Ο κρητικός αγριόγατος καταγράφεται ως είδος για πρώτη φορά το 1953. Ο μυστηριώδης αγριόγατος της Κρήτης ή φουρόγατος αποτελεί ενδημικό υποείδος του Ευρωπαϊκού αγριόγατου.
Θα ακούσετε κάποιους να τον αναφέρουν κι ως Κρητικό Λύγκα, παρόλο που δεν ανήκει στην ίδια οικογένεια με τους λύγκες. Είναι το μόνο άγριο αιλουροειδές του νησιού, το οποίο είναι περιορισμένο σε μικρό τμήμα της Κρήτης, κυρίως στον Ψηλορείτη, στα Λευκά Όρη και στα Λασιθιώτικα.
Ο φουρόγατος για πολλά χρόνια θεωρούνταν εξαφανισμένος, ένα «ζώο φάντασμα», και οι μαρτυρίες για την ύπαρξη του περιοριζόταν μόνο σε βοσκούς. Μοναδικό χειροπιαστό επιστημονικό στοιχείο που υπήρχε μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα ήταν δύο δέρματα που είχε αγοράσει το 1905 μια Αγγλίδα επιστήμονας στα Χανιά.
Ωστόσο, στις 10 Απριλίου του 1996, δύο φοιτήτριες του πανεπιστημίου της Perugia που μελετούσαν τα σαρκοφάγα ζώα της Κρήτης σε συνεργασία με το μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, έστησαν παγίδες κοντά στον Πλάτανο Αμαρίου.
Σε μία από αυτές πιάστηκε ένας αγριόγατος, παίρνοντας σάρκα και οστά. Αργότερα, ένας βοσκός εντόπισε μια φωλιά με 5 μικρά γατάκια στο δάσος του Ρούβα.
Το 1997, βρέθηκε νεκρό ζώο στα Λευκά Όρη επιβεβαιώνοντας τις μαρτυρίες ότι τις σκοτεινές νύχτες ακούγονται στριγγλιές από γάτες μέσα στο φαράγγι της Σαμαριάς. Το 2013, ένας κυνηγός σκότωσε έναν φουρόγατο στο Καθαρό στη Δίκτη.
Τον Οκτώβριο του 2017 ένας κτηνοτρόφος στον Ομαλό Χανίων στην προσπάθεια του να παγιδεύσει κάποιο ζώο που του σκότωνε τα νεαρά αρνάκια, έπιασε ένα θηλυκό φουρόγατο. Ο φουρόγατος μεταφέρθηκε στα Χανιά και σε συνεργασία με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης υποβλήθηκε σε διάφορες εξετάσεις και αφέθηκε πάλι στη φύση.
Το σώμα του φουρόγατου είναι μεγαλύτερο από τις κοινές γάτες, και στα αρσενικά φτάνει σε μήκος τα 50cm και η ουρά τα 30cm. Η ουρά είναι στενότερη στη βάση και πιο φουντωτή στην άκρη.
Επίσης, το χρώμα του τριχώματος είναι ανοιχτό καφέ με σκούρες κηλίδες και ραβδώσεις. Στη ουρά υπάρχουν μαύροι δακτύλιοι, ενώ το άκρο είναι πάντα μαύρο. Τρέφεται με λαγούς, πουλιά, έντομα και τρωκτικά, ενώ ζει σε βραχώδεις περιοχές και απομονωμένα δάση σε υψόμετρο 900-1200m. Τέλος γεννάει 4-7 μικρά, 1-2 φορές το χρόνο.
Ζει στους πρόποδες των Λευκών Ορέων, στο δάσος του Ρούβα και στο φαράγγι της Σαμαριάς, επίσης ζουν αρκετοί στη Δίκτη, κυρίως στα νοτιοδυτικά, όπου προκαλούν προβλήματα στα μικρά αιγοπρόβατα.
Πιστεύεται ότι οι πρώτοι άποικοι της Κρήτης μετέφεραν εξημερωμένες γάτες στο νησί, πιθανότατα από την Αφρική, οι οποίες ανήκαν στο πιο μικρόσωμο υποείδος του Felis silvestris libyca.
Οι γάτες αυτές πέρασαν στη φύση και εξελίχτηκαν στο άγριο υποείδος του cretensis. Εναλλακτικά, η γάτα προϋπήρχε στην Κρήτη πριν από τον χωρισμό της από την ηπειρωτική χώρα.
Πηγή: ekriti.gr