Η αθλητική ψυχολογία είναι η επιστήμη της μελέτης της συμπεριφοράς των αθλητών αλλά και
όλων όσων ασχολούνται με τον αθλητισμό. Στόχος της είναι η καλλιέργεια των ψυχολογικών και
φυσιολογικών δεξιοτήτων του αθλητή. Δεν απευθύνεται μόνο σε υψηλού επιπέδου αθλητές, αλλά
σε όλους όσους ασχολούνται με τον αθλητισμό και χρειάζονται σωματική και ψυχική προπόνηση,
συμπεριλαμβανομένης και της υποστήριξης τόσο των προπονητών όσο και των γονιών, όταν
απευθυνόμαστε σε παιδιά.
Ένας αθλητής, κατά την διάρκεια της αθλητικής του πορείας μπορεί να αναπτύξει κάποιες
διαταραχές. Αυτές είναι το σύνδρομο υπερπροπόνησης, οι διατροφικές διαταραχές, η
υπερβολική ενασχόληση με τους μύες και το ντοπάρισμα.
Το σύνδρομο υπερπροπόνησης, που μπορεί να οφείλεται σε ψυχολογικούς παράγοντες, όπως η
γενική πίεση του αθλητή και η έλλειψη ποικιλίας στην προπόνηση, προσωπικά προβλήματα που
τον ωθούν στην υπερπροπόνηση, αλλά και η απουσία κινήτρων, έχουν τόσο σωματικές όσο και
ψυχολογικές επιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα, η υπερβολική προπόνηση εκτός του ότι συντελεί στη
μείωση του βάρους του αθλητή, επιδρά στην καρδιακή συχνότητα και δημιουργεί μυϊκούς πόνους
μετά το τέλος της. Η σωματική αυτή αδυναμία και σύγχυση του οργανισμού του αθλητή, έχει ως
αποτέλεσμα την αύξηση των τραυματισμών, γεγονός το οποίο δημιουργεί αλλά και αυξάνει το ήδη
υπάρχον άγχος. Έτσι, ο αθλητής οδηγείται σε ένα φαύλο κύκλο αρνητικών σωματικών και
ψυχολογικών αποδόσεων, χάνει την αυτοπεποίθησή του, αυξάνοντας τις πιθανότητες για την
ανάπτυξη διαταραχών ύπνου αλλά και κατάθλιψης. Στο πλαίσιο αυτό, η ψυχολογική ανισορροπία
του αθλητή, του δημιουργεί προβλήματα στην επικοινωνία, τόσο στο αθλητικό όσο και στο
προσωπικό του περιβάλλον, καθώς νιώθει ότι χάνει <<τα στηρίγματά του>>, την ικανότητά του να
αποδίδει και αρχίζει να φοβάται σε υπερβολικό βαθμό τον ανταγωνισμό.
Σε μία τέτοια περίπτωση η αντιμετώπιση περιλαμβάνει τεχνικές όπως η τεχνική χαλάρωσης, που
είναι αποτελεσματικές για τον έλεγχο του στρες και του άγχους (τεχνική βιοανατροφοδότησης,
προοδευτική χαλάρωση μυών, τεχνικές αναπνοής, αυτογενής εξάσκηση). Μία άλλη
αποτελεσματική τεχνική είναι η διαχείριση του άγχους και της διέγερσης, που περιλαμβάνει
τεχνικές εστίασης στο κίνητρο και όχι στο αποτέλεσμα, αφού μία τέτοια εστίαση δημιουργεί και
αναπαράγει αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα φόβου στον αθλητή. Ακόμα, ιδιαίτερα βοηθητική,
είναι η τεχνική του προσδιορισμού των στόχων, εστιάζοντας στον καθορισμό των στόχων με άξονα
τα φυσικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αθλητή και όχι στο αποτέλεσμα.
Οι διατροφικές διαταραχές αναπτύσσονται κυρίως σε αθλητές, των οποίων τα αθλήματα,
απαιτούν διατήρηση του σωματικού βάρους όπως είναι η ενόργανη, η ρυθμική γυμναστική, η πάλη,
η άρση βαρών, η συγχρονισμένη κολύμβηση και άλλα. Αναφέρονται στην υπερβολική ενασχόληση
του αθλητή με το σώμα και την απώλεια βάρους, ξεπερνώντας τα όρια του υγειούς και
επηρεάζοντας αρνητικά το άτομο και στην προσωπική του ζωή. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι
αθλητές νιώθουν ντροπή για το σώμα τους, καθώς το κρίνουν πολύ αυστηρά, σύγχυση γιατί θέτουν
πολύ υψηλούς, πολλές φορές μη ρεαλιστικούς στόχους, που δεν μπορούν να πετύχουν, και
αδυναμία να ανταποκριθούν στις καθημερινές τους δραστηριότητες, επηρεάζοντας την απόδοση
τους. Όλα αυτά, μπορούν να οδηγήσουν σε εκδήλωση προβληματικών συμπεριφορών ακόμα και
μετά το τέλος της ενασχόλησης του αθλητή με το εκάστοτε άθλημα.
Η πρόληψη στη συγκεκριμένη διαταραχή περιλαμβάνει την κατάλληλη υποστήριξη από γονείς
και προπονητές, οι οποίοι χρειάζεται να λαμβάνουν εκπαίδευση για να ενθαρρύνουν και να
προωθούν στον αθλητή ένα υγιεινό πρότυπο διατροφής μέσω των κατάλληλων παρατηρήσεων που
εστιάζουν στην αποφυγή των διατροφικών υπερβολών. Πολύ σημαντικό, επίσης, είναι να βοηθούν
τον αθλητή να αντιλαμβάνεται ότι η έμφαση πρέπει να δίνεται στην επίδοση και στα επίπεδα
βελτίωσής του και όχι στο σωματικό του βάρος.
Η υπερβολική ενασχόληση με τους μυς, συχνά συμβαίνει, λόγω της σύγχυσης προτύπων, δηλαδή
την εντύπωση ότι για να επιτύχει ένας αθλητής τον πιο σημαντικό ρόλο τον έχει η εξωτερική του
εμφάνιση και κυρίως το σώμα του. Πρακτικά, η διαταραχή αυτή, μεταφράζεται με τις ατελείωτες
ώρες γυμναστικής καθημερινά, σε συνδυασμό με μία απαιτητική διατροφή, χρήση συμπληρωμάτων
και πολλές φορές χρήση ουσιών όπως τα αναβολικά, τα οποία μάλιστα καταναλώνονται με
πρωτοβουλία του ίδιου σε υπερβολικές βλαβερές για τον οργανισμό ποσότητες. Αυτό, φυσικά έχει
αντίκτυπο και στην προσωπική-κοινωνική τους ζωή, αφού την παραμελούν για να γυμνάζονται
θεωρώντας πώς μόνο έτσι θα αυξηθεί η απόδοσή τους, θέτοντας υπερβολικούς στόχους.
Τέλος, το ντοπάρισμα είναι η χρήση διεγερτικών ουσιών, που βοηθούν στην αύξηση της
δραστηριότητας και της αυτοπεποίθησης, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλουν στη διέγερση των ψυχικών
λειτουργιών μειώνοντας την ψυχική και σωματική κόπωση. Η χρήση τους δημιουργεί ένα φαύλο
κύκλο αρνητικών και επιβλαβών συνεπειών για τον αθλητή.
Πιο αναλυτικά, η χορήγησή τους επηρεάζει την καθοδικά την σωματική δραστηριότητα και
λειτουργικότητα του αθλητή καθώς επίσης και την ψυχική του, δημιουργώντας του
ευερεθιστικότητα. Ανάλογα με το διάστημα χρήση τους, η απώλεια τους μπορεί να προκαλέσει
συμπτώματα στέρησης, γεγονός το οποίο οδηγεί στην επανάληψη της χρήσης τους, αφού χωρίς
αυτά ο αθλητής πλέον δυσκολεύεται να αποδώσει σωματικά και ψυχικά. Δημιουργείται, δηλαδή,
ένα είδος εθισμού και εξάρτησης, το οποίο μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη, ακόμα και
αυτοκτονικές τάσεις.https://www.psychology.gr/
Ελευθερία Ζεμπίλη
Τα σχόλια είναι κλειστά.