Η αλλαγή της Αγίας Σοφίας τον περασμένο Ιούλιο, αυτού του μοναδικής αρχιτεκτονικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής αξίας έργου του 6ου αιώνα, ήταν βιαστική και βίαιη
Η ημερομηνία 24 Ιουλίου 2020 θα μείνει χαραγμένη στη μνήμη όλων μας. Ιδιαίτερα όσων βρεθήκαμε παρόντες σε ένα ιστορικό και συγχρόνως θλιβερό γεγονός, τουλάχιστον για όσους δεν είναι πιστοί Μουσουλμάνοι. Ήταν Παρασκευή και ήταν η ημέρα που το Μουσείο της Αγίας Σοφίας, η πρώην Μεγάλη Εκκλησία της του Θεού Σοφίας, η πρώην Μεγάλη Εκκλησία, το μοναδικό αυτό αρχιτεκτόνημα του Ανθέμιου από τις Τράλλεις και του Ισίδωρου από τη Μίλητο που υλοποίησαν το όνειρο του Ιουστινιανού Α’ να ανοικοδομήσει τη Μεγάλη Εκκλησία, έγινε και επίσημα ιερό τέμενος. Το νέο της όνομα, Ayasofya -i Kebir Cami-i Şerifi, όπως γράφει η ταμπέλα που έχει τοποθετηθεί πλέον στην είσοδο του κτιριακού συμπλέγματος της Αγίας Σοφίας.
Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα και αρχαιότερα εν λειτουργία θρησκευτικά μνημεία στον κόσμο. Από τα εγκαίνιά του στις 27 Δεκεμβρίου του 537 μέχρι σήμερα δεσπόζει στον Πρώτο Λόφο της Κωνσταντινούπολης, εκεί που ιδρύθηκε η αρχαία πόλη του Βυζαντίου, περιστοιχισμένο από ιστορικά μουσουλμανικά μνημεία. Λειτούργησε ως χριστιανικός ναός ως την Άλωση στις 29 Μαΐου του 1453, με εξαίρεση την περίοδο των Σταυροφοριών το1204–1261, όταν μετατράπηκε σε ρωμαιοκαθολικό ναό. Από το 1453 μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος έως το 1934, οπότε ο ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, το μετέτρεψε σε μουσείο. Στις 10 Ιουλίου φέτος, με προτροπή του προέδρου Ερντογάν και με απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας της Τουρκίας, το μουσείο της Αγίας Σοφίας μετατράπηκε πάλι σε Μουσουλμανικό τέμενος. Έως την μετατροπή του σε τζαμί ήταν το πλέον δημοφιλές αξιοθέατο στην Τουρκία, με περίπου 4 εκατομμύρια επισκέπτες το 2019.
«86 χρόνια περιμέναμε αυτή την ημέρα» είπε ο πρόεδρος Ερντογάν όταν εκείνη την Παρασκευή, της πρώτης μουσουλμανικής προσευχής, ο ίδιος, ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, Αλί Ερμπάς, και μια μεγάλη συνοδεία αξιωματούχων και πολιτικών προσευχήθηκαν για πρώτη φορά γονατισμένοι στο κατακαίνουργιο παχύ τουρκουάζ χαλί. Το χαλί, από ντόπιο μαλλί, είχε σκεπάσει το βυζαντινό μαρμάρινο πάτωμα, περίφημο για τους κυματισμούς του που έδινε την εντύπωση ότι πατούσες σε μια «μαρμαρωμένη θάλασσα».
Κάπου 350.000 τούρκοι αλλά και άλλων εθνικοτήτων Μουσουλμάνοι έσπευσαν να προσευχηθούν εκείνο το ζεστό απομεσήμερο έξω από το μνημείο, στον ανοικτό χώρο της πλατείας του Σουλτάν Αχμέτ, στο ιστορικό κέντρο της Κωνσταντινούπολης. Το νέο «Φετίχ», η νέα κατάκτηση της Αγίας Σοφίας είχε συντελεστεί. Το μνημείο είχε επιστρέψει στην χρήση που είχε όταν κατέκτησε την Κωνσταντινούπολη ο Μωάμεθ ο Πορθητής, δηλαδή έγινε πάλι τζαμί. Κανένας εδώ στην Τουρκία δεν μιλάει πλέον για τον αρχικό σκοπό της κατασκευής αυτού του μοναδικού αρχιτεκτονήματος, της χρήσης του δηλαδή ως Χριστιανικού Ναού. Υπερισχύει η πρόσφατη μνήμη ότι αυτό το κτίριο που ήταν το μουσείο της «Αγιασόφια», τώρα έγινε τζαμί, όπως ήταν πριν την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν ήταν το τζαμί που ο Πορθητής είχε εντάξει στο Βακούφι της Αγίας Σοφίας που ίδρυσε τότε.
Η αλλαγή της Αγίας Σοφίας τον περασμένο Ιούλιο, αυτού του μοναδικής αρχιτεκτονικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής αξίας έργου του 6ου αιώνα, ήταν βιαστική και βίαιη. Σε ελάχιστο χρόνο, από τις 10 Ιουλίου οπότε ανακοινώθηκε η απόφαση του τουρκικού Συμβουλίου Επικρατείας που ενέκρινε το αίτημα για μετατροπή, έως την πρώτη Μουσουλμανική προσευχή, πέρασαν μόλις δεκατέσσερις ημέρες.
Παρά τις υποσχέσεις της Άγκυρας ότι όποιες μετατροπές γίνουν δεν θα επηρεάσουν το βασικό χαρακτήρα του κτιρίου, η μετατροπή ήταν πρόχειρη και καταστροφική. Το εσωτερικό της Αγίας Σοφίας μετατράπηκε σε ένα άχαρο, σκοτεινό και άδειο χώρο με καλυμμένες όλες τις επιφάνειες που περιείχαν απεικονιστικά στοιχεία. Νωπογραφίες και ψηφιδωτά σκεπάστηκαν, καθώς η απεικόνιση απαγορεύεται από το Ισλάμ.
Μετά την παγκόσμια κατακραυγή για την αλλαγή της χρήσης του μνημείου, η Τουρκία θέλησε να διαβεβαιώσει τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, τα διεθνή μουσεία και γενικά όλους τους αρμόδιους φορείς ότι δεν θα γίνονταν παρά ελάχιστες παρεμβάσεις στο κτίριο και ότι το μνημείο θα είχε διπλή χρήση: δηλαδή θα λειτουργούσε τις ώρες της μουσουλμανικής προσευχής ως τέμενος αλλά τις υπόλοιπες θα ήταν επισκέψιμο ως μουσείο, και μάλιστα δωρεάν, οπότε όλα τα απεικονιστικά του στοιχεία θα ήταν ορατά στον επισκέπτη.
Μάλιστα, οι ιθύνοντες της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, στην ευθύνη της οποίας έχει περιέλθει πλέον η διαχείριση του μνημείου, είχαν δηλώσει ότι τα καλύμματα, κουρτίνες και σκέπαστρα που είχα σκεπάσει τις περίφημες βυζαντινές νωπογραφίες και τα ψηφιδωτά θα αφαιρούνταν τις ώρες εκτός προσευχής και οι επισκέπτες θα μπορούσαν να τα δουν στη θέση τους, όπως πριν. Η ίδια δε υπηρεσία είχε καθησυχάσει τους πάντες ότι όλες οι εργασίες-παρεμβάσεις στο χώρο θα γίνονταν σε συνεργασία με την UNESCO, υπό τη σκέπη της οποίας το μνημείο ως μουσείο αλλά και τώρα ως τζαμί εξακολουθεί να περιλαμβάνεται στα μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Ωστόσο, τέσσερις μήνες μετά την πρώτη εκείνη μουσουλμανική προσευχή της 24 Ιουλίου, ελάχιστα γνωρίζουμε για τις προθέσεις και των τουρκικών αρχών. Στο τέμενος της Αγίας Σοφίας, λίγοι είναι οι ξένοι επισκέπτες και πολλοί πιστοί Μουσουλμάνοι. Όμως οι επισκέπτες δεν μπορούν ακόμη να ανεβούν στον πρώτο όροφο όπου υπάρχει ο γυναικωνίτης με τα υπέροχα ψηφιδωτά και το ωραιότερο ψηφιδωτό της Αγίας Σοφίας, η «Δέηση» όπου εικονίζονται ο Χριστός, η Παναγία και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος. Η άνοδος στο γυναικωνίτη είναι φραγμένη με κιγκλίδωμα.
Η έλλειψη διαφάνειας και ενημέρωσης για το ποια θα είναι η τελική μορφή του μνημείου ανησυχεί πολύ τη διεθνή πανεπιστημιακή κοινότητα, και όσους ασχολούνται με τη βυζαντινή ιστορία και τη βυζαντινή αρχαιολογία. Φοβούνται ότι οι παρεμβάσεις θα είναι καταστροφικές και ανεπανόρθωτες και έχουν υπόψη τους παραδείγματα προς αποφυγή, όπως την Αγία Σοφία της Τραπεζούντας και την Αγία Σοφία της Νίκαιας. Η μετατροπή τους σε τζαμί έγινε αδιαφορώντας για κάθε κανόνα αισθητικής και ιστορικής δεοντολογίας. Μεταξύ εκείνων που αμφιβάλλουν για την ειλικρίνεια των προθέσεων της Άγκυρας να σεβαστεί τον αρχικό χαρακτήρα του μνημείου είναι και τούρκοι βυζαντινολόγοι και αρχιτέκτονες.
Όπως αναφέρει το γνωστό τουρκικό περιοδικό Mimarlik (Αρχιτεκτονική) στην έκδοσή του Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου, οι τουρκικές αρχές δεν έχουν συμμορφωθεί με τις οδηγίες των ειδικών της UNESCO. Όλα έγιναν την τελευταία στιγμή. Οι αρχιτεκτονικές και άλλες παρεμβάσεις, αναφέρει το άρθρο, ξεκίνησαν μόλις δυο εβδομάδες μετά την δικαστική απόφαση για την μετατροπή του μουσείου σε τέμενος. Δεν έγινε καμία συνεννόηση με την UNESCO. Σε δήλωσή της, μάλιστα, η γενική διευθύντρια της UNESCO αναφέρει ότι «λυπάται βαθύτατα που οι τουρκικές αρχές αποφάσισαν να αλλάξουν το καθεστώς της Αγίας Σοφίας χωρίς προηγουμένως να υπάρξει συζήτηση με την UNESCO».
Όπως αποκαλύπτει το δημοσίευμα του τουρκικού περιοδικού, η αρχική συνεννόηση ήταν να γίνει υποβολή στο Κέντρο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO «μιας έκθεσης και ενός σχεδίου έργου σχετικά με τις φυσικές αλλαγές που επρόκειτο να γίνουν», γράφει η κορυφαία καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής Zeynep Ahunbay στο σχετικό άρθρο της στο περιοδικό MIMARLIK.
Το καλοκαίρι οι τουρκικές αρχές φρόντισαν να κάνουν μόνο ελάχιστες αλλαγές στον φυσικό χώρο για τη μετατροπή του σε τζαμί — και είχαν διαβεβαιώσει ότι κανένα από τα μωσαϊκά δεν επρόκειτο να πάθει τίποτα και ότι θα παραμένουν καλυμμένα μόνο κατά τη διάρκεια της μουσουλμανικής προσευχής.
Ωστόσο, τα ψηφιδωτά πάνω από τη νότια πύλη της Αγίας Σοφίας και την αυτοκρατορική πύλη που βρίσκονται έξω από το χώρο όπου τελείται η μουσουλμανική προσευχή έχουν τώρα σκεπαστεί με ξύλινα πάνελ.
Η κ. Ahunbay σημειώνει στο άρθρο της ότι τα βυζαντινά πλακίδια, τα μάρμαρα και τα ψηφιδωτά ήταν τεχνουργήματα υψηλής καλλιτεχνικής αξίας και ότι σύμφωνα με τις οδηγίες της UNESCO έπρεπε να μην γίνει καμία επέμβαση σε αυτά, ούτε οποιαδήποτε αλλαγή στο χώρο όπου είναι τοποθετημένα.
Ωστόσο, οι βιασύνη να ετοιμαστεί ο κυρίως ισόγειος χώρος της Αγίας Σοφίας για μουσουλμανική προσευχή διέκοψε οποιαδήποτε εργασία αποκατάστασης, ενώ ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί τα σχέδια για το εξωτερικό του κτηρίου.
Ένα άλλο πρόβλημα που προέκυψε από την εσπευσμένη αλλαγή της χρήσης του κτιρίου, αναφέρει η καθ. Ahunbay, είναι ότι το γεγονός ότι εφόσον ο κυρίως χώρος προορίζεται για τους πιστούς δεν θα μπορέσουν να στηθούν πλέον οι σκαλωσιές που υπήρχαν στο χώρο για την απαραίτητη στήριξη του μνημείου.
Με λίγα λόγια, κανείς ακόμη δεν γνωρίζει ποια θα είναι η τελική μορφή που θα πάρει η Αγία Σοφία ως τζαμί. Κανείς δεν ξέρει, αν η Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων θα τηρήσει την υπόσχεση να μένουν ακάλυπτα τα αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης στους τοίχους του μνημείου στις ώρες εκτός προσευχής. Η μεγάλη καθυστέρηση που παρατηρείται στην ολοκλήρωση των εργασιών και η ελλιπής ενημέρωση για την πορεία τους μας παραπέμπει στο χειρότερο δυνατό σενάριο.
Ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη Αριάνα Φερεντίνουhttps://www.ert.gr/
Τα σχόλια είναι κλειστά.