Ο Νίκος Λιάρος είναι αρχαιολόγος, κεραμίστας και επιμελητής στο Κέντρο Μελέτης Νεότερης Κεραμικής. Του ζήτησα να γράψει δυο λόγια για έναν σπουδαίο άνθρωπο, που έφυγε τόσο αθόρυβα όσο έζησε. Ιδού: «Μικροκαμωμένος, αεικίνητος, με σκαμμένο πρόσωπο και λαμπερά μάτια, ο Κωστής Κελαράκης ήταν ένας άνθρωπος και ένας αγγειοπλάστης άλλου καιρού. Γεννήθηκε το 1926 και έζησε σχεδόν έναν αιώνα στο Θραψανό, το “χωριό των αγγειοπλαστών”, που από μόνο του κρατά μια αδιάλειπτη παράδοση κεραμικής τουλάχιστον έξι αιώνων. Μέρος και ο ίδιος αυτής της αρχέγονης αλυσίδας, υπήρξε ένας από πιο δραστήριους Κρητικούς μάστορες.
Γύρισε όλο το νησί με τις “βεντέμες”, τις μετακινούμενες, δηλαδή, συντροφιές αγγειοπλαστών, που εργάζονταν τους αίθριους μήνες όπου υπήρχε καλή λαδιά και ανάγκη για πιθάρια. Εκανε πάνω από 30 τέτοιες βεντέμες γεμίζοντας το νησί αγγεία, “πλούτο και ομορφάδες”, για να δανειστώ μια φράση του συντοπίτη του Παντελή Πρεβελάκη. Οταν η χρήση των πιθαριών μειώθηκε και οι βεντέμες σταμάτησαν οριστικά, περιόρισε τη δουλειά του στο χωριό. Ηταν μια δύσκολη περίοδος για την κρητική κεραμική και η παλιά αυτή παράδοση απειλούνταν με εξαφάνιση.
Ο εντυπωσιακός χώρος κατασκευής πιθαριών, στο Κέντρο Μελέτης.
Σε αυτό, ωστόσο, το γύρισμα της Ιστορίας, τη δεκαετία του 1980, η Μπέτυ Ψαροπούλου ιδρύει το Κέντρο Μελέτης Νεότερης Κεραμικής και ξεκινά τις πρώτες συστηματικές καταγραφές της κεραμικής της Κρήτης. Στα πρώτα βήματά της συναντά τον Κωστή Κελαράκη. Αν και τόσο διαφορετικοί άνθρωποι, δημιουργείται μεταξύ τους μια στενή φιλία, καταλυτική στη διάσωση της ιστορίας της νεότερης κρητικής κεραμικής. Εκτοτε, και μέχρι χθες, ο Κωστής Κελαράκης υπήρξε πολύτιμος συνεργάτης του ιδρύματος. Δώρισε τα εργαλεία του και πλήθος αγγείων, επιμελήθηκε την αναπαράσταση του κρητικού εργαστηρίου στο μουσείο, πρωταγωνίστησε σε όλα τα ντοκιμαντέρ και τα φεστιβάλ για την κεραμική της Κρήτης. Ακούραστος μέχρι το τέλος, η μορφή του πανταχού παρούσα, στα εποπτικά μέσα του μουσείου, στις έρευνές μας, κάθε χρόνο στις ετήσιες γιορτές των αγγειοπλαστών του Θραψανού. Πρόπερσι, σε μια τέτοια γιορτή, έσυρε την τελευταία “στομωσιά”, κατασκεύασε δηλαδή ένα τμήμα σε πιθάρι, στα 92 του χρόνια.
Για μένα προσωπικά ο Κωστής ήταν επίσης ένας σοφός δάσκαλος, που δίδασκε με μισή λέξη και με μια κίνηση του χεριού. Η ματιά, η προφορά, ακόμα και ο λεπτός σαρκασμός του, συγκροτούσαν ένα σπάνιο είδος Κρητικού, που χωρίς καμία προσποίηση συνόψιζε τον πολιτισμό και την ιδιοσυγκρασία μιας άλλης Κρήτης. Εξαιρετικός μάστορας του πηλού, γηγενής με την κυριολεκτική σημασία της λέξης, έφυγε πλήρης ημερών και έργου, αφήνοντας σε εμάς το δύσκολο έργο της εξιστόρησης. Ωστόσο, δεν μας αφήνει μόνους. Στο χωριό των αγγειοπλαστών οι μαθητές του συνεχίζουν αυτή τη μακρά αλυσίδα».