανέλυε με τόλμη και συγκροτημένη επιχειρηματολογία στα βιβλία του αλλά και στην τακτική αρθρογραφία του στον τοπικό τύπο καθώς και σε περιοδική έκδοση της Μητρόπολης και στις χειμαρρώδεις ομιλίες του, σε επίσημους εθνικούς εορτασμούς.
Παρότι ήταν ιδιαίτερα απλός και είχε επιλέξει να διάγει το βίο του, υιοθετώντας ως στάση το «Λάθε βιώσας» δηλαδή στο περιθώριο της κατεστημένης τάξης πραγμάτων, είχε κατακτήσει τόση δημοφιλία, η οποία διήγειρε σταθερά την κοινή επιθυμία των συντοπιτών του να τον παρακολουθούν και να τον ακούν και η οποία οφείλονταν, μεταξύ άλλων, στον ευπροσήγορο χαρακτήρα του, την ευγένεια και την αγάπη προς τον συνάνθρωπο που διαρκώς εξέπεμπε.
Για κείνον ήμουν και παρέμεινα πάντα το γειτονάκι του, ο ανιψιός του Παπά-Μύρωνα που ιερουργούσε στην Κυρία των Αγγέλων, ο συμμαθητής της κόρης του Όλγας, ο καλός φίλος της οικογένειας και των τριών του παιδιών . Με την Όλγα, μας συνδέουν οι αναμνήσεις από τα μαθητικά μας χρόνια, με τον Γιώργο για την εξέλιξη του οποίου είμαστε όλοι υπερήφανοι, αναπτύξαμε μεγαλώνοντας μια γνήσια σχέση φιλίας και εκτίμησης, και με τον Νίκο συνεργαζόμαστε και είναι ο αθόρυβος εργάτης των εκδηλώσεων του Δήμου.
Στην ενήλικη ζωή μου, με συγκινούσε κάθε φορά που συναντιόμασταν με το ενδιαφέρον του για την προσωπική μου εξέλιξη, την επαγγελματική μου σταδιοδρομία , την οικογένειά μου. Ο ίδιος πάντοτε διατηρούσε ζωηρό ενδιαφέρον για την πρόοδο και την εξέλιξη των νέων ανθρώπων με τους οποίους διασταυρώθηκε η ζωή του.
Μέσα λοιπόν από τη βιωματική, προσωπική και οικογενειακή μας σχέση αλλά και τη συναναστροφή μου με τον ίδιο τον αείμνηστο Ιωάννη Κουμεντάκη, μέσα από τα βιβλία που έγραψε ο ίδιος και τις διαχρονικές αναφορές άλλων στην προσωπικότητα κα το έργο του, συνέθεσα την πλήρη εικόνα της καλλιεργημένης προσωπικότητας του, του υποδειγματικού δασκάλου, του καλού πατέρα, του άξιου ιεροκήρυκα, του υπερασπιστή της παράδοσης και θιασώτη υψηλών ιδανικών, του συνειδητοποιημένου φυσιολάτρη, του κοινωνικά ενεργού συμπολίτη.
Για μένα, ήταν ένας αξεπέραστος ομιλητής που καθήλωνε με τον ευθύ, ενθουσιώδη, αναστοχαστικό λόγο του.
Ένας ταλαντούχος ρήτορας, που εισήγαγε με θαυμαστή μαεστρία την κρητική ντοπιολαλιά στη ροή του διδασκαλικού και κηρυγματικού του λόγου.
Ένας εμπνευσμένος γλωσσοπλάστης που πάντρευε με μοναδική μαεστρία την αρχαία γλώσσα με την καθαρεύουσα και τη δημοτική, που κατάφερνε τόσο ως εκπαιδευτικός όσο και ως ιεροκήρυκας να μας κοινωνήσει τη μυσταγωγία της ελληνικής γλώσσας. Συχνά, ακούγοντάς τον ή διαβάζοντας τα κείμενά του, μου έρχονταν στο μυαλό η φράση του Γοργία του Λεοντίνου: «Ο Λόγος Δυνάστης Μέγας Εστί». Και αυτή την ανυπέρβλητη δύναμη του Λόγου, την αξιοποίησε προς όφελος των μαθητών και των συνανθρώπων του, προσφέροντας γνώση, μοιράζοντας αγάπη, παρηγοριά και ανακούφιση.
Ως εκπαιδευτικός τίμησε το λειτούργημά του με παραδειγματικό τρόπο. Αγαπούσε τα παιδιά, τους μαθητές του και αυτό το ευγενές συναίσθημα γίνονταν προσωπικό βίωμα των αποδεκτών του λειτουργήματος του. Πραγματικά συγκινήθηκα διαβάζοντας στο βιβλίο, τη χειρόγραφη σημείωση του πρωτοδιόριστου τότε καθηγητή στο κοινοτικό σχολείο Πανόρμου: «Αγιοτράπεζα η αίθουσα διδασκαλίας! Μελωδία οι ερωταπαντήσεις των μαθητών ..Προοπτική , οι εκκολαπτόμενοι ηνίοχοι , αλλά και οι σεμνοί επιβάτες στις άμαξες της κοινωνίας».
Σεβόταν το παιδαγωγικό του έργο και εμπλούτιζε διαρκώς τη διδασκαλία του με κείμενα από την Αγία Γραφή, την ιστορία, την παράδοση και τη λαογραφία, από τις διηγήσεις εγγράμματων και αγράμματων συγχωριανών του, τη συνδιαλλαγή του με τους συναδέλφους του και από τα βιβλία που μελετούσε, διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον των μαθητών του.
Έχοντας βιώσει ο ίδιος δύσκολα νεανικά χρόνια, με πείνα στερήσεις και ανέχεια που τον υποχρέωσαν να διακόψει τις σπουδές του δύο φορές και να παραστεί στην τελετή ορκωμοσίας του ως θεολόγος με τα μοναδικά ρούχα που διέθετε, τη στρατιωτική του στολή, επιδίωκε μέσα από το εκπαιδευτικό του λειτούργημα, να διαμορφώσει προσωπικότητες ανθεκτικές στις αναπόδραστες ανατροπές της ζωής. Ανθρώπους με ενσυναίσθηση, εξοπλισμένους με την απαραίτητη γνώση, τη σύνεση αλλά και την πίστη στο Θεό, ικανούς να συγκροτήσουν υγιείς κοινωνίες που θα σέβονται τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Προφανώς τα κατάφερε. Οι χαρακτηρισμοί που του αποδίδουν στο βιβλίο παλιοί μαθητές του και νυν καταξιωμένοι επιστήμονες και επιτυχημένοι επαγγελματίες, όπως «γνήσιος οδηγός συνειδήσεων», «χαρισματικός κι ευαίσθητος», «κεχαριτωμένη προσωπικότητα, εγκάρδιος, στοργικός ήρεμος κι ευγενής», « αριστοκράτης του πνεύματος», «υπέροχος παιδαγωγός, φυσιολάτρης και απέραντα ευαίσθητος άνθρωπος», «Έμπειρος Λαξευτής των Γραμμάτων», το επιβεβαιώνουν.
Κι ο ίδιος όμως, τιμούσε τις φιλίες του και επιστράτευε την εξαιρετική γραφή του για να επαινέσει το ήθος και τη γενναιοδωρία όπου την έσμιγε.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση η αναφορά του σε γονέα μαθητή του και μετέπειτα καρδιακού του φίλου, την περίοδο που θήτευσε ως καθηγητής στο σχολείο της Αργυρούπολης: «Στο σπίτι του, που δεν είχε πόρτες, οι άνθρωποι εύρισκαν αλεξιβρόχιο τη στέγη του σε ώρα καταιγίδας, αλεξήλιο στον ώρα καύσωνα και παυσίλυπο φάρμακο στην καλή του συμπεριφορά , σε ώρα ψυχικής δυσθυμίας».
Εκτός από τους μαθητές του, το έργο και την προσφορά του Γιάννη Κουμεντάκη αναγνώρισαν , ανέδειξαν και τίμησαν φίλοι και άνθρωποι που τον εκτιμούσαν. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνεται κι ο επιμελητής του καλαίσθητου τιμητικού τόμου κ. Μιχάλης Τζεκάκις, ο οποίος ανέλαβε και διεκπεραίωσε επιτυχώς, με τη συνεπικουρία της κ. Αγγελικής Βλαχοπούλου, ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα. Είναι επίπονη η διαδικασία διαχείρισης ενός ογκωδέστατου αρχείου, η επιλογή των κειμένων και αναφορών που αποδίδουν με επάρκεια την ψυχοσύνθεση, τα ενδιαφέροντα, τις επιλογές και την πολυδιάστατη δράση ενός ανθρώπου που συνέδεσε το βίο του με τον Θεό, τα παιδιά, τους συνανθρώπους του, την πατρίδα του και τη Φύση. Είμαστε ευγνώμονες διότι χάρη στη δική τους ακάματη προσπάθεια, διασώθηκε ένας σημαντικός πλούτος κειμένων – σπονδή στην ελληνική γλώσσα, στο κρητικό γλωσσικό ιδίωμα, στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων της υπαίθρου και της πόλης, στην ηθική και τις συνήθειες της εποχής τους.
Και είναι προς τιμής του Σεπτού Αρχιεπισκόπου μας κ. Ευγενίου και του Μητροπολίτη μας κ. Προδρόμου που στήριξαν την πρωτοβουλία και συνέβαλαν στην υλοποίηση της έκδοσης.
Η αποψινή μας συνάθροιση, υποδηλώνει τα αισθήματα βαθιάς εκτίμησης που διατηρούμε όλοι για τον τιμώμενο. Συμμεριζόμαστε τη δίκαιη υπερηφάνεια και συγκίνηση της οικογένειας του. Άλλωστε, το προνόμιο τόσο θερμών, πηγαίων αναφορών από το σύνολο της κοινότητας τους, τόση κατάθεση αγάπης και σεβασμού αλλά και τη πανθομολογούμενη διάκρισή του από τόσους συμπολίτες που παρήγαγαν πνευματικό έργο, τα απολαμβάνουν μόνον όσοι το αξίζουν πραγματικά. Και είναι προφανές πως ο Ιωάννης Κουμεντάκης ήταν ένας από αυτούς.
Ένας άνθρωπος που συνέχισε να μας προσφέρει με γενναιοδωρία μαθήματα ζωής με τη δράση του και την αξιοπρεπή στάση του στο επερχόμενο τέλος του, υποστηρίζοντας πως «Ο άνθρωπος είναι τόσο νέος όσο η ελπίδα του και τόσο γέρος όσο η απελπισία του».
Ένας συμπολίτης που άφησε το ευγενές αποτύπωμα του, στο συλλογική, κοινωνική αλλά και προσωπική μας ζωή.
Στη μνήμη μας θα διαφυλάξουμε την εικόνα της αστείρευτης νεότητας της ψυχής και του πνεύματος του.
Η διδασκαλία του και όλα όσα πρέσβευε και υποστήριζε δια του προσωπικού του παραδείγματος, αξίζουν να αποτελέσουν σηματωρό της καθημερινής μας ζωής και συνύπαρξης.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Τα σχόλια είναι κλειστά.