Το 2024 ήταν το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ για την Ελλάδα σύμφωνα με τα μετεωρολογικά δεδομένα ενώ αναμένεται να ανακηρυχθεί και το θερμότερο έτος σε παγκόσμιο επίπεδο καταδεικνύοντας έτσι τις αυξανόμενες προκλήσεις που φέρει η κλιματική αλλαγή.
Σύμφωνα με τα μετεωρολογικά δεδομένα τα οποία ανέλυσε η επιστημονική ομάδα του climatebook, η μέση θερμοκρασία στην Ελλάδα για το 2024 κυμάνθηκε πάνω από την μέση τιμή της περιόδου 1991-2020 στο 77% των ημερών. Πιο συγκεκριμένα τις 282 ημέρες του έτους καταγράφηκαν θετικές αποκλίσεις.
«Οι υψηλότερες θερμοκρασίες και οι εντονότεροι καύσωνες στην Ελλάδα κατά τα τελευταία έτη, επιβεβαιώνουν μία αυξητική τάση που είχε ήδη εντοπισθεί από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας και της οποίας η διατήρηση στο μέλλον θεωρείται πλέον βέβαια. Συνδυαστικά με τη θερμοκρασία, εξετάζεται πλέον και η κοινή εμφάνιση καύσωνα και ξηρασίας, ενός δηλαδή από τα συνδυασμένα φαινόμενα που πλήττουν τη Μεσόγειο (ένα δεύτερο παράδειγμα συνδυασμένου φαινομένου στη Μεσόγειο είναι η κοινή εμφάνιση θαλασσίων καυσώνων και καταιγίδων)», εξηγεί στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής ΕΚΠΑ και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κλιματική Αλλαγή, Κωνσταντίνος Καρτάλης.
Σύμφωνα με τον κ. Καρτάλη αξίζει να σημειωθεί ότι οι επιπτώσεις ενός συνδυασμένου φαινομένου είναι εντονότερες καθώς δεν αθροίζονται απλώς οι επιπτώσεις των δύο επιμέρους φαινομένων που το συγκροτούν, αλλά οι επιπτώσεις του ενός ενισχύουν αυτές του άλλου, ενώ συνήθως διαμορφώνονται κύκλοι ανατροφοδότησης που επεκτείνουν τη χρονική διάρκεια του συνδυασμένου φαινομένου.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπως τονίζει, είναι τα συνδυασμένα φαινόμενα καύσωνα και ξηρασίας που έπληξαν τη Μεσόγειο, τα τελευταία 3 έτη και συνέβαλαν σε δασικές πυρκαγιές – και στην Ελλάδα – που ήταν εξαιρετικά καταστροφικές.
«Αντίστοιχα, και καθώς η θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας στη Μεσόγειο αυξάνεται συστηματικά κατά τα τελευταία 40 έτη (περίπου 0.4 βαθμοί Κελσίου ανά δεκαετία) παράγονται – λόγω εξάτμισης – περισσότεροι υδρατμοί που συγκρατούνται – επίσης περισσότερο – στην ατμόσφαιρα λόγω της αυξανόμενης θερμοκρασία του αέρα (αύξηση της θερμοκρασίας αέρα κατά 1 βαθμό Κελσίου οδηγεί στην αύξηση της συγκράτησης υδρατμών κατά 7%). Το αποτέλεσμα είναι να αυξάνεται – όσο και αν ακούγεται οξύμωρο καθώς στο ίδιο διάστημα ενισχύεται η ξηρασία – η πιθανότητα ισχυρών καταιγίδων και κατ’ επέκταση πλημμυρών, ιδίως δε σε περιοχές που στερούνται αντιπλημμυρικών έργων ή/και που έχουν προκληθεί παρεμβάσεις στο τοπίο.
Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, σε ένα σενάριο υψηλών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – δηλαδή σημαντικής ενίσχυσης της κλιματικής αλλαγής – εκτιμάται ότι οι καταιγίδες που κινούνται αργά και χαρακτηρίζονται από υψηλές συγκεντρώσεις βροχόπτωσης θα είναι 14 φορές πιο συχνές σε όλη την Ευρώπη σταδιακά μέχρι το 2100. Mία άλλη έρευνα (World Weather Attribution) έδειξε ότι η κλιματική αλλαγή στη Μεσόγειο καθιστά φαινόμενα ακραίων καταιγίδων έως και 10 φορές πιο πιθανά να συμβούν», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Καρτάλης.
Όπως εξηγεί, σύμφωνα με ανάλυση του ΕΚΠΑ διακρίνεται αύξηση των ημερών με καύσωνα και ξηρασία σε όλη τη χώρα (από 47 ημέρες για το διάστημα 1971-2000 σε 150 για το διάστημα 2001-2023), αν και οι μεγαλύτερες αυξήσεις αφορούν την ανατολική Στερεά Ελλάδα (Αττική, Βοιωτία, Φθιώτιδα), την Κρήτη και τα νησιά των Κυκλάδων. Σε ότι αφορά τις πλημμύρες, όπως υπογραμμίζει ο κ. Καρτάλης, περισσότερο ευάλωτες περιοχές στις κλιματικές συνθήκες που διαμορφώνονται είναι η Κεντρική Μακεδονία, ένα μεγάλο μέρος της κεντρικής Θεσσαλίας, η Αττική, μικρότερες ζώνες στην Πελοπόννησο και στην Ήπειρο και φυσικά αστικές περιοχές όπως η Αθήνα (κυρίως κατά μήκος του Κηφισού), η Θεσσαλονίκη και οι πόλεις της Θεσσαλίας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης.
«Συναγερμό για την πολιτική προστασία σηματοδοτεί η συχνότερη εμφάνιση στη Μεσόγειο, και στην Ελλάδα, συνδυασμένων φαινομένων»
«Η συχνότερη εμφάνιση στη Μεσόγειο, και στην Ελλάδα, συνδυασμένων φαινομένων σηματοδοτεί ένα «συναγερμό» για την πολιτική προστασία καθώς οι κλιματικές συνθήκες που διαμορφώνονται, απαιτούν νέες προσεγγίσεις για την ανθεκτικότητα του φυσικού περιβάλλοντος και των υποδομών που δεν θα αναφέρονται μόνο σε κάθε κλιματικό κίνδυνο χωριστά αλλά και θα ανταποκρίνονται στην συνδυασμένη εμφάνισή τους», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Καρτάλης προσθέτοντας ότι απαιτούν επίσης τον επανασχεδιασμό των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης τα οποία θα πρέπει να είναι προσανατολισμένα και σε συνδυασμένα φαινόμενα και στις επιπτώσεις τους.
Όπως τονίζει, οι νέες αυτές προσεγγίσεις θα πρέπει να διαφοροποιούνται ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή και να υποστηρίζονται από αλλαγές στο σχεδιασμό (τουριστικό, αγροτικό, πολεοδομικό, κ.α.) που σήμερα αντιστοιχεί σε ένα κλίμα που δεν υπάρχει πια και θα πρέπει κατά συνέπεια να προσαρμοσθεί στο κλίμα που διαμορφώνεται.
«Θα πρέπει επίσης να οδηγήσουν σε νέες συνέργειες, λ.χ. πως τα τοπικά πολεοδομικά σχέδια που επί του παρόντος καταρτίζονται στο σύνολο της επικράτειας δεν θα εξαντλούνται στους όρους δόμησης αλλά θα υποστηρίζουν την πολιτική προστασία, για παράδειγμα μειώνοντας την πυκνότητα, τον όγκο και κυρίως το ύψος των κτιρίων σε περιοχές που πλήττονται από καύσωνες, αποκλείοντας από τη δόμηση περιοχές για τις οποίες ο πλημμυρικός κίνδυνος αυξάνεται ή επιβάλλοντας έργα ενίσχυσης της ανθεκτικότητας σε περιοχές στις οποίες μπορεί μεν να επιτρέπεται η δόμηση αλλά οι εκτιμήσεις για το μέλλον δείχνουν ότι θα πλήττονται όλο και περισσότερο από ξηρασία και καύσωνες», αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Η συνεχής αύξηση της θερμοκρασίας, της συχνότητας και της έντασης των έντονων καιρικών φαινόμενων απασχολούν όλο και περισσότερο τη Μεσόγειο»
Το 2024 πήρε τη σκυτάλη από το 2023 καταρρίπτοντας με τη σειρά του ρεκόρ θερμοκρασιών τόσο παγκοσμίως όσο και για τη χώρα μας. Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία από το climatebook το δίμηνο Ιούνιος – Ιούλιος 2024 με μέση μέγιστη θερμοκρασία στους 31 ° C είναι το θερμότερο στα χρονικά των καταγραφών στην Ελλάδα με μεγάλη διαφορά από το 2ο (2012).
Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κώστας Λαγουβάρδος η συνεχής αύξηση της θερμοκρασίας καθώς και η αύξηση της συχνότητας και της έντασης των έντονων καιρικών φαινομένων είναι προβλήματα τα οποία απασχολούν τη Μεσόγειο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον κ. Λαγουβάρδο, έντονα καιρικά φαινόμενα καταγράφονται τους φθινοπωρινούς μήνες λόγω της έντονης κυκλογενετικής δραστηριότητας και της δημιουργίας βαρομετρικών χαμηλών στη δυτική και ανατολική Μεσόγειο.
Το δεύτερο ζήτημα όπως τονίζει, είναι οι υψηλές θερμοκρασίες, που σχεδόν κάθε χρόνο ταλαιπωρούν τη Μεσόγειο και ειδικά τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες δημιουργούν δύσκολες συνθήκες, ειδικά για τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων, που οι θερμοκρασίες παραμένουν πολύ υψηλές και το βράδυ.
«Η θερμική επιβάρυνση είναι συνεχής όλο το 24ωρο. Και το 2023 και το 2024, μέσα στον Ιούλιο και των δύο χρόνων καταγράφηκαν πολύ μεγάλης διάρκειας καύσωνες, 15 ημέρες το 2023, 16 το 2024, η μεγαλύτερη διάρκεια που έχουμε καταγράψει στη χώρα μας. Είναι πολύ έντονη, επομένως επιβάρυνση των κατοίκων, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα όπου οι θερμοκρασίες μένουν συνεχώς υψηλές και είναι από τα σημαντικότερα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουμε λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Οι ολοένα παρατεταμένοι καύσωνες, η συχνή εμφάνιση περιόδων πολύ υψηλών θερμοκρασιών και της θερμικής επιβάρυνσης που έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία μας αλλά και σε άλλους τομείς, όπως για παράδειγμα η αγροτική παραγωγή και τα οικοσυστήματα», σημειώνει ο κ. Λαγουβάρδος και προσθέτει ότι αντίστοιχα αυτές οι συνθήκες, -παρατεταμένοι καύσωνες και ξηρασίες- οδηγούν σε πολύ εύφλεκτα δάση αυξάνοντας έτσι πολύ τον κίνδυνο δασικών πυρκαγιών, που αποτελεί ένα τεράστιο πρόβλημα για τη Μεσόγειο.
«Λίγο πάνω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα ο Ιανουάριος»
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα στο πρώτο δεκαήμερο – δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου θα σημειωθούν θερμοκρασίες πάνω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα, ωστόσο ακόμη δεν μπορεί να εκτιμηθεί συνολικά ο μήνας που διανύουμε όπως υπογραμμίζει ο κ. Λαγουβάρδος και τονίζει ότι χρειάζεται να σημειωθούν χιονοπτώσεις αλλά και βροχοπτώσεις ειδικά σε περιοχές της ανατολικής και νότιας χώρας όπως οι Κυκλάδες, η Ανατολική Κρήτη, τα Δωδεκάνησα.
Όπως εξηγεί ο κ. Λαγουβάρδος η αυξητική τάση των θερμοκρασιών συνεχίζεται ωστόσο «δεν θα είναι όλες οι χρονιές η μια πιο ζεστή από την επόμενη». «Αυτό είναι δεδομένο. Αλλά η τάση είναι σαφέστατα ανοδική με σκαμπανεβάσματα. Με μεγάλη απόκλιση το 2024 ήταν πιο ζεστό από το 2023 και το 2022. Πιθανόν το 2025 να είναι λίγο πιο μαζεμένο με χαμηλότερες θερμοκρασίες στη χώρα μας αλλά η αυξητική τάση συνεχίζεται και αυτό δύσκολο θα αναστραφεί», επισημαίνει.
«Συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης στελεχωμένα με προσωπικό»
Στις παραπάνω προκλήσεις που φέρει η κλιματική αλλαγή ο εξοπλισμός της πολιτικής προστασίας με συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και με σύγχρονα εργαλεία θα συμβάλλει καταλυτικά στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της.
«Τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης αποτελούν εργαλεία ώστε να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της εποχής. Ωστόσο χρειαζόμαστε ανθρώπινο δυναμικό, δεν αρκούν μόνο τα μηχανήματα, θέλουμε και ανθρώπους. Διεπιστημονικές συνεργασίες, συνεργασίες μεταξύ των φορέων που καθένας μπορεί με τη δική του εξειδίκευση να μπορέσει να δώσει, να προσθέσει κάτι σε αυτή την κοινή προσπάθεια», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Λαγουβάρδος και συμπληρώνει ότι η προμήθεια δικτύων ραντάρ είναι αρκετά σημαντική ωστόσο χρειάζεται να απαρτιστούν από ανθρώπινο δυναμικό που θα μπορέσει να λειτουργήσει αυτόν τον εξοπλισμό.
«Είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα αδιαμφισβήτητα αλλά επειδή είχαμε δει μια παρόμοια εμπειρία το 2004 η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη των προσδοκιών που είχαμε. Πολλά απ’ αυτά σταμάτησαν να λειτουργούν γιατί είναι πολύ χρήσιμα αλλά θέλουν ανθρώπους από πίσω, δεν δουλεύουν στον αυτόματο πιλότο», σημειώνει ο κ. Λαγουβάρδος.https://www.amna.gr/