ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ 49 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΞΕΣΗΚΩΜΟ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ
49 χρόνια πριν, με τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου, μίλησε το οργανωμένο φοιτητικό και εργατικό-λαϊκό κίνημα, κόντρα στις συνθήκες «γύψου» που προσπαθούσε να επιβάλλει το αστικό δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απρίλη. Ο ξεσηκωμός αποτέλεσε την εργατική-λαϊκή αντίδραση στις μεθοδεύσεις της δικτατορίας για το “μασκάρεμά” της, αλλά και στα σχέδια αστικών και οπορτουνιστικών πολιτικών δυνάμεων που προετοίμαζαν μια μετάβαση στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία με το λαό στο περιθώριο.
Ο ηρωικός φοιτητικός και εργατικός – λαϊκός ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία». Υπήρξε το αποκορύφωμα της αντιδικτατορικής πάλης λαού και νεολαίας, που ξεκίνησε με αργούς ρυθμούς και δυσκολίες από την ημέρα επιβολής του πραξικοπήματος. Δυνάμωσε από το 1972 και μετά, πατώντας στις θυσίες νέων αγωνιστών, αλλά και στις δυνατότητες που δημιουργήθηκαν από το κλείσιμο των εξοριών και την απελευθέρωση των κομμουνιστών που είχαν μεγάλη πείρα από την οργάνωση της πάλης τη δεκαετία του 1940 και από τους κατοπινούς αγώνες.
Τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ αφιέρωσαν όλες τις δυνάμεις τους στην οργάνωση του αντιδικτατορικού αγώνα, παρόλο που η απριλιανή δικτατορία βρήκε το Κόμμα οργανωτικά ανέτοιμο, με διαλυμένες τις Κομματικές του Οργανώσεις από το 1958. Μέσα σε συνθήκες παρανομίας, το ΚΚΕ συγκρούστηκε με την οπορτουνιστική ομάδα στο εσωτερικό του και διαχωρίστηκε από αυτή στη 12η Ολομέλεια (1968). Η διάσπαση συνέβαλε στην αναγκαία ανασυγκρότηση των Κομματικών του Οργανώσεων και στην ίδρυση της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας (ΚΝΕ). Το ΚΚΕ εξέδωσε παράνομα έντυπα και μπήκε στην πρωτοπορία των μικρών και μεγαλύτερων εργατικών, αγροτικών και φοιτητικών κινητοποιήσεων.
Οι κομμουνιστές και οι κομμουνίστριες, άλλοι περισσότερο ψημένοι στους ταξικούς αγώνες της προηγούμενης περιόδου και άλλοι κάνοντας με νεανικό ενθουσιασμό τα πρώτα τους βήματα στην ταξική πάλη, έδωσαν τη μάχη κατά της δικτατορίας από την πρώτη μέρα της επιβολής της στους χώρους δουλειάς και τις εργατογειτονιές, στα σχολεία και τα αμφιθέατρα, εναντιώθηκαν στην κρατική καταστολή. Άνοιξαν μέτωπο με τις αστικές πολιτικές δυνάμεις που στην πλειοψηφία τους απείχαν από την οργανωμένη μαζική αντιδικτατορική πάλη. Άνοιξαν μέτωπο με τους οπορτουνιστές που δυσφημούσαν το κομμουνιστικό και εργατικό-λαϊκό κίνημα και καλλιεργούσαν την ηττοπάθεια και τη μοιρολατρία.
Γι’ αυτό, ο ηρωικός ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου φέρνει στο μυαλό όλους εκείνους τους κομμουνιστές και τους άλλους ριζοσπάστες αγωνιστές που διώχτηκαν πολύτροπα, που βασανίστηκαν στα μπουντρούμια της ΕΑΤ-ΕΣΑ και αλλού, που φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν, που προσέφεραν ακόμα και τη ζωή τους στο εργατικό-λαϊκό κίνημα. Το ΚΚΕ στέκεται με απεριόριστο σεβασμό μπροστά στους αγώνες και τις θυσίες τους και τους τιμά.
Η ιδιαίτερη σημασία του Πολυτεχνείου έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι ο φοιτητικός και ευρύτερα νεολαιίστικος ξεσηκωμός συγκέντρωσε άμεσα την ενεργητική αλληλεγγύη χιλιάδων εργατοϋπαλλήλων και άλλων λαϊκών δυνάμεων στα σημαντικότερα αστικά κέντρα. Οι αγωνιστές του ξεσηκωμού σμπαράλιασαν τα αστικά κηρύγματα περί πολιτικού ρεαλισμού, που επιχειρούσαν να περιορίσουν τα φοιτητικά και εργατικά-λαϊκά αιτήματα στο “στενό ορίζοντα” ανώδυνων για την καπιταλιστική εξουσία επιλογών και αλλαγών.
Ο ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου απέδειξε ότι ο αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων ανατρέπεται μόνο από την οργανωμένη δράση του εργατικού-λαϊκού παράγοντα, ενάντια σε κάθε αναμονή και ψευδαίσθηση ότι οι αλλαγές κορυφών μπορούν να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων.
Το Πολυτεχνείο «βάφτηκε» στο αίμα. Ταυτόχρονα, όμως, ενταφίασε οριστικά τα σχέδια της λεγόμενης φιλελευθεροποίησης της χούντας. «Απονομιμοποίησε» τη δικτατορία στη συνείδηση ευρύτερων εργατικών-λαϊκών δυνάμεων, που δε συμμετείχαν έως τότε στο αντιδικτατορικό κίνημα.
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 δεν υπήρξε το έργο κάποιων «αφρόνων αξιωματικών», όπως επιχείρησε έκτοτε να το παρουσιάσει μερίδα του αστικού πολιτικού κόσμου, προκειμένου να «εξαγνιστεί» των ευθυνών της και να αποκρύψει τον πραγματικό στόχο του. Δεν υπήρξε αποτέλεσμα του «κράτους της δεξιάς» ή της παραβίασης της καπιταλιστικής νομιμότητας, όπως αναφέρει για τους ίδιους λόγους άλλη μερίδα των αστικών πολιτικών δυνάμεων.
Η στρατιωτική δικτατορία υπήρξε μία από τις εναλλακτικές μορφές της εξουσίας του κεφαλαίου, που επιλέχτηκε στη βάση των τότε προτεραιοτήτων και των αναγκών της σε σχέση με τον εγχώριο και διεθνή συσχετισμό, πάντα με στόχο τη θωράκιση και διαιώνισή της.
Οι ρίζες της δικτατορίας των συνταγματαρχών βρίσκονταν στην τότε ανάγκη αναμόρφωσης δομών και μηχανισμών του αστικού κράτους, κυρίως στη σχέση παλατιού – κυβέρνησης, αναφορικά με τον έλεγχο του Στρατού. Επίσης, στην ανάγκη αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, που είχε εξαντλήσει τις δυνατότητές του στην χειραγώγηση και ενσωμάτωση των εργατικών – λαϊκών μαζών, ενώ η διαχείριση του Κυπριακού αποτέλεσε εστία όξυνσης αντιθέσεων και τριγμών. Γι’ αυτό, η «αναστολή» του κοινοβουλευτισμού συζητιόταν και από βασικές αστικές πολιτικές δυνάμεις, και από το παλάτι, αλλά τελικά επιβλήθηκε από τη στρατιωτική χούντα.
Ο ανοικτός αντικομμουνισμός αποτέλεσε την επίσημη ιδεολογία της χούντας, αν και η καταστολή του εργατικού – λαϊκού κινήματος, οι φυλακίσεις και οι εξορίες των κομμουνιστών, η δράση κρατικών και παρακρατικών αστικών μηχανισμών υπήρξαν χαρακτηριστικά της μεταπολεμικής αστικής διακυβέρνησης.
Η ιστορική πείρα όλου του 20ού αιώνα, από την εναλλαγή των κυβερνήσεων της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας έως τις στρατιωτικές και μη δικτατορίες και τον φασισμό – ναζισμό, φανερώνει ότι η καταστολή είναι μόνιμο στοιχείο της καπιταλιστικής εξουσίας, είναι σύμφυτη με την ταξική εκμετάλλευση. Αν και η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία συχνά χρησιμοποιεί το φόβητρο της δημοκρατικής εκτροπής, οι διαφορετικές μορφές της καπιταλιστικής εξουσίας δε χωρίζονται με “σινικά” τείχη, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται και αλλητροφοδοτούνται.
Γι’ αυτό οι κομμουνιστές ήρθαν αντιμέτωποι με τις διώξεις του καπιταλιστικού κράτους τόσο σε περιόδους αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας όσο και σε περιόδους δικτατορίας. Για τον ίδιο λόγο τόσο το προδικτατορικό αστικό Σύνταγμα όσο και το σημερινό προβλέπει την εκτροπή από την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία για την αντιμετώπιση της λεγόμενης κατάστασης πολιορκίας. Για τον ίδιο λόγο στο επίκεντρο της δράσης των αστικών κατασταλτικών μηχανισμών βρίσκεται η αντιμετώπιση του «εχθρού λαού». Αυτό επιτρέπει και σήμερα τις διώξεις πρωτοπόρων αγωνιστών που αγωνίζονται ενάντια στους πλειστηριασμούς, στρατιωτών που τάσσονται ενάντια στη συμμετοχή της χώρας μας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και ευθύνεται για τη δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου που επιτρέπει υποκλοπές και παρακολουθήσεις, οι οποίες στρέφονται πρωταρχικά και συστηματικά ενάντια στο εργατικό-λαϊκό κίνημα και δευτερευόντως και περιστασιακά εξυπηρετούν τους ενδοαστικούς ανταγωνισμούς.
Στις μέρες μας, το σύνθημα του Πολυτεχνείου «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» παραμένει τραγικά επίκαιρο. Γιατί είναι ισχυρό το ενδεχόμενο μιας νέας παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, σαν αυτή που συντάρασσε την Ελλάδα και όλο τον καπιταλιστικό κόσμο το 1973, ενώ οι εργατικές -λαϊκές δυνάμεις ζουν ήδη σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας, πληθωρισμού, διόγκωσης της ανεργίας, ταχύρρυθμης μείωσης του βιοτικού τους επιπέδου, επιδρομής των καπιταλιστικών συμφερόντων ενάντια στη δημόσια υγεία και παιδεία, διόγκωσης του θεσμικού πλαισίου και των πολυπλόκαμων μηχανισμών καταστολής της εργατικής-λαϊκής πλειοψηφίας και των αγώνων της (Πανεπιστημιακή Αστυνομία, αγροτοδικεία, μαθητοδικεία κλπ.)
Αν και πέρασε μισός αιώνας επιστημονικών-τεχνικών επιτευγμάτων, η ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων συνεχίζει να σκοντάφτει στο γεγονός ότι οι καπιταλιστές συνεχίζουν να έχουν στα χέρια τους την ιδιοκτησία των σύγχρονων μέσων παραγωγής, την οργάνωση της παραγωγής και γενικότερα της οικονομίας και της κοινωνίας.
Το ίδιο τραγικά επίκαιρα παραμένουν τα συνθήματα «Έξω αι ΗΠΑ», «Έξω το ΝΑΤΟ», που κοσμούσαν τις πύλες του Πολυτεχνείου, στη διάρκεια του τριήμερου ξεσηκωμού, δίνοντας το αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο των κινητοποιήσεων. Σήμερα, οι αλλαγές που έχουν επέλθει στη διάταξη των καπιταλιστικών δυνάμεων και των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών δεν κάνουν τους λαούς λιγότερο ανήσυχους. Φαίνεται από την πολεμική σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις του ΝΑΤΟ και αυτές της Ρωσικής Ομοσπονδίας στα εδάφη της Ουκρανίας και από τη γενικότερη διαμάχη ανάμεσα στο ευρωαμερικανικό ιμπεριαλιστικό κέντρο, με επικεφαλής τις ΗΠΑ και τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη μια και το ευρωασιατικό από την άλλη, με επικεφαλής την Κίνα και τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Οι λαοί ήδη βιώνουν τις εφιαλτικές συνέπειες των συγκρούσεων των καπιταλιστών για το μοίρασμα των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των δρόμων μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων, των αγορών και των σφαιρών επιρροής. Δεν είναι μόνο οι απώλειες στο πεδίο των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων, αλλά και η φτώχεια που φέρνει ο πόλεμος ως καταστροφή, ως προσφυγιά, ως πολεμική δαπάνη, ως αποτέλεσμα του οικονομικού πολέμου, που βιώνουμε.
Το ελληνικό αστικό κράτος (σήμερα με κυβέρνηση της ΝΔ, πριν του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα παλιότερα του ΠΑΣΟΚ) επιδιώκει πάντα τη γεωστρατηγική αναβάθμισή του σε ανταγωνισμό με τη -σύμμαχο στο ΝΑΤΟ- Τουρκία. Σε αυτή την κατεύθυνση πραγματοποίησε νέες συμφωνίες ενίσχυσης της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ με νέες βάσεις, σύναψε «στρατηγική εταιρική σχέση» με τη Γαλλία, υπέγραψε συμφωνίες με την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Όμως, η ύπαρξη στρατιωτικών βάσεων, θαλάσσιων και εναέριων υπερόπλων, η όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς συνιστά μαγνήτη της επιθετικότητας των αντίπαλων ιμπεριαλιστικών ενώσεων. Ο πακτωλός χρημάτων που δίνεται στο ΝΑΤΟ και στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς δεν θωρακίζει την άμυνα της χώρας, την ασφάλεια και την ειρήνη των λαών της περιοχής.
Αυτό αποδείχτηκε και την περίοδο της δικτατορίας, οπότε σε συνέχεια της πολιτικής των προδικτατορικών κυβερνήσεων, η χώρα μπλέχτηκε ακόμα περισσότερο στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, με στόχο τη γεωπολιτική αναβάθμιση της καπιταλιστικής εξουσίας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Το γεγονός αυτό της εξασφάλισε τόσο τη στήριξη των ΗΠΑ, όσο και τις οικονομικές σχέσεις με τις χώρες της καπιταλιστικής Ευρώπης. Ωστόσο, οι κατοπινές εξελίξεις, ειδικότερα η τραγωδία της Κύπρου, απέδειξαν τους κινδύνους που εγκυμονούν για τους λαούς οι αστικοί σχεδιασμοί.
Στις σημερινές συνθήκες, η καπιταλιστική εξουσία επιχειρεί να θωρακιστεί από κάθε αντίδραση του εργατικού λαϊκού παράγοντα. Γι’ αυτό και στο πλάι της καταστολής οξύνεται και πάλι και ο ανοικτός αντικομμουνισμός, με κάθε τρόπο και μέσο: Από το βήμα της Βουλής, μέσα από τις στήλες του αστικού Τύπου, με την εγκληματική δράση νεοναζιστικών συμμοριών, με την ανιστόρητη εξίσωση κομμουνισμού – φασισμού, με τον πακτωλό των ευρωενωσιακών χρηματοδοτήσεων που δίνονται σε αυτή την κατεύθυνση.
Ο αντικομμουνισμός, το μίσος για το ΚΚΕ, το εργατικό κίνημα, τους λαϊκούς αγώνες, δεν αφορούν στενά τους κομμουνιστές. Η πείρα, τόσο από τη δικτατορία του 1967-1974, όσο και διαχρονικά από την εγχώρια και διεθνή ιστορία, καταδεικνύει πως ο αντικομμουνισμός πήγαινε πάντοτε χέρι-χέρι με τη συνολικότερη επίθεση στις ελευθερίες, τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του εργαζόμενου λαού. Η ιστορία διδάσκει ότι ο αντικομμουνισμός αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό του αστικού πολιτικού κόσμου και επομένως δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί οριστικά χωρίς την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος που τον γεννά. Το ίδιο ισχύει και για τη ριζική αντιμετώπιση των φασιστικών – ναζιστικών συμμοριών.
Για όλους τους παραπάνω λόγους ο ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου, παρά τις συνεχείς προσπάθειες να καταστεί ένα ανώδυνο σύμβολο, συνεχίζει να συγκινεί μεγαλύτερες και νεώτερες γενιές εργατικών και λαϊκών δυνάμεων ως σύμβολο νέων αγώνων και ανυπακοής στα σχέδια της καπιταλιστικής εξουσίας.
Ο φετινός εορτασμός του ξεσηκωμού του Πολυτεχνείου έρχεται ως συνέχεια της πρόσφατης απεργιακής κινητοποίησης, των μεγάλων απεργιακών συγκεντρώσεων για την υπεράσπιση του εργατικού-λαϊκού εισοδήματος και μπορεί να αποτελέσει έναν ακόμα κρίκο στην εργατική–λαϊκή πάλη για μόρφωση και εργασία με ανθρώπινες συνθήκες, μέτρα προστασίας της υγείας και της ζωής του λαού, ελεύθερο χρόνο, εισόδημα για αξιοπρεπή ζωή, για την απόρριψη κάθε αντεργατικού – αντιλαϊκού νόμου, για την εναντίωση στο θεσμικό πλαίσιο διώξεων και καταστολής των εργατικών-λαϊκών κινητοποιήσεων, για την καταδίκη κάθε αστικού κόμματος και κυβέρνησης, που, με το μαστίγιο ή το καρότο, στερούν από τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους τον πλούτο που παράγουν.
Το ΚΚΕ, αντλώντας διδάγματα, έμπνευση και δύναμη από την υπερεκατοντάχρονη ιστορική πορεία του, την ιστορία των αλύγιστων της ταξικής πάλης, προχωρά μπροστά, δίνοντας το χέρι σε όποιον σηκώνεται, στις μικρές και τις μεγάλες μάχες που δίνει καθημερινά ο λαός μας. Έτσι ώστε, με δυνατό ΚΚΕ και με μαζική εργατική – λαϊκή αντεπίθεση, να ανοίξουμε το δρόμο για την ανατροπή, για τις ριζικές αλλαγές που απαιτούν οι καιροί, για να γίνει ο λαός μας πραγματικός νοικοκύρης στον τόπο του και στον κόπο του. Για να «πάρουν τα όνειρα εκδίκηση» και να γίνει πραγματικότητα το «το ωραίο, το μεγάλο, το συγκλονιστικό!»