Η αλήθεια είναι πως η επιστήμη δεν έχει καταφέρει να βρει έναν συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο κάποιους ανθρώπους τους τσιμπάνε συχνότερα από άλλους – και είναι γεγονός πως η μελέτη αυτού του ζητήματος είναι αρκετά περίπλοκη.
Ωστόσο, οι ειδικοί έχουν καταφέρει να εντοπίσουν δύο κατηγορίες παραγόντων που μας κάνουν πιο ελκυστικούς στα κουνούπια: βιολογικούς παράγοντες για τους οποίους δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα και συνήθειες τις οποίες μπορούμε να αλλάξουμε.
Η κ. Πατσουλά μίλησε για τα – ενοχλητικά για πολλούς – έντομα.
«Τα κουνούπια υπήρχαν και θα υπάρχουν. Στα συνέδρια λέμε ότι είναι ο πρώτος δολοφόνος. Παγκοσμίως οι περισσότεροι θάνατοι οφείλονται σε αρρώστιες που μεταδίδονται από κουνούπια. Άρα πρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε μαζί τους και να μάθουμε να τα διαχειριζόμαστε», είπε αρχικά.
«Για να τα αντιμετωπίσουμε και να τα διαχειριστούμε πρέπει να έχουμε διαμορφώσει το περιβάλλον μας, να μην έχουμε εστίες που βοηθούν την ανάπτυξή τους, δηλαδή νερό. Το σε πόσες μέρες θα μεγαλώσει ένα κουνούπι εξαρτάται από τη θερμοκρασία. Αν είναι χαμηλή ή πάρα πολύ υψηλή τότε μεγαλώνει, αν είναι η θερμοκρασία στους 30-35 βαθμούς, μπορεί να αναπτυχθεί και σε μια βδομάδα. Τα ελκύει η μυρωδιά συν το διοξείδιο του άνθρακα», συμπλήρωσε η κ. Πατσουλά.
Επιπλέον, πρόσθεσε αναφορικά με τον ιό του Δυτικού Νείλου: «Ο ιός του δυτικού Νείλου είναι σε ανοδική πορεία στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στην βόρεια Ελλάδα. Η Θεσσαλία είναι μία εστία που θα δώσει κρούσματα».