Ορθοδοξία : O Οικουμενικός Πατριάρχης τίμησε τον Ομοτ.Καθηγητή Χρήστο Γιανναρά με το Οφφίκιο του Άρχοντος Μεγάλου Ρήτορος της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας

Μετά τον εσπερινό της εορτής της Ινδίκτου, κατά τον οποίο χοροστάτησε, στην Ι.Μ.Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή

Με το Οφφίκιο του Άρχοντος Μεγάλου Ρήτορος τίμησε ο Οικουμενικός Πα-τριάρχης Βαρθολομαίος τον διακεκριμένο Ομοτ.Καθηγητή Πανεπιστημίου και συγγραφέα Χρήστο Γιανναρά, μετά το πέρας του Εσπερινού, κατά τον οποίο χοροστάτησε, το απόγευμα του Σαββάτου, 31 Αυγούστου, παραμονή της εορ-τής της Ινδίκτου, στην Ι.Μ.Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή, παρουσία πλήθους Ιε-ραρχών, Αρχόντων Οφφικιαλίων, του Γενικού Προξένου της Ουκρανίας στην Πόλη Ολεκσάντρ Γκαμάν και πιστού λαού.

“Η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία σας απονέμει σήμερον εν τη ιστορική ταύτη Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Ζωοδόχου Πηγής, τω παν-σέπτω ενδιαιτήματι της Παναγίας της Βαλουκλιωτίσσης, διά των χειρών της ημών Μετριότητος, το αρχοντικόν οφφίκιον αυτής, του Άρχοντος Μεγάλου Ρή-τορος”, είπε ο Παναγιώτατος και συνέχισε: “Εν λατρευτική συνάξει και εορτίω ατμοσφαίρα, η οποία, όπως υμείς γράφετε, «ανθρωπεύει τους ανθρώπους» (Νεοελληνική ταυτότητα, σ. 217), κατατάσσομεν και υποδεχόμεθα τον νέον Άρχοντα Μέγαν Ρήτορα Χρήστον Γιανναράν εις την χορείαν των οφφικιαλίων της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως”.

Αναφερόμενος στους λόγους για τους οποίους η Μητέρα Εκκλησίας της Κων-σταντινουπόλεως τίμησε τον Καθηγητή Γιανναρά ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επισήμανε:

“Τιμώμεν, Εντιμολογιώτατε, την μεγάλην προσφοράν σας εις την θεο-λογίαν, την φιλοσοφίαν, την παιδείαν και τον πολιτισμόν. Θαυμάζομεν την πλουσιωτάτην συγγραφικήν παραγωγήν σας, η οποία περιλαμβά-νει περί τας εξ δεκάδας σπουδαίων βιβλίων. Αναγνωρίζομεν την διαρ-κή και ευδόκιμον δημοσίαν μαρτυρίαν σας «περί της εν ημίν ελπίδος», τον γλαφυρόν λόγον του χαρισματικού ομιλητού και συζητητού, ο ο-ποίος ήγγιζε και εγγίζει τας χορδάς της ψυχής και της διανοίας ανα-ριθμήτων ανθρώπων, ημετέρων και θύραθεν, νέων και εν ηλικία, α-πλών και εν εξουσίαις, συνέβαλεν εις την προβολήν των πνευματικών θησαυρών της Ορθοδόξου ημών παραδόσεως, εβοήθησε τους πι-στούς εις την συνάντησίν των με τον σύγχρονον κόσμον, την κριτικήν αξιολόγησιν του πολιτισμού του και την εκτίμησιν των θετικών προο-πτικών του. Το έργον σας αποτελεί πολύτιμον πνευματικήν παρακατα-θήκην και διά τας επερχομένας γενεάς”.

Στη συνέχεια ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε εκτενώς στο συγγραφικό έργο του τιμωμένου και τόνισε:

“Διά την υμετέραν Εντιμολογιότητα, αγαπητέ Άρχων, η θεολογία, εις την αυθεντικήν έκφρασίν της, είναι πάντοτε θεολογία της ελευθερί-ας. Η ελευθερία είναι σχέσις, είναι η υπέρβασις του «στεγανού ῾εγώ᾽», η προσκόλλησις εις το οποίον είναι η κατ᾿ εξοχήν «ασθένεια προς θά-νατον, δίχως ελπίδα Ανάστασης», όπως γράφετε (Η ελευθερία του ή-θους, 1970, σ. 211). «Η όντως ζωή ταυτίζεται με την κοινωνούμενη ύπαρξη, την ελευθερία της αγάπης. Η υπαρκτική γνησιότητα, ο κατ᾿ αλήθειαν τρόπος της υπάρξεως, είναι η ελεύθερη αγαπητική αυθυπέρ-βαση και αυτοπροσφορά… Ο,τι είναι αγάπη και ελευθερία από τις ανα-γκαιότητες της φυσικής ατομικότητας, είναι ζωή» (Τα καθ᾿ εαυτόν, σ. 98-99). Είσθε ο εκφραστής και υπερασπιστής της Αληθείας ως «κοι-νωνίας», του «πολιτισμού της σχέσης» (Το προνόμιο της απελπισίας, σ. 117), του «πολιτισμού του προσώπου».

Κατωρθώσατε να διατυπώσετε εις σύγχρονον συναρπαστικήν γλώσσαν, και εν διαλόγω με την φιλοσοφίαν και την επιστήμην, χωρίς εκατέρωθεν μινιμαλισμούς, την αλήθειαν της εκκλησιαστικής εμπειρίας, όπως αυτή εβιώθη εις την παράδοσιν της Ορθοδοξίας, ως μετοχή εις την «καινότητα» της ζωής, η οποία δεν γνωρίζει φθοράν και θάνατον.

Είναι χαρακτηριστικόν ότι εντοπίζετε εις την εκκλησιαστικήν λατρείαν την πεμπτουσίαν της ορθοδόξου μαρτυρίας και την κινητήριον δύναμιν ενός ενεργητικού ρόλου της Ορθοδοξίας εν τω συγχρόνω κόσμω. «Μόνο σωστή λατρεία, τίποτε άλλο, θα ήταν έκρηξη πολιτιστική…. Κο-ρυφαία ποιητικά μορφώματα της γλώσσας που «αι γενεαί πάσαι» των Ελλήνων τα μέλωσιν και τα λειτουργούν. Αρχιτεκτονική, ζωγραφική, διάκοσμος, δραματουργία, μεταποιούν σε πρόταση ζωής πάλη αιώ-νων φιλοσοφίας και δημιουργικής έμπνευσης – πρόταση ζωής για κά-θε άνθρωπο, οπουδήποτε της γης» (Αόριστη Ελλάδα, σ. 30-31).

Με οξυδέρκειαν και επί τη βάσει θεολογικών κριτηρίων στηλιτεύετε την θρησκειοποίησιν του εκκλησιαστικού γεγονότος. Όντως, όταν η Θεία Λειτουργία παύη να είναι «προσφορά και αναφορά όλων των στοιχείων της κοσμικής σάρκας του βίου μας» εις τον Θεόν, και καθί-σταται «μία θρησκευτική τελετή που αφορά σε συναισθήματα και όχι στη ζωή μας» (ο.π., σ. 101), τότε αλλοιώνεται η ευχαριστιακή υπόστα-σις και ταυτότης της Εκκλησίας. Ορθώς υπογραμμίζετε ότι «η γνησιό-τητα ή η αλλοτρίωση του εκκλησιαστικού γεγονότος κρίνεται στη διά-σωση ή στην απώλεια της ενορίας» (Τα καθ᾿ εαυτόν, σ. 94).

Ανεδείξατε διά των συγγραφών σας την κεντρικήν σημασίαν της α-σκήσεως, του «αθλήματος της ασκητικής αυτοπαραίτησης» εις την εκ-κλησιαστικήν ζωήν, της εκουσίας υποταγής του πιστού εις την «καθο-λική πείρα και ζωή της Εκκλησίας» (Η ελευθερία του ήθους, β´ εκδ. 1989, σ. 141). Γράφετε: «Άσκηση για τους Ορθοδόξους δεν σημαίνει μιάν ατομική γυμναστική της θέλησης, όπως για τον δυτικό πουριτανι-σμό, ούτε μια ιδεαλιστική εξιδανίκευση της στέρησης, αλλά η άσκηση είναι ένα εκκλησιαστικό γεγονός, κοινωνικό, μια μεταποίηση της ατομι-κής χρήσης των υλικών αγαθών σε χρήση κοινωνίας, χρήση λειτουρ-γική» (Κριτικές Παρεμβάσεις, σ. 18-19).

Η χριστιανική άσκησις είναι «ευχαριστιακή», είναι «η προσπάθεια επιστροφής στη σωστή χρήση του κόσμου, στην προσωπική σχέση με τον κόσμο» (Η ελευθερία του ήθους, σ. 206). Όπως λίαν ευστόχως υπογραμμίζετε, «όσο προσωπικότερος γίνεται ο άνθρωπος στη σχέση του με τον κόσμο, τόσο περισσότερο του αποκαλύπτεται ο προσωπι-κός λόγος του κόσμου». Η φύσις φανερώνεται «ως προσωπική Ενέρ-γεια του Θεού, σοφία και δόξα του Θεού». (Το προνόμιο της απελπισί-ας, σ. 14-15). Εδώ ευρίσκεται και ο λόγος της ενασχολήσεως του Οι-κουμενικού Πατριαρχείου με το οικολογικόν πρόβλημα και την αντιμε-τώπισιν των καταστροφικών διά το φυσικόν περιβάλλον συνεπειών του ατομοκεντρισμού, του ευδαιμονισμού, του συγχρόνου οικονομι-σμού και της τεχνοκρατίας. Η μέριμνα διά το περιβάλλον είναι συνέ-πεια και προέκτασις της Εκκλησιολογίας και της Ορθοδόξου κοσμολο-γίας. Η εν Χριστώ ελευθερία και αναφορικώς προς την δημιουργίαν, είναι σχέσις και όχι κτήσις.

Ιδιαιτέρως εκτιμώμεν, Εντιμολογιώτατε, όσα κατεθέσατε εν καιρώ περί του νοήματος της οικουμενικότητος του Πατριαρχείου Κωνσταντινου-πόλεως, τα οποία επεδοκίμαζε και ο πνευματικός ημών Πατήρ, αοίδι-μος Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων, ο οποίος έτρεφε μεγάλην ε-κτίμησιν διά το έργον σας. Εχαρακτηρίσατε τον εθνοφυλετισμόν ως «τη φοβερή αλλοτρίωση της συνειδήσεως της καθολικότητος της Εκ-κλησίας» και εξήρατε το γεγονός ότι «η Κωνσταντινούπολη δεν ευνό-ησε ποτέ την εθνικιστική στεγανοποίηση του Ελληνισμού και εκπρο-σώπησε ως το τέλος το δρόμο της πνευματικής και πολιτιστικής καθο-λικότητας» (Το προνόμιο της απελπισίας, σ. 226-227)”.

Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο Παναγιώτατος, ανέφερε ότι και ο ίδιος έχει μελετήσει τα συγγράμματα του τιμωμένου Καθηγητού και Άρχοντος Οφφικιαλί-ου του Οικουμενικού Θρόνου.

“Είσθε ο θεολόγος και φιλόσοφος του προσώπου και της ελευθερίας. Ανεδείξατε, ιστορικώς και συστηματικώς, την ταυτότητα και την αλή-θειαν της καθ᾽ ημάς παραδόσεως έναντι του δυτικού ατομοκεντρισμού και της αλλοτριωτικής θρησκειοποιήσεως της εκκλησιαστικής ζωής. Τονίζετε την ενότητα της εκκλησιαστικής μας παραδόσεως, το «αληθι-νά συναρπαστικό φαινόμενο» ότι, «παρά τη διαφορετικότητα των ι-στορικών αφορμών ή και της φιλοσοφικής γλώσσας, οι οντολογικές ‘συνθέσεις’—των Καππαδοκών, του Μαξίμου του Ομολογητή, του Γρηγορίου Παλαμά—συνιστούν σχολιασμό των πρώτων γραπτών διατυπώσεων της εκκλησιαστικής εμπειρίας, σχολιασμό της Γραφής», και το ότι η ανυπέρβλητος βιβλική φράσις «ο Θεός αγάπη εστί» (Α´ Ιω-αν. δ´, 16) αποτελεί «σύνοψη και επίκεντρο της οντολογικής προβλη-ματικής των Ελλήνων Πατέρων» (Τα καθ᾽ εαυτόν, σ. 109-110). Όλον σας το έργον επαληθεύει την εύγλωττον διαπίστωσιν του Jacques La-carrière, ότι διά το Γένος ημών η Ορθοδοξία είναι «το σπίτι μας». Και ημείς οι εν Φαναρίω, φυλάσσομεν αυτόν τον ιερόν οίκον, τον τόπον και τον τρόπον του βίου της πονεμένης Ρωμιοσύνης, τα «περασμένα» και αξεπέραστα, εν ετέρα μορφή αεί παρόντα «μεγαλεία», που «διηγώ-ντας τα να μην κλαίς», όπως έλεγεν ο αείμνηστος Προκάτοχος ημών Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας. Τα φυλάσσομεν και τα φρου-ρούμεν νυχθημερόν, ανυστάκτως, παραμένοντες αμετακίνητοι εις την Βασιλεύουσαν, όπου είναι ταγμένη να ζη εις τους αιώνας η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, αφορώσα εις τον Ιδρυτήν Αυτής, τον Αρ-χηγόν και Τελειωτήν της πίστεως ημών”.

Στην αντιφώνησή του, ο νέος Άρχων, ευχαρίστησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη για την ιδιαίτερη μεγάλη τιμή που του επιφύλαξε. “Το οφφίκιο των “αρχόντων” του Οικουμενικού Πατριαρχείου – σημείωσε ο κ.Γιανναράς – έχει, τουλάχιστον στα δικά μου μάτια, τη σφραγίδα της ιδιαιτερότητας του “πρώτου τη τάξει” θε-σμού στο επισκοπικό σύστημα της Εκκλησίας: Δεν ανακηρύσσει εταίρους, επί-τιμους προκρίτους, επίλεκτους προύχοντες στην πατριαρχική τάξη. Όχι. Απο-νέμει την αναγνώριση “αρχόντων”. “Ο έχω, τούτο σοι δίδωμι”.

Στη συνέχεια πρόσθεσε:

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι “το πάντοτε αναλούμενο και ουδέ-ποτε δαπανώμενο” κεφάλαιο αρχοντιάς του εκκλησιαστικού Ελληνι-σμού. Από που αντλείται ακενώτως το “τζιβαϊρικόν πολυτίμητο” καφά-λαιο αρχοντιάς; Το όρισε η κεφαλή και ποδηγέτης της Εκκλησίας: “Ο θέλων πρώτος είναι, έστω πάντων έσχατος… Τις γαρ μείζων, ο ανα-κείμενος ή ο διακονών; Ουχί ο ανακείμενος; Εγώ δε ειμι εν μέσω υμών ως ο διακονών”.

Είμαι ευγνώμων για την τιμή, την αγάπη και την εμπιστοσύνη, να με ονοματίζει σήμερα ο Οικουμενικός Πατριάρχης άρχοντα, κατά τις πα-ραδόσεις του Φαναρίου. Η ιδιαιτερότητα της ευγνωμοσύνης προκύπτει από την ιδιαιτερότητα της ιστορικής στιγμής. Ειδικά σήμερα το Οικου-μενικό Πατριαρχείο αξιώνεται από τον Θεό να ζει το μεγαλείο της ά-κρας ταπείνωσης, λοιδορούμενο, θλιβόμενο, κακουχούμενο, όχι από εναντίους και αντιπάλους, αλλά από τα “κύκλωτης τραπέζης του έκγο-νά του”.

Ζούμε τη δοκιμασία, τα “έκγονα” της πρωτοκάθεδρης εκκλησιαστικής πατρότητας να διολισθαίνουν στην ευτέλεια των θρησκευτικών απο-κυημάτων του εθνικισμού.

Το Πατριαρχείο, για άλλη μία φορά, σηκώνει τον σταυρό προπηλακι-σμών και απειλών της επηρμένης οφρύος των αριθμητικά ισχυρών, βεβαιώνοντας την αρχοντιά του λειτουργήματός του.

Ευχαριστώ και πάλι για την τιμή του οφφικίου, την τιμή της φαναριώτι-κης αρχοντιάς”.

Ακολούθως παρετέθη δεξίωση στον αυλόγυρο της Ι.Μονής, με τη φροντίδα του υπευθύνου αυτής Σεβ.Μητροπολίτη Σασίμων Γενναδίου, κατά την οποία η Φι-λαρμονική του Δήμου Αμφιλοχίας παρουσίασε πρόγραμμα με παραδοσιακά και νεώτερα τραγούδια.

Τα σχόλια είναι κλειστά.