Μπροστά στο 4ο κύμα πανδημίας,….. ο βασιλιάς γυμνός
\
Του Δημήτρη Βρύσαλη, πρόεδρου του σωματείου εργαζομένων ΠΑΓΝΗ και μέλους του ΓΣ της ΠΟΕΔΗΝ
«Εμείς ό,τι ήταν να κάνουμε το κάναμε, τώρα εσείς έχετε την ευθύνη»: Με αυτό το σύνθημα πορεύεται η κυβέρνηση για να φορτώσει στον λαό το φταίξιμο για ενδεχόμενο 4ο κύμα και την επικράτηση της νέας επικίνδυνης μετάλλαξης «Δέλτα». Την ίδια στιγμή, η μόνη «ευθύνη» που παίρνει είναι αυτή της προσαρμογής των «πρωτοκόλλων» στις επιταγές των επιχειρηματικών ομίλων, και ειδικά του τουρισμού, τα οποία σε μια θλιβερή επανάληψη της περασμένης χρονιάς είναι «λάστιχο».
Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μέτρα που ανακοινώθηκαν για να αντιμετωπιστεί η πιο νέα επιθετική μετάλλαξη, δεν περιλαμβάνεται καμιά ουσιαστική αυστηροποίηση των ελέγχων στις πύλες εισόδου της χώρας, αφού αυτοί π.χ. στα αεροδρόμια παραμένουν δειγματοληπτικοί (σε ένα 12% των ταξιδιωτών).
Όσο για τη μεταφορά στα νησιά, μετά το «άνοιγμα» των μετακινήσεων από τις 15 Μάη και αφού ήδη έχουν μεταφερθεί χιλιάδες τουρίστες και εργαζόμενοι, αποφασίστηκε στις 5 Ιούλη, να μπει τέλος στα self test. Να ισχύουν μόνο τα rapid και τα PCR τεστ για την επιβίβαση στα πλοία της μετάβασης σε νησιά, ενώ για την επιστροφή υπάρχει απλά μια «σύσταση» για self test.
Ακόμη και σήμερα η κυβέρνηση συνεχίζει προκλητικά να απορρίπτει τις δίκαιες και επείγουσες διεκδικήσεις του εργατικού-λαϊκού κινήματος για άνοιγμα όλων των νοσοκομείων που έκλεισαν τα προηγούμενα χρόνια, για ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας με μέσα, υποδομές και προσωπικό. Αντίθετα, αναγγέλλει νέες συγχωνεύσεις και λουκέτα σε περιφερειακά νοσοκομεία (πχ νοσοκομεία Λασιθίου), κλιμακώνοντας την πολιτική της εμπορευματοποίησης, που πληρώνει ακόμα και με τη ζωή του ο λαός.
Αντί για επίταξη του ιδιωτικού τομέα χωρίς όρους και προϋποθέσεις, όπως ζητούσαν και συνεχίζουν να απαιτούν υγειονομικοί, συνδικάτα και φορείς, η κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα έκαναν παζάρια με τους επιχειρηματίες της Υγείας, στερώντας πολύτιμο προσωπικό και υποδομές από τη μάχη για την αντιμετώπιση του ιού. Ποιος λοιπόν ευθύνεται για μια ενδεχόμενη νέα κατάρρευση των νοσοκομείων από την εξάπλωση της μετάλλαξης «Δέλτα», αν όχι η πολιτική που αντιμετωπίζει την Υγεία ως πηγή κέρδους και τους ασθενείς ως «πελατεία»;
Πολιτική εμπορευματοποίησης και υποχρηματοδότησης του δημόσιου συστήματος Υγείας, που βάζει τις ανάγκες του λαού στο ζύγι του «κόστους – οφέλους» για τα κέρδη του κεφαλαίου, και φέρει τη σφραγίδα διαχρονικά όλων των αστικών κυβερνήσεων ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ.
Την ώρα που ο λαός παραμένει εκτεθειμένος, τα εμβόλια κατά του κορονοϊού υποτάσσονται στα κέρδη φαρμακευτικών κολοσσών και σε γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς, ενώ η κυβέρνηση εμφανίζει ως λύση τα διάφορα «κίνητρα», «δωράκια» και «προνόμια» για τους εμβολιασμένους, τις λογικές της “ανταποδοτικότητας”. Από κοντά, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αστικά κόμματα φουντώνουν μια αποπροσανατολιστική αντιπαράθεση γύρω από την «αποτελεσματικότητα» ή «πρακτικότητα» των μέτρων…
Πίσω από τον κουρνιαχτό, επιδιώκεται και σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα για την αντιμετώπιση της πανδημίας να κρυφτεί η ουσία, το πραγματικό ερώτημα: Τι καθυστερεί τον εμβολιασμό του πληθυσμού; Γιατί 6 ολόκληρους μήνες μετά την έναρξη των εμβολιασμών στη χώρα έχει εμβολιαστεί πλήρως μόνο το 40%;
Η εμπορευματοποίηση των εμβολίων, η υποταγή της παραγωγής και της διανομής τους στα κέρδη μεγάλων ομίλων της
φαρμακοβιομηχανίας, οι συμβάσεις της ΕΕ που διασφαλίζουν αυτήν την κερδοφορία, οι σφοδροί ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, είναι οι παράγοντες που καθόρισαν τη μεγάλη ανεπάρκεια στις ποσότητες των εμβολίων, ιδιαίτερα κατά τους πρώτους κρίσιμους μήνες της εμβολιαστικής εκστρατείας, όπως και τα «κανόνια» στις παραδόσεις. Και στην Ελλάδα, για ολόκληρους μήνες οι εμβολιασμοί γίνονταν με το σταγονόμετρο, ακριβώς λόγω της έλλειψης επαρκών ποσοτήτων εμβολίων.
Και μετά τους πρώτους μήνες άλλωστε, οι περιορισμένες ποσότητες εμβολίων καθώς και άλλοι, γεωπολιτικοί παράγοντες, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις παλινωδίες της κυβέρνησης και στο θέμα των συστάσεων για τους εμβολιασμούς.
Τις ίδιες ανορθολογικές θεωρίες που τάχα «πολεμάει» η κυβέρνηση, τις τροφοδότησε η ίδια όλο το προηγούμενο διάστημα,
αντιμετωπίζοντας ως «απαγορευτικό κόστος» τη λήψη ουσιαστικών μέτρων για την προστασία του λαού στους χώρους δουλειάς, στις αστικές συγκοινωνίες και άλλους κρίσιμους χώρους, επιχειρώντας μεταξύ άλλων να μας πείσει ότι στα παστωμένα με κόσμο ΜΜΜ ο κορονοϊός «δεν κολλάει», ούτε στα 100% γεμάτα αεροπλάνα, ότι καλύτερα να έχουμε τάξεις με 25 μαθητές παρά με 15 και άλλα τέτοια αμίμητα… Τα ίδια γίνονται και σήμερα, όταν την ώρα που εξαπλώνεται η νέα πιο επικίνδυνη μετάλλαξη «Δ», η κυβέρνηση «χαλαρώνει» ξανά τα «πρωτόκολλα» του Τουρισμού και των Μεταφορών, με «πυξίδα» τα κέρδη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων των δύο κλάδων.
Ταυτόχρονα, καθοριστικό ρόλο στην καθυστέρηση των εμβολιασμών παίζει – μέσα στη συνολική «γύμνια» του δημόσιου συστήματος Υγείας – η ανυπαρξία μιας δημόσιας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που να αγκαλιάζει συστηματικά όλο τον πληθυσμό. Με ανεπτυγμένο δίκτυο οικογενειακών γιατρών και γιατρών Εργασίας, Κέντρων Υγείας και ανάλογων υποδομών, με προσωπική σχέση και πλήρες ιστορικό για τον καθένα και την καθεμιά, με δυνατότητες ουσιαστικής και προσωποποιημένης ενημέρωσης του κόσμου για την ανάγκη μαζικού εμβολιασμού. Αλλά και με σταθερή παρακολούθηση των εμβολιασμένων, για έγκαιρη επέμβαση σε τυχόν παρενέργειες και για να υπάρχει επιστημονική καταγραφή των αποτελεσμάτων του εμβολιασμού.
Τα σμπαράλια της ΠΦΥ δεν επιτρέπουν την οργανωμένη ενημέρωση του λαού, ούτε βέβαια τον σχεδιασμένο επιστημονικά εμβολιασμό, με την επιλογή του κατάλληλου σκευάσματος ανάλογα με τις ιδιαίτερες παθήσεις, την παρακολούθηση του εμβολιασμένου για τυχόν παρενέργειες, την υγειονομική καταγραφή για παραπέρα επιστημονική μελέτη, ώστε να μην δημιουργείται έδαφος για αβεβαιότητες και ανασφάλειες.
Ποιος «φρενάρει» λοιπόν την αναγκαία εμβολιαστική διαδικασία, αν όχι οι ίδιες οι κυβερνητικές ελλείψεις και παλινωδίες γύρω από τα αναγκαία μέτρα προστασίας, οι αντιφατικές ανακοινώσεις σχετικά με τον εμβολιασμό, οι καθυστερήσεις και τους ανταγωνισμούς μονοπωλίων και κρατών αλλά και το γεγονός ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας ανάγεται σε ατομική και όχι κοινωνική – κρατική ευθύνη. Αυτή η πολιτική είναι η πραγματική απειλή για την προστασία της υγείας του λαού από τον ιό, τροφοδοτώντας ταυτόχρονα τον φόβο και τον ανορθολογισμό.
Απέναντι στην πολιτική που αφήνει τον λαό εκτεθειμένο, το νέο κύμα που φουσκώνει, και αποδεικνύει ξανά την αξία των διεκδικήσεων που διατυπώνουν τα εργατικά σωματεία, οι φορείς των υγειονομικών επιβάλλεται η ενίσχυση της πάλης για αποφασιστική θωράκιση του δημόσιου συστήματος Υγείας, για την ενίσχυση της ΠΦΥ και την εξασφάλιση ουσιαστικής ενημέρωσης του λαού, για τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων προστασίας σε όλους τους κρίσιμους εργασιακούς χώρους, τους χώρους εκπαίδευσης, άθλησης, πολιτισμού.
Απέναντι σε όλα τα παραπάνω, το εργατικό λαϊκό κίνημα θα πρέπει να παλέψει για καθολικό πρόγραμμα δημόσιου δωρεάν εμβολιασμού, με εξαντλητική και προσωποποιημένη ενημέρωση, πλήρη προληπτικό έλεγχο για ενδεχόμενες εξαιρέσεις απ’ τον εμβολιασμό και σταθερή παρακολούθηση των εμβολιασμένων, μέσα από ένα αποφασιστικά ενισχυμένο δημόσιο δωρεάν σύστημα Υγείας. Μόνο μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο θα μπορούσε να εξεταστεί και η υποχρεωτικότητα, για την οποία πολύ μελάνι έχει χυθεί, για συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων, χωρίς να ανοίγει «παράθυρο» νέας επίθεσης σε βάρος δικαιωμάτων των εργαζομένων και του λαού.
Τα σχόλια είναι κλειστά.