Ο νόμος για την κύρωση της Συμφωνίας έχει τρία άρθρα. Το πρώτο περιλαμβάνει το κείμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών με την επίσημη μορφή που θα έχει πλέον δηλαδή «Τελική Συμφωνία για την επίλυση των διαφορών όπως περιγράφονται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 817 (1993) και 845 (1993), τη λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, και την εδραίωση Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ των μερών». Το δεύτερο αφορά ουσιαστικά την ίδρυση πλέον Πρεσβείας και Γενικού Προξενείου στη γείτονα και το τρίτο το χρόνο ισχύος.
Τα διαδικαστικά θέματα που θα τεθούν
Σε ό,τι αφορά την ίδια τη διαδικασία, η Ολομέλεια της Βουλής είναι, με βάση και το άρθρο 100 του Κανονισμού της Βουλής ο χώρος όπου θα τεθούν, συζητηθούν και πιθανότατα απορριφθούν οι ενστάσεις αντισυνταγματικότητας που ακούστηκαν στη διάρκεια της συζήτησης στην Επιτροπή της Βουλής. Εάν δεν υπάρξει η έκπληξη της κατάθεσης πρότασης μομφής από τη ΝΔ, όπως ακούγεται εντόνως, θα ζήσουμε μεγάλες κοινοβουλευτικές μάχες μέχρι αύριο το βράδυ.
Η απόφαση για κατάθεση πρότασης μομφής θα ληφθεί την ώρα που θα φτάνει στην Ολομέλεια η συμφωνία των Πρεσπών με τη ΝΔ να πιστεύει ότι έτσι μπορεί να αναδείξει το θέμα σε όλες του τις διαστάσεις. Αν συμβεί κάτι τέτοιο τότε σταματούν όλες οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες, θα ακολουθήσει διήμερη συνεδρίαση και πιθανότατα η ψηφοφορία για την στήριξη ή όχι της κυβέρνηση θα γίνει την Παρασκευή.
Η συμφωνία των Πρεσπών, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, θα μετατεθεί για τις επόμενες ημέρες κι εφόσον δεν υπάρξουν πολιτικές ανατροπές. Ο Κ. Μητσοτάκης δεχόταν από την περασμένη Παρασκευή εισηγήσεις για κατάθεση πρότασης μομφής, ακόμη κι αν αυτή γίνει λίγες ημέρες μετά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.
Ετσι, εκτιμούν στη ΝΔ ότι θα ξεγυμνώσουν όσους στηρίζουν και την κυβέρνηση και την συμφωνία, αλλά δημόσια λένε διαφορετικά. Ηδη ο Σταύρος Θεοδωράκης δήλωσε ότι θα στηρίξει μια τέτοια πρόταση και θα την υπερψηφίσει, αλλά θα στηρίξει τη συμφωνία των Πρεσπών.
Ως προς το ζήτημα με τα έγγραφα που δεν κατατέθηκαν έγκαιρα, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι όλα τα σχετικά έγγραφα είναι πλέον στη διάθεση των βουλευτών. Η δυσκολία εδώ προέκυψε από το γεγονός ότι η επίσημη μορφή εμφάνισης του Συντάγματος της γείτονος είναι η παράθεση πρώτα της αρχικής διατύπωσης και μετά των τροποποιήσεων, όπως και από το γεγονός ότι ο συνταγματικός νόμος που κυρώθηκε μαζί με τις τροποποιήσεις, ρητά αναφέρει ότι αυτές θα τεθούν σε ισχύ μετά την πλήρη κύρωση της συμφωνίας.
Ωστόσο, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που παρατήρησαν ότι ακόμη και δεν υπάρχει ακόμη «νέο Σύνταγμα της Βόρειας Μακεδονίας», θα μπορούσαν οι υπηρεσίες του υπουργείο να φτιάξουν ένα συνοδευτικό ενημερωτικό σημείωμα που να παρουσιάζει συγκριτικά την τρέχουσα διατύπωση και το πώς θα είναι αυτή μετά τη θέση σε ισχύ των τροποποιήσεων.
Πάντως, εάν κρίνουμε από τη χθεσινή δήλωση του προέδρου της ΝΔ Κυριάκου Μητσοτάκη η ΝΔ θα επιμείνει στη θέση ότι είναι «αδιανόητο το γεγονός ότι καλούμαστε να κάνουμε αυτήν τη συζήτηση χωρίς να έχει κατατεθεί ακόμα στο ελληνικό Κοινοβούλιο το οριστικό, αναθεωρημένο και κωδικοποιημένο κείμενο του σκοπιανού Συντάγματος, όπως προέκυψε μετά τη διαδικασία αναθεώρησης».
Μια συζήτηση με έντονη αντιπαράθεση και υψηλούς τόνους
Η ίδια η συζήτηση αναμένεται σε κάθε περίπτωση να είναι ιδιαίτερα έντονη και σε υψηλούς τόνους, αν κρίνουμε και από όσα ακούστηκαν κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι «η Ν.Δ. θα προσέλθει στη συζήτηση αυτή συντεταγμένα, με νηφαλιότητα και αποφασιστικότητα. Θα εξηγήσει στους Έλληνες πολίτες γιατί η συμφωνία αυτή είναι μια κακή συμφωνία. Και θα κάνει ό,τι μπορεί για να αποτρέψει την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών στο Ελληνικό Κοινοβούλιο».
Ως προς την ουσία της αντιπαράθεσης αυτή αναμένεται να επικεντρωθεί ως προς την κεντρική γραμμή της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ όχι τόσο στο όνομα, μια που επίσημα και τα δύο κόμματα έχουν από χρόνια δεχτεί τη σύνθεση ονομασία, όσο στο ότι η συμφωνία εκχωρεί «μακεδονική» ταυτότητα και γλώσσα στη γειτονική χώρα και ότι αυτό σπάζει τις κόκκινες γραμμές που είχαν τεθεί στο Βουκουρέστι.
Ειδικότερα, ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην αποδοχή της έννοιας της «μακεδονικής γλώσσας» στη συμφωνία, έστω και με τη διευκρίνιση ότι αυτή ανήκει με βάση διάσκεψη του ΟΗΕ στις νοτιοσλαβικές γλώσσες, στην παρουσία αναφορών σε «μακεδονικό λαό» στο σύνταγμα της γείτονος και στην εξαίρεση από την υποχρεωτική χρήση του όρου Βόρεια Μακεδονία στο άρθρο 36 του Συντάγματος της ΠΓΔΜ, το οποίο αναφέρεται σε ζητήματα που αφορούν βετεράνους των «εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων». Επίσης έντονη θα είναι και η συζήτηση ως προς το εάν και η νέα διατύπωση για την φροντίδα για της διασπορά και τους «μακεδόνες στο εξωτερικό» συνεχίζει να υποκρύπτει δυνητικές αλυτρωτικές διεκδικήσεις.
Φυσικά τόσο από την ακροδεξιά Χρυσή Αυγή, όσο και από βουλευτές της αντιπολίτευσης αναμένεται και πολεμική και πάνω στο ίδιο το θέμα του ονόματος.
Διακριτή θα είναι η τοποθέτηση του ΚΚΕ το οποίο κινείται σε δύο μέτωπα. Από τη μια αποκηρύσσει από θέση αρχής τη Συμφωνία εφόσον περιλαμβάνει τη ρητή δέσμευση της Ελλάδας να συμβάλει στην προσχώρηση της «Βόρειας Μακεδονίας» σε διεθνείς οργανισμούς, άρα και στο ΝΑΤΟ. Από την άλλη, και το ΚΚΕ θεωρεί ότι επιμέρους διατυπώσεις της συμφωνίας στην πραγματικότητα υποκρύπτουν διατήρηση στοιχείων αλυτρωτισμού.
Τα επιχειρήματα της κυβέρνησης
Από τη μεριά της η κυβέρνηση αναμένεται να επιμένει ότι η συμφωνία τολμά και λύνει μια διαφορά, ότι για πρώτη φορά κατοχυρώνεται η διακριτή ιστορικότητα και ο πολιτισμός της ελληνικής Μακεδονίας, ότι σταματά ο σφετερισμός της σύνολης Μακεδονίας και ότι δεν έχουν κάποια βάση οι ισχυρισμοί της αντιπολίτευσης για «εκχώρηση μακεδονικής ταυτότητας», εφόσον ρητά η Βουλή της γειτονικής χώρας αναγνώρισε ότι δεν τίθεται ζήτημα «μακεδονικής εθνότητας» που θα άνοιγε το δρόμο για αλυτρωτισμούς, εφόσον θα ισοδυναμούσε με παραδοχή «μακεδονικού έθνους», αλλά μόνο «μακεδονική ιθαγένεια».
Παράλληλα, αναμένεται η κυβέρνηση να κατηγορήσει την αντιπολίτευση για συμπόρευση με ακροδεξιές απόψεις και άρνηση ανάληψης της ευθύνης να λυθεί ένα ζήτημα.
Τι θα κάνει ο Πάνος Καμμένος
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η παρέμβαση του αρχηγού των ΑΝΕΛ Πάνου Καμμένου, ο οποίος στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας υπήρξε ιδιαίτερα επικριτικός και απέναντι στη συμφωνία και απέναντι στην ίδια την κυβέρνηση, φτάνοντας μέχρι του σημείου να υποστηρίξει ότι πλέον είναι μια «κυβέρνηση αποστασίας».
Στο βαθμό που ο Πάνος Καμμένος διατηρεί όλα τα προνόμια του αρχηγού κοινοβουλευτικής ομάδας, έστω και με την ιδιότυπη μεθόδευση να διατηρεί στη δύναμή της βουλευτές που υπερψήφισαν την ψήφο εμπιστοσύνης σε μια κυβέρνηση από την οποία ο ίδιος αποχώρηση, αναμένεται να κάνει αρκετές παρεμβάσεις.
Το ενδεχόμενο της πρότασης δυσπιστίας
Η δήλωση του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας ότι το κόμμα του θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να ανακόψει τη διαδικασία κύρωσης της Συμφωνίας ερμηνεύτηκε ως δικαίωση των εκτιμήσεων ότι η αξιωματική αντιπολίτευση θα καταθέσει πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης.
Υπενθυμίζουμε εδώ ότι με βάση το άρθρο 84, παρ. 4 του Συντάγματος και το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής, η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας από τον απαιτούμενο ελάχιστο αριθμό βουλευτών (το 1/6 δηλαδή 50), σημαίνει διακοπή των εργασιών της Βουλής και πέρασμα στη συζήτηση της ψήφου εμπιστοσύνης που ξεκινά είτε μετά από 2 ημέρα, είτε αμέσως εάν το ζητήσει η κυβέρνηση. Η συζήτηση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί, με ονομαστική ψηφοφορία τα μεσάνυχτα της τρίτης μέρας από την έναρξη της συζήτησης.
Για να εγκριθεί μια πρόταση δυσπιστίας χρειάζεται να συγκεντρώσει τουλάχιστον 151 ψήφους, οπότε και η κυβέρνηση θεωρείται ότι έχασε την εμπιστοσύνη της Βουλής. Διαφορετικά συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά της.
Με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς αναμένεται η κυβέρνηση Τσίπρα να επιβιώσει τυχόν πρόταση δυσπιστίας από τη μεριά της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Σε αυτή την περίπτωση στη συνέχεια θα συνεχιστεί και ολοκληρωθεί η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Εύλογο είναι να περιμένουμε ότι θα τεθεί θέμα ονομαστικής ψηφοφορίας. Η ίδια η συμφωνία χρειάζεται απόλυτη πλειοψηφία επί των παρόντων, όμως όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει να πάρει ακόμη και πάνω από 151 θετικές ψήφους, δεδομένης της απόφασης Θεοχαρόπουλου και τριών εναπομεινάντων βουλευτών του Ποταμιού.
Τα βήματα μετά τη συμφωνία
Στη συνέχεια της κύρωσης της Συμφωνίας αναμένεται η κυβέρνηση να φέρει στη Βουλή προς κύρωση και το Πρωτόκολλό Εισδοχής της γείτονος στο ΝΑΤΟ με χωριστό νομοσχέδιο, όπως διευκρίνισε και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών κ. Γ. Κατρούγκαλος. Αναμένεται εκεί η κυβέρνηση να πιέσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης ως προς το εάν είναι υπέρ ή κατά της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, με δεδομένες τις ιστορικά «ατλαντικές» θέσεις και της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ.
Ερώτημα είναι εάν με την κύρωση της Συμφωνίας η Ρωσία θελήσει να γίνει εξέταση του θέματος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Είναι γεγονός ότι τα δύο ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το 817 (1993) και το 845 (1993), που όρισαν το πλαίσιο της αναζήτησης λύσης που μετά από 25 χρόνια κατέληξε στη Συμφωνία των Πρεσπών, προβλέπουν ότι στο τέλος της διαδικασίας θα πρέπει ο ΓΓ του ΟΗΕ να ενημερώσει το Συμβούλιο για το αποτέλεσμα της μεσολαβητικής προσπάθειας και το Συμβούλιο να το εξετάσει και εκτιμήσει. Στη βάση αυτή θα μπορούσε όντως η Ρωσία να ζητήσει να γίνει συζήτηση και αποτίμηση στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Όμως, στο βαθμό που δεν προβλέπεται έγκριση της συμφωνίας από το όργανο, δεν είναι σαφές εάν η Ρωσία θα επιδιώξει κάποια εμπλοκή ή απλώς να κατοχυρώσει τις αντιρρήσεις της στην επέκταση του ΝΑΤΟ.
Με την κύρωση της Συμφωνίας και του πρωτοκόλλου εισδοχής η γειτονική χώρα θα ονομάζεται πλέον Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας (ή εν συντομία Βόρεια Μακεδονία), σταδιακά το όνομα αυτό θα εισαχθεί στα διπλωματικά και ταξιδιωτικά έγγραφα αλλά και στα εσωτερικά, ενώ έτσι θα την αναγνωρίζουν οι διεθνείς οργανισμοί όπως και όσες χώρες την είχαν αναγνωρίσει με την προηγούμενη συνταγματική ονομασία της.
Μια πολυετής διπλωματική (αλλά και με μία έννοια γεωπολιτική) εκκρεμότητα θα έχει λυθεί. Όμως, στην εσωτερική πολιτική συζήτηση θα έχει αφήσει και το ίχνος της βαθιάς πόλωσης που προκάλεσε.