Διχασμένη η Ευρώπη από την πανδημία – Ποιες χώρες πέρασαν ελαφρά τον κοροναϊό και ποιες κινδυνεύουν από… μακρά Covid
Ανησυχητική έρευνα φέρνει στο φως γιγαντιαίες αποκλίσεις στο ευρωπαϊκό βίωμα του κοροναϊού και ξυπνά φόβους για την ενότητα της ΕΕ την επόμενη μέρα της πανδημίας
Διχασμένη η Ευρώπη από την πανδημία – Ποιες χώρες πέρασαν ελαφρά τον κοροναϊό και ποιες κινδυνεύουν από… μακρά Covid
Κυβερνήσεις με διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες. Ριζικά διαφορετικές οικονομίες, που όμως κλήθηκαν να σηκώσουν εξίσου δυσβάσταχτα βάρη. Και ένα εντελώς διαφορετικό βίωμα της οικονομικής κρίσης του 2008-09, που άφησε και αντιστοίχως διαφορετικά σημάδια στα συστήματα υγείας.
Μπορεί ο κοροναϊός να έπληξε τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη σχεδόν ταυτόχρονα, όμως οι τεράστιες αποκλίσεις των επιμέρους χαρακτηριστικών τους δημιούργησαν και πολλαπλές πανδημικές πραγματικότητες.
Σε τι βαθμό διέφεραν αυτές μεταξύ τους; Αρκετά ώστε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τις Διεθνείς Σχέσεις (ECFR) να μιλά, βάσει της πρόσφατης έρευνας που πραγματοποίησε σε 12 κράτη της ΕΕ, για «δυο πανδημίες και δύο Ευρώπες», σχολιάζοντας έτσι τα τοξικά γεωγραφικά, διαγενεακά και κοινωνικά χάσματα εντός της Ένωσης.
«Σήμερα, η Ευρώπη είναι μια ήπειρος που βιώνει πολύ διαφορετικές εμπειρίες. Έχουν προκύψει τεράστια χάσματα που θα μπορούσαν να αποδειχθούν τόσο σοβαρά όσο η κρίση χρέους της Ευρωζώνης και η προσφυγική κρίση του 2015», δήλωσε στον Guardian ο Μαρκ Λέοναρντ, διευθυντής και συνιδρυτής του ECFR και ένας εκ των συγγραφέων της έκθεσης.
Τα πράγματα γίνονται σαφέστερα μέσα από μια ματιά στους αριθμούς: Αν και το 54% του συνόλου των Ευρωπαίων δήλωσε ότι η πανδημία δεν τους επηρέασε σοβαρά, στην πραγματικότητα δεν πρόκειται παρά για τον μέσο όρο δυο ακραία διαφορετικών ποσοστών. Εξετάζοντας τα επιμέρους κράτη, παρατηρεί κανείς ότι στην πλειοψηφία τους, οι κάτοικοι της νότιας και ανατολικής Ευρώπης βίωσαν τεράστιες δυσκολίες, τη στιγμή που οι Ευρωπαίοι του βορρά και της Δύσης σε μεγάλο βαθμό παρακολουθούσαν το δράμα της πανδημίας «σαν απλοί θεατές».
Συγκεκριμένα, το 72% των Δανών συμμετεχόντων, το 65% των Γερμανών, το 64% των Γάλλων και το 63% των Ολλανδών δήλωσαν ότι ούτε οι ίδιοι, ούτε η οικογένεια ή οι φίλοι τους είχαν ασθενήσει βαριά από κοροναϊό, ούτε είχαν χάσει κάποιον κοντινό τους άνθρωπο ή αντιμετωπίσει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες στη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών.
Εκ διαμέτρου αντίθετες δηλώσεις έκανε στο πλαίσιο της έρευνας το 65% των Ούγγρων, το 64% των Ισπανών, το 61% των Πορτογάλων, το 61% των Πολωνών, το 59% των Βουλγάρων και το 51% των Ιταλών, σύμφωνα πάντα με την έρευνα του ECFR.
Άλλο ένα απολύτως αναμενόμενο, όμως εξίσου αν όχι ακόμη πιο ανησυχητικό, αφορά το χάσμα στα βιώματα της πανδημίας βάσει της γενιάς στην οποία ανήκαν οι συμμετέχοντες. Όπως φαντάζεστε, τα βαρύτερα πλήγματα από τον κοροναϊό ανέφεραν οι νεότερες ηλικίες (μόλις το 43% των πολιτών κάτω των 30 ανέφεραν ότι η πανδημία δεν είχε την παραμικρή συνέπεια για εκείνους προσωπικά), ενώ αντιθέτως, οι μεγαλύτεροι φάνηκαν να είναι οι πλέον ευνοημένοι (με το 64% να μην έχει να δηλώσει κάποιο προσωπικό πλήγμα).
Φυσικά, ούτε αυτά τα ποσοστά έχουν πανευρωπαϊκή ισχύ. Οι νεαροί Γάλλοι και Δανοί σε γενικές γραμμές δεν εμφανίστηκαν τόσο ταλαιπωρημένοι από την πανδημία, ενώ αντιθέτως οι μεγαλύτερης ηλικίας Ισπανοί, Πορτογάλοι, Ούγγροι και Πολωνοί δήλωσαν ότι έχουν δεχθεί βαρύτερα πλήγματα.
Σύμφωνα με έναν εκ των συγγραφέων, τον Ιβάν Κράστεφ, που μίλησε στον Guardian, όμως, είναι γεγονός ότι το… κορονο-χάσμα των γενεών παρέμεινε μια από τις πιο δραματικές αποκλίσεις που προέκυψαν από τη δημοσκόπηση.
Οι αιτίες για αυτές τις διαφορές είναι προφανείς: Οι νέοι κλήθηκαν να βάλουν στον «πάγο» τις ζωές τους για να προστατεύσουν τους ηλικιωμένους, οι θέσεις εργασίας τους απειλήθηκαν σε πολύ σημαντικότερο βαθμό, ενώ και η καθημερινότητά τους ανατράπηκε εντονότερα, αφού οι δικές τους ζωές συνδέονταν περισσότερο με τις… άσκοπες μετακινήσεις σε σχέση με εκείνες των μεγαλύτερων.
Έτσι, δεν είναι παράλογο που είναι και οι πλέον δυσαρεστημένοι από τις πολιτικές των lockdown, αλλά ενδεχομένως και οι ικανότεροι να σταθούν απέναντί τους κριτικά, από τη στιγμή που δεν εκκινούν από τον φόβο του θανάτου.
Το αποτέλεσμα είναι ξεκάθαρο. Παρά το γεγονός ότι στις περισσότερες από τις 12 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, οι κυβερνήσεις κατέκτησαν μέσω του κοροναϊού τη εμπιστοσύνη των πολιτών σε ποσοστά δυσανάλογα με αυτά που συγκέντρωσαν κατά την εκλογή τους (το 64% του συνόλου δήλωσε ότι εμπιστεύεται τις επίσημες αποφάσεις για τη δημόσια ασφάλεια), το 43% των νέων κάτω των 30 ετών εμφανίζεται δύσπιστο απέναντι στα κίνητρα των κυβερνήσεων κατά τη χάραξη μέτρων.
Περίπου το 20% των συμμετεχόντων κάτω των 30 ετών υποστηρίζει ότι τα μέτρα του lockdown λειτουργούν απλώς ως «μια δικαιολογία ελέγχου του πληθυσμού», ενώ το 23% πιστεύει ότι έχουν μόνο στόχο «τη δημιουργία της εντύπωσης πως η κυβέρνηση έχει τον έλεγχο». Αντιθέτως, πάνω από το 71% των ατόμων άνω των 60 ετών πιστεύει πως τα μέτρα είχαν αποκλειστικό στόχο τον περιορισμό της εξάπλωσης του κοροναϊού.
Στο σύνολο των συμμετεχόντων, το 19% ανέφερε ότι τα μέτρα είχαν στόχο να καλύψουν την ανικανότητα ή την ανεπάρκεια των κυβερνήσεων, ενώ το 17% κατηγορούσε ανοιχτά τις κυβερνήσεις ότι επιχειρούν να επεκτείνουν τον έλεγχό τους στις ζωές των πολιτών με αφορμή την πανδημία.
Τα χαμηλότερα ποσοστά εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση παρατηρήθηκαν στην Πολωνία (38%), τη Βουλγαρία (50%) και τη Γαλλία (56%). Στην τελευταία περίπτωση, σημαντικό ρόλο φαίνεται πως έπαιξε ο παράγοντας της Ακροδεξιάς, αφού το 37% των υποστηρικτών της Εθνικής Συσπείρωσης πιστεύει πως η στρατηγική διαχείρισης της πανδημίας δεν ήταν παρά μια απόπειρα ελέγχου του πληθυσμού.
Κρίσεις μέσα στην κρίση
Δεν βίωσαν όλοι οι πληττόμενοι την ίδια τραγωδία – επομένως, δεν ανέπτυξαν και τις ίδιες αντιδράσεις. Εκείνοι που ήρθαν αντιμέτωποι με τον υγειονομικό κίνδυνο, είχαν κατέληξαν σε διαφορετικά συμπεράσματα από εκείνους που έχασαν το εισόδημά τους, με τους δεύτερους να είναι γενικώς πιο καχύποπτοι απέναντι στο κράτος.
Σε κάθε περίπτωση, μόλις το 22% των συμμετεχόντων αισθάνονται ελεύθεροι να ζήσουν τη ζωή τους όπως επιθυμούν, με το 64% να δηλώνει πως ένιωθε αυτή την ελευθερία πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Και αυτή η αίσθηση ήταν πιο έντονη για εκείνους που βίωσαν τις οικονομικές και όχι τις υγειονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.
Κατά τη γνώμη των ερευνητών αυτό είναι σημαντικό, καθώς την ίδια στιγμή, υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στη σχέση των πολιτικών κομμάτων με την έννοια της ελευθερίας, καθώς πολλά κεντρώα κόμματα αγκάλιασαν πολιτικές εξαναγκασμού, ενώ αρκετά λαϊκιστικά κόμματα τήρησαν πιο φιλελεύθερες θέσεις.
Για την έρευνα χρησιμοποιήθηκαν δείγματα που ξεπερνούσαν τους 1.000 συμμετέχοντες, ενώ ο χρόνος διεξαγωγής της ήταν ο Μάιος και ο Ιούνιος του 2021.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, ανέδειξε διχασμούς μεταξύ εκείνων «{που βιώσαν προσωπικά τραύματα εξαιτίας της πανδημίας και των υπόλοιπων, εκείνων που τάσσονται υπέρ των μακροχρόνιων περιορισμών και εκείνων που πιστεύουν στην πλήρη αποκατάσταση των ελευθεριών και, ίσως πιο ανησυχητικά, εκείνων που εμπιστεύονται τις προθέσεις των κυβερνήσεών τους κι εκείνων που δεν τις εμπιστεύονται».
Ανάλογα με τον τρόπο που επηρεάστηκαν οι πολίτες από την πανδημία «διαμόρφωσαν και διαφορετικές προοπτικές εντός πολλών κρατών, ενώ παράλληλα οι πολίτες του βορρά και τις δύσης απέκλιναν από εκείνους του νότου και της ανατολής», κατέληξαν οι ερευνητές.
«Τα χάσματα στη δημόσια υγεία, τους οικονομικά πληγέντες και τις αντιλήψεις για την έννοια της ελευθερίας θα μπορούσαν να αποδειχθούν μακροχρόνια, όμως ο πιο δραματικός διχασμός είναι εκείνος που αφορά τις γενιές. Αυτά τα χάσματα θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια νέα πολιτική εποχή για την Ευρώπη καθώς γίνονται ορατά στη δημόσια σφαίρα».
Τα σχόλια είναι κλειστά.