΄΄Φίλεμα΄΄, του Μάνου Κουνουγάκη 15 και 16/03 στο Cine Studio Ηράκλειο

Ημερομηνία:

Ένα πραγματικό γεγονός, στη γερμανική κατοχή στα χωριά Γέργερη και Βορίζια ήταν η αφορμή γραφής του έργου “Φίλεμα”, από τον κρητικό συγγραφέα Κουνουγάκη Μάνο, δίνοντάς του το πρώτο βραβείο στον πανελλήνιο διαγωνισμό πρωτοεμφανιζόμενου θεατρικού συγγραφέα στο φεστιβάλ θεάτρου του Δήμου Μονεμβασιάς.

Ένα ανατρεπτικό θεατρικό έργο όπου η συνθήκη “άνθρωπος-υπάνθρωπος” καθορίζει την ανθρώπινη αξία.

Αν και σε σκηνικό πολέμου, ανάγει τι φιλοξενία σε “ιερό καθήκον”, με τους ήρωες να έρχονται αντιμέτωποι με την υποδοχή και αποδοχή του “ξένου”, επιχειρώντας να υπάρξουν ανάμεσα στο χρέος και την υποχρέωση!

Μέσω μιας μυθοπλαστικής αντιμετώπισης, σε μία φαινομενική έξω -λογική σύμβαση, τα πρόσωπα (ανθρώπινα, ευάλωτα, εύθραυστα) καλούνται να διαχειριστούν μνήμες, τραύματα, αντιφάσεις, στερεότυπα, φυλετικές διακρίσεις, ερωτικές προτιμήσεις και να επιλέξουν αξίες και συμπεριφορές.

Το ΣΧΗΜΑ 7 με μία χωροχρονική απροσδιοριστία επιχειρεί την ταύτηση αλλά και τον πρόβληματισμό για το:

Τι είναι λογικό και τι όχι.
Ποια και πού η προσωπική μας ελευθερία.
Τι επιλέγουμε την κρίσιμη στιγμή.
Ποιος ο “λογικός παραλογισμός” της αγάπης;
ΠΩΣ ΘΑ ΗΤΑΝ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΣ ΑΝ..

Σημείωμα Συγγραφέα
Μάνος Κουνουγάκης

Το Φίλεμα είναι βασισμένο σε δύο άξονες. Ο πρώτος πάει πίσω στα παιδικά μου χρόνια με τον παππού μου, Μανόλη, να μου διηγείται ιστορίες από τη ζωή του. Προφορικές αφηγήσεις που αποτέλεσαν και την πρώτη μου επαφή με γεγονότα της νεότερης ιστορίας όπως η Γερμανική Κατοχή στην Κρήτη. Μια από αυτές αφορά και την εκτέλεση 25 αμάχων (από τους οποίους μόνο ένας σώθηκε) από τους ναζί την 14η Αυγούστου 1944 στο χωριό μου, Γέργερη, Ηρακλείου. Ένας από τους εκτελεσθέντες ήταν και ο αδερφός του παππού μου, Μιχάλης Τεριζάκης.

Ένα από τα σημεία που μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στις αφηγήσεις του παππού μου για το γεγονός ήταν η ιστορία ενός καφετζή-παντοπώλη από το χωριό Βορίζια, ο οποίος είχε τραπεζώσει τους Γερμανούς λίγο πριν κάψουν το χωριό του – και συνεπώς το σπίτι και το καφενείο του. Ο καφετζής, λοιπόν, μετά τα Βορίζια πήγε στη Γέργερη όπου κι άνοιξε ένα νέο μπακάλικο-καφενείο.

Εκεί, την παραμονή της εκτέλεσης, επανέλαβε το τραπέζωμα στους κατακτητές. Ένα τραπέζωμα, σύμφωνα με τον παππού μου ταπεινό με αυγά, τυρί, κρασί. Ευχαριστημένοι και χορτασμένοι οι ναζί έδωσαν χάρη σε όσους από τους συλληφθέντες ο καφετζής γνώριζε. Έτσι, αρκετοί άνδρες από το χωριό μου και τη γύρω περιοχή γλύτωσαν.

Δεν γνωρίζω ποιοι ήταν οι πραγματικοί λόγοι που οδήγησαν εκείνο τον άνδρα στο τραπέζωμα των ναζί και των Ελλήνων συνεργατών τους. Φόβος, παθητική αποδοχή μια διαταγής, ελπίδα για κάποιο κέρδος, φιλοναζιστικά αισθήματα; Από παλιά σκεφτόμουν πως αυτό που θα είχε πραγματικό ενδιαφέρον (και με το οποίο συμφωνεί η μαρτυρία του παππού μου) ήταν να το έκανε γιατί ήθελε να ακολουθήσει την αρχαία παράδοση του νησιού και να είναι φιλόξενοςˑ ακόμα κι σε εκείνο τον ξένο που φέρνει φωτιά και θάνατο στον τόπο του. Μια πράξη που όχι μόνο έρχεται σε αντιδιαστολή με το μίσος της ναζιστικής ιδεολογίας ως προς το καθετί «ξένο», αλλά και που εξυψώνει τον φιλόξενο καφετζή σε ένα ιδανικό ανθρώπινο ον.

Δεύτερος άξονας είναι μια υπόθεση παράλληλης πραγματικότητας. Μια προσπάθεια διερεύνησης του ερωτήματος πώς θα ήταν ο κόσμος μας αν εκτός από τους homo sapiens, το είδος μας, είχε επιζήσει ως τις μέρες μας και κάποιο άλλο είδος ανθρώπου.

Στο Φίλεμα, έχουμε έναν κόσμο όπου δύο είδη ανθρώπου έχουν τραβήξει μια σχεδόν κοινή πορεία εξέλιξης, με τον homo sapiens, ωστόσο, να έχει την υπεροχή στη μεταξύ τους συνύπαρξη. Γεγονός που επιτρέπει στους κατακτητές να έχουν μια ρητορική περί ανωτερότητας του homo sapiens που θυμίζει τη ρητορική των ναζί περί ανωτερότητας της άριας φυλής και το μίσος για τους Εβραίους, των οποίων τη θέση στον κόσμο του έργου μου έχουν πάρει οι «υπάνθρωποι».

Ένας «υπάνθρωπος» είναι και ο Γιόζεφ, ο καφετζής ενός μικρού χωριού που θεωρεί ως ύψιστο χρέος του τη φιλοξενία. Την ύπαρξη αυτής της δεύτερης ανθρώπινης φυλής και τη συνύπαρξή της με το είδος μας την αντιμετωπίζω μυθοπλαστικά, προσπαθώντας να της δώσω, μέσα από τον Γιόζεφ, μια όσο πιο «ανθρώπινη» είναι δυνατόν διάσταση, ώστε να επιτρέψω στον αναγνώστη/θεατή να ταυτιστεί μαζί του και να σκεφτεί το μεγάλο ερώτημα: «τι τελικά είναι άνθρωπος;»

Έτσι το έργο αν και έχει ως αφετηρία του την Κατοχική Κρήτη αποκτάει μια οικουμενική διάσταση και αφορά κάθε άνθρωπο που βρέθηκε σε μια εμπόλεμη κατάσταση και προσπάθησε να πνίξει το μίσος του και να παραμείνει άνθρωπος. Είναι κάτι που το ένιωσα έντονα όταν το έργο παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Ελληνικού Έργου της Οξφόρδης.

Καθώς με το Φίλεμα έκλεισε το Φεστιβάλ άνθρωποι από διαφορετικές χώρες με πλησίασαν και μου μίλησαν για το πως ταυτίστηκαν με το έργο. Δεν θα ξεχάσω, για παράδειγμα, μια Ουκρανή που μου μίλησε για το πως το έργο την έκανε να βιώσει ξανά τον πόλεμο στη χώρα της ή μια Γερμανίδα που είχε γιαγιά Εβραία και ταυτίστηκε έντονα με τους κατακτητές του έργου μου, οι οποίοι δεν αντιπροσωπεύουν το απόλυτο κακό, αλλά έχουν και κάποια φωτεινά σημεία στις ψυχές του.

Τέλος, να αναφέρω πως πολλές από τις μικρές ιστορίες που αναφέρονται από τα πρόσωπα του έργου απορρέουν από αφηγήσεις του παππού μου από την Κατοχή αλλά και από μαρτυρίες από άλλα μέρη που υπέφεραν από τους Ναζί όπως το Δίστομο.

Χαρακτηριστικά, θα αναφέρω μια ιστορία που οδήγησε στη συγγραφή μιας από τις πιο συγκινητικές, σύμφωνα με το κοινό και τους αναγνώστες, στιγμές του έργου: σε κάποια αγγαρεία ένα στρατιώτης Ναζί έβγαλε το όπλο του για να σκοτώσει τον 14χρονο τότε παππού μου. Λίγο πριν το μοιραίο, κάποιος άλλος Γερμανός στρατιώτης μπήκε μπροστά και μετά από μια έντονη λογομαχία έσωσε τον παππού μου.

Τότε έβγαλε ένα μενταγιόν με μια φωτογραφία. Ήταν ο γιος του στη Γερμανία που έμοιαζε στο αγόρι που μόλις είχε σώσει. Συχνά σκέφτομαι πως αν δεν τον είχε σώσει, δεν θα υπήρχα (και συνεπώς το Φίλεμα δεν θα είχε γραφτεί ποτέ).

Σχόλιο Συγγραφέα

Το έργο έχει κάνει ήδη έναν όμορφο κύκλο με ανεβάσματα και διακρίσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η χαρά μου, όμως, είναι μεγάλη για αυτό το πρώτο ανέβασμα στην Κρήτη. Και ιδιαίτερα που αυτό το ανέβασμα γίνεται από τον Κωνσταντίνο Μεταξάκη και το Σχήμα 7, μια ομάδα που πάντα παρακολουθώ με θαυμασμό όποτε επιστρέφω στην πόλη μου το Ηράκλειο.

Μάνος Κουνουγάκης

Φεβρουάριος 2025

Βιογραφικό Συγγραφέα

Ο Μάνος Κουνουγάκης γεννήθηκε το 1985 στο Ηράκλειο, όπου και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Είναι θεατρικός συγγραφέας και καθηγητής θεατρικής γραφής στη Σχολή Πυροδότησης Θεατρικής Γραφής (Θέατρο Πορεία και Ίδρυμα Κακογιάννης).

Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στην Αμερικάνικη Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Essex. Ακολούθησε ένα δεύτερο μεταπτυχιακό στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. με ειδίκευση στη θεατρική γραφή και μετάφραση.

Λογοτεχνικά του κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες και περιοδικά όπως το βρετανικό Focus. Έχει διακριθεί σε διαγωνισμούς με θεατρικά έργα, ποιήματα, διηγήματα και σενάρια. Ενδεικτικά αναφέρονται το βραβείο χαϊκού Vladimir Devidé του International Academic Forum, οι υποψηφιότητες στα βραβεία ποίησης του φανταστικού της American Science Fiction Poetry Association και το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Θεατρικού Συγγραφέα του Πανελλήνιου Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου Δήμου Μονεμβασίας.

Υπήρξε δημιουργός και διαχειριστής του ηλεκτρονικού λογοτεχνικού περιοδικού Chalice (2014-2017), καθώς και μέλος της συντακτικής ομάδας του αγγλόφωνου λογοτεχνικού περιοδικού Prachya Review (2015-2017) από το Μπαγκλαντές. Είναι συνδημιουργός της ιστοσελίδας PlayGRound όπου δημοσιεύονται ελληνικά θεατρικά έργα.

Θεατρικά του έργα έχουν ανέβει στη σκηνή και παρουσιαστεί σε φεστιβάλ στην Ελλάδα και τη Βρετανία. Τα περισσότερα δημοσιεύονται ελευθέρα στο διαδίκτυο (kounougakis.gr). Σε έντυπη μορφή κυκλοφορούν τα Φίλεμα (2023) και Θεές (2024) από την Κάπα Εκδοτική.

Κριτική για το έργο (Α)
Θανάσης Τριαρίδης, Ιανουάριος 2023

Το χρέος το παρόντος εαυτού μέσα στο μέλλον
Για το ΦΙΛΕΜΑ του Μάνου Κουνουγάκη

Το Φίλεμα είναι το ένατο έργο του Κουνουγάκη που εκδίδεται την τελευταία πενταετία (και το πρώτο που εκδίδεται σε έντυπη έκδοση – τα άλλα οχτώ έχουν εκδοθεί ηλεκτρονικά στο site kounougakis.gr και σε άλλες ιστοσελίδες θεάτρου).

Έχοντας, λοιπόν, έναν επαρκέστατο αριθμό έργων στα χέρια μας, μπορούμε πια να μιλούμε για έναν απολύτως διακριτό προσωπικό άξονα που διαπερνούν τα έργα του τόσο θεματογραφικά όσο και φορμαλιστικά. Ο κόσμος των έργων του Κουνουγάκη αρδεύεται από δυο μεγάλα ποτάμια: από την μία πλευρά βρίσκεται το παραισθητικό σύμπαν του New Age όπου όλες οι ταυτότητες και όλες οι κανονικότητες τίθενται υπό αμφισβήτηση και από την άλλη πλευρά παραμονεύει ο τραγικός κόσμος με την βαθύτερη ορμή του εαυτού να υπερβεί το μέτρα του και τα όρια του και να φτάσει στην αυτοκαταστροφή.

με τα όρια του τραγικού. Μέσα σε αυτή την σύνθεση οι ήρωες του Κουνουγάκη γυρεύουν με εμμονή μια δεύτερη ευκαιρία για επαναδιαπραγμάτευση της ταυτότητας τους, για αναδημιουργία της ζωής τους συχνά μέσα στο περιβάλλον μιας δεύτερη πραγματικότητας.

Οι ήρωες αυτοί, είτε έρχονται από την ιστορία (The Guevara Show, Mankind), είτε από την λογοτεχνία (Manster, Άνθη, Λίγα Άνθη για τους Νεκρούς, To Beast Or Not to Beast), είτε αποτελούν πρωτότυπα δημιουργήματα (Kindergrave, Άδειος Κόσμος, Το Θαύμα της Αγίας Φόνισσας) έχουν όλοι τους μια πολύ συγκεκριμένη ροπή προς την διάρρηξη των όρων της δοσμένης/διακανονισμένης επιβίωσης και την έκθεσή τους στην δοκιμασία της τραγικότητας. Υπό την έννοια αυτή, μπορούμε σαφώς να μιλήσουμε για ένα έργο που βρίσκεται μέσα στον πυρήνα ενός νεωτερικού (ή και μεταμοντέρνου) ρομαντισμού.

Το Φίλεμα επιβεβαιώνει ετούτην τον νεωτερικό ρομαντισμό που συνομιλεί με την τραγικότητα της ύπαρξης. Σε έναν παράλληλο (μα πολύ κοντινό με τον δικό μας κόσμο) υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: οι λογιζόμενοι ως «ανώτεροι» Homo Sapiens και οι λογιζόμενοι ως «κατώτεροι» άλλοι, που, ωστόσο, ελάχιστα ξεχωρίζουν από τους Sapiens.

Ο στρατός των κατακτητών Sapiens έχει διαταχτεί να κάψει ως αντίποινα για την αντίστασή του ένα χωριό (ένα χωριό που πραγματολογικά θυμίζει ιδιαίτερα την Κρήτη της ναζιστικής Κατοχής). Λίγο νωρίτερα στο καφενείο ενός «κατωτέρου ανθρωποειδούς» (του Γιόζεφ που είναι παντρεμένος με την Sapiens Άννα) έρχονται οι διοικητές του στρατού των δολοφόνων (Διοικητής Κλίνσμαν και Λοχαγός Μαρία Μάουερ) μαζί με τον ντόπιο προδότη συνεργάτη τους (Ιάκωβος Μαγιάς).

Ενώ το χωριό τους θα αφανιστεί σε λίγες ώρες, το ανδρόγυνο Γιόζεφ και Άννα προσπαθεί να βρει μια ηθική βιοπολιτική επιλογή ανάμεσα στο μίσος προς τον Κατακτητή Sapiens που θα τους καταστρέψει και στην παράδοση του «φιλέματος» που υπηρετούν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι αυτοί από γενιά σε γενιά.

Εύκολα καταλαβαίνει κανείς πως ένα ηθικό δίλημμα αντίστοιχο με αυτό της σοφόκλειας Αντιγόνης εμβολίζεται σε μια πολυεδρική φανταστική ιστορία παράλληλης πραγματικότητας. Οι ήρωες μπορούν να σκοτώσουν με ποντικοφάρμακο τους κατακτητές, τους οποίους, ωστόσο, εντέλει φιλεύουν: Ο νόμος της δικής τους ηθικής τάξης οφείλει να σταθεί πάνω από το διαχυμένο κακό της Ιστορίας.

Η Άννα λέει: «Γιατί το έκανα; Για το χρέος σου. Το χρέος μας. Και για να αποδείξω στον εαυτό μου ότι υπάρχει και καλό στον άνθρωπο. Μια καλή πλευρά που εκείνοι μ’ έκαναν να ξεχάσω.» Η ανθρώπινη ηθική σε όλες τις μεταλλαγές, το καλό και το κακό, το μίσος και η εκδίκηση, το απειλητικά ευγονικό μέλλον του ανθρώπου, η προσαρμογή, η πικρή διαπίστωση της αέναης απανθρωπιάς της μεγάλης Ιστορίας αλλά και η ελπίδα πως η ανθρωπότητα θα εξακολουθήσει να υπάρχει, είναι οι άξονες που, μέσα στη δράση του έργου, πλέκονται αξεδιάλυτα με το εξακολουθητικό αίνιγμα των ηρώων (αίνιγμα που παραμένει ανοιχτό –ή και κρυφό- μέχρι το τέλος του έργου).

Όταν βλέπουμε συγγραφείς της νεότερης γενιάς να αναμετρούνται με τόσην τολμηρή πρωτοτυπία αλλά και με τόση θαυμαστή αποτελεσματικότητα με ολόκληρο το αδιέξοδο της Ιστορίας και να το παραβάλουν στο σκοτεινό αίνιγμα του κοινού μέλλοντος οφείλουμε, αν μη τι άλλο, να μην είμαστε φειδωλοί στον ενθουσιασμό μας. Πολύτροπα νεωτερικό, πολύπλευρα πολιτικό, δραματουργικά συμπαγές και υπόκωφα παραβολικό, απρόσμενα και πολυδιάστατα πρωτότυπο, το Φίλεμα είναι ένα θεατρικό διαμάντι. Και ένα ακόμη σκαλί στην ολόλαμπρη πορεία ενός ήδη ολοκληρωμένου και εξαιρετικού νέου δραματουργού.

Κριτική για το έργο (Β)
Κατερίνα Θεοδωράτου – Θεατρολόγος

Χωρίς φιλοξενούμενους, όλα τα σπίτια θα ήταν τάφοι.

Θέλησα να ξεκινήσω με αυτήν τη φράση του Καλίλ Γκιμπράν, από το βιβλίο του «Άμμος και αφρός», γιατί, ακριβώς μέσα στην υπερβολή της, αναδεικνύει με εξαιρετική ενάργεια το υπέροχο οξύμωρο που μας αφηγείται το «Φίλεμα» του Μάνου Κουνουγάκη: Το σπίτι μου είναι ανοιχτό, ακόμα και για τον εχθρό, ακόμα και γι` αυτούς που απειλούν να το μετατρέψουν σε πραγματικό τάφο.

Στην Παράδοση της Ορθοδοξίας ο Άγιος Αθανάσιος πρόσφερε άσυλο και φιλοξενία στον φονέα του αδελφού του, ενώ ο ίδιος ο Χριστός δεξιώθηκε σε Δείπνο εκείνον που λίγες ώρες αργότερα θα τον παρέδιδε στους εκτελεστές του. Στις Ικέτιδες του Αισχύλου, η πόλη του Άργους υποδέχεται και παρέχει καταφύγιο στις αλλόφυλες Δαναΐδες, το «μελανθές, ηλιόκτυπον γένος», παραβλέποντας την ετερότητά τους, ενώ στη Μήδεια του Ευριπίδη, ο βασιλιάς Αιγέας λέει «όμνυμι Γαίαν, φως τε λαμπρόν Ηλίου», δεσμεύεται με όρκο ότι θα παραχωρήσει άσυλο και πατρίδα στη «βάρβαρη» Μήδεια.

Ο Ντεριντά, στις εμβληματικές διαλέξεις του «Περί Φιλοξενίας», διακρίνει δύο ειδών φιλοξενία: το θεσμικό, υπό όρους άσυλο, που λογοκρίνει και αξιολογεί τον φιλοξενούμενο «ανακρίνοντάς» τον και εγκαθιστώντας μεταξύ αυτού και του οικοδεσπότη μία σχέση εξουσίας, και την απροϋπόθετη υποδοχή του Ξένου – Άλλου που, άνευ όρων και ερωτήσεων, του ανοίγει την πόρτα, επιτρέποντας την ώσμωση ανάμεσά τους.

Μια φιλοξενία όπου οι ρόλοι εναλλάσσονται, και ο Ξένος παίρνει τη θέση του Ελευθερωτή, που διαρρηγνύει τα δεσμά του Οικοδεσπότη, ανοίγοντας τα κλειστά σύνορα της Οικογένειας ή του Έθνους. Ο φιλόσοφος παίζει ευφυώς με την παρήχηση στα γαλλικά των δύο λέξεων hospitalité – hostilité, φιλοξενία – εχθρότητα, επισημαίνοντάς μας τη νοηματική τους εγγύτητα, όταν η φιλοξενία παρέχεται από θέσεως ισχύος, και αυτό μας επιτρέπει να αναφερθούμε στον εξαιρετικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει και συναρμόζει εννοιολογικά τους δύο αυτούς αντιφατικούς όρους το Φίλεμα, αντιστρέφοντας τις σχέσεις εξουσίας και δίνοντας στον Φιλοξενούμενο τον ρόλο του Ισχυρού.

Το έργο έχει ως πρώτη ύλη ένα πραγματικό περιστατικό ριψοκίνδυνης αυθυπέρβασης, που έλαβε χώρα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν, στην υπό Κατοχή Κρήτη, προσφέρθηκε από ντόπιο, γεύμα σε Γερμανούς κατακτητές. Με υλικό την αλήθεια αυτού του συμβάντος και παρακάμπτοντας έξοχα τους όρους της αριστοτελικής αληθοφάνειας, ο Μάνος Κουνουγάκης μάς παραδίδει ένα δυστοπικό, κι όμως άκρως ουμανιστικό και εν τέλει οπτιμιστικό έργο, υποδεικνύοντάς μας όχι μόνο ότι η πραγματικότητα μπορεί να υπερβαίνει τη μυθοπλασία, αλλά ότι και αυτή η μυθοπλασία μπορεί να υπερβαίνει τους ίδιους της τους νόμους, θέτοντας προκλητικά μέσα σε μία δυστοπία ένα αφήγημα ανθρωπισμού.

Σε ένα εμπόλεμο τοπίο απροσδιόριστου χωροχρόνου, με υπαινικτικές αλλά σαφείς αναφορές στη Γερμανική κατοχή (διακρίσεις σε «ανώτερη» και «κατώτερη» φυλή, sapiens και «υπανθρώπους», αντίποινα, ομαδικές εκτελέσεις, γερμανοπρεπή ονόματα και ελληνική γεωγραφία), ο «υπάνθρωπος» Γιόζεφ παραθέτει γεύμα στους εισβολείς, εν όψει μάλιστα των αντίποινων που ετοιμάζονται αυτοί να εφαρμόσουν, λόγω της αντιστασιακής δράσης των ντόπιων.

Λίγο προτού το χωριό του παραδοθεί στη φωτιά, επιτελεί την ύψιστη πράξη πολιτισμού: Δεξιώνεται αυτόβουλα τον Εχθρό, όχι υποκύπτοντας στον φόβο, αλλά επιτελώντας ένα Χρέος, συμφύροντας έτσι σε ένα απροσδόκητο αμάλγαμα τους όρους που αντιπαρέβαλε ο Ντεριντά: hospitalité – hostilité, φιλοξενία και εχθρότητα.

Εδώ ο φιλοξενούμενος φέρει τυπικά τον ρόλο του εχθρού, καθώς και την Εξουσία, ενώ ο Οικοδεσπότης είναι ο υποτελής, κι όμως, γύρω από το κοινό τραπέζι της συν-τροφίας, η σχέση εξουσίας δεν αντιστρέφεται, αλλά αναιρείται, με τον «μικρό» Γιόζεφ να μεταρσιώνεται στο ύψος του Ξένιου Δία και τους εισβολείς να μαλακώνουν πρόσκαιρα, παίρνοντας κάτι από αυτή τη Χάρη. Η hostilité, εχθρότητα, μετατρέπεται σε hospitalité, φιλοξενία, και προσχωρεί σε αυτήν· ο κατώτερος πολιτισμός των διωκτών υποτάσσεται στον ανώτερο των διωκόμενων, θυμίζοντας την περίφημη φράση του Οράτιου για τους Ρωμαίους κατακτητές που επικράτησαν με τα όπλα αλλά κατακτήθηκαν από τον Ελληνικό Πολιτισμό.

Τα πρόσωπα του έργου, (το ζευγάρι των ντόπιων Γιόζεφ και Άννα, οι εχθροί, Διοικητής και Λοχαγός και ο προδότης Μαγιάς), ενώ τυπικά φέρουν τα διακριτικά του «καλού» και του «κακού», απεκδύονται ωστόσο βαθμιαία αυτή την ταυτότητα, και αποκαλύπτονται πολύ πιο σύνθετα στην εξέλιξη του έργου, γι` αυτό και άκρως πειστικά και ζωντανά.

Όλα φέρουν ένα μικρό ή μεγαλύτερο δράμα στην σκευή τους, που, αν δεν δικαιώνει, τουλάχιστον ελαφρύνει την όποια ενοχή τους και, το καθένα με τον τρόπο του στην πορεία της ιστορίας επιτελεί μία υπέρβαση: Ο Γιόζεφ υπερβαίνει τη φυσική του δυσανεξία στο ψέμα, προκειμένου να σώσει τους συγχωριανούς του από την εκτέλεση· η Άννα υπερβαίνει την παρόρμησή της να δηλητηριάσει τους εχθρούς – συνδαιτημόνες και εν τέλει τους περιποιείται πλουσιοπάροχα· η Λοχαγός υπερβαίνει το καθήκον του κατακτητή και επιβεβαιώνει τα ψεύδη του Γιόζεφ, βοηθώντας αιχμαλώτους να διαφύγουν την εκτέλεση· ο Διοικητής έσωσε κάποτε ένα παιδί από τα χέρια συμπολεμιστή του: ήταν ο γιος της Άννας και του Γιόζεφ· ακόμα και ο δωσίλογος Μαγιάς, την κρίσιμη στιγμή δεν εκτελεί τον Γιόζεφ, παρότι μπορεί.

Μέσα στον δυστοπικό εφιάλτη του πολέμου, της Κατοχής και του Διωγμού, το Καλό βρίσκει τον τρόπο να εμφιλοχωρήσει, διαπλέκοντας τις ζωές των ηρώων, φτιάχνοντας δίκτυα ανταποδοτικότητας, όπου η φιλότητα «επιστρέφει» σε αυτόν που την προσφέρει. Αντίστοιχα, κάτι που σχετίζεται άμεσα με τις μικρές ή μεγάλες υπερβάσεις των προσώπων, είναι η διάκριση ανάμεσα στις έννοιες του Καθήκοντος και του Χρέους, απολύτως ξεκάθαρη μέσα στο έργο.

Η λέξη «χρέος» εκφέρεται αποκλειστικά από τον Γιόζεφ και επαναλαμβάνεται στις πείσμονες αντικρούσεις της Άννας:

«Δεν μπόρεσα ν’ αντισταθώ σ’ αυτό που έχω μάθει μια ολάκερη ζωή. Να κάνω το χρέος μου.» «Όταν η κοινότητα το χάρισε στον προπάππου μου του είπαν πως…το μόνο χρέος του είναι να τηρεί το νόμο της φιλοξενίας.»

Ωστόσο, όλα τα πρόσωπα, τουλάχιστον μία φορά στην πορεία τους παραβαίνουν το καθήκον, συγκαταβαίνοντας στο Χρέος. Βγαίνουν από τα ασφυκτικά όρια του εκλογικευμένου «Κακού» -και είναι απείρως απλή η εκλογίκευσή του- για να προσχωρήσουν στον Άλλο και να τον αναδεχθούν, υπό μία έννοια να τον «φιλοξενήσουν». Με αυτόν τον έντεχνο τρόπο το Φίλεμα διευρύνει το σημασιολογικό πεδίο της Φιλοξενίας, συναρτώντας σε αυτήν άρρηκτα την αξία της Αγάπης και της αποδοχής του Άλλου.

Το γεύμα και το κοινό τραπέζι είναι κάτι παραπάνω από απλώς το πρόσχημα. Είναι ο τόπος όπου, φιλοξενούντες και φιλοξενούμενοι μοιράζονται, έστω και πρόσκαιρα, το ιερό αγαθό της τροφής, παραβλέποντας όσα τους χωρίζουν, είναι ο χώρος της συν-τροφίας (καθόλου τυχαία η λέξη), είναι, για να θυμηθούμε ξανά τον Ντεριντά, η ετεροτοπία της Αγάπης.

Χορηγός Επικοινωνίας zerotoeighteen

Προπώληση εισιτηρίων βιβλιοπωλείο ΣΑΜΑΤΑ (Έβανς 44)

Kαι στον σύνδεσμο: https://www.ticketservices.gr/event/filema/?lang=el

⭐️Ακολουθήστε τη σελίδα μας:
facebook: https://www.facebook.com/zerotoeighteengr
Ιnstagram: https://www.instagram.com/zerotoeighteengr/
YouTube: www.youtube.com/@Zerotoeighteen
Spotify: https://podcasters.spotify.com/pod/show/51807
Κωνσταντίνος ΜεταξάκηςΜάνος ΚουνουγάκηςΣχήμα 7Φίλεμα

Προηγούμενο Άρθρο
placeholder text
Επόμενο Άρθρο
placeholder text

Χτύπησε τον παππού του, του πέταξε πέτρα...

Συνελήφθη ο 26χρονος εγγονός για απόπειρα ανθρωποκτονίας - Στο...

«Μύλος» έγιναν δύο οικογένειες το βράδυ της...

Στο Αυτόφωρο πατέρας και γιος για το «θερμό» επεισόδιο...

Χτύπησε τον παππού του, του πέταξε πέτρα...

Συνελήφθη ο 26χρονος εγγονός για απόπειρα ανθρωποκτονίας - Στο...

«Μύλος» έγιναν δύο οικογένειες το βράδυ της...

Στο Αυτόφωρο πατέρας και γιος για το «θερμό» επεισόδιο...
politika-kritis-header-ad
VAVOULAS GROUP 728×90
politika-kritis-ad
DOLE Μπανάνες 300Χ250
CANALE 300X250
politika-kritis-ad

Subscribe

spot_imgspot_img

Popular

More like this
Related

Χτύπησε τον παππού του, του πέταξε πέτρα και τον έστειλε στην εντατική!

Συνελήφθη ο 26χρονος εγγονός για απόπειρα ανθρωποκτονίας - Στο...

Παθαίνουν τα ζώα ψυχικές και νοητικές αναπηρίες; Μια νευροεπιστήμονας απαντά

Από τους πιγκουίνους μέχρι τα σκυλιά και τους χιμπατζήδες,...

Βασίλης Καλογήρου: Τα 24 ερωτήματα της οικογένειας και η πρόταση για ανακριτικές ενέργειες

Σύμφωνα με ανακοίνωση του δικηγόρου της οικογένειας του Βασίλη...