«Οι κυβερνητικές ιδεοληψίες στην οικονομία,
δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας στους πολίτες»
Εκπροσώπησε τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αλέξη Τσίπρα
ο Χάρης Μαμουλάκης, στην εκδήλωση που συμμετείχαν επίσης οι
Χρήστος Σταϊκούρας, Κυριάκος Πιερρακάκης, Θεόδωρος Σκυλακάκης, Απόστολος Τζιτζικώστας, Δημήτρης Παπαστεργίου, Κωνσταντίνος Ζέρβας και Γιάννης Χατζηθεοδοσίου
Στην εκδήλωση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης με θέμα «Η οικονομία μετά την πανδημία. Το πρόγραμμα Ελλάδα 2.0, τα μεγάλα έργα και η ψηφιακή Θεσσαλονίκη», συμμετείχε το απόγευμα της Δευτέρας 13/09, εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία Αλέξη Τσίπρα, ο αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Βουλευτής Ηρακλείου, Χάρης Μαμουλάκης.
Στην εκδήλωση, η οποία διοργανώθηκε στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, συμμετείχαν επίσης ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, ο Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης, ο αν. Υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας, ο Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας Δημήτρης Παπαστεργίου, ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνος Ζέρβας και ο Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας Γιάννης Χατζηθεοδοσίου.
Κατά την τοποθέτησή του ο Χάρης Μαμουλάκης, μετέφερε χαιρετισμό του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία Αλέξη Τσίπρα, αναφέρθηκε στις πρωτόγνωρες οικονομικές συνθήκες που λόγω πανδημίας επηρεάζουν τις οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη σπουδαιότητα του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και τις σημαντικές παραλείψεις της Ελληνικής Κυβέρνησης για την αξιοποίηση των πόρων του, προς όφελος των πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων αλλά και των αναγκών της ελληνικής οικονομίας, τονίζοντας: «Το Ταμείο Ανάκαμψης, αν και εφόσον υλοποιηθεί από την παρούσα κυβέρνηση, δε θα συμβάλει, όσο θα έπρεπε και όσο θα μπορούσε, στην υπέρβαση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας που όλες και όλοι γνωρίζουμε.».
Αναφέρθηκε επίσης στο φλέγον θέμα του κύματος ανατιμήσεων που παρουσιάζεται σε προϊόντα πρώτης ανάγκης και υπηρεσίες, επιβαρύνοντας δυσβάσταχτα τον οικογενειακό προϋπολογισμό, καθώς και στην κυβερνητική αδράνεια που επιδεινώνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Χάρης Μαμουλάκης: «Οι πρωτόγνωρες συνθήκες που έχουμε ζήσει όλοι μας, έθεσαν την ελληνική οικονομία, αλλά και τις οικονομίες όλων των Ευρωπαϊκών κρατών, ενώπιον συγκλονιστικών προκλήσεων. Η πανδημία και η αναγκαστική επιβολή έκτακτων μέτρων περιορισμού της διασποράς της, συνέστησαν μια πρωτόγνωρη συνθήκη στην λειτουργία της παγκοσμιοποιημένης αγοράς και έθεσαν υπό αμφισβήτηση τα κυρίαρχα δόγματα άσκησης οικονομικής πολιτικής και τις βεβαιότητες για τον κόσμο που ζούμε.
Σε όλες τις χώρες του κόσμου τα κράτη κινήθηκαν στην κατεύθυνση του παράλληλου περιορισμού της λειτουργίας της οικονομίας, αλλά και της στήριξης του ιδιωτικού τομέα και της εργασίας. Το ίδιο εξάλλου έγινε και στην χώρα μας, δυστυχώς με ιδιαίτερη διστακτικότητα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, γεγονός που οδήγησε σε χειρότερη ύφεση (8,2% το 2020) συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης.
Στις προκλήσεις αυτές, η Ευρώπη αντέδρασε. Με καθυστερήσεις και παλινδρομήσεις αλλά αντέδρασε. Η συγκρότηση του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελεί σήμερα ευκαιρία για τη στροφή των Ευρωπαϊκών Οικονομιών στην πράσινη ανάπτυξη και στο ψηφιακό μετασχηματισμό και ευκαιρία για μια μόνιμη αλλαγή στον τρόπο άσκησης οικονομικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ, στο βαθμό που το Ταμείο και η πανδημία αποτελούν την πρώτη φορά που η Ευρώπη δανείζεται από κοινού, μοιράζεται το κοινό της χρέος και παραβλέπει τους σφιχτούς δημοσιονομικούς κανόνες του συμφώνου σταθερότητας.
Η θετική αυτή συγκυρία για την Ευρώπη, δυστυχώς δεν έτυχε της ανάλογης προετοιμασίας από την Ελληνική Κυβέρνηση. Το σχέδιο «Ελλάδα 2.0» έχει πολλά προβλήματα τόσο ως προς την διαδικασία που ακολουθήθηκε για τη σύνταξη του όσο και ως προς το περιεχόμενο του. Στη διαμόρφωση του δεν συμμετείχαν οι παραγωγικοί φορείς και οι τοπικές κοινωνίες. Παράλληλα, η δημόσια διοίκηση είναι απολύτως ανέτοιμη να συνδράμει σε αυτή την προσπάθεια καθώς ακόμα και σήμερα η υπηρεσία που θα αναλάβει την υλοποίηση του είναι ελλιπώς στελεχωμένη. Και η κυβέρνηση, σε αντίθεση με άλλες χώρες όπως η Πορτογαλία, δεν ενεργοποίησε την αναπτυξιακή τράπεζα για να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διάθεση των δανείων, θεωρώντας ότι οι ιδιωτικές τράπεζες μπορούν και πρέπει να τα διαθέσουν με αποκλειστικά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Αλλά πάνω από όλα, στο περιεχόμενο του ίδιου του σχεδίου συναντάμε διάσπαρτες τις ιδεολογικές εμμονές της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Με ελάχιστους πόρους για την ανάταξη της μεταποίησης. Ελάχιστους πόρους για το δημόσιο σύστημα υγείας. Ελάχιστους πόρους για την αντιμετώπιση των χρονιζόντων περιβαλλοντικών προβλημάτων της χώρας και του μηχανισμού πολιτικής προστασίας.
Δυστυχώς, και ελπίζω να αποδειχτούμε λανθασμένοι σε αυτό, τα αποτελέσματα από την διάθεση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης δεν θα είναι τα επιθυμητά. Δεν θα οδηγήσουν στον απαραίτητο πράσινο παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Αντίθετα η κατεύθυνση και η λογική της διάθεσης των πόρων θα οδηγήσουν στην διαιώνιση του αποκλεισμού των μικρομεσαίων από τον δανεισμό και την χρηματοδότηση, στην επέκταση των περιφερειακών ανισοτήτων, καθώς η περιφερειακή διάσταση απουσιάζει παντελώς από τον σχεδιασμό του, στην ένταση των διαρθρωτικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας και στην επιδείνωση του αρνητικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εξαιτίας της τόνωσης των εισαγωγών που θα προκαλέσουν οι συγκεκριμένες επενδύσεις που έχει επιλέξει η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Άρα, το Ταμείο Ανάκαμψης, αν και εφόσον υλοποιηθεί από την παρούσα κυβέρνηση, δε θα συμβάλει, όσο θα έπρεπε και όσο θα μπορούσε, στην υπέρβαση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας που όλες και όλοι γνωρίζουμε.
Επιτρέψτε μου όμως να αναφερθώ και στο ζήτημα της ακρίβειας που απασχολεί τους συμπολίτες μας αυτές τις μέρες. Το κύμα ανατιμήσεων σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες που αντιμετωπίζουμε δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στη φυσική τάση των αγορών ή στις επιπτώσεις της πανδημίας. Η ανάκαμψη ύστερα από το ακραίο σοκ των γενικευμένων λοκ-ντάουν σε όλες τις χώρες έχει οδηγήσει σε αυξημένη ζήτηση και αδυναμία παράδοσης τελικών προϊόντων σε συγκεκριμένους κλάδους. Και αυτό έχει να κάνει πράγματι με ελλείψεις σε βασικές πρώτες ύλες ή ενδιάμεσα προϊόντα της αλυσίδας αξίας όπως π.χ. οι ημιαγωγοί.
Όμως το κύμα ανατιμήσεων σε όλη την Ευρώπη δεν υπερβαίνει το 3% με 4%. Στη χώρα μας περιμένουμε αυξήσεις της τάξης του 50% π.χ. στο ρεύμα. Εδώ έχουμε να κάνουμε με ολιγοπωλιακούς δρώντες που χρησιμοποιούν την κρίση ως ευκαιρία και με μια κυβέρνηση που ηθελημένα διατηρεί τους βασικούς μηχανισμούς του κράτους εν υπνώσει με καταστροφικές συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και τα νοικοκυριά.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να ενεργοποιήσει όλους τους διαθέσιμους μηχανισμούς για την πάταξη φαινομένων αισχροκέρδειας σε βασικές πρώτες ύλες και είδη πρώτης ανάγκης και να ενεργοποιήσει ειδικά προγράμματα για την επιδότηση π.χ. του ηλεκτρικού ρεύματος στους πλέον ενεργοβόρους κλάδους. Για να μην έχουμε οποιαδήποτε αυταπάτη, να σημειωθεί ότι όλοι οι διεθνείς οργανισμοί προειδοποιούσαν από πέρυσι τέτοια εποχή ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή κατά την περίοδο επανεκκίνησης της οικονομίας και ιδιαίτερη επιμέλεια ώστε η άρση των μέτρων επιδοματικής πολιτικής που επέτρεψαν στον ιδιωτικό τομέα να επιβιώσει την περίοδο του σκληρού λοκ-ντάουν να γίνει σταδιακά και λελογισμένα για να αποφευχθούν φαινόμενα μαζικών και απότομων λουκέτων. Για όλα αυτά οι σημερινή κυβέρνηση δυστυχώς ελάχιστα έχει μεριμνήσει.».
Τα σχόλια είναι κλειστά.