Εκκληση προς τις ευπαθείς ομάδες πληθυσμού και το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό να μην ξεχάσουν το ετήσιο «ραντεβού» τους για εμβολιασμό απευθύνουν το υπουργείο Υγείας και οι λοιποί αρμόδιοι φορείς, καθώς και οι ειδικοί γιατροί, ενόψει της έναρξης της περιόδου εποχικής έξαρσης της γρίπης, από την οποία κάθε χρόνο εκτιμάται ότι νοσεί το 10%-15% του πληθυσμού.
Η δραστηριότητα της γρίπης αναμένεται να ξεκινήσει όπως κάθε χρόνο στη χώρα μας περί τα μέσα Δεκεμβρίου, και οι ειδικοί επιστήμονες τονίζουν ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να προστατευθεί κανείς από τη νόσο είναι ο έγκαιρος εμβολιασμός, ο οποίος ιδανικά πρέπει να γίνεται κατά τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο.
Σύμφωνα με τα όσα είπε στην «Κ» ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου Απόστολος Βαλτάς, από την ενημέρωση που έχουν οι φαρμακοποιοί, το φετινό αντιγριπικό εμβόλιο θα φτάσει στα ράφια των φαρμακείων το αργότερο στις αρχές της μεθεπόμενης εβδομάδας, ενώ οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι η ποσότητα εμβολίων που θα προμηθευθεί φέτος η χώρα μας θα είναι κατά 20% αυξημένη σε σχέση με πέρυσι. Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι είχαν παραγγελθεί 2.226.000 δόσεις αντιγριπικών εμβολίων, οι οποίες εξαντλήθηκαν, με αποτέλεσμα το υπουργείο Υγείας να διασφαλίσει επιπλέον 50.000 δόσεις για όσους δεν είχαν καταφέρει να εμβολιαστούν εγκαίρως και έψαχναν το εμβόλιο.
Περίοδος προετοιμασίας
«Εχουμε ήδη εισέλθει σε περίοδο προετοιμασίας για την εποχική γρίπη», επισημαίνει στην «Κ» ο καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ και επιστημονικός συνεργάτης του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) Σωτήρης Τσιόδρας. «Στην Ελλάδα, ο εμβολιασμός συστήνεται τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο. Αυτό που λέμε εμείς είναι ότι το ιδανικό είναι έως το τέλος Νοεμβρίου να έχουν εμβολιαστεί τα άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου για σοβαρή νόσηση». Πρόκειται κυρίως για άτομα άνω των 60 ετών, παιδιά και ενηλίκους με χρόνια νοσήματα, εγκύους, παχύσαρκα άτομα και ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. «Επιπροσθέτως θα πρέπει να εμβολιάζονται έναντι της γρίπης και όσοι έρχονται σε στενή επαφή με αυτά τα άτομα, δηλαδή φροντιστές, στενή οικογένεια κ.ά., καθώς αυτοί θα δημιουργήσουν ένα επιπλέον δίχτυ προστασίας για τους δικούς τους ανθρώπους».Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο στόχος είναι το 75% των ατόμων που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες πληθυσμού να εμβολιάζεται έναντι της γρίπης. Τον στόχο αυτό δεν επιτυγχάνει καμία χώρα της Ευρώπης. Στην Ελλάδα, αν και δεν υπάρχουν ακριβή δεδομένα, εκτιμάται ότι μόλις το 40% των ατόμων στα οποία συστήνεται εμβολιασμός «υπακούει» στις συστάσεις των ειδικών. Και αυτό όταν μόνο πέρυσι –μία από τις πιο «έντονες» αναφορικά με τη δραστηριότητα της γρίπης περιόδους της τελευταίας δεκαετίας– 374 ασθενείς χρειάστηκε να νοσηλευτούν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας λόγω πολύ σοβαρής νόσησης και επιπλοκών της γρίπης. Στην πλειονότητά τους δεν είχαν κάνει το εμβόλιο, παρά το γεγονός ότι ανήκαν σε ομάδες στις οποίες συστήνεται ο εμβολιασμός.
Στο νότιο ημισφαίριο
Για το τι να περιμένουμε φέτος σχετικά με τη δραστηριότητα της γρίπης ο κ. Τσιόδρας σημειώνει ότι «θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για όλα τα ενδεχόμενα». Οπως τονίζει, τα δεδομένα από την κυκλοφορία του ιού της γρίπης στο νότιο ημισφαίριο δείχνουν ότι εκεί η φετινή περίοδος εποχικής έξαρσης της γρίπης ήταν μέτρια προς σοβαρή. Σε ποσοστό 60% επικράτησε η γρίπη τύπου Α έναντι της γρίπης Β (40%) και από τα περιστατικά αυτά σχεδόν το 60% ήταν γρίπη τύπου Α (Η3Ν2), η οποία συνήθως προκαλεί σοβαρή νόσηση σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. «Ωστόσο θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ένας παγκόσμιος εχθρός όπως είναι η γρίπη, η οποία κάθε χρόνο δείχνει τα δόντια της, είναι απρόβλεπτος», καταλήγει.
Κάλεσμα προς τους πολίτες που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες πληθυσμού να σπεύσουν να εμβολιαστούν έναντι της γρίπης έχει απευθύνει και ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας, ο οποίος έχει δημοσίως δεσμευθεί ότι θα συνεργαστεί με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για την εμπέδωση της εμβολιαστικής συνείδησης. Καμπάνια ενημέρωσης για τον εμβολιασμό, η οποία αναμένεται να ξεκινήσει εντός του Οκτωβρίου, σχεδιάζει ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος, ενώ επιστολή με συστάσεις στους γιατρούς-μέλη του να σπεύσουν να εμβολιαστούν απέστειλε και ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών. Εκτιμάται ότι κάθε χρόνο το 20% του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού νοσεί από γρίπη. Παρά το γεγονός ότι το αντιγριπικό εμβόλιο συστήνεται σε γιατρούς και λοιπό προσωπικό των μονάδων υγείας, μόλις ένα στα τέσσερα άτομα που ανήκουν στο προσωπικό των νοσοκομείων εμβολιάζεται έναντι της νόσου στη χώρα μας.
Ο ιός του Δυτικού Νείλου συμπληρώνει 10 χρόνια «παρουσίας»
«Ο ιός του Δυτικού Νείλου είναι εδώ. Είναι εδώ για να μείνει και εκτιμάται ότι θα αποτελεί μία ενδημική κατάσταση για τα επόμενα 20 χρόνια τουλάχιστον τόσο στη χώρα μας όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, στην οποία θα επεκταθεί σταδιακά». Αυτό σημειώνει στην «Κ» ο καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ Σωτήρης Τσιόδρας, και προσθέτει, «αυτό σημαίνει ότι όσο καλύτερα λαμβάνουμε τα μέτρα μας σε ατομικό επίπεδο με την τήρηση κανόνων προστασίας από τα κουνούπια και σε επίπεδο εφαρμογής ολοκληρωμένων προγραμμάτων καταπολέμησης των κουνουπιών, τόσο λιγότερα κρούσματα θα έχουμε».Από τις αρχές του φετινού καλοκαιριού έως σήμερα έχουν δηλωθεί στον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας 195 κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου και 25 θάνατοι, εκ των οποίων οι 10 το τελευταίο δεκαπενθήμερο. Μπορεί να έχουμε αφήσει πίσω το καλοκαίρι, ωστόσο συνεχίζεται η καταγραφή νέων κρουσμάτων και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Τσιόδρας, «ας μη βιαστούμε να πούμε ότι τελείωσε η δραστηριότητα του ιού για φέτος, αφού η εμπειρία των τελευταίων ετών έχει δείξει ότι και έως το τέλος Νοεμβρίου θα έχουμε κρούσματα».
Ο ιός του Δυτικού Νείλου συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια «παρουσίας» στην Ελλάδα με μόνη εξαίρεση τα έτη 2015-2016 όταν δεν δηλώθηκε επισήμως κανένα κρούσμα. Τη δεκαετία αυτή η κυκλοφορία του ιού του Δυτικού Νείλου έχει καταγραφεί σε αυτό το διάστημα σε σχεδόν όλες τις περιφέρειες της χώρας. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας το 2010 προκαλώντας επιδημία με 262 περιστατικά λοίμωξης σε ανθρώπους και 35 θανάτους. Η εντατικοποίηση των προγραμμάτων καταπολέμησης κουνουπιών μετά την πρώτη επιδημία μείωσε σταδιακά τον αριθμό των κρουσμάτων που καταγράφονταν επισήμως στον ΕΟΔΥ (τότε ΚΕΕΛΠΝΟ). Η εικόνα σχετικού «εφησυχασμού» διεκόπη πέρυσι το καλοκαίρι, όταν η επιδημία ξεκίνησε σχετικά νωρίς (από τέλη Μαΐου), έπληξε κυρίως το λεκανοπέδιο Αττικής και την Κεντρική Μακεδονία και προκάλεσε συνολικά 316 κρούσματα και πενήντα θανάτους. Σχολιάζοντας τη φετινή δραστηριότητα του ιού ο κ. Τσιόδρας σημειώνει, «φέτος καταγράφηκε μία καλύτερη εικόνα σε ό,τι αφορά τον αριθμό των περιστατικών που δηλώθηκαν στη χώρα μας, σε σχέση με πέρυσι. Ωστόσο είχαμε πολύ περισσότερα κρούσματα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες».
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), περισσότερα από τα μισά περιστατικά λοίμωξης ιού του Δυτικού Νείλου που έχουν καταγραφεί στην Ε.Ε. φέτος, ήταν στην Ελλάδα. Από τα 268 κρούσματα που είχαν καταγραφεί στην Ε.Ε. έως και τις 12 Σεπτεμβρίου, τα 171 ήταν στην Ελλάδα, 33 στη Ρουμανία, 24 στην Ιταλία, 16 στην Κύπρο, 15 Ουγγαρία και πολύ λιγότερα σε Βουλγαρία, Αυστρία, Γαλλία και Σλοβακία. «Αυτό πάντως μπορεί να οφείλεται και στο καλύτερο σύστημα επιτήρησης της νόσου που είναι σε ισχύ στη χώρα μας», διευκρινίζει ο κ. Τσιόδρας και συνεχίζει: «Είναι ενδεικτικό ότι φέτος δηλώθηκαν και περιστατικά όχι τόσο σοβαρής λοίμωξης από τον ιό που, όπως συχνά λέω, έχει πολλά κρυφά κρούσματα». Αλλωστε το 80% των ατόμων που θα μολυνθούν από τον ιό δεν θα εκδηλώσουν κανένα απολύτως σύμπτωμα.
Το 19%-20% θα εμφανίσει συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά ενός κρυώματος, δηλαδή πυρετό, πονοκέφαλο, πόνο στους μυς και στις αρθρώσεις, ενώ μπορεί να εμφανιστούν και συμπτώματα από το γαστρεντερικό και εξανθήματα. Σε ποσοστό μικρότερο του 1% οι ασθενείς θα εμφανίσουν τη σοβαρή μορφή της νόσου. Σε αυτή την περίπτωση τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν πυρετό, πονοκέφαλο, δυσκαμψία αυχένα, λήθαργο, σύγχυση, αποπροσανατολισμό, και νευρολογικά συμπτώματα όπως αστάθεια, τρέμουλο, παραλύσεις κ.ά.ΠΗΓΗ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ