Η ΕΓΕΣΥΝΗ συμμετέχει στην απεργία που έχει προκηρύξει η ΟΕΝΓΕ στις 23 Φλεβάρη. Καλούμε όλους τους γιατρούς ΕΣΥ να αγωνιστούν συλλογικά, από κοινού με τους υπόλοιπους υγειονομικούς, για να διεκδικήσουμε άμεση ουσιαστική ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας.
Ένα χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας παραμένουν οι σοβαρές ελλείψεις προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής στις δημόσιες δομές υγείας, ενώ αυξάνονται ο αριθμός των κρουσμάτων και των νοσηλευομένων με COVID-19 το τελευταίο διάστημα και στην περιοχή μας.
Εκτός από τις σημαντικές καθυστερήσεις στην παραγωγή και διανομή εμβολίων, προβλήματα υπάρχουν και στην οργάνωση των εμβολιαστικών κέντρων. Τα περισσότερα εμβολιαστικά κέντρα στην ΠΦΥ δεν έχουν ακόμη ενεργοποιηθεί, ενώ εμβολιασμοί γίνονται και σε χώρους των εξωτερικών ιατρείων των νοσοκομείων. Ακόμη και τα εμβολιαστικά κέντρα που λειτουργούν δεν έχουν ενισχυθεί επαρκώς με προσωπικό. Η στελέχωσή τους γίνεται (μέχρι στιγμής) κυρίως με μετακινήσεις,
με υπερεφημερέρευση και με απλήρωτη υπερωριακή εργασία των υπαρχόντων γιατρών. Μάλιστα, δεν προβλέπεται αποζημίωση για τις απογευματινές βάρδιες (πλην Σαββάτου) των γιατρών που καλούνται να καλύψουν τα εμβολιαστικά κέντρα των νοσοκομείων (στα ΚΥ της 7ης ΥΠΕ πληρώνονται ως μικτές εφημερίες).
Θάλαμοι έχουν δεσμευτεί για τη νοσηλεία κρουσμάτων, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση και συγχώνευση κλινικών (της Νεφρολογικής, της Παιδοχειρουργικής, της Οφθαλμολογικής του ΠΑΓΝΗ, της Χειρουργικής, της ΩΡΛ, της Ορθοπεδικής, της Νευροχειρουργικής και της Γναθοχειρουργικής του Βενιζελείου), οι οποίες υπολειτουργούν εδώ και μήνες.
Έχουν περιοριστεί οι τακτικές επεμβάσεις, ενώ οι λίστες χειρουργείων στα νοσοκομεία του νομού περιλαμβάνουν πάνω από 6500 ασθενείς. Μειωμένα είναι και τα ραντεβού στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων, ενώ εκατοντάδες προγραμματισμένα ραντεβού έχουν ακυρωθεί στα ΚΥ. Το αποτέλεσμα είναι να καθυστερεί η αντιμετώπιση χιλιάδων ασθενών με διάφορες ασθένειες.
Εκατοντάδες θέσεις γιατρών στις δημόσιες δομές υγείας της περιοχής μας εξακολουθούν να είναι κενές με βάσει τους οργανισμούς του 2012, οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες (π.χ. στον οργανισμό του ΠΑΓΝΗ προβλέπονται μόνο 2 θέσεις αγγειοχειρουργών, 2 ρευματολόγων, 1 παιδοψυχιάτρου).
Λιγότερες από τις μισές κενές θέσεις καλύφθηκαν προσωρινά κατά τη διάρκεια της πανδημίας με προσλήψεις επικουρικών, ενώ οι προκηρύξεις μόνιμων θέσεων που έχουν γίνει καθυστερούν να ολοκληρωθούν και δεν καλύπτουν όλα τα κενά. Π.χ. δεν προκηρύχθηκε η κενή θέση ουρολόγου στο Βενιζέλειο, ενώ έχει επανειλημμένα ζητηθεί από το διευθυντή της κλινικής (εδώ και 2 χρόνια), με αποτέλεσμα να υπάρχει πρόβλημα εφημέρευσης εδώ και τουλάχιστον 8 μήνες (που το τμήμα λειτουργεί χωρίς ειδικευόμενους ουρολόγους).
Συνεχείς είναι οι μετακινήσεις γιατρών μεταξύ νοσοκομείων διαφορετικών νομών, από τις δομές ΠΦΥ προς τα νοσοκομεία, από τμήματα του παθολογικού τομέα προς τις μονάδες COVID και πλέον και προς τα εμβολιαστικά κέντρα για το «μπάλωμα» των κενών.
To ελλιπές ιατρικό προσωπικό έχει κουραστεί από τις συνεχείς μετακινήσεις, από τη συστηματική υπέρβαση του πλαφόν των εφημεριών και από τη μείωση του χρόνου ανάπαυσης, αφού παίρνει ελάχιστα ρεπό και οι άδειές του είναι σε αναστολή εδώ και μήνες.
Αρκετοί συνάδελφοι έχουν νοσήσει από COVID-19 ως αποτέλεσμα της αυξημένης έκθεσης, της μη διενέργειας τακτικά επαναλαμβανόμενων τεστ, των ανεπαρκών μέσων προστασίας και των ελλιπών υγειονομικών πρωτοκόλλων.
Λόγω της ανεπάρκειας γιατρών εργασίας και της υποστελέχωσης των επιτροπών λοιμώξεων των νοσοκομείων, εργαζόμενοι στο ΠΑΓΝΗ (ακόμη κι αν και οι ίδιοι έχουν εκτεθεί) αναλαμβάνουν τη δειγματοληψία των συναδέλφων τους που έχουν έρθει σε επαφή με κρούσμα.
Ενδεικτική του αυξημένου κινδύνου ενδονοσοκομειακής διασποράς είναι η πρόσφατη εμφάνιση 6 κρουσμάτων σε ασθενείς της Ορθοπεδικής του Βενιζελείου, που είχε ως αποτέλεσμα η διοίκηση του νοσοκομείου να αποφασίσει την προσκόμιση αρνητικού rapid test από συνοδούς και αποκλειστικές, επιβαρύνοντάς τους όμως με το κόστος της εξέτασης σε ιδιωτικές δομές, αφού δεν παρέχονται δωρεάν εξασφαλίζοντας την κάλυψη της δαπάνης αυτής από το κράτος.
Όλα αυτά τα προβλήματα είναι αποτέλεσμα του περιορισμού της κρατικής χρηματοδότησης στην κάλυψη στοιχειωδών αναγκών, αφού προτεραιότητα δεν αποτελεί η προστασία της υγείας, αλλά η εξοικονόμηση δαπανών.
Εντείνεται παράλληλα ο αυταρχισμός διοικήσεων νοσοκομείων και είναι σε εξέλιξη πειθαρχικές διώξεις εις βάρος υγειονομικών (π.χ προέδρων ΟΕΝΓΕ και ΠΟΕΔΗΝ, διευθύντριας Παθολογικής ΓΝ Ρεθύμνου) που αναδεικνύουν τα προβλήματα και αγωνίζονται για λύσεις.