Οι νέες (υποβαθμισμένες) προβλέψεις για την ανάπτυξη, ο πόλεμος, οι εκλογές και το στοίχημα των τουριστικών εσόδων
Με τον κόσμο να εξακολουθεί να βρίσκεται σε καθεστώς ομηρείας λόγω των τραγικών εξελίξεων στην Ουκρανία που εντείνουν τη γεωπολιτική αβεβαιότητα και επιφέρουν δυσμενείς επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία με τη μορφή πληθωριστικών πιέσεων και προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, την ώρα που η PIMCO δίνει 30% πιθανότητες για παγκόσμια ύφεση τους επόμενους 12-18 μήνες, απόρροια και των επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, μαύρα σύννεφα δείχνουν να σκιάζουν πλέον και την ελληνική οικονομία.
Οι προβλέψεις
Αναλυτές και κορυφαίοι οικονομολόγοι διεθνών οίκων έχουν αρχίσει να υποβαθμίζουν τις προβλέψεις τους για την πορεία της ανάπτυξης στην περιοχή του 2,5%-3% για την Ελλάδα εφέτος, από 4,5%-5% που ήταν οι εκτιμήσεις στην αρχή της χρονιάς, όταν και η ελληνική ανάκαμψη τύπου «V» του 2021 (+8,3%) έδειχνε και τη δυναμική του μακροχρόνια ανοδικού οικονομικού κύκλου στον οποίο εισερχόταν η χώρα. Καθώς οι εξελίξεις οδηγούν σε ένα ενεργειακό έλλειμμα στην ευρωζώνη, που θα έχει πληθωριστικό και υφεσιακό αντίκτυπο, εύλογα αναμένεται πως θα επηρεαστεί και η ελληνική οικονομία. Ο πόλεμος εξάλλου συνεχίζεται, το μακροοικονομικό περιβάλλον επιδεινώνεται, ο πληθωρισμός βρέθηκε σε υψηλό 28 ετών στο 10,2% τον Απρίλιο, η κυβέρνηση εξαντλεί τα δημοσιονομικά περιθώρια για μέτρα στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, με τους αναλυτές να επισημαίνουν επίσης και το ρίσκο του εκλογικού κύκλου που φέρνει πιο κοντά τις πρόωρες εκλογές.
Αύξηση ΑΕΠ 1,9%
Η DZ Bank μάλιστα, που δεν βλέπει αποκλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων, εκτιμώντας πως δεν θα πρέπει να αναμένουμε εκεχειρία πριν από το τέλος του καλοκαιριού, αναθεώρησε επί τα χείρω τις εκτιμήσεις της για την ανάπτυξη στην ευρωζώνη, στο 2,2% για το 2022 και στο 2,3% για το 2023, προβλέποντας για την Ελλάδα ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ μόλις 1,9% εφέτος (όταν το consensus των οικονομολόγων κυμαίνεται στο 3,2%) και στο 2,2% το 2023. Η Bank of America προβλέπει επίσης τώρα πως η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,6% το 2022 και 2% το 2023, ενώ και η ING προβλέπει ανάπτυξη 2,9% το 2022 (από 3,9% προηγουμένως) και 2,4% για το 2023 (από 4% προηγουμένως). Η Morgan Stanley προβλέπει ανάπτυξη 3,2% εφέτος και 2,5% το 2023, σημειώνοντας ωστόσο πως ο υψηλότερος πληθωρισμός ενισχύει την ονομαστική ανάπτυξη και επιτρέπει την περαιτέρω μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, ο οποίος προβλέπεται στο 189% εφέτος από 206% το 2020. Εάν μάλιστα η ανάπτυξη στη χώρα παραμείνει στην αναμενόμενη τροχιά, το ελληνικό αξιόχρεο θα μπορούσε να επιστρέψει στην «επενδυτική βαθμίδα» τον επόμενο χρόνο.
Τα τουριστικά έσοδα
Ανάπτυξη 2,9% εφέτος και 3,5% το 2023, επωφελούμενη των πόρων που θα εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αναμένει για την Ελλάδα η EBRD, σημειώνοντας πάντως πως ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να επιβαρύνει την ελληνική οικονομία μέσω του αυξημένου ενεργειακού κόστους, των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης και πιθανώς των χαμηλότερων από τις αναμενόμενες αφίξεων τουριστών σε περίπτωση οικονομικής ύφεσης σε μεγάλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Να σημειωθεί πως εφέτος τα τουριστικά έσοδα εκτιμώνται στο 85% των επιπέδων του 2019, της τελευταίας δηλαδή «κανονικής» χρονιάς πριν από την πανδημία.
Η Fitch Ratings μείωσε επίσης την πρόβλεψή της για τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ της Ελλάδας στο 3,5% το 2022 (από 4,1% προηγουμένως) και στο 3,2% το 2023. Ελέω των κυβερνητικών μέτρων και του πιο αδύναμου μακροοικονομικού περιβάλλοντος, «βλέπει» μικρότερη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 4,8% του ΑΕΠ εφέτος και στο 3,1% του ΑΕΠ το 2023. Για την DBRS, μια πιο μακροχρόνια επίδραση στις τιμές των εμπορευμάτων και του πληθωρισμού θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα σε χαμηλότερη ανάπτυξη, ενώ ενδέχεται να χρειαστούν πρόσθετα μέτρα για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, καθυστερώντας περαιτέρω την εξισορρόπηση του δημοσιονομικού ελλείμματος.
Τα επιτόκια
Συνολικά, η αύξηση στα μεταφορικά κόστη των προϊόντων, η μεγάλη άνοδος των τιμών των πρώτων υλών, η αύξηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και κατ’ επέκταση το υψηλό κόστος της ενέργειας και η συνεπακόλουθη άνοδος του πληθωρισμού, η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων που αυξάνουν το κόστος δανεισμού για το κράτος, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά επηρεάζουν πλέον τη χώρα. Παράλληλα, τον Ιούλιο αναμένεται η ΕΚΤ να αρχίσει τον ανοδικό κύκλο των επιτοκίων, αυξάνοντας τα επιτόκια συνολικά 2-3 φορές μόνο εφέτος, κάτι που θα έχει αντίκτυπο και στα δάνεια των ιδιωτών με κυμαινόμενο επιτόκιο, ενώ η συνεχής στήριξη των επιχειρήσεων και νοικοκυριών με «επιδοτήσεις» από τον κρατικό προϋπολογισμό δημιουργούν σοβαρές επιφυλάξεις για το αποτύπωμά τους στις οικονομικές επιδόσεις των εταιρειών και συνολικά της οικονομίας για το 2022.
ΕΕ: 195 δισ. ευρώ για απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο
Σχέδιο που κοστολογείται στα 195 δισ. ευρώ θα παρουσιάσει την Τετάρτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ταχύτερη δυνατή απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα με το Bloomberg, το σχέδιο περιλαμβάνει πιο φιλόδοξους στόχους για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και για τη μείωση της κατανάλωσης. Η Κομισιόν θα θέσει ως νέο στόχο για το 2030 την παραγωγή του 45% των ενεργειακών αναγκών της ΕΕ από ΑΠΕ (από 40%), ενώ θα αυξήσει τον στόχο μείωσης της κατανάλωσης στο τέλος της δεκαετίας στο 13% (από 9%). Επιπλέον, θα θέσει τον πήχη ψηλά για την παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου και την παραγωγή βιομεθανίου (35 δισ. τόνους το 2030). Με τα μέτρα αυτά εκτιμά ότι θα πετύχει ετήσια εξοικονόμηση 80 δισ. ευρώ στο κόστος αγοράς αερίου, 12 δισ. ευρώ στο πετρέλαιο και 1,7 δισ. στον άνθρακα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΒΗΜΑ