Σε υποχρεωτικό… διαζύγιο της εκκαθάρισης της φορολογικής δήλωσης προχωρά από φέτος η Ανεξάρτητη Αρχή Δηµοσίων Εσόδων.
Κάθε σύζυγος, ανεξάρτητα αν υποβάλει κοινή φορολογική δήλωση, θα λάβει ξεχωριστό εκκαθαριστικό, χωρίς να γίνεται συµψηφισµός.
Χθες δηµοσιεύτηκε στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως η απόφαση της ΑΑΔΕ για τον τύπο και το περιεχόµενο της φετινής δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος φυσικών προσώπων, από την οποία προκύπτει η παραπάνω σηµαντική αλλαγή για όλα τα έγγαµα ζευγάρια αλλά και όσους ζουν µε σύµφωνο συµβίωσης.
Ακόµη και αν υποβάλλουν κοινή φορολογική δήλωση, δηλαδή δεν κάνουν χρήση του δικαιώµατός τους να υποβάλουν ξεχωριστή φορολογική δήλωση, θα λαµβάνει ο καθένας ξεχωριστά το δικό του εκκαθαριστικό, χωρίς να γίνονται µεταξύ τους συµψηφισµοί του αποτελέσµατος της εκκαθάρισης.
Η υποβολή προαιρετικά χωριστών φορολογικών δηλώσεων, ισχύει για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2018 και των επομένων ετών.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο της ΑΑΔΕ:
Στην περίπτωση υποβολής κοινής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, θεωρείται εξαρτώμενο μέλος ο(η) σύζυγος, εφόσον δεν έχει ίδια φορολογητέα εισοδήματα.
Κατά το έτος υποβολής χωριστής δήλωσης των συζύγων, το εισόδημα των ανήλικων τέκνων, προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα που έχει το μεγαλύτερο συνολικό εισόδημα και φορολογείται στο όνομά του.
Αν οι γονείς έχουν ίσο ποσό συνολικού εισοδήματος, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στο εισόδημα του πατέρα και φορολογείται στο όνομά του. Σε περίπτωση που ένας εκ των γονέων έχει τη γονική μέριμνα, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα αυτού. Η ρύθμιση αυτή ισχύει και για τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.
Σε περίπτωση χωριστών δηλώσεων συζύγων το ποσό της ελάχιστης αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 3.000 ευρώ για κάθε σύζυγο.
Σε περίπτωση χωριστών δηλώσεων συζύγων, για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς που προκύπτει, λαμβάνονται υπόψη τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά της παραγράφου αυτής, όπως αυτά δηλώνονται από τον κάθε σύζυγο χωριστά. Οι αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες με πλαστικό χρήμα καθώς και οι δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που αφορούν τον κάθε σύζυγο βαρύνουν αυτόν ατομικά.
Κοινή δήλωση δύνανται να υποβάλλουν και τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Στην περίπτωση αυτή έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους έγγαμους που υποβάλλουν κοινή δήλωση. Υπόχρεος της υποβολής φορολογικής δήλωσης είναι το μέρος του συμφώνου συμβίωσης, το οποίο δηλώνεται ως υπόχρεος και για τα εισοδήματα του άλλου μέρους.
Στις κοινές δηλώσεις οι τυχόν ζημίες του εισοδήματος του ενός συζύγου ή μέρους συμφώνου συμβίωσης, δεν συμψηφίζονται με τα εισοδήματα του άλλου συζύγου ή του άλλου μέρους συμφώνου συμβίωσης.
Επίσης, οι σύζυγοι ή τα μέρη συμφώνου συμβίωσης, υποβάλλουν χωριστή φορολογική δήλωση, ο καθένας για τα εισοδήματά του, εφόσον:
Έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση ή έχει λυθεί το σύμφωνο συμβίωσης κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το βάρος της απόδειξης για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης ή τη λύση του συμφώνου συμβίωσης φέρει ο φορολογούμενος.
Ο ένας από τους δύο συζύγους ή ένα από τα δύο μέρη συμφώνου συμβίωσης είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση.