Δράση της Χανιώτισσας γλύπτριας Αντωνίας Παπατζανάκη στο μνημείο Πεσόντων Αεροπόρων στη Θεσσαλονίκη.

Αποκατάσταση Μνημείου Πεσόντων Αεροπόρων
Ενημερωτικό Σημείωμα

Προς κάθε ενδιαφερόμενο:

Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας σε ένα σημαντικό θέμα που χρονίζει. Τον Μάιο του 2022, κλάπηκε τμήμα του Μνημείου Πεσόντων Αεροπόρων που είναι εγκατεστημένο, από το 1993, στη Λεωφόρο Μεγάλου Αλεξάνδρου και Καλλιδόπουλου στη Θεσσαλονίκη. Πάνω από ένας χρόνος πέρασε και το έργο δεν έχει αποκατασταθεί ακόμα.

Φιλοτέχνησα το Μνημείο αυτό, αφού έλαβα το Α! Βραβείο στον Πανελλήνιο Καλλιτεχνικό Διαγωνισμό που προκηρύχθηκε με πρωτοβουλία της Ένωσης Απόστρατων Αξιωματικών Αεροπορίας Θεσσαλονίκης.

Το Μνημείο είναι εμπνευσμένο από το γνωστό ποίημα του Ανδρέα Κάλβου, «Ωδή Τετάρτη [XIV], Εις Σάμον / α, β, γ». Πρόκειται για μια εγκατάσταση που αποτελείται από τρία ορειχάλκινα στοιχεία, που παραπέμπουν σε φτερό και σώμα ατράκτου αεροπλάνου, καθώς και μια κάσκα αεροπόρου, τοποθετημένα σε ένα ευρύ χώρο από μαύρο γρανίτη. Το έργο αναπτύσσεται σε δυο επίπεδα το κατακόρυφο και το οριζόντιο καθώς βασίζεται στην ιδέα ότι η πτώση, η πορεία προς το θάνατο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανύψωση, το πέταγμα προς την ελευθερία. Τα στοιχεία που παραπέμπουν σε συντρίμμια αεροσκάφους έχουν δουλευτεί αφαιρετικά ωστόσο έχω χρησιμοποιήσει μορφολογικές παραμέτρους από αεροπλάνα τύπου PZL που σήκωσαν το βάρος των εναέριων μαχών κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Στο κέντρο περίπου της σύνθεσης και στην άκρη του βάθρου βρίσκεται τοποθετημένη μια κάσκα και τα γάντια αεροπόρου που μοιάζει σαν να τα έχει βρει κάποιος και τα έχει ακουμπήσει εκεί. Η κάσκα έχει πολλαπλάσιο μέγεθος από το φυσικό και την απέδωσα ρεαλιστικά για να υπογραμμίσω την ανθρώπινη απουσία, τον πόνο μπροστά στο θάνατο. Επιπλέον, η κάσκα δημιουργεί το σκοτεινότερο χώρο του Μνημείου- έναν μύχιο χώρο, ένα εικονοστάσι στη μνήμη των πεσόντων. Η δε επιλογή της δερμάτινης κάσκας των βαλκανικών πολέμων σηματοδοτεί ιστορικά την δημιουργία της Πολεμικής Αεροπορίας.

Το Μνημείο είναι αφιερωμένο στους αεροπόρους μας που έπεσαν από την ίδρυση της αεροπορίας μέχρι σήμερα εν καιρώ πολέμου αλλά και ειρήνης, με πιο πρόσφατο συμβάν το θανάσιμο τραυματισμό του Σμηναγού Χρήστου Μουλά και του Ανθυποσμηναγού Περικλή Στεφανίδη, που θυσιάστηκαν κατά τη διάρκεια αεροπυρόσβεσης. Ενώ νωρίτερα αυτό το χρόνο πενθήσαμε τις απώλειες του Σμηναγού Ευστάθιου Τσιτλακίδη και του Υποσμηναγού Μάριου-Μιχαήλ Τουρούτσικα, που έχασαν την ζωή τους εν ώρα καθήκοντος κατά τη διάρκεια μιας απαιτητικής εκπαιδευτικής άσκησης. Στο Μνημείο Πεσόντων Αεροπόρων κατατίθενται στέφανα, κάθε χρόνο κατά την διάρκεια των εκδηλώσεων της 28η Οκτωβρίου.

Το έργο αποδείχτηκε διαχρονικό καθώς 20 χρόνια μετά την εγκατάσταση του έργου στην Θεσσαλονίκη βρέθηκε κάσκα αεροπόρου στο όρος Δίκτη, Λασιθίου Κρήτης. Η κάσκα βρέθηκε το 2013, 44 χρόνια μετά από την πτώση δύο βομβαρδιστικών αεροσκαφών που έπεσαν κατά την εκτέλεση εκπαιδευτικής αποστολής τον Ιανουάριο του 1969 και ανήκε σε έναν από τους δυο χειριστές αεροπόρους.

Η κάσκα είναι λοιπόν σημαντικό στοιχείο του έργου εικαστικά, νοηματικά και συμβολικά. Ως εκ τούτου, μόλις πληροφορήθηκα την αφαίρεση της κάσκας απευθύνθηκα στο Δήμο Θεσσαλονίκης. Από πλευράς μου ήδη αφιέρωσα ένα μήνα και συντήρησα στο εργαστήριο μου το γύψινο πρόπλασμα της κάσκας, ώστε να μπορεί να χυτευθεί σε ορείχαλκο. Επιπλέον, κατάρτισα προϋπολογισμό και προσφέρθηκα να επιβλέψω δωρεάν την συντήρηση του έργου.
H αποκατάσταση του έργου δεν έχει ακόμη δρομολογηθεί αν και πέρασε περισσότερο από ένας χρόνος μετά την κλοπή, γιατί ο Δήμος δεν διαθέτει τα κονδύλια* ή δεν θεωρεί προτεραιότητά του την αποκατάσταση του Μνημείου.

Δυστυχώς, έχει διαμορφωθεί ένα καθεστώς ανοχής κλοπών μετάλλων με τραγικές συνέπειες. Η πρώτη πράξη του δράματος των Τεμπών ξεκινά με την φράση «πάλι έχουν κλαπεί καλώδια ηλεκτροκίνησης». Επιπλέον, το έργο μου δεν είναι το μοναδικό που κακοποιήθηκε. Υπάρχει μια έξαρση κλοπών ορειχάλκινων μνημείων και έργων στο δημόσιο χώρο, μια λεηλασία της πολιτιστικής μας ιστορίας. Ένα Μνημείο είναι ένα δημόσιο πολιτιστικό αγαθό και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να το οικειοποιηθεί προς ίδιον όφελος. Όσον αφορά στη κλοπή τμήματος του έργο μου, είτε αυτό κλάπηκε για λογαριασμό ενός φιλότεχνου η για το μέταλλο του, πρέπει να αποκατασταθεί, διότι τώρα το Μνημείο είναι ακρωτηριασμένο, γεγονός που με προσβάλει ως καλλιτέχνη.

Ευτυχώς, είμαι εν ζωή και μπορώ να επιληφθώ της αποκατάστασής του. Γεγονός που ελπίζω ο Δήμος να αντιληφθεί και να αξιοποιήσει χωρίς άλλη καθυστέρηση. Προσωπικά, αρνούμαι να εξοικειωθώ με ένα περιβάλλον καταστροφής που ζημιώνει τις πόλεις μας και στερεί το δικαίωμα των πολιτών να ζουν σε ένα πολιτισμένο περιβάλλον. O κάθε Δήμος και ο εκάστοτε Δήμαρχος είναι υποχρεωμένοι να προστατεύουν τη δημοσία τέχνη και την πολιτιστική μας κληρονομιά. Ένα μνημείο υπερβαίνει το εύρος της ζωής και της εξουσίας του κάθε Δημάρχου ή και καλλιτέχνη, αν προτιμάτε… Η δημόσια τέχνη είναι πολύ σημαντική καθώς συμβάλει στη διαμόρφωση της συλλογικής μας συνείδησης, της κοινωνικής συνοχής και της ταυτότητάς μας.

Αντωνία Παπατζανάκη
Γλύπτρια, MFA
Μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος
301 West 29th Street, Apt#1
New York, NY 10001, USA

______________________________________________________________________________

*περίπου 8000 Ευρώ

Τα σχόλια είναι κλειστά.