Οι εξελίξεις στην αντιμετώπιση της πανδημίας του κοροναϊού συζητήθηκαν σε τηλεδιάσκεψη υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, στο Μέγαρο Μαξίμου, ενδεικτικό της κρισιμότητας της κατάστασης με την αύξηση των κρουσμάτων και της ανησυχίας.
Στη διάρκεια της σύσκεψης εξετάστηκαν τα δεδομένα και διαπιστώθηκε ότι η αύξηση των κρουσμάτων δεν έχει οδηγήσει σε σημαντική επιδείνωση των επιδημιολογικών δεικτών.
Τονίστηκε, όμως, με έμφαση, η ανάγκη επαγρύπνησης και αυστηρής εφαρμογής των μέτρων για την αποφυγή του συνωστισμού και για τη χρήση μάσκας.
Τρομάζουν Μέσα Μεταφοράς και bar
Ιδιαίτερη συζήτηση έγινε για τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και τους χώρους διασκέδασης, όπου θα ενισχυθούν οι έλεγχοι.
«Αν κρίνετε ότι πρέπει να σημάνετε συναγερμό για τη λήψη κάποιου μέτρου, μην διστάσετε να το κάνετε έγκαιρα» τόνισε ο Πρωθυπουργός στους επιστήμονες.
Ανέφερε δε ότι οι τακτικές τηλεδιασκέψεις, όπως η σημερινή, για την εξέλιξη της πανδημίας, θα συνεχιστούν τρεις φορές την εβδομάδα και τον Αύγουστο.
Στη σύσκεψη μετείχαν ο Υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας, ο Υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ο Υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας Νίκος Χαρδαλιάς, ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, αρμόδιος για το Συντονισμό του Κυβερνητικού Έργου Άκης Σκέρτσος, ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, ο επικεφαλής της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων του Υπουργείου Υγείας, καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, ο Πρόεδρος του ΕΟΔΥ Παναγιώτης Αρκουμανέας και ο Κίμων Δρακόπουλος, καθηγητής Επιστήμης των Δεδομένων.
Απαράδεκτα τα φαινόμενα συναθροίσεων
Πάντως όπως ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στην καθιερωμένη ενημέρωση των πολιτικών συντακτών,σ την τηλεδιάσκεψη υπό τον πρωθυπουργό εξετάστηκε για το αν θα ανοίξουν τα σύνορα της Ελλάδας με κάποιες χώρες των Βαλκανίων, όπως την Βόρεια Μακεδονία, καθώς αύριο λήγει η σχετική ΚΥΑ.
Ωστόσο μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει ανάλογες ανακοινώσεις.
Όπως τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας η Ελλάδα είναι σε καλύτερη κατάσταση από πολλές άλλες χώρες, ενώ χαρακτήρισε απαράδεκτα τα φαινόμενα των συναθροίσεων.
«Λέμε όχι στον συνωστισμό, δεν γινόμαστε λιγότερο άνθρωποι αν αποφύγουμε τις κοινωνικές συναθροίσεις. Κερδίσαμε την πιο δύσκολη μάχη, όχι ακόμα τον πόλεμο».
Ο υψηλός αριθμός κρουσμάτων έρχεται σε μία ιδιαίτερη κρίσιμη περίοδο, καθώς τόσο οι ειδικοί όσο και η κυβέρνηση «μπαίνουν» σε ρυθμούς Δεκαπενταύγουστου λαμβάνοντας από τώρα όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να μην υπάρξει έξαρση και συνωστισμός σε μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της ορθοδοξίας.
Εκτός από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν πριν λίγες μέρες, όπου η χρήση μάσκας γίνεται υποχρεωτική και σε άλλους εσωτερικούς χώρους εκτός των σούπερ μάρκετ, οι ειδικοί δεν σταματούν να τονίζουν πως ο κίνδυνος δεν έχει φύγει ακόμη και πως σε καμία περίπτωση δεν είναι ώρα για εφησυχασμό.
Ανησυχία για τη διασπορά στα αστικά κέντρα
«Ο ιός είναι εδώ. Ήρθε για να μείνει. Δεν υπάρχουν προοπτικές συντόμου εξαφάνισης του ιού. Θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον κοροναϊό για μεγάλο χρονικό διάστημα» τόνισε στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα ΜEGA» με τον Ντίνο Σιωμόπουλο και την Τζωρτζίνα Μαλλιαρόζη, ο Αναστάσιος Σπαντιδέας.
Ο καθηγητής Παθολογίας και Κλινικός Φαρμακολόγος χαρακτήρισε «ανησυχητικό» το φαινόμενο της έξαρσης των κρουσμάτων καθημερινά, σημειώνοντας πως πιο ανησυχητική είναι η διασπορά των κρουσμάτων στα αστικά κέντρα.
«Αν επεκταθεί η αύξηση των περιστατικών σε αστικά κέντρα, η κατάσταση θα είναι εξαιρετικά ανησυχητική, γιατί δεν θα μπορούμε να την ελέγξουμε» υπογράμμισε, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο, πώς δεν είναι πιθανό το ενδεχόμενο τοπικών lockdown σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Ακόμα, υποστήριξε, ότι δεν χρειάζεται η λήψη αυστηρότερων περιοριστικών μέτρων. «Η κλιμάκωση μέτρων θα γίνεται ανάλογα με την εξέλιξη της επιδημίας. Αν παραμείνουμε σε αυτά τα επίπεδα, δεν θα χρειαστεί να λάβουμε νέα μέτρα» είπε.
Παράλληλα, έκανε λόγο πώς η διακοπή της καθημερινής ενημέρωσης για τον κοροναϊό, «διαβάστηκε» λάθος από τους πολίτες, οι οποίοι θεώρησαν, ότι ο ιός έφυγε.
Τέλος, επισήμανε ότι δεν χρειάζεται η χρήση μάσκας σε ανοιχτούς χώρους και εφόσον διατηρούνται οι αποστάσεις, ενώ σημείωσε ότι «δεν υπάρχουν στον ορίζοντα φάρμακα που να αντιμετωπίζουν την νόσο».