Μαύρα Πορτραίτα
Λέγεται πως οι άνθρωποι που φεύγουν από τη ζωή με βίαιο τρόπο, ρίχνουν για πάντα στις καρδιές των αγαπημένων τους μια μαύρη σκιά, που έχει τη μορφή τους. Μια μαύρη τρύπα που ρουφάει όλη την ενέργεια και το νόημα των πραγμάτων, ένα μαύρο κενό που περιβάλλει για πάντα τον βίο τους.
Το τραύμα που βιώνουν όλοι όσοι έχασαν κάποιον δικό τους αγαπημένο, δολοφονημένο εξαιτίας του φύλου, της ιδεολογίας, της σεξουαλικής του ταυτότητας και ευρύτερα της διαφορετικότητάς του, είναι ένα τραύμα ιδιαίτερο, ένα πένθος αλύτρωτο, που για να δικαιωθεί είναι αναγκαίο να έχει συμπαραστάτη του ολόκληρη την κοινωνία.
Γονείς, αδέλφια, συγγενείς αγαπημένοι, φίλοι, δάσκαλοι, όλοι αυτοί που τη ζωή τους συντάραξε η βία, καλούνται να βρουν τρόπο να διαχειριστούν την απώλεια και, μέσα από τα συντρίμμια που άφησε πίσω της, να υψώσουν τη φωνή τους για να αφυπνίσουν συνειδήσεις, να βρουν το κουράγιο και τη δύναμη να παλέψουν για τη δικαίωση του νεκρού τους.
Ο εικαστικός Δημήτρης Αστερίου, μετά την επίμονη και αναλυτική προσέγγιση-υπενθύμισή του με τα «Ματωμένα Πορτραίτα» για όλους εκείνους που έχασαν τη ζωή τους δολοφονημένοι εξαιτίας αυτού που ήταν ή και πρέσβευαν, στο καινούριο του αυτό εγχείρημα, τα «Μαύρα Πορτραίτα», δηλώνει και πάλι παρών και στέκεται με σεβασμό και τρυφερότητα στο πλευρό όλων εκείνων που έμειναν πίσω.
Η Μάγδα, ο Γιάννης, ο Ανδρέας, η Νατέλα, η Τζίνα, ο Θανάσης, η Ειρήνη, η Ελένη, η Κούλα, ο Χουσεΐν……
Οι μορφές τους παρουσιάζονται από τον καλλιτέχνη ζωγραφισμένες με μαύρη μελάνη σε μεγάλα χαρτιά 70×100. Τα πρόσωπα αλλοιώνονται, σβήνονται με μαύρη μπογιά, ο χώρος και ο χρόνος αφανίζονται. Η σκιά της απόλυτης βίας, του πένθους, η αγωνία της καθημερινής μάχης για δικαίωση κατατρώει τα πρόσωπα, παραμορφώνει τα χαρακτηριστικά, τα ισοπεδώνει.
Σκοπός του Δημήτρη Αστερίου με την έκθεση αυτή είναι να κάνει ένα βήμα παρά πέρα:
Να αφυπνίσει τον θεατή, όχι μόνο πάνω στο ζήτημα της αδικαιολόγητης βίας, την οποία υπόκεινται όσοι χάνουν τη ζωή τους λόγω της κοινωνικής μισαλλοδοξίας, αλλά να τον προβληματίσει και για αυτούς που καλούνται να ζήσουν φέροντας το τραύμα αυτής της απώλειας για την υπόλοιπη ζωή τους. Επιχειρεί να δώσει φωνή σε όλους αυτούς που έμειναν πίσω.
Τους σπρώχνει να μιλήσουν επιτέλους για το τραύμα αυτό, να το επικοινωνήσουν και να το μοιραστούν. Προσκαλεί όλους εμάς να αναλογιστούμε την επόμενη μέρα τους, να αντιληφθούμε το νέο πλαίσιο στο οποίο τοποθετείται πλέον και πρακτικά η ζωή τους με την συναισθηματική και οικονομική εξαθλίωση που βιώνουν όσοι διεκδικούν το δίκιο τους, τις ατέλειωτες δίκες, τις αναβολές, τις προσβολές, τη ζωή τους που δε θα είναι ποτέ ξανά η ίδια. Τη ζωή που καλούνται να διαχειριστούν και να νοηματοδοτήσουν το αδιανόητο και ταυτόχρονα να διεκδικήσουν μια ηθική δικαίωση, τόσο για τους ίδιους όσο και για μια κοινωνία ολόκληρη που είτε αποδέχεται, είτε βολεύεται, είτε ξεχνά.
Στο δρώμενο που πλαισιώνει την έκθεση, η πρόθεσή του να αφυπνίσει και να προβληματίσει την κοινωνία πάνω στο ζήτημα γίνεται ακόμη πιο έκδηλη: Άνθρωποι με πολύχρωμα ρούχα, που κινούνται ελεύθερα στο χώρο, άξαφνα τυλίγονται με μαύρα πανιά κι αφανίζονται αναίτια.
Γιατί η Βία δεν είναι απλά ένα ζήτημα ξένο, είναι η μαύρη σκιά που μπορεί να κυκλώσει ξαφνικά και τη δική μας ζωή.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΣΤΕΡΙΟΥ