Εκλογές: Η αυτοδυναμία, η πρωτιά, το διψήφιο ποσοστό – «Ηλεκτροφόρες» κόκκινες γραμμές θέτουν οι τρεις πρώτοι

Έξι εβδομάδες πριν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, οι πολιτικοί αρχηγοί ανοίγουν τα «χαρτιά» τους, αναδεικνύοντας ο καθένας από τη δική του σκοπιά την κρισιμότητα της πρώτης κάλπης, η οποία και θα είναι καθοριστική για κάθε μετέπειτα εξέλιξη.

Παράλληλα, θέτουν τις «κόκκινες γραμμές» τους και όσο και αν διατείνονται πως δεν επιθυμούν να οδηγηθεί η χώρα σε δεύτερες, ακόμα και τρίτες κάλπες, είναι προφανές ότι υπάρχουν όρια που δεν θέλουν να υπερβούν, προκειμένου να τις αποφύγουμε.

Η αυτοδυναμία, η πρωτιά και τα ποσοστά
Έτσι, ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης, ξεκαθαρίζει σε κάθε ευκαιρία ότι στόχος του ήταν, είναι και θα είναι η αυτοδυναμία και πως μόνο μετά από μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, που θα διεξαχθεί με το σύστημα της απλής αναλογικής που έφερε η δική του κυβέρνηση, εάν είναι πρώτο το δικό του κόμμα αλλά όχι και αυτοδύναμο, θα επιδιώξει τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.

Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, που δηλώνει υπέρ του σχηματισμού μιας «προοδευτικής» κυβέρνησης συνεργασίας, δεν είναι διατεθειμένος να σχηματίσει την πολυσυζητημένη «κυβέρνηση των ηττημένων».

Με λίγα λόγια, όπως επανέλαβε κατηγορηματικά σε συνέντευξή του στον κυριακάτικο Τύπο, εάν δεν είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα κι αν απέχει μόλις μισή μονάδα από τον νικητή των εκλογών, δεν θα προσπαθήσει να σχηματίσει κυβέρνηση.

Και αυτό, όπως εξήγησε, επειδή «η πρώτη εφαρμογή ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης δεν μπορεί να βρει γόνιμο έδαφος ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησης, αν το κόμμα που θα αποτελεί τον κορμό της νέας διακυβέρνησης δεν είναι ο νικητής των εκλογών».

Με τη σειρά του, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, επίσης μιλώντας στον κυριακάτικο Τύπο, επανέλαβε ως προϋπόθεση συμμετοχής του σε μία κυβέρνηση συνεργασίας το «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας», αλλά και την συγκέντρωση διψήφιου ποσοστού στις εκλογές.

Τι θα κρίνει τις συνεργασίες
Παράλληλα, να υπενθυμίσουμε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που έχει πει στο παρελθόν πως δεν θα αξιοποιήσει την διερευνητική εντολή, σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, στην πρόσφατη συνέντευξή του σε γνωστή Youtuber, είπε πως το Σύνταγμα ορίζει ότι το πρώτο κόμμα παίρνει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.

«Δεν είμαι σε θέση να σου πω ακόμα τώρα τι θα κάνω με αυτή την εντολή, γιατί δεν γνωρίζω ποιο θα είναι το εκλογικό αποτέλεσμα», σημείωσε ωστόσο ο πρωθυπουργός, χωρίς να ανοίγει τα «χαρτιά» του ούτε για το ενδεχόμενο να μην κάνει τίποτα με την διερευνητική και να την παραδώσει στο δεύτερο, ούτε για την πιθανότητα να την αξιοποιήσει εάν, για παράδειγμα, η ΝΔ είναι πρώτη με ένα καλό ποσοστό – τουλάχιστον 34-35% – και το ΠΑΣΟΚ συγκεντρώσει επίσης ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό.

Εν κατακλείδι, ο ένας προτάσσει την αυτοδυναμία, ο δεύτερος την πρωτιά και ο τρίτος το διψήφιο ποσοστό στις κάλπες.

Κανείς, από τη δική του οπτική, δεν είναι παράλογος.

Ειδικά όταν ο Νίκος Ανδρουλάκης, το κόμμα του οποίου, όπως όλα δείχνουν, θα είναι τρίτο στις εκλογές, με την πιθανή δυνατότητα να παίξει ρυθμιστικό ρόλο στον σχηματισμό κυβέρνησης, επιμένει να δηλώνει πως στη θέση του πρωθυπουργού θα πρέπει να είναι ένα πολιτικό πρόσωπο «με πολιτική αυτονομία, αξιοπιστία, επάρκεια και διεθνές κύρος», αλλά όχι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, δηλαδή ο νικητής των εκλογών.

Δεν είναι παράλογο, λοιπόν, να μιλάει, κατ΄αρχήν ο Τσίπρας για έλλειψη ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησης, αν το κόμμα που θα αποτελεί τον κορμό της νέας διακυβέρνησης δεν είναι ο νικητής των εκλογών.

Το ίδιο ισχύει και για τον Μητσοτάκη, όταν – δεδομένης της απέχθειάς του για την απλή αναλογική, την οποία, θυμίζουμε, ούτε το ΠΑΣΟΚ αγάπησε ποτέ – δηλώνει πως θα αποφασίσει τι θα κάνει με την διερευνητική εντολή, όταν θα γνωρίζει το εκλογικό αποτέλεσμα.

Τι θέλει το εκλογικό σώμα
Αυτά, λοιπόν, θέλουν και επιδιώκουν οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί.

Το ζητούμενο είναι τι θέλουν και οι πολίτες, που είναι και αυτοί οι οποίοι θα καθορίσουν το εκλογικό αποτέλεσμα.

Και στις περισσότερες πρόσφατες δημοσκοπήσεις, εμφανίζονται διχασμένοι μεταξύ αυτοδύναμης κυβέρνησης και κυβέρνησης συνεργασίας, παρότι την πρωτιά – έστω και με μικρή διαφορά – συνήθως, την δίνουν στην αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος, δηλαδή της ΝΔ.

Παρ’ όλα αυτά, δεν επιθυμούν απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις και προκρίνουν μία κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό, σε μεγαλύτερα ποσοστά (σ.σ. τώρα τελευταία), την Νέα Δημοκρατία και, δευτερευόντως, τον ΣΥΡΙΖΑ.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, την πρόταση Ανδρουλάκη για πρωθυπουργό άλλο πρόσωπο και όχι τον αρχηγό του πρώτου κόμματος δεν φαίνεται να την υποστηρίζουν ούτε οι ψηφοφόροι του… ΠΑΣΟΚ, όπως δείχνουν τα ευρήματα της τελευταίας δημοσκόπησης της GPO.

Και παρότι κάθε πολιτικός αρχηγός δηλώνει ότι δεν δίνει και τόση σημασία στις δημοσκοπήσεις, με το γνωστό κλισέ «η καλύτερη δημοσκόπηση είναι η κάλπη», είναι βέβαιο ότι λαμβάνουν υπόψη τις μετρήσεις που τα ίδια τα κόμματα παραγγέλνουν – απλά δεν δημοσιοποιούνται – και αναλόγως βέβαια του εκλογικού αποτελέσματος και των ποσοστών που θα συγκεντρώσουν, θα κληθούν είτε να βάλουν «νερό στο κρασί τους» για το καλό του τόπου και να συνεργαστούν με πραγματικούς προγραμματικούς όρους και όχι εκβιαστικά διλήμματα και τελεσίγραφα, είτε θα αναλάβουν την ευθύνη της ταλαιπωρίας, οικονομικής και όχι μόνο, του εκλογικού σώματος και του ίδιου του κράτους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δική τους πορεία και υστεροφημία.https://www.in.gr/author/nroungeri/

Τα σχόλια είναι κλειστά.