Πραγματοποιήθηκε χθες Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021, τακτική συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης, μέσω τηλεδιάσκεψης, λόγω των ισχυόντων εκτάκτων μέτρων πρόληψης της διασποράς του COVID-19.
Το κυριότερο θέμα της ημερήσιας διάταξης ήταν ο αντίκτυπος της πανδημίας, τα νέα δεδομένα και οι προοπτικές της Ρεθεμνιώτικης επιχειρηματικότητας στη μετά COVID-19 εποχή.
Μετά από σχετική εισήγηση και ύστερα από διαλογική συζήτηση, το Διοικητικό Συμβούλιο του Επιμελητηρίου, ομόφωνα προτείνει στην Πολιτεία, τη Ρεθεμνιώτικη επιχειρηματικότητα και γενικότερα τη Ρεθεμνιώτικη κοινωνία τα εξής:
Ι. Ο αντίκτυπος της πανδημίας στην τοπική επιχειρηματικότητα – τα μέχρι στιγμής δεδομένα
Η ελληνική επιχειρηματικότητα αντιμετωπίζει από τον Φεβρουάριο του 2020 μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην ιστορία της. Η Κρητική Επιχειρηματικότητα ειδικότερα, βασιζόμενη στις τελευταίες καλές τουριστικές της επιδόσεις, έδειχνε ενθαρρυντικά σημάδια επανόδου σε μία περίοδο κανονικότητας και οικονομικής ανάκαμψης από το προηγούμενο διάστημα ύφεσης.
Ακριβώς την περίοδο όπου, ήταν κοινή η αίσθηση ότι εξέρχεται οριστικά από την περίοδο της χρηματοοικονομικής κρίσης, δέχθηκε το κτύπημα της υγειονομικής κρίσης που αντέστρεψε ξανά την πορεία ανάκαμψης της. Η πανδημία του Covid19 συνεπακόλουθα, άλλαξε δραματικά τα όποια γνωστά δεδομένα έχοντας σημαντικές επιπτώσεις στο σύστημα υγείας, την κοινωνική συνοχή και το σύνολο της οικονομίας.
Παρά το μέγεθος των επιπτώσεων και το απρόσμενο της υγειονομικής κρίσης, η Ελληνική πολιτεία και κοινωνία επέδειξαν τα κατάλληλα αντανακλαστικά στη διαχείριση της, ειδικά στο κομμάτι της ψηφιοποίησης μεγάλου μέρους των συναλλαγών. Ένα σημαντικό μέρος των ελληνικών επιχειρήσεων, παρά το ψηφιακό έλλειμμα που γενικά τις χαρακτήριζε, επέδειξε ισχυρές ικανότητες προσαρμογής στις ανάγκες της πανδημίας υιοθετώντας την πρακτική της τηλεργασίας και άλλες ψηφιακές λύσεις για να συνεχίσει τη λειτουργία του, όπως το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφονται από το υπουργείο Οικονομικών για το μήνα Οκτώβριο του 2020, σημειώθηκε αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών κατά € 3 δισ. σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 19. Παράλληλα, επιταχύνθηκε η ψηφιοποίηση κρίσιμων λειτουργιών της δημόσιας διοίκησης, ωθώντας τον εκσυγχρονισμό του Κράτους και δημιουργώντας ένα κρίσιμο υπόβαθρο για την επόμενη μέρα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η πανδημία έχει ήδη επιφέρει στη χώρα μας σοβαρές οικονομικές πληγές και σημαντικές προκλήσεις. Κυριότερες από αυτές είναι η υπερχρέωση των επιχειρήσεων, η άνοδος της ανεργίας, καθώς και πιθανά μη αναστρέψιμα προβλήματα και στρεβλώσεις σε ορισμένους σημαντικούς κλάδους της οικονομίας που στην καλύτερη των περιπτώσεων θα διαρκέσουν χρόνια και θα αλλάξουν άρδην το τοπίο, σε τομείς όπως στις αερομεταφορές, την εστίαση, τις τράπεζες, τα ξενοδοχεία, τα εμπορικά ακίνητα και γραφεία, τη διασκέδαση, τα διαρκή και πολυτελή αγαθά, τα ταξίδια, την εφοδιαστική αλυσίδα, την εκπαίδευση και την αγορά εργασίας.
Επιπρόσθετα, το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων μας τις εγκλωβίζει σε ένα καθεστώς εσωστρέφειας, ενώ περιορίζει σημαντικά την ικανότητά τους να αντλούν ρευστότητα, να επενδύουν και να καινοτομούν, σαφέστατα χωρίς αυτές να είναι οι κύρια υπεύθυνες για τις σχετικές στρεβλώσεις. Τα εγγενή αυτά χαρακτηριστικά όμως, που διαχρονικά αποτελούσαν εμπόδιο προς την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, επέτειναν το πρόβλημα, από το μη αναμενόμενο και συντριπτικό πλήγμα που δέχθηκε η οικονομία λόγω της πανδημίας.
Ειδικότερα στα καθ’ ημάς, η μεγάλη εξάρτηση της κρητικής και της Ρεθυμνιώτικης οικονομίας από τον τουρισμό και την εστίαση καθιστά το παραγωγικό μας μοντέλο ιδιαίτερα ευάλωτο στην πανδημία, η οποία επηρέασε άμεσα και δραστικά αυτούς τους τομείς.
Παράλληλα, σημαντική διαρθρωτική αδυναμία συνιστά, σε εθνικό πλέον επίπεδο, η υψηλή συμμετοχή της κατανάλωσης ως ποσοστό του ΑΕΠ (συνεπώς και του τομέα των υπηρεσιών που είναι αναπτυγμένος στο Ρέθυμνο), που υπερβαίνει διαχρονικά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κατά τουλάχιστον 20 ποσοστιαίες μονάδες. Δυστυχώς οι τρεις τομείς που κατ’ εξοχήν επλήγησαν τόσο από τη μειωμένη ζήτηση, επακόλουθο της καταστροφικής τουριστικής σεζόν του 2020, όσο και από τις επιπτώσεις των περιοριστικών μέτρων (Lock down, click away κλπ), ήταν οι πλέον δυναμικοί και ταυτόχρονα πολυάριθμοι ως προς των αριθμό των επιχειρήσεων και το μέγεθος της συνεισφοράς τους στην τοπική απασχόληση: η Ξενοδοχεία, και εδώ περιλαμβάνονται όλες οι μορφές της (ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, δωμάτια κ.α.) όπως και όλο το πλέγμα σχετικών υπηρεσιών (π.χ. τουριστικά γραφεία, μεταφορές, εκδρομές), και βέβαια η Εστίαση και το Εμπόριο.
Είναι δεδομένη η μείωση των τουριστικών εσόδων των επιχειρήσεων του Ρεθύμνου σε επίπεδα κατά τουλάχιστον 75% σε σχέση με αυτά του 2019, όπως και η δραματική αύξηση της ανεργίας σε επίπεδο Περ. Ενότητας. Ειδικά για την εστίαση, η οποία υπενθυμίζουμε ότι αποτελεί ένα κατ’ εξοχήν κλάδο εντάσεως εργασίας με χιλιάδες απασχολούμενους στο Ρέθυμνο, η κατάσταση ως προς τις προοπτικές επιβίωσης του είναι πράγματι δραματική, και δυστυχώς σε κάποιο βαθμό ίσως μη αναστρέψιμη.
Δεν είναι στις προθέσεις αυτής της εισήγησης μία αξιολόγηση των επιπτώσεων των κυβερνητικών υποστηρικτικών μέτρων. Συνεπώς, θα περιοριστούμε στην διαπίστωση ότι, παρά το ότι είναι γενναία ως προς τις δημοσιονομικές δυνατότητες της Πολιτείας, και γενικά ότι κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, δυστυχώς αρκετές φορές είναι άδικα λόγω του οριζόντιου χαρακτήρα τους.
Λόγω και αυτού του χαρακτήρα μένουν εκτός βοήθειας αρκετοί κλάδοι και επιχειρήσεις οι οποίες χάνουν ευνοικές ρυθμίσεις (δόσεις οφειλών, πάγωμα επιταγών κλπ) ή δεν επωφελούνται καθόλου από τις σχετικές επιχορηγήσεις (Μη επιστρεπτέα προκαταβολή, προγράμματα εγγυοδοσίας κ.α.). Εν κατακλείδι, κρίνονται σε κάποιο βαθμό ανεπαρκή αναφορικά με το μέγεθος του προβλήματος, όσο οι πάγιες και συνεχιζόμενες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων απλώς αναβάλλονται και μετατίθενται στο μέλλον.
Για την πλειονότητα των επιχειρήσεων του Ρεθύμνου πλέον, το κρίσιμο διακύβευμα το οποίο θα αποβεί καθοριστικό για την συνέχεια, αποτελεί η περίοδος του Πάσχα και η τουριστική σεζόν που έπεται.
Θεωρούμε ότι μεγάλος αριθμός αυτών δεν θα αντέξει ένα δεύτερο χαμένο Πάσχα και μια αντίστοιχη με την περυσινή ζημιογόνα τουριστική σεζόν. Συνεπώς ο άμεσος στόχος της κυβέρνησης θεωρούμε ότι θα πρέπει να είναι το κατά το δυνατόν ασφαλές άνοιγμα της αγοράς, ώστε να λειτουργήσει το εμπόριο τον Απρίλιο.
Επίσης χρειάζεται να υπάρχει μεγαλύτερη εξειδίκευση στα μέτρα στήριξης, με στόχευση προς τους περισσότερο πληττόμενους κλάδους όπως η εστίαση το εμπόριο, ειδικά για το μεταβατικό διάστημα έως την λειτουργία τους σε καθεστώς πλήρης δυναμικότητας. Ειδικότερα ως προς αυτό, θεωρούμε ότι θα πρέπει αφενός να προχωρήσει άμεσα η υλοποίηση του πολύ σημαντικού προγράμματος για τα open malls του Ρεθύμνου και του Περάματος εκ μέρους των αρμόδιων Δήμων και αφετέρου να εξεταστεί η πρόταση του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης για αναβάθμιση ή/και επέκταση του, με έμφαση στη χρηματοδότηση υγειονομικών, κοινόχρηστων υποδομών στις εμπορικές ζώνες που καλύπτουν. Είναι επίσης σημαντική η άμεση υλοποίηση παρεμβάσεων υποστήριξης και συμβουλευτικής την οποία οι άνθρωποι – επιχειρηματίες, χρειάζονται όσον αφορά τους ίδιους και τις επιχειρήσεις τους πέραν και εξίσου των οικονομικών μέτρων στήριξης.
Η ψυχολογική στήριξη απαιτείται γενικώς σε συνθήκες κρίσεων τέτοιου μεγέθους, ούτως ώστε να δοθεί, σε αυτούς που τη χρειάζονται, επιστημονική βοήθεια στο να εξέλθουν από την πίεση που προκαλείται από την ανασφάλεια, τον εγκλεισμό και την εσωστρέφεια.
ΙΙ. Σκιαγράφιση των πιθανών προοπτικών του οικονομικού μοντέλου και της επιχειρηματικότητας του Ρεθύμνου
Θεωρείται κοινά αποδεκτό ότι, το αναπτυξιακό πρότυπο του Ρεθύμνου δεν είναι δυνατόν, ούτε όμως και θεμιτό να αλλάξει δραματικά εξ αιτίας της συνεχιζόμενης υγειονομικής κρίσης. Κι αυτό διότι έχει βασιστεί σε συγκεκριμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα, τα οποία και τα την γνώμη μας θα πρέπει βασικά να αναδειχθούν, να εξειδικευθούν και να ενισχυθούν στοχευμένα κάνοντας ορθή χρήση τόσο των κεφαλαιακών πόρων από το Ταμείο Ανάπτυξης, των εθνικων (ΠΔΕ) και ιδιωτικών κεφαλαίων, όσο και αυτών του νέου ΕΣΠΑ, τα οποία θα πρέπει να κατευθυνθούν σε επενδύσεις με μεγάλο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και που θα λειτουργήσουν ως επιταχυντές της ανάπτυξης.
Η ορθολογική χρήση των διαθέσιμων αυτών κεφαλαίων είναι καθοριστικής σημασίας για το μέλλον του Ελληνικού και Ρεθυμνιώτικου επιχειρείν, διότι θα πραγματοποιηθούν μετά από μία μακρά περίοδο ιδιαίτερα χαμηλών επενδύσεων σε υποδομές και πάγια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η εθνική μας οικονομία, την τελευταία δεκαετία έχει υποστεί σημαντική υστέρηση επενδύσεων, με τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου να μειώνεται από 22%* του ΑΕΠ το 2008 σε μόλις 10%* το 2019, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος κινείται διαχρονικά στο 20%* του ΑΕΠ.
Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα από την άλλη, που αποτελούν ταυτόχρονα και τους πυλώνες της τοπικής οικονομίας, είναι προφανή και γνωστά: Η δυναμική που έχει αποκτήσει την τελευταία 40ετία ο τουρισμός, το περιβάλλον, ο αγροδιατροφικός τομέας, το πολιτιστικό απόθεμα, μαζί με το επιστημονικό ανθρώπινο δυναμικό, αλλά και η γεωγραφική θέση του Ρεθύμνου και της Κρήτης γενικότερα, το παγκόσμιο γεωοικονομικό σύστημα.
Για όλα τα παραπάνω το Επιμελητήριο Ρεθύμνης, από κοινού με τα λοιπά Επιμελητήρια του νησιού αλλά και την Περιφέρεια Κρήτης, έχει υποστηρίξει μέσω δράσεων και αιτημάτων την προστασία, την αναβάθμιση και την εξωστρέφεια αλλά και την τελική ανάδειξη τους σε άξονες ανάπτυξης. Εάν επιχειρηθεί μία προτεραιοποίηση και ιεράρχηση τους, θεωρούμε ότι αυτή θα πρέπει να επιχειρηθεί με γνώμονα την ενίσχυση των κλάδων εκείνων που επιδεικνύουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στις κυκλικές μεταβολές της οικονομίας αλλά και σε απρόβλεπτες κρίσεις, όπως αυτήν την οποία βιώνουμε.
Αντιστοίχως, στην μετά covid 19 εποχή οι τομείς οικονομικής δραστηριότητας στους οποίους θα πρέπει να εστιάσει το μίγμα, τόσο των υποστηρικτικών πρωτοβουλιών από το κράτος, όσο και των επενδυτικών δράσεων από τους ιδιώτες και τις σχετικές κεφαλαιουχικές πηγές, θα πρέπει να αφορούν πρώτιστα τα εξής:
• Τουρισμός: τουρισμός ενδοχώρας, τουρισμός υγείας, διοργάνωση παγκόσμιας εμβέλειας εκδηλώσεων action sports, ποδηλατικός τουρισμός (το Ρέθυμνο, μόλις πρόσφατα ανακηρύχτηκε σαν Bike Friendly city, της Ευρώπης), θαλάσσιος και καταδυτικός τουρισμός, real estate, υπηρεσίες εγκατάστασης senior citizens σε μόνιμες κατοικίες.
• Περιβάλλον – κλιματολογικές συνθήκες: πράσινη ενέργεια, διαχείριση αποβλήτων, υπηρεσίες προπονητικού τουρισμού και υπηρεσιών υγείας – αποκατάστασης
• Αγροδιατροφικός τομέας: δημιουργία τοπικών αλυσίδων αξίας, αγροτοδιατροφικά συμπλέγματα με το εμπόριο και τον τουρισμό, καθιέρωση γεωγραφικών ζωνών παραγωγής αποκλειστικά βιολογικών προϊόντων
• Πολιτιστικό απόθεμα: θρησκευτικός τουρισμός, πολιτιστικός και γαστρονομικός – οινικός τουρισμός, διοργάνωση συνεδρίων των ανθρωπιστικών επιστημών, ενίσχυση της τριτοβάθμιας ιδιωτικής παιδείας, και της παραγωγής ψηφιακών προϊόντων στον πολιτισμό. Σημαντικές κρίνονται και οι τοπικές δράσεις πολιτισμού οι οποίες αναδεικνύουν τα ιδιαιτέρα χαρακτηριστικά των περιοχών προσδίνοντας διακριτή ως προς το σύνολο των περιοχών ταυτότητα.
• Γεωγραφική θέση – υποδομές: κέντρα logistics, κόμβος συνδυασμένων μεταφορών και αποθήκευσης, yachting facilities (με ενταγμένες σε δίκτυα μαρίνες). Ειδικά για το ΒΙΟΠΑ Ρεθύμνου, θεωρούμε ότι απαιτείται σημαντική λειτουργική και τεχνολογική αναβάθμιση του και πιθανά η επέκταση του με έμφαση στην επιτάχυνση των διαδικασιών για την εγκατάσταση των επιχειρήσεων.
Όλα τα παραπάνω μπορούν και πρέπει να ενισχυθούν για να αποτελέσουν τους νέους κλάδους αιχμής και προσέλκυσης επενδύσεων στο Ρέθυμνο παράλληλα με την αναβάθμιση των παραδοσιακών αναπτυξιακών κλάδων, όπως ο εποχικός τουρισμός και η μεταποίηση της πρωτογενούς παραγωγής (ελαιόλαδο και θερμοκηπιακά κηπευτικά). Ειδικά δε για τον τουρισμό, το Επιμελητήριο Ρεθύμνης έχει επανειλημμένα τόσο προτείνει όσο και διεκδικήσει, μία στροφή στην συνολική λειτουργία του τοπικού τουρισμού με έμφαση στην ποιότητα.
Επιγραμματικά, ως βασική στόχευση θεωρούμε ότι πρέπει να είναι η δημιουργία μίας ενιαίας τουριστικής ταυτότητας του Ρεθύμνου, με έμφαση στην ταυτότητα της ενδοχώρας. Σημαντικό στόχο επίσης αναμένεται να διαδραματίσει στην μετά covid εποχή και η ανάπτυξη του «πράσινου» τουρισμού, με προστασία και προσεκτική διαχείριση του περιβάλλοντος, καθώς και παροχή πιστοποιημένων φιλοπεριβαλλοντικών υπηρεσιών και προϊόντων, όπως και του πολιτιστικού, θρησκευτικού και γαστρονομικού τουρισμού.
Σχετικά προτείνεται η υποστήριξη της ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής, βασισμένης σε προϊόντα τα οποία ευνοούνται από το κλίμα μας, η ορεινή και βιολογική κτηνοτροφία, ήπια και, σε κατάλληλες θέσεις, η μεταποίηση deli αγροτικών προϊόντων και ανάπτυξη εναλλακτικού και ορεινού τουρισμού.
Σημαντικότερο ζητούμενο στο αμέσως προσεχές διάστημα, θα είναι η εμπέδωση ενός αισθήματος υγειονομικής ασφάλειας, σε κατοίκους και επισκέπτες με κάθε κόστος. Επ’ αυτού είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ αναγκαίες οι παρεμβάσεις που απαιτούνται για την ενίσχυση του ΕΣΥ, τον εκσυγχρονισμό των δημοσίων υποδομών υγιεινής όπως προαναφέραμε (σε πλατείες, παραλίες, αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία) αλλά και για την ενίσχυση των επιχειρήσεων μας, ειδικά των τουριστικών, ώστε να επιταχυνθεί η προσαρμογή τους στις απαιτήσεις που προέκυψαν από την πανδημία του COVID-19 (αναβάθμιση των σχετικών παροχών όλων των επιχειρήσεων σε υπηρεσίες υγειονομικού χαρακτήρα, επικαιροποιημένες χωροθετήσεις και πρόσθετοι χώροι υγιεινής και γενικά υγειονομική θωράκιση των τοπικών αγορών).
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να δοθεί μεγάλη έμφαση στην ενημέρωση των πολιτών , για την αναγκαιότητα της αυστηρής τήρησης των μέτρων έως ότου επιτευχθεί η τεχνητή και φυσική ανοσία του πληθυσμού και να περιοριστεί η τιμωριτική λογική μέσω προστίμων των όποιων μικροπαραβάσεων, ώστε να να νιώσει ο πολίτης το κράτος σύμμαχο και όχι εχθρό του, και τον εαυτό του μέρος της λύσης κι όχι του προβλήματος.
Κλείνοντας την συνοπτική επισκόπηση της παρούσας χρονικής συγκυρίας, θεωρείται ότι παρά την κόπωση, την έντονη μεταβλητότητα των σχετιζόμενων υγειονομικών και οικονομικών δεδομένων και την συνεπαγόμενη αβεβαιότητα, αυτή η συγκυρία θα μπορούσε και πρέπει να αποτελέσει ευκαιρία πραγματικής, ανασυγκρότησης του τοπικού οικονομικού μοντέλου του Ρεθύμνου και της Κρήτης.
Προϋπόθεση για την ουσιαστική στήριξη της τοπικής επιχειρηματικότητας και απασχόλησης αποτελεί η συντονισμένη διεκδίκηση επαρκών πόρων προερχόμενων από τις χρηματοδοτικές πηγές που αναφέρθηκαν παραπάνω. Η στόχευση θα πρέπει να παραμείνει στην εκπόνηση και υλοποίηση ενός συνεκτικού και συνεπούς με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των περιοχών μας σχεδίου, το οποίο έχει ήδη προταθεί από τους σχετιζόμενους φορείς της Περιφέρειας Κρήτης, σχεδίου ικανού να καταστήσει την περιφερειακή μας οικονομία λιγότερο ευάλωτη στην επόμενη μελλοντική κρίση.