Κινητοποίηση Τετάρτη 28 Ιουλίου 12 πμ Πλατεία Δημοτικής Αγοράς
Μέσα το κατακαλόκαιρο, κυριολεκτικά σαν τον κλέφτη, το Υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να ψηφίσει ένα ακόμα αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο. Μετά τις αλλαγές στο Λύκειο (Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, τρόπος πρόσβασης, περικοπές αντικειμένων κ.α.), τη θεσμοθέτηση των εργαστηρίων δεξιοτήτων, την αύξηση του αριθμού μαθητών στις τάξεις και την «αυτοαξιολόγηση» του σχολείου, έρχεται να συμπληρώνει το παζλ των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων που προώθησαν όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια.
Mε κλειστές τις σχολικές μονάδες, μέσα στις θερινές διακοπές, αμέσως μετά από μια πολύ δύσκολη σχολική χρονιά, λόγω πανδημίας, και χωρίς να γνωρίζουμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα λειτουργήσουν τα σχολεία από τον Σεπτέμβριο, επιλέγει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ και η κυβέρνηση της ΝΔ να φέρουν σε δημόσια διαβούλευση νομοσχέδιο με τον ψευδεπίγραφο τίτλο: «Αναβάθμιση του σχολείου και ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών».
Το νομοσχέδιο αυτό, όπως και τα προηγούμενα (εργασιακό, μείωση εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, επαγγελματική αναγνώριση και ισοτιμία των πτυχίων των κολλεγίων με αυτά των πανεπιστημίων κ.α.), διαπνέονται από μια κοινή πολιτική στόχευση: αποτελούν ένα σχέδιο ανάπτυξης που βασίζεται στην υπερεκμετάλλευση της εργασίας, μέσω της έντασης αυτής (αύξηση ωρών, μείωση μισθών, ατομικές συμβάσεις εργασίας και διαρκή φόβο απόλυσης), και στην περαιτέρω ελαστικοποίηση των μορφών εργασίας. Το σχολείο καλείται, σύμφωνα με τη λογική αυτή να προσαρμοστεί σε μια πολωμένη αγορά εργασίας παρέχοντας εξειδίκευση και δεξιότητες σε βάρος της γνώσης. Δεν είναι τυχαίο που στο πλάνο της η Κυβέρνηση της ΝΔ έχει ως στόχο το 75% των μαθητών να οδηγηθεί στην τεχνική εκπαίδευση και μόνο το υπόλοιπο να μείνει στη γενική εκπαίδευση και να οδηγηθεί σε πανεπιστημιακές σχολές.
Η ρητορική του νομοσχεδίου έρχεται από την εργαλειοθήκη αντίστοιχων μεταρρυθμίσεων που είδαμε σε αγγλοσαξονικές χώρες της Ευρώπης και διεθνώς. Οιαντιμεταρρυθμίσεις που εισηγείται επιχειρούν να προσαρμόσουν την εκπαίδευση (στο σύνολό στις ανάγκες της κερδοσκοπικής λειτουργίας του κεφαλαίου διεθνώς μέσα σε συνθήκες κρίσης του συστήματος.Η λογική του νεοφιλελεύθερου δόγματος, που υλοποιεί η κυβέρνηση της ΝΔ, αποκρυσταλλώνεται στο ότι δε χρειάζονται παραπάνω δαπάνες για την εκπαίδευση αλλά αντίθετα αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του σχολείου και εκχώρηση αρμοδιοτήτων εκτός κεντρικού κράτους. Αυτό το νέο νομοσχέδιο έχει βαθιά αντιεκπαιδευτικές ρυθμίσεις που αλλοιώνουν τη φιλοσοφία, το περιεχόμενο και τη δομή της δημόσιας εκπαίδευσης, που αποτελεί το πρόταγμα για ένα δημόσιο, δωρεάν, δημοκρατικό και προοδευτικό σχολείο. Βάση του νομοσχεδίου αποτελούν οι κατευθύνσεις του Ο.Ο.Σ.Α, οι απαιτήσεις του ΣΕΒ και των εργοδοτικών ενώσεων για έναν μελλοντικό εργαζόμενο φθηνό, ευέλικτο και προσαρμοσμένο στις δικές τους ανάγκες για κερδοφορία, για ένα σχολείο πιο φθηνό για το κράτος και πιο «φιλικό» για τις επιχειρήσεις. Οι αλλαγές είναι δομικές γιατί προωθεί ένα αυταρχικό, αυστηρά ιεραρχικό, ταξικό και νεοφιλελεύθερο σχολείο. Οδηγούμαστε σε μεγαλύτερη διαφοροποίηση των σχολείων σε όλα τα επίπεδα, στην ακόμα μεγαλύτερη ταξική κατηγοριοποίηση, στην ένταση των φραγμών στη μόρφωση, ιδιαίτερα των παιδιών των πιο φτωχών οικογενειών. Το νομοσχέδιο, που έχει βγει στη διαβούλευση μέχρι τις 14 Ιουλίου, κάνει διαρθρωτικές αλλαγές σε τρεις βασικούς άξονες:
1) Αλλάζει τη δομή και τη διοίκηση της εκπαίδευσης (67 άρθρα του νομοσχεδίου αφορούν τον τομέα αυτό και αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση ζήτημα).
Ο διευθυντής της σχολικής μονάδας αποκτά υπερεξουσίες: α) αποφασίζει ποιος θα γίνει μέντορας (επανέρχεται το μοντέλο Διαμαντοπούλου), β) ποιοι εκπαιδευτικοί θα γίνουν ενδοσχολικοί συντονιστές, γ) μπορεί να προχωρήσει ακόμα και μόνος του, εάν ο Σύλλογος Διδασκόντων δεν προχωρήσει για οποιονδήποτε λόγο, σε κατανομή των μαθητών στις τάξεις, καταργείται δηλ. το τυχαίο δείγμα μαθητών με αλφαβητική σειρά, αλλοιώνοντας τις ισοδύναμες και δυναμικές κατανομές των τμημάτων, δ) μπορεί να αποφασίσει την κατανομή των τμημάτων στους εκπαιδευτικούς, ε) αποφασίζει για ενδοσχολικές επιμορφώσεις, τουλάχιστον 15 ωρών το έτος, που ενώ θεωρητικά είναι προαιρετική η συμμετοχή των συναδέλφων, εκτός ωραρίου εργασίας, θα συνυπολογίζεται στην ατομική τους αξιολόγηση, στ) αποφασίζει για συνεργασία του σχολείου με τρίτους φορείς, ζ) μετατρέπεται σε μάνατζερ αγοράς για ανεύρεση προσφορών για την παραχώρηση των χώρων του σχολείου, ωθείται σε ανεύρεση χορηγιών προκειμένου να βρίσκει χρήματα για τη λειτουργία του σχολείου (πρώτη φορά αποτυπώνεται, σε νομικό έγγραφο, ως πηγή εναλλακτικής χρηματοδότησης του σχολείου εκτός από τον τακτικό προϋπολογισμό, τα έσοδα από εκδηλώσεις και χορηγίες). Έτσι ο διευθυντής, από κοινού με την υπόλοιπη ιεραρχική πυραμίδα, παίρνει όλες τις αποφάσεις για όλες τις πτυχές της λειτουργίας του σχολείου, απονευρώνοντας και καθιστώντας διακοσμητικό στοιχείο τον Σύλλογο Διδασκόντων, ενώ οι εκπαιδευτικοί απλά εκτελούν και ελέγχονται, εάν έπραξαν όσα τους ζητήθηκαν.
Τα συλλογικά όργανα και η δημοκρατική λειτουργία του σχολείου παύουν να υπάρχουν. Ταυτόχρονα είναι σημαντικό να αναφερθεί η λογική του manager που έχει στο μυαλό της η Κυβέρνηση, όταν δίνει πλέον τη δυνατότητα στις επιλογές στελεχών εκπαίδευσης να διεκδικήσει θέση στελέχους στη δημόσια εκπαίδευση και ιδιωτικός εκπαιδευτικός. Η μετατροπή του διευθυντή από συνεργάτη σε αξιολογητή με ταυτόχρονη θεσμοθέτηση υπερεξουσιών εις βάρος του Συλλόγου Διδασκόντων μαζί με την εισαγωγή ιδιωτικών εκπαιδευτικών σε θέσεις στελέχους στη δημόσια εκπαίδευση προοιωνίζουν ευρύτερες αλλαγές στον διοικητικό μηχανισμό και της εκπαίδευσης (διευθυντές και στελέχη εκτός της εκπαίδευσης) εισάγοντας πλήρως τον «διοικητισμό» αντίστοιχο των επιχειρήσεων της αγοράς με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη λειτουργία των σχολείων και το σχολικό κλίμα.
Παράλληλα στην ιστοσελίδα του σχολείου, πλέον, οφείλουν να αναρτώνται όλες οι δράσεις που αναλαμβάνει το σχολείο, ο τρόπος λειτουργίας των εκπαιδευτικών ομίλων που αποτελούν απογευματινές δράσεις εθελοντικής βάσης, όπου όσοι ορίζονται ως υπεύθυνοι (από τους διευθυντές φυσικά) θα πληρώνονται με μόρια για να γίνουν στελέχη και θα συνυπολογίζεται η συμμετοχή τους στην ατομική τους αξιολόγηση (εδώ μας θυμίζει τις παρεμβάσεις Λοβέρδου για πληρωμή των εκπαιδευτικών με μόρια στις προσλήψεις αναπληρωτών εκπαιδευτικών). Ταυτόχρονα θα αναρτώνται το ωρολόγιο πρόγραμμα, τα στοιχεία του προσωπικού, το σχέδιο του προγραμματισμού του σχολείου, τα αποτελέσματα της εσωτερικής αξιολόγησης του σχολείου δηλ. θα αναρτώνται ό,τι δράσεις και εσωτερικές διαδικασίες επιτελεί η σχολική μονάδα όπου εύκολα κάποιος θα μπορεί να συγκρίνει τα σχολεία, ως προς τη δράση και την αξιολόγησή τους. Είναι φανερό, στοχεύουν στη δυνατότητα επιλογής σχολείου από τους γονείς, τη σύνδεση της κρατικής χρηματοδότησης με τα «αξιολογικά» αποτελέσματα (όπως έκαναν ήδη για τις πανεπιστημιακές σχολές). Επιχειρούν έτσι την κατηγοριοποίηση σχολείων και την ύπαρξη σχολείων πολλαπλών ταχυτήτων, «εμπνεόμενοι» από το βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα με τη δημιουργία σχολείων «ελίτ» και «γκέτο». Κι όλο αυτό το αφήγημα ήδη έχει ξεκινήσει από τα λεγόμενα πρότυπα σχολεία τα οποία ενισχύθηκαν ακριβώς για να καλλιεργήσουν τη φιλοσοφία κατηγοριοποίησης των σχολείων σε «ελίτ» σχολεία και σε σχολεία υποδεέστερων κατηγοριών. Θα μπορούσε κάποιος/α να ισχυρισθεί ότι όλα αυτά είναι εικασίες, όμως, δυστυχώς για την ελληνική κοινωνία, όλα αυτά περιγράφονται και αναλύονται στην έκθεση Πισσαρίδη που η Κυβέρνηση παρήγγειλε και εφαρμόζει ως το σχέδιο πάνω στο οποίο “χτίζεται” το μοντέλο ανάπτυξης της χώρας.
2) Αυτονομία Σχολείων ως απαγκίστρωση από τις δημόσιες δαπάνες.
«Η εκπαίδευση, το σχολείο μας, έχει έρθει η ώρα να απεγκλωβιστεί από το Υπουργείο Παιδείας» δήλωσε πρόσφατα ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης. Με την εισαγωγή στο νομοσχέδιο διατάξεων περί χορηγιών, «δωρεών» και «εσόδων» αποδεικνύεται ότι εννοούσε το Υπουργείο Παιδείας και η πολιτεία να απεγκλωβιστεί από τον «βραχνά» της υποχρέωσης για παροχή δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης στους μαθητές. Εισάγονται και με τη βούλα πια, η επιχειρηματική λειτουργία των σχολείων για την ανεύρεση πόρων (άρθρο 92) με την αξιοποίηση των σχολικών κτηρίων, υποδομών και εγκαταστάσεων ενώ για πρώτη φορά θεσμοθετείται επίσημα η χρηματοδότηση των σχολείων με δωρεές, χορηγίες και παροχές από τρίτους (άρθρο 93).
Αναφέρει βέβαια την δυνατότητα επιλογής βιβλίων μεταξύ προσφερόμενων, μόνο που αυτά περισσότερο αποτέλεσμα οικονομικής ανάθεσης-πράξης σε διάφορες συγγραφικές ομάδες θα είναι παρά απόρροια ενός συνολικού και συλλογικού σχεδιασμού για τα παρεχόμενα βιβλία. Με την επιλογή του διαφορετικού βιβλίου, ακόμα και ανάμεσα στα τμήματα της ίδιας τάξης ενός σχολείου, διογκώνονται οι ανισότητες, διαφοροποιείται ακόμα περισσότερο το τι μαθαίνει ο κάθε μαθητής (άρθρα 79 & 80). Ανοίγει ο δρόμος, τελικά, για το βιβλίο των «πολλών επιπέδων» για «καλούς», «μέτριους» και «κακούς» μαθητές, αφού κατά τη λογική του Υπουργείου «δεν παίρνουν όλα τα παιδιά τα γράμματα»!
Επικοινωνιακά το χρησιμοποιούν το «πολλαπλό» βιβλίο καθώς ο στόχος τους είναι άλλος: Να ανοίξουν τον δρόμο που οδηγεί σε μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην τοπική αυτοδιοίκηση, σε τοπικές προσλήψεις και σε ξεκάθαρο ανταγωνισμό σχολείων για τη διεκδίκηση μαθητικού πληθυσμού και φυσικά εξεύρεση πόρων μέσω χορηγιών και εκδηλώσεων των σχολείων με επιπλέον οικονομική επιβάρυνση για τους μαθητές και τις οικογένειές τους.
3) Μέσω της λεγόμενης «ατομικής αξιολόγησης», η κυβέρνηση επιχειρεί τον «βίαιο» εξαναγκασμό των εκπαιδευτικών στην αποδοχή και υλοποίηση του συνολικότερου σχεδίου για το σχολείο.
Η ατομική αξιολόγηση εισάγεται και συνδέεται με όλες τις δραστηριότητες των εκπαιδευτικών εντός σχολείου αλλά και εκτός, με την αποτίμηση της συμμετοχής όλων στις εθελοντικές συμμετοχές και σε εξωσχολικές δράσεις εκτός ωραρίου, σε επιμορφωτικές δράσεις που προγραμματίζει ο διευθυντής του σχολείου εκτός εργασιακού ωραρίου κλπ. Δημιουργούνται μέσα στα σχολεία διάφορες κατηγορίες εκπαιδευτικών, με επιλογή του διευθυντή (μέντορας, συντονιστής τάξης), εγκαθιδρύεται ο φόβος και η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών, με την κατηγοριοποίηση όλων σε «καλούς, καλύτερους, χειρότερους και χείριστους». Επικοινωνιακά το υπουργείο αναφέρει ότι η αξιολόγηση δεν είναι τιμωρητική καθώς δε θα είναι συνδεδεμένη με τον μισθό, μόνο που οι εκπαιδευτικοί δεν είναι απλά υπάλληλοι μισθού, αλλά παιδαγωγοί, και η παραπάνω κατηγοριοποίησή τους είναι από μόνη της τιμωρητική και βαθιά προβληματική. Πίσω όμως από τις ψεύτικες επικοινωνιακές κορώνες κρύβεται η ειπωμένη από την κυβέρνηση προσπάθεια για μείωση του προσωπικού στον δημόσιο τομέα!! Η έκθεση Πισσαρίδη άλλωστε το επιβεβαιώνει εισηγούμενη τη σύνδεση της αξιολόγησης τόσο με το μισθολόγιο όσο και με ενδεχόμενες απολύσεις. Αξιολόγηση σημαίνει απολύσεις! Yπάρχουν διατάξεις που τιμωρούν εργασιακά κατά άμεσο τρόπο εκπαιδευτικούς, για παράδειγμα εάν ένας «δόκιμος» εκπαιδευτικός κριθεί μη ικανοποιητικός, δε μονιμοποιείται και οφείλει να περάσει τη διαδικασία στα επόμενα 2 χρόνια, αποκλείει τους εκπαιδευτικούς για 8 έτη από θέση στελέχους εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν συμμετέχουν σε κάποιο τμήμα της αξιολόγησης (σχολείου ή ατομικής). Επιπλέον συνδέει την αξιολόγηση με την επιμόρφωση δημιουργώντας μια στρεβλή αντίληψη της παιδαγωγικής επιστήμης και της αναβάθμισης του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου μιας και η επιμόρφωση θα έπρεπε να έχει καθολικό και περιοδικό χαρακτήρα.
Όλα τα παραπάνω μετασχηματίζουν το σχολείο από ένα ζωντανό οργανισμό παροχής του δημόσιου αγαθού της εκπαίδευσης σε ένα οργανισμό που ενσωματώνει, αντιγράφει τη δομή των ιδιωτικών επιχειρήσεων (διευθυντική εξουσία, μέτρηση απόδοσης, απεικόνιση αυτής της απόδοσης με μετρήσιμους στόχους, ποινολόγιο σε αυτούς που αποτυγχάνουν κλπ) παρουσιάζοντας μάλιστα ότι αυτό γίνεται για το καλό των μαθητών. Μια ψευδεπίγραφη διαδικασία, όπως φυσικά μας έχουν συνηθίσει να παρουσιάζουν σε λογική αντιστροφής από όσα νομοθετούν («αναβάθμιση του σχολείου» με αύξηση μαθητών στα τμήματα, «προστασία της εργασίας» με διάλυση των εργασιακών σχέσεων και απελευθέρωση των απολύσεων κ.α).
Παράλληλα το νομοσχέδιο επιχειρεί να υπονομεύσει τα θεμέλια του συνδικαλιστικού κινήματος σε συνέχεια του νόμου Χατζηδάκη. Η συμμετοχή σε συλλογικές αποφάσεις των συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών, προσμετράται αρνητικά και τιμωρητικά στην ατομική τους αξιολόγηση. Αποτελεί μια στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ να χτυπήσει ολοκληρωτικά το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα. Ένα συνδικαλιστικό κίνημα, που έχει καταφέρει να αποτρέψει την εφαρμογή νομοσχεδίων στην πράξη, έχει κρατήσει μέχρι χθες βασικά εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα σε ισχύ προς όφελος των εργαζομένων, εκεί που σε πολλές γωνιές του κόσμου και ιδιαίτερα στην Ευρώπη βλέπουμε να επιχειρείται η σταδιακή κατάργησή τους τα τελευταία 20 χρόνια.
Μην ξεχνάμε ότι οι αιρετοί εκδιώχθηκαν από τα υπηρεσιακά συμβούλια με νόμο και αντικαταστάθηκαν με δοτούς, από την Κυβέρνηση, και σήμερα τους εξοβελίζει ολοκληρωτικά από τα συμβούλια επιλογής στελεχών, δημιουργώντας κομματικό μηχανισμό τόσο στις επιλογές όσο και στις αξιολογήσεις. Επιδιώκουν να καταργήσουν τον μοναδικό θεσμό που αποτελεί το μάτι, το αυτί και το στόμα των συναδέλφων στα υπηρεσιακά συμβούλια, που με την παρουσία τους υπήρχε έλεγχος της διοίκησης από αυθαιρεσίες και ρουσφέτια. Τον ρόλο αυτό πλέον τον αναλαμβάνει το κομματικό κράτος με τους διορισμένους από την Κυβέρνηση, με τους δοτούς σε όλες τις θέσεις ελέγχου, επιλογής στελεχών κλπ.
Θέλουν να απονεκρώσουν το συνδικαλιστικό κίνημα από τη συλλογική δράση, την αλληλεγγύη και τη διεκδίκηση, να υπάρξει μετατόπιση από τη συλλογική στην ατομική διευθέτηση των προσωπικών και υπηρεσιακών ζητημάτων, αφήνοντας έρμαιο τον κάθε συνάδελφο/φισσα στα χέρια του κάθε στελέχους της εκπαίδευσης, που θα έχει επιλεγεί με τον τρόπο που περιγράψαμε. Να γνωρίζουν όμως πως το συνδικαλιστικό κίνημα, όσο και να προσπαθήσουν να το χτυπήσουν, απλά γίνεται πιο δυνατό και ενισχύεται μέσα από την ιστορική και συλλογική μνήμη και δράση.
Αυτό το νομοσχέδιο επιχειρεί μια βαθιά αντιδραστική τομή στη δομή, τη λειτουργία, το περιεχόμενο, τη φιλοσοφία και την παιδαγωγική υπόσταση της δημόσιας εκπαίδευσης και γι’ αυτό απορρίπτεται συνολικά από την εκπαιδευτική κοινότητα ως απαράδεκτο.
Ζητάμε την άμεση απόσυρσή του. Υπερασπιζόμαστε το δημόσιο σχολείο και θα δώσουμε σκληρές μάχες ως παράταξη, ως προοδευτική δύναμη στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, σε κάθε επίπεδο θεσμικά και κινηματικά, για να μην ψηφιστεί και να μην εφαρμοστεί.
Είναι μια μάχη που θα τη δώσουμε όχι μόνο οι εκπαιδευτικοί αλλά το σύνολο των προοδευτικών δυνάμεων της κοινωνίας, γιατί μέσα από το σχολείο επέρχεται η εξέλιξη των κοινωνιών ή η διάλυση του κοινωνικού ιστού και η όξυνση όλων των μορφών ανισότητας. Επιλέγουμε τη δημοκρατία, την ισοτιμία, την εξομάλυνση των όποιων ανισοτήτων για ένα δημόσιο, δημοκρατικό και προοδευτικό σχολείο για μια δίκαιη κοινωνία, για μια κοινωνία της ευημερίας για όλους κι όχι για τους λίγους και «εκλεκτούς».
Απαιτούμε από την κυβέρνηση να παρθούν τώρα μέτρα για την προετοιμασία της επόμενης σχολικής χρονιάς :
Μείωση του αριθμού μαθητών ανά τάξη. Κατάργηση – μη εφαρμογή του ν. 4692/2020 που αυξάνει τον μέγιστο αριθμό μαθητών για Νηπιαγωγεία και Δημοτικά στο 25. Κανένα τμήμα πάνω από 20 μαθητές. 15 μαθητές το ανώτερο για Νηπιαγωγεία, Α’ & Β΄ Δημοτικού, κατευθύνσεις και εργαστήρια στη Β/θμια.
Μαζικοί μόνιμοι διορισμοί εκπαιδευτικών με βάση το πτυχίο και την προϋπηρεσία/
Αναπροσαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων και της σχολική ύλης. Εντοπισμός των μαθησιακών κενών που έχουν προκύψει τα δύο τελευταία χρόνια και επιστημονικός – παιδαγωγικός σχεδιασμός για την αντιμετώπισή τους.
Να λειτουργήσουν σε όλα τα Δημοτικά τμήματα ενισχυτικής διδασκαλίας με βάση τις ανάγκες κάλυψης και αναπλήρωσης των κενών. Να επανέλθει ο υπεύθυνος στο Ολοήμερο.
Κρατικό σχέδιο ανάπτυξης των σχολικών υποδομών, σχεδιασμός για ανέγερση νέων σχολικών μονάδων με βάση τις ανάγκες. Να γίνουν άμεσα (μέσα στο καλοκαίρι) όλα τα απαραίτητα έργα συντήρησης και επισκευής στα σχολεία.
Αυξημένη κρατική χρηματοδότηση των σχολικών επιτροπών, ώστε να καλυφθούν οι τεράστιες ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί όλο αυτό το διάστημα.
Προσλήψεις ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών σε όλα τα σχολεία. Ενίσχυση των δομών Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Στελέχωση των ΚΕΣΥ με όλο το αναγκαίο μόνιμο προσωπικό, ώστε να προχωρήσουν γρήγορα οι διαδικασίες της αξιολόγησης και των διαγνώσεων των μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες.
Να αναβαθμιστούν εδώ και τώρα οι τεχνολογικές υποδομές των σχολείων με ενίσχυση σε πόρους και υλικό όλων των ψηφιακών λειτουργιών των σχολείων, που θα υποστηρίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία και δε θα την υποκαθιστούν. Απεμπλοκή των ιδιωτών από τις διάφορες λειτουργίες του σχολείου που τους έχει παραχωρήσει το Υπουργείο Παιδείας.
Κατάργηση όλων των νομοθετικών διατάξεων που γενικεύουν τη λεγόμενη εξ αποστάσεως εκπαίδευση και εκτός πανδημίας, των διατάξεων για τις κάμερες στις τάξεις. Καμία αξιοποίηση της εξ αποστάσεως διδασκαλίας για την κάλυψη εκπαιδευτικών κενών.
Να μην εφαρμοστούν τα Εργαστήρια Δεξιοτήτων της ημιμάθειας και της αποσπασματικότητας σε Νηπιαγωγείο – Δημοτικό και Γυμνάσιο. Σύγχρονα αναλυτικά προγράμματα, επιστημονικά και παιδαγωγικά δομημένα με στόχο την ενίσχυση της σύγχρονης γενικής παιδείας και πράξης για όλα τα παιδιά χωρίς διαχωρισμούς και κατηγοριοποιήσεις.
Κατάργηση όλου του νομοθετικού πλαισίου για τη λεγόμενη αξιολόγηση στα σχολεία (ν. 4692/2020, Υ.Α για εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση, διατάξεις για εσωτερικό κανονισμό), που θα οδηγήσει στην υποβάθμιση των σχολείων και στην παραπέρα κατηγοριοποίηση. Πρόγραμμα δημόσιας και δωρεάν επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, επιστημονικά καταρτισμένο με βάση τις σύγχρονες εκπαιδευτικές ανάγκες.
Το ΔΣ του ΣΕΠΕ Χανίων καλεί τους εκπαιδευτικούς να συμμετέχουν μαζικά στην κινητοποίηση ενάντια στην ψήφιση του νομοσχεδίου την Τετάρτη 28 Ιουλίου στις 12 πμ με συγκέντρωση στην Πλατεία της Δημοτικής Αγοράς.
Για το ΔΣ
Ο Πρόεδρος
Τσαλαπάκης Αντώνης
Ο Γ. Γραμματέας
Πετράκης Νεκτάριος