Λειψυδρία για την Κρήτη τα επόμενα χρόνια

Λειψυδρία για την Κρήτη τα επόμενα χρόνια

Οι λέξεις «φτώχυναν». Έπειτα από αρκετές εβδομάδες καταστροφικών πυρκαγιών ο λόγος… αφυδατώθηκε. Όπως και τα εδάφη.

Η ξηρασία και οι φωτιές έχουν ήδη οδηγήσει σε δραματική υποβάθμιση τη γη σε πολλές περιοχές της χώρας. Η Ελλάδα στεγνώνει και το φάσμα της… Σαχάρας εξαπλώνεται επικίνδυνα.

Η ακολουθία άλλωστε είναι γνωστή στους επιστήμονες. Της ξηρασίας έπονται οι πυρκαγιές και μετά οι πλημμύρες.

Ντόμινο κινδύνων

Όπως αναφέρει ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Γιώργος Τσακίρης με ειδίκευση στα υδραυλικά και εγγειοβελτιωτικά έργα, οι μεγάλες δασικές πυρκαγιές αποτελούν έναν μεγάλο δευτερογενή φυσικό κίνδυνο που ανήκει στην αλυσίδα-ντόμινο των φυσικών κινδύνων: ξηρασία – πυρκαγιές – πλημμύρες. «Ο πρωτογενής φυσικός κίνδυνος είναι η ξηρασία που χαρακτηρίζεται από τη μειωμένη εδαφική υγρασία και προέρχεται από τις περιορισμένες σε μια χρονική περίοδο βροχοπτώσεις. Οι συνθήκες που μεγαλώνουν τον κίνδυνο πυρκαγιάς είναι οι μεγάλες θερμοκρασίες και η υψηλή ένταση των ανέμων. Στο μεσογειακό κλίμα συχνά συμβαίνουν όλα αυτά με αποτέλεσμα ο κίνδυνος να πολλαπλασιάζεται» εξηγεί ο καθηγητής.

Το μόνο που απομένει, όπως λέει χαρακτηριστικά, είναι το… έναυσμα, το οποίο δίνεται από αίτια φυσικά (αυτοανάφλεξη), τεχνολογικά (σπινθήρες από δίκτυα ηλεκτρικού ρεύματος ή μηχάνημα) ή από δολιοφθορά (εμπρησμός).

Και το ντόμινο των φυσικών κινδύνων καταλήγει στην αύξηση του πλημμυρικού κινδύνου, με όλα τα συμπαρομαρτούντα φαινόμενα – διαβρώσεις, κατολισθήσεις, μεταφορά φερτών υλικών – κυρίως στις χαμηλές ζώνες κάτω από τις καμένες περιοχές. Συμπερασματικά, για να αντιμετωπισθούν τέτοια φαινόμενα που όλο και θα πληθαίνουν στο μέλλον, ελέω κλιματικής κρίσης, «η προσπάθεια πρέπει να ξεκινήσει από τη βαθιά ανάλυση των ξηρασιών στις περιοχές που απειλούνται, η οποία θα αποτελέσει «βαρόμετρο» για προβλέψεις των μετεωρολογικών συνθηκών» επισημαίνει ο κ. Τσακίρης.

Πρωτότυπο εργαλείο

Το στρατηγικό σχέδιο αντιμετώπισης του φαινομένου ξηρασίας – λειψυδρίας για την Περιφέρεια Κρήτης, το οποίο προσφάτως ολοκληρώθηκε, περιλαμβάνει ένα πρωτότυπο «εργαλείο»: έναν αλγόριθμο εκτίμησης και πρόγνωσης της ξηρασίας.

Οπως σημειώνει ο καθηγητής, βάσει του συγκεκριμένου αλγορίθμου υπολογίζονται ειδικοί δείκτες ξηρασίας με βάση τα δεδομένα των μετεωρολογικών σταθμών. «Σήμερα είμαστε έτοιμοι να προτείνουμε ένα σύστημα εκτίμησης και πρόγνωσης της ξηρασίας που για πρώτη φορά παρουσιάζεται διεθνώς. Προέκυψε από τη μεγάλη προεργασία μέσω ερευνητικών προγραμμάτων δεκαετιών» τονίζει ο ίδιος.

Η μεθοδολογία και ο αλγόριθμος υπολογισμού οριστικοποιήθηκαν κατά την υλοποίηση του σχεδίου δράσης από τη Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης σε συνεργασία με την ανάδοχο ένωση οικονομικών φορέων Seeman Environmental. Με την εφαρμογή τους για την Κρήτη, η εκτίμηση της ξηρασίας αναφέρεται σε τέσσερις περιόδους αναφοράς τριών, έξι, εννιά και δώδεκα μηνών, με αφετηρία την έναρξη του υδρολογικού έτους τον Οκτώβριο κάθε έτους για τις εννιά χωρικές ενότητες (ομάδες υπολεκανών απορροής ποταμών) στις οποίες χωρίστηκε η Κρήτη.

«Ο αλγόριθμος υπολογισμού περιλαμβάνει μια «ρουτίνα» που με γεωστατιστικές μεθόδους μεταφέρει τα σημειακά αποτελέσματα από τους σταθμούς στις χωρικές ενότητες. Για τον χαρακτηρισμό του επιπέδου ξηρασίας, οι δείκτες κατατάσσουν το επίπεδο ξηρασίας σε ήπια, μέτρια, έντονη και ακραία. Στις δύο τελευταίες κατηγορίες απαιτείται η λήψη μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται από τα αρμόδια όργανα τα οποία έχουν τη σχετική ευθύνη και να επιτηρείται η εφαρμογή τους από τους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς» εξηγεί ο κ. Τσακίρης.

Ετήσια πρόγνωση

Οπως αποδείχθηκε από την ανάλυση των φαινομένων ξηρασίας και στις εννιά χωρικές ενότητες της Κρήτης, είναι δυνατή η πρόγνωση της ξηρασίας ολόκληρης της χρονιάς από τα χαρακτηριστικά της ξηρασίας του πρώτου εξαμήνου κάθε έτους «με μεγάλη αξιοπιστία, που στις περισσότερες περιπτώσεις που ελέγχθηκαν φτάνει σε επίπεδο βεβαιότητας» υπογραμμίζει ο καθηγητής.

Του λόγου το αληθές μένει να αποδειχθεί και σε πραγματικό χρόνο με την πρόγνωση που έχει γίνει για εφέτος και αφορά την περιοχή Γεροπόταμος – Πλατύς, για την οποία το προγνωστικό μοντέλο του συστήματος δίνει κατάσταση μέτριας ξηρασίας, βασιζόμενο στα δεδομένα του πρώτου εξαμήνου του υδρολογικού έτους 2020-21. «Η πρόγνωση υποδεικνύει την ανάγκη για προσεκτική χρήση του νερού σε όλους τους τομείς και την εντατική παρακολούθηση της κατάστασης για την επόμενη χρονιά, όπου ακόμη και μέτρια ξηρασία μπορεί να δημιουργήσει μεγάλες ελλείψεις νερού, με δεδομένο το σωρευτικό αποτέλεσμα των δύο ετών» προειδοποιεί ο κ. Τσακίρης.

Διαχρονικό το πρόβλημα στην Κρήτη

Στην Κρήτη, το φαινόμενο της ξηρασίας αποτελεί διαχρονικά έναν από τους σημαντικότερους φυσικούς κινδύνους του νησιού που δημιουργεί συνθήκες λειψυδρίας και θέτει περιορισμούς στην ικανοποίηση της ζήτησης νερού για τους οικισμούς, τις τουριστικές εγκαταστάσεις, τη βιομηχανία και τη γεωργία. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Τσακίρης, σημαντικές έρευνες έχουν γίνει για την απόκτηση γνώσης που σχετίζεται με τις προγνώσεις σε σχέση με τις αλλαγές στα υδρομετεωρολογικά μεγέθη.

Και καταλήγει: «Καιρός είναι να επικεντρωθούμε στους τρόπους αντιμετώπισης και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και να διαμορφώσουμε επιχειρησιακά σχέδια και υποδείγματα καλών πρακτικών για εφαρμογή από νέες κατάλληλες οργανωτικές δομές που πρέπει να δημιουργηθούν».

Ορατός ο κίνδυνος ερημοποίησης εδαφών

Οι αλλαγές στο κλίμα έχουν σημαντική επίδραση στον κύκλο του νερού. Αλλωστε, οι βροχοπτώσεις έχουν ήδη μειωθεί στη χώρα μας έως και 20% ιδίως στη Δυτική Ελλάδα και η ξηρασία έχει ενταθεί, αυξάνοντας τις ημέρες με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς.

Οπως δείχνουν τα στοιχεία της επικαιροποίησης έκθεσης της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) της Τράπεζας της Ελλάδος, για την περίοδο 2050-2100 οι θερμοκρασίες θα είναι μεγαλύτερες από εκείνες που αναμένονταν στην αρχική έκθεση του 2011, καθώς δεν ελήφθησαν επαρκή μέτρα για την ανάσχεση της κλιματικής κρίσης.

Αντίστοιχα δυσμενείς είναι και οι προβλέψεις για ξηρασία και ερημοποίηση εδαφών.

Οι βροχερές μέρες θα περιοριστούν κατά 10 με 25 ετησίως έως τα τέλη του αιώνα, το κλίμα της Ελλάδας θα γίνει ξηρότερο, με συνέπεια περίπου το 40% της ελληνικής επικράτειας, ιδίως στα ανατολικά και νότια τμήματα της χώρας, να κινδυνέψει έως το τέλος του αιώνα να ερημοποιηθεί.

Τα σχόλια είναι κλειστά.