Η Μαρία Τζομπανάκη για το φονικό στα Ανώγεια -Τα όπλα δεν είναι ο πολιτισμός της Κρήτης και πρέπει να σιγήσουν
Η είδηση του διπλού φονικού στα Ανώγεια, βρήκε στη Νέα Υόρκη την Μαρία Τζομπανάκη που συγκλονίστηκε όχι μόνο από το χαμό του στενού της φίλου Λευτέρη Καλομοίρη κι ενός ακόμα νέου ανθρώπου αλλά κι από το γεγονός ότι μέχρι σήμερα οι συμπατριώτες της εξακολουθούν να λύνουν τις διαφορές τους με τα όπλα.
Η Μαρία Τζομπανάκη για το φονικό στα Ανώγεια -Τα όπλα δεν είναι ο πολιτισμός της Κρήτης και πρέπει να σιγήσουν
«Νόμιζα ότι αυτός ο άνθρωπος θα ζούσε για πάντα» λέει για τον αδικοχαμένο Κρητικό και ζητάει να σταματήσει η χρήση όπλων στην Κρήτη.
Από το Λευτέρη, όπως λέει, κρατάει τα γλέντια τους, τον Κρητικό λεβέντικο χορό του και τις μαντινάδες του. «Είκοσι χρόνια φίλος αγαπητός ο Λευτέρης Καλομοίρης .Ένας ιδιαίτερος άνθρωπος, έντιμος, αυθεντικός, με μεγάλες ευαισθησίες που τις εξέφραζε με τις μαντινάδες του και τον χορό του.
Ταλέντο μεγάλο και στα δυο. Αγαπούσε βαθιά, την παράδοση της Κρήτης, την ζωή και την οικογένεια του. Τα παιδιά του τα ξέρω από πιτσιρίκια μια σταλιά, όλα καλά παιδιά, σέβονταν πολύ τους γονείς τους. Με μια μάνα διαμάντι δύναμης και υπομονής. Μια οικογένεια δεμένη που πάλεψε να στηθεί.
Την ευρύτερη οικογένεια των Ξυλούρηδων την γνωρίζω, με κάποιους Ξυλούρηδες έχω και φιλία. Το παλικάρι που χάθηκε δεν το γνώριζα προσωπικά, όμως γενικά εκτιμώ επίσης τους Ξυλούρηδες.
Δεν θα πιστέψω ποτέ, πως δυο νέοι άντρες, ο ένας μάλιστα πατέρας μικρών παιδιών, σηκώθηκαν ένα πρωί και αποφάσισαν να μακελέψουν τη ζωή τους».
Να μπει τέλος στην αιματοβαμμένη παράδοση της εκδίκησης
Με την ιδιότητα της Πρέσβειρας Πολιτισμού της Κρήτης, στέλνει μέσω του iefimerida μήνυμα στους συμπατριώτες της να μονοιάσουν και να βάλουν τέλος στην αιματοβαμμένη παράδοση της εκδίκησης, του γδικιωμού , όπως λένε στο νησί. «Ξέρω πως μεγαλώνουν τα παιδιά στην Κρήτη και τότε στη γενιά μου αλλά και τώρα. Τα αγόρια στα ορεινά χωριά πιο πολύ, μεγαλώνουν με την προτροπή να είναι «άντρες άφοβοι και δυνατοί» με ο,τι συνεπάγεται αυτό, στο μυαλό ενός μικρού παιδιού.
Η παράδοση στα ορεινά έχει εντονότερη παρουσία.
Με ομορφιά γοητευτική, άλλων αθώων εποχών ανθρωπιά, που μπορείς να ζήσεις και να θαυμάσεις. Αλλά δυστυχώς και να γευτείς την πιο μεγάλη έκπληξη κάποιες φορές. Πικρή και σκληρή μια παραφρασμένη πλευρά της παράδοσης, όταν «ανάβουν» τα αίματα.
Τα αίματα τ’ ανάβουν εκτός από τον έρωτα και τη χαρά, η τσικουδιά, οι κούπες με κρασί «μονορούφι» στα γλέντια και η λανθασμένη εντύπωση, πως η αντρειοσύνη και ο εγωισμός, είναι το ίδιο πράγμα. Ένας εγωισμός, που μπορεί να κρατήσει όσο μια άγρια ματιά, η να φτάσει να γίνει μπαλωθιά στο στήθος του άλλου».
Να μη θρηνήσουν κι άλλους
Η γνωστή ηθοποιός απευθύνει έκκληση να κλείσει ο κύκλος του αίματος , ώστε οι δύο οικογένειες να μη θρηνήσουν άλλα θύματα.
«Κανένας δεν γεννήθηκε φονιάς. Αλλά πιθανότατα κινδυνεύει να γίνει από την ώρα που θα βάλει όπλο κάτω από το προσκεφάλι.
Δεν προστατεύει σε καιρό ειρήνης ένα όπλο. Και δεν αποφασίζει για νικητές ή ηττημένους σ’ έναν καβγά. Ειδικά ανάμεσα σε νέους που βράζει το αίμα κι η ψυχή τους. Καταδικάζει μόνο: Άλλους σε φυλακή κι άλλους σε θάνατο. Είναι θέμα τύχης κάθε φορά ποιος θα είναι ο «φονιάς» και ποιος ο «σκοτωμένος».
Έχοντας όπλο στο σπιτικό σου, δίπλα στα παιδιά σου, παραμάσχαλα στο γλέντι , τότε αναμφίβολα έχεις και την καταδίκη σου, καθημερινή παρέα. Δρόμος χωρίς γυρισμό. Για λόγια θυμωμένα, που ανα πάσα στιγμή μπορεί να ανταλλαχτούν, εύκολα τότε ένα όπλο, αποδίδει «δίκιο»…
Δυο μάνες στα Ανώγεια, μέχρι να κλείσουν τα μάτια τους, θα κλαίνε για τ αγόρια τους. Η μια θα λέει μοιρολόγια κι η άλλη θα το κλαίει σιωπηλά. Και οι δυο θρηνούνε ήδη τις καμένες νιότες. Πώς να παρηγορηθούν» ;
Πώς;Κανένας μας δεν μπορεί να τους ζητήσει : «κλάψε τώρα, κάνε υπομονή και θα περάσει». Μόνο να ψελλίσουμε και να παρακαλέσουμε μπορούμε, αυτές τις μάνες, να σταματήσουν το κακό εδώ. Και οι δυο τους θρηνούνε αδικοχαμένους και δεν θα πρέπει να θρηνήσουν κι άλλους. Γιατί και στους δυο άντρες άξιζε να ζήσουνε.
Και στις δυο χήρες άξιζε να συντροφευτούν για όλη την ζωή τους. Και στα επτά παιδιά που ορφάνεψαν, άξιζε να έχουν τους πατεράδες τους .Και στις δυο αυτές καλές μάνες , άξιζε να ζήσουν χωρίς τη φυλακή του πόνου. Που θα βιώσει αλλιώτικα η κάθε μια».
Κλαίω και γι’ αυτόν το νέο, που τούλαχε ο κλήρος ν’ απομείνει ζωντανός
Τα όπλα, λέει η κυρία Τσομπανάκη, δεν είναι ο πολιτισμός της Κρήτης κι έχει έρθει η ώρα να σιγήσουν.
«Όλοι μας έχουμε ζήσει στιγμές θυμού που χάνουμε την ψυχραιμία μας. Και λέμε λόγια που ποτέ δεν θα θέλαμε να ξεστομίσουμε. Σε όλους έχει συμβεί. Σκεφτείτε να είχαμε όλοι από ένα όπλο στο τσεπάκι του αυτοκινήτου μας, «έτσι…για προστασία». Πόσοι θα γλίτωναν από τον τίτλο του φονιά και πόσους θα τους κλαίγανε γονέοι ή τα παιδιά τους.
Τα Ανώγεια τα αγαπώ , έχει μεγάλη ομορφιά ο τόπος και οι άνθρωποι. Ο Ψηλορείτης και οι Μαδάρες είναι τα καμάρια μας, η φύση, τα χωριά, η φιλοξενία, ο πολιτισμός της παράδοσης μας, δονούν την αγάπη για την πατρώα γη πολύ έντονα. Αλλά δεν είναι τα όπλα η παράδοση μας.
Δεν είναι ο θάνατος πολιτισμός. Βαριά η λύπη μου για τον Λευτέρη. Νόμιζα πως θα ζήσει για πάντα αυτός ο άνθρωπος! Τόσο πολύ αγαπούσε τη ζωή. Βαθιά η λύπη μου και για τον νεαρό Ξυλούρη. Κλαίω και γι’ αυτόν το νέο, που τούλαχε ο κλήρος ν’ απομείνει ζωντανός. Να μην αφήσουμε να ξαναγίνει τέτοιο κακό. Γιατί θα είναι αμέτρητο το κρίμα και το λάθος.
Τότε θα φταίμε όλοι! Και το ξέρουμε» καταλήγει η Μαρία Τζομπανάκη ενώ αποχαιρετά τον φίλο της Λευτέρη Καλομοίρη με μια από τις αγαπημένες του μαντινάδες:
«Νιότη μου και να κάτεχα
πως θα σε ζήσω πάλι,
στο τσίμα-τσίμα του γκρεμού
θά στενα πεντοζάλι».
Πηγή: iefimerida.gr
Τα σχόλια είναι κλειστά.