Ο Λάκης Λαζόπουλος λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα της εκπομπής «Αλ Τσαντίρι» στο Open, συνάντησε τον Γιάννη Σαραντάκο και μίλησε για όλα στην εκπομπή «Ώρα Ελλάδος».
Σε μία αποκαλυπτική συνέντευξη ο συγγραφέας και ηθοποιός αναφέρθηκε στην επιστροφή του στην τηλεόραση, στην οικονομική κρίση και στην κατάσταση που βρίσκονται σήμερα οι Έλληνες.
Δείτε το πρώτο μέρος της συνέντευξης, καθώς το δεύτερο θα προβληθεί αύριο.
Έχει γοητεία το μπέρδεμα;
Έχει γοητεία γιατί οι κουβέντες γίνονται πάνω στο μπέρδεμα αν το ξεμπερδέψεις…
Έχουμε μπερδευτεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα δεν ξέρουμε ποιος είναι με ποιους και κλπ. Ζούμε σε ένα μπέρδεμα, όλη η χώρα.
Είναι όλα εν κινήσει. Το πολιτικό σκηνικό εν κινήσει, οι πολιτικοί εν κινήσει, η ζωή εν κινήσει, οι άνθρωποι. Δεν ξέρουν προς τα πού πηγαίνουν, από πού έρχονται, από πού θα πάνε και πού θα βρεθούν.
Δεν θα ηρεμήσουμε ποτέ σε αυτή τη χώρα;
Όχι, δεν νομίζω. Δεν του πάει του Έλληνα η ηρεμία. Ο Έλληνας ηρεμεί μόνο το καλοκαίρι που εκεί δεν ξέρω επεμβαίνει το κλίμα, η φύση, η τρέλα, η παραλία, η θάλασσα, η χωριάτικη (σ.σ. σαλάτα) και τα κρασιά. Δεν έχει κανένας λαός αυτές τις κινήσεις. Όλοι οι Έλληνες είναι σαν διευθυντές ορχήστρας, νομίζεις διευθύνουν είναι συνέχεια με ένα «φέρε» και ένα «έλα». Δεν θα δεις άλλον λαό να φωνάζει, αυτά είναι μόνο ελληνικά. Έχουμε χαρακτηριστικά όπως και όλοι οι λαοί έχουν χαρακτηριστικά. Αυτή η διαφορετικότητά μας είναι και η ομορφιά μας και την υπερασπιζόμαστε απέναντι στους άλλους λαούς. Απλά καμία φορά δεν αφήνουμε τους άλλους λαούς να υπερασπιστούν τη δική τους διαφορετικότητα.
Γιατί είμαστε οι καλύτεροι…
Πάντα. Πρώτοι, εξυπνότεροι. Αφού μεγαλώσαμε σε ένα σπίτι που για τη μάνα μας εμείς ήμασταν οι εξυπνότεροι, οι πιο καλοί…ήσουν μικρός και κουτούλαγες το τραπέζι κι ερχόταν η μάνα σου και χτυπούσε το τραπέζι κι έλεγε: «Κακό τραπέζι». Δεν έλεγε: «Έχω ένα παιδί βλαμμένο που πέφτει πάνω στο τραπέζι». Και μαθαίνεις ότι ακόμα και το τραπέζι μπορεί να φταίει αλλά όχι εσύ.
Το «Αλ Τσαντίρι» τι θα είναι; Ο γνωστός Λάκης ή ένας άλλος;
Όταν συναντάει κανείς έναν άνθρωπο μετά από μία ηλικία και μετά από κάποια πράγματα, λείπουν δύο χρόνια, δεν ξέρω δεν μετράω κιόλας. Ο καθένας μετά από κάποιο χρόνο είναι σε μία άλλη φάση. Φαντάζομαι ότι αυτή η φάση χωρίς να τη ξέρω καταγράφεται, αυτό θα καταγραφεί. Νομίζω η διάθεσή μου στο τώρα, κι αυτό καταγραφόταν πάντα. Δεν έχω στο κεφάλι υπολογίσει κάτι να κάνω ή να μην κάνω.
Έχω στο κεφάλι μου ότι πρέπει να λέω αυτό που σκέφτομαι, αυτό είναι όλο το θέμα. Αν πάω προσεχτικά ή αν πάω κάπως, ή αν πρέπει να απολογηθείς….Γενικά είμαι της άποψης ότι δεν θέλει πολλά να λες. Πες ότι είναι να πεις, είναι απέναντι ο κόσμος τον κοιτάς στα μάτια και σε κρίνει, κρίνεσαι, θυμώνει, σε αγαπάει, γίνονται όλα αυτά. Αλλά όλα αυτά είναι συναισθήματα μιας σχέσης που πρέπει να έχει ένα δημιουργός με τους ανθρώπους που τον βλέπουν, δεν μπορεί να μην υπάρχει αυτή η σχέση. Δεν έχω λοιπόν στο κεφάλι μου κάτι συγκεκριμένο, ξέρω ότι θα έχω καινούργια πράγματα μέσα και καινούργιοι άνθρωποι.
Το «Αλ Σιχτίρι» τι θα είναι;
Το «Αλ Σιχτίρι» θα ακολουθεί, θα είναι μουσικό πρόγραμμα. Αλλά ουσιαστικά θέλω το κοινό να περνάει σε μία άλλη κατάσταση μετά. Να τους κερνάω ένα ποτό, να πετιούνται χαρτοπετσέτες, να διασκεδάζουν και να φεύγουν πλήρεις.
Θα θελήσεις να συγκινήσεις, να προβληματίσεις ή μόνο να διασκεδάσεις; Ή θες να φύγει το κοινό σου προβληματισμένο και συγκινημένο;
Με τα χρόνια σίγουρα δεν μου έχει προστεθεί χαζομάρα δηλαδή με την έννοια να βγω με μια χαζή χαρά σαν να μη ξέρω τι έχει γίνει στον κόσμο και πού πάμε. Η εποχή δεν έχει το βάρος που είχε τα προβλήματα τα έχει, τα ίδια το βάρος των προβλημάτων δεν είναι το ίδιο και είμαι προσεχτικός στις λέξεις μου. Τι σημαίνει αυτό; Ότι υπάρχει το περιθώριο να ανοίξει η διάθεση περισσότερο, να το σχολιάσεις καλύτερα, πιο άφοβα. (…) Σε ένα κόσμο θυμωμένο δεν μπορείς να κάνεις το ίδιο κέφι. Είναι σαν να είμαστε σε ένα καράβι και περνάμε ένα ζόρι, θα σου φταίει ο καπετάνιος, σου φταίει ο Λαζόπουλος σου φταίνε όλοι γιατί εσύ είσαι πλήρωμα αλλά όταν φύγουμε από τη δύσκολη μεγάλη τρικυμία μπορούμε να δούμε πώς αντιδρούσαμε πριν εμείς κι άλλος στη δύσκολη περίοδο. Η πορεία των ανθρώπων σήμερα είναι μια μέρα κέφι τρεις μέρες «βύθιση».
Έχουμε αρχίσει και εθιζόμαστε στο πρόβλημα;
Όλη αυτή η κατάσταση μια δανεικής ζωής που του προσφέρθηκε του Έλληνα και μετά του τη βγάλανε ξινή παντελώς. Σε έβαλαν να ονειρεύεσαι κάτι, θεώρησες δεδομένο το όνειρο ότι θα γίνει, το έβλεπες δίπλα σου και ξαφνικά άρχισαν να αρπάζουν το όνειρο του καθενός. Κι αυτή η υπερφορολόγηση, σε λίγο οι Έλληνες θα κοιμούνται με τους λογιστές μαζί (…). Όλο αυτό είναι ασφυκτικό και ας μη ξεχνάμε ότι λείπει το μυαλό της Ελλάδας. Έφυγαν τα μυαλά κι έμειναν εδώ οι ομορφιές να χαίρονται.
Ο Έλληνας δεν έχει τη ψυχολογία του «έξω καρδιά»; Άλλαξε αυτό;
Παλιά γιατί αν κάνει και βγάλει έξω την καρδιά θα του τη φορολογήσουν κι αυτή.
Σοφότεροι γίναμε από την κρίση;
Ο σοφός μπορεί να γίνει σοφότερος. Δηλαδή θέλει κι ένα στάδιο πριν για να βρεθείς στο επόμενο στάδιο. Οι σοφοί έγιναν σοφότεροι αλλά και οι χαζοί χαζότεροι (…).
Αν ερχόντουσαν οι παλιές εποχές και ξέραμε τι είχαμε περάσει θα κάναμε τα ίδια λάθη; Θα παίρναμε δάνεια για να κάνουμε διακοπές;
Ναι θα κάναμε τα ίδια λάθη. Ο μεγαλύτερος δεν θα το κάνει αλλά ο μικρότερος που έχει στερηθεί ναι γιατί, σκέψου η γενιά των εικοσάρηδων και των τριαντάρηδων περνούν τα πιο δύσκολά τους χρόνια.
Οι τριαντάρηδες που είχαν τακτοποιηθεί με τα πτυχία τους και τρελάθηκαν να παίρνουν μεταπτυχιακά και βρέθηκαν σε όλη την Ευρώπη να ψάχνουν για δουλειά και έχουν μείνει εδώ όσοι μπορούν να μπαίνουν σε τηλεπαιχνίδια. Σήμερα το τηλεπαιχνίδι έγινε επάγγελμα.