Ηταν μετά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, όταν ο ιός τελειοποιούσε τη βρετανική παραλλαγή και οι θάνατοι παγκοσμίως αυξάνονταν αλματωδώς.
Ηταν τότε που άρχισε να διαφαίνεται στις μικρές και μεγαλύτερες κοινωνίες κάθε χώρας το εύρος της επίπτωσης της μολυσματικής νόσου.
Όχι μόνο ζωές
Ο πανδημικός ιός, διαδιδόμενος με εφιαλτική ευκολία από σπίτι σε σπίτι, δεν έπαιρνε μόνο τη ζωή των ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας που ήταν γονείς, γιαγιάδες ή παππούδες.
Πολύ χειρότερα, δημιουργούσε αργά και σταθερά μία νέα γενιά παιδιών και εφήβων, ορφανών, στερημένων για πάντα από τον ένα γονιό, ίσως και από τους δύο, μία γιαγιά έναν παππού.
Αυτή η ξαφνική αποσύζευξη από τον ομφάλιο λώρο, σήμανε από το πρώτο λεπτό την αποστέρηση εκείνης της βασικής παρουσίας μέσα στο σπίτι που φρόντιζε για τη ζωή τους, για το φαγητό, τη μόρφωση, την ανατροφή τους.
Ο ιός με το ένα χέρι άρχισε να παίρνει ζωές και με το άλλο να σκορπίζει την ορφάνια, σαν μία δεύτερη πανδημία, που στις γειτονιές, τα χωριά, τις μικρές κοινωνίες ήταν ήδη ορατή επειδή εκεί τα σπίτια είναι κοντά και τα γέλια ακούγονται από τα παράθυρα, ώσπου κάποια μάνα, κάποιος πατέρας, μία γιαγιά σταμάτησε να έρχεται με τις σακούλες γεμάτες ψώνια.
Στις ΗΠΑ υπολογίστηκε ύστερα από μεγάλη έρευνα ότι περισσότερα από 120.000 παιδιά έχασαν έναν γονιό και 25.000 παιδιά έχασαν τον άνθρωπο που τα φρόντιζε.
Καμία καταστροφή δεν σταματά εκεί που προσκρούει, ο κρατήρας είναι το απομεινάρι που αναμετράται μόνο με τον γεωλογικό χρόνο, ξεπερνά τον άνθρωπο. Οι επιστήμονες, μετά το πρώτο δυνατό σοκ, άρχισαν να ανιχνεύουν τις τοξικές παρενέργειες των πανδημικών μεταλλάξεων.
Σε κύμα φόβου
Γργήγορα φάνηκε ότι αυτές δεν εξαντλούνται μόνο στις επιπλοκές, μακροπρόθεσμα ορατές, στους ανθρώπους που επέζησαν από τη μόλυνση.
Καταλαμβάνουν τον χώρο της ψυχικής υγείας, επιδεινώνουν παθήσεις που προυπήρχαν, προκολλούνται στο DNA μίας νέας γενιάς ανθρώπων που μεγαλώνουν μέσα σε κύματα πρωτόγνωρου φόβου, χωρίς διαμορφωμένες αντιστάσεις, ακόμα και το σπίτι δεν αποτελεί πάντα καταφύγιο, και μέσα στο σπίτι ξαφνικά κάποιος λείπει.
Η ορφάνια από τον κοροναϊό, που ήταν το φάντασμα πάνω από τις μικρές κοινότητες όπου όλα είναι ορατά και αισθητά, δεν υπάρχει πλήθος και βοή να παρασύρει την παιδική δυστυχία, αποτυπώθηκε στα επιστημονικά συγγράματα ως ένα από τα χειρότερα στίγματα.
Αναφέρθηκε εκτενώς σε αυτή τη νέα κατάσταση το απόγευμα της Δευτέρας, η πρόεδρος της Επιτροπής Εμβολιασμού, Μαρία Θεοδωρίδου, λέγοντας πως «μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε σε συνεργασία του CDC και πολλών επιφανών πανεπιστημίων έδειξε πως ο κοροναϊός πέρα από τα προβλήματα που προκαλεί στον οργανισμό, προκαλεί και «ορφάνια».
Ενα στα 500 παιδιά
Η μελέτη με τίτλο «Η ορφάνια από τον Covid», έδειξε μεταξύ άλλων ότι «σε κάθε τέσσερις θανάτους ενηλίκων, ένα παιδί χάνει το γονιό του». Η Μ. Θεοδωρίδου, συνέχισε λέγοντας πως τα παιδιά που έμειναν ορφανά «θα φέρουν αυτό το ανεπούλωτο τραύμα για τις επόμενες γενεές, ενώ το βαρύτερο τίμημα αφορά σε παιδιά των ευάλωτων ομάδων».
Γενικά, ένα στα 500 παιδιά στις ΗΠΑ έχουν ορφανέψει ή χάσει παππού, γιαγιά, επιμισμένους με τη φροντίδας τους λόγω της COVID-19.
Καμία χώρα, όσο προηγμένη και κοινωνικά θωρακισμένη κι αν είναι, δεν κατάφερε να προστατέψει τα παιδιά της από την ορφάνια.
Πόσα και πόσα τέτοια περιστατικά δεν συνέβησαν στην Ελλάδα; Πόσες μητέρες, γιαγιάδες, παπούδες δεν χάθηκαν αφήνοντας πίσω παιδιά με ακατέργαστους ακόμη χαρακτήρες, στα οποία δεν επιτράπηκε να πουν το τελευταίο αντίο μήπως και κολλήσουν και τα ίδια τη μόλυνση.
Βίαιη αλλαγή
Στα δύο χρόνια της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης, υπολογίζεται πως 1,6 δισ. παιδιά και έφηβοι σε όλο τον κόσμο, υπέστησαν πρωτόγνωρες αλλαγές στη ζωή τους.
Η πρώτη αντιπροσωπευτική μελέτη στη Γερμανία έδειξε πως τα 2/3 των εφήβων είχαν επιβαρυνθεί ψυχικά, παρουσιάζοντας χαμηλότερη ποιότητα ζωής, περισσότερα προβλήματα ψυχικής υγείας (κυρίως τύπου άγχους) συγκριτικά με την προ πανδημίας περίοδο.
Είναι γεγονός ότι σήμερα, την ίδια ώρα που λοιμωξιολόγοι και επιδημιολόγοι εκπέμπουν «σήμα κινδύνου» για τη νέα επιδημία ασθενών λόγω της μακράς Covid (γνωστή και ως σύνδρομο long Covid), οι ψυχίατροι εμφανίζονται ανήσυχοι για τις ψυχικές «πληγές» που έχουν (ξανα)ανοίξει ή θα… αιμορραγήσουν στο μέλλον λόγω της πανδημίας.
Στην Ελλάδα
Ο κ. Γεράσιμος Α. Κολαΐτης, καθηγητής Παιδοψυχιατρικής σημειώνει στα ΝΕΑ ότι μελέτη της Πανεπιστημιακής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής, στο ΓΝΠ «Η Αγία Σοφία», στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, σε πανελλήνιο δείγμα παιδιών, εφήβων και των οικογενειών τους, έδειξε υψηλότερη – συγκριτικά με τα προ πανδημίας επίπεδα – επιβάρυνση σε προβλήματα συναισθήματος, συμπεριφοράς, με συνομηλίκους, καθώς και χαμηλότερες θετικές κοινωνικές συμπεριφορές.
Παράγοντες που σχετίζονταν με χειρότερη ψυχική υγεία των ανηλίκων ήταν το φύλο (κορίτσια), η μεγαλύτερη ηλικία, το χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο της οικογένειας, η απώλεια εργασίας των γονέων, το στρες λόγω των περιορισμών της κυκλοφορίας, η ανησυχία για μέλος της οικογένειας που νόσησε, καθώς και η σωματική και ψυχική υγεία των γονέων. Η πανδημία φαίνεται να αποτελεί πρόκληση για τις οικογένειες αφού βρέθηκαν υψηλά ποσοστά (41%) οικογενειακής δυσλειτουργίας.
Να αναστοχαστούμε
Ανατυπώνοντας τα λόγια της καθηγήτριας Ψυχιατρικής, Μαρίνας Οικονόμου-Λαλιώτη, «είναι αρκετά νωρίς για να μιλήσει κανείς για τις αλλαγές που η πανδημία θα επιφέρει σε βαθύτερο επίπεδο του εαυτού, ωστόσο δεν μπορεί παρά να υπάρχουν αχτίδες ελπίδας που θα προβάλλουν έστω αχνά και διστακτικά.
Οι κραδασμοί, ψυχικοί και κοινωνικοί, μπορεί να αποτελέσουν μια ευκαιρία για να αναστοχαστούμε, να επαναπροσδιοριστούμε, να επενδύσουμε στην ουσία των σχέσεων και στις πραγματικές αλήθειες και αξίες της ζωής.
Να βγάλουμε στην επιφάνεια το υγιές κομμάτι του εαυτού μας, να κινητοποιήσουμε μηχανισμούς προσαρμογής και αντιμετώπισης, μηχανισμούς εναισθησίας και αυτοεπίγνωσης αλλά και μηχανισμούς «ενσυναίσθησης» και «φιλαλληλίας».