Η παγκόσμια ζήτηση γλυκού νερού θα ξεπεράσει τη διαθέσιμη προσφορά κατά 56% έως το 2030.
Το καλοκαίρι τελείωσε και η Ευρώπη δεν έχει ούτε μια σταγόνα νερό.
Η σοβαρότερη ξηρασία από το 2018 και οι υψηλές θερμοκρασίες των τελευταίων τριών μηνών έχουν προκαλέσει έναν επικίνδυνο κύκλο επισφάλειας νερού, που αφορά όλους τους Ευρωπαίους ανεξαιρέτως.
Ο αγρότης Πέπε Γκίλαμπερτ κοιτάζει ήδη κατάματα το δυσοίωνο μέλλον του, όπως λέει στους Financial Times. Το έδαφος στους ελαιώνες του μοιάζει με αλάτι και μόνο το 30% της καλλιέργειας του θα αποδώσει φέτος καρπούς.
Γι’ αυτό φταίει ότι μέχρι χθες τα άλση του τροφοδοτούνταν κατά αποκλειστικότητα από τα αποθέματα υπόγειων υδάτων, αλλά επειδή αυτά έχουν πλέον εξαντληθεί, οι αγρότες στην Ανδαλουσία της Ισπανίας, πρέπει να βρίσκουν οι ίδιοι νερό για τα δέντρα τους.
Ξηρασίες σε αύξηση
Η σκληρή και πρώιμη ξηρασία φέτος έχει μειώσει στο μισό νερό που φτάνει στα χέρια τους. «Είναι ένα έργο του διαβόλου», συνοψίζει σκασμένος στη βρετανική εφημερίδα ο ίδιος.
Η ξηρασία και οι πυρκαγιές σε όλη τη νότια Ευρώπη το φετινό καλοκαίρι είναι οι πλέον εμφανείς ενδείξεις του τρέχοντος προβλήματος της λειψυδρίας, που γίνεται ολοένα και πιο σοβαρό καθώς αλλάζει το κλίμα.
«Δεν υπάρχει χώρα στην Ευρώπη που μπορεί να θεωρεί ότι είναι θωρακισμένη», ανέφερε ο Χαβιέρ Λεφλάιβ, ο οποίος ηγείται της ομάδας νερού στη διεύθυνση περιβάλλοντος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.
Οι ξηρασίες έχουν «αυξηθεί δραματικά» τόσο σε αριθμό, όσο και σε ένταση, με τις περιοχές και τους πληθυσμούς που επλήγησαν να έχουν πολλαπλασιαστεί σχεδόν κατά 20% μεταξύ 1976 και 2006, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό.
Δύσκολη κατάσταση
Το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Πόρων (WRI) προέβλεψε το 2020 ότι η παγκόσμια ζήτηση γλυκού νερού θα ξεπεράσει τη διαθέσιμη προσφορά κατά 56% έως το 2030, ποσοστό σαφώς μεγαλύτερο από το 40% που είχε προβλέψει η διεθνής συμβουλευτική εταιρεία McKinsey το 2009.
Οι σχετικές εντάσεις έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο που στη Γαλλία και την Ισπανία έχουν ξεσπάσει ταραχές μεταξύ αγροτών, που αποτελούν τους μεγαλύτερους καταναλωτές των αποθεμάτων νερού της Ευρώπης, και περιβαλλοντικών ομάδων.
Τα επόμενα χρόνια, οι φτωχές πολιτικές για το νερό, τα εθνικά συμφέροντα και η κλιματική αλλαγή, εκτιμάται ότι θα κάνουν την κατάσταση ακόμη χειρότερη.
Συνηθισμένοι στους δροσερούς χειμώνες και τις συχνές βροχοπτώσεων, οι υπεύθυνοι χάραξης της σχετικής πολιτικής στην Ευρώπη, έδιναν ανέκαθεν ελάχιστη σκέψη στα αποθέματα νερού.
Μια παλιά κληρονομιά
«Τα περισσότερα ‘’καθεστώτα’’ (νερού) στην Ευρώπη αποτελούν κληρονομιά από τις μακρινές εποχές της αφθονίας. Τώρα όλα τους πρέπει να αναμορφωθούν για να αντικατοπτρίζουν την έλλειψη», εξηγεί ο Λειφλάιβ.
«Πρόκειται για πολύ ζόρικες και πολιτικά δύσκολες μεταρρυθμίσεις, αλλά για μένα είναι ουσιαστικής σημασίας», προσθέτει ο ίδιος.
Ο αντίκτυπος αυτής της έλλειψης είναι πολύ σοβαρός για τους αγρότες. Θα πλήξει όμως εξίσου και τα νοικοκυριά και τις άλλες βιομηχανίες, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας, καθώς το νερό χρειάζεται για την ψύξη των πυρηνικών σταθμών και για την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας.
Το πρόβλημα, φυσικά, και δεν περιορίζεται μόνο στα πιο ξηρά εδάφη της Ευρώπης.
Ασυνεννοησία και διαρροές
Οι ανάκατες τοπικές ρύθμισης για το νερό, οι παλιοί σωλήνες με τις διαρροές, που χάνουν το 25% του πόσιμου νερού με την Ιταλία, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία να φέρουν τη μεγαλύτερη σχετική ευθύνη και τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν μετατρέπει ακόμη και τα πιο υγρά μέρη της Ευρώπης, όπως είναι η Πολωνία ή η Γερμανία, σε περιοχές «υδατικού στρες».
Το υδατικό στρες είναι μια μέτρηση σχετικά με το πόσο από το διαθέσιμο νερό πρέπει να χρησιμοποιήσει μια χώρα για να καλύψει τη ζήτηση. Σε όλο τον κόσμο, η ζήτηση του νερού υπερβαίνει τη διαθέσιμη παροχή και συγκεκριμένα έχει υπερδιπλασιαστεί από το 1960.
Το WRI λέει ότι οι χώρες αντιμετωπίζουν «ακραίο υδατικό στρες» όταν χρησιμοποιούν πάνω από το 80% των ανανεώσιμων πηγών νερού κάθε χρόνο. Το Βέλγιο, μια χώρα που φημίζεται για τον γκρίζο καιρό της, είναι αυτή με το μεγαλύτερο υδατικό στρες σε όλη Ευρώπη εξαιτίας της πυκνότητας του πληθυσμού και των φτωχών υποδομών, σύμφωνα με τον δείκτη του προαναφερθέντος ινστιτούτου που δημοσιεύτηκε αυτόν τον μήνα.
Με δεδομένο ότι η επισκευή των διαρροών δεν έχει νόημα και είναι υπερβολικά δαπανηρή, σύμφωνα με τον Λεφλάιβ, και το αμάλγαμα από τοπικές εταιρείες και δημαρχικές αρχές καθιστά μεγάλη πρόκληση για τους Ευρωπαίους αξιωματούχους να αναλάβουν δράση, μια λύση σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, εκτός της αύξησης των φόρων για το νερό, είναι το μεγάλωμα κατά 25% των ετήσιων εξόδων για το νερό από όλες τις χώρες της ΕΕ, πλην της Γερμανίας, προκειμένου να συμμορφωθούν με τους κανόνες κατανάλωσης του εντός της ένωσης, που θα οδηγήσει σε αύξηση των σχετικών τιμών.
Το μεγάλο ερώτημα
«Είναι γνωστό ότι τα ποσά που καταβάλλονται για το νερό δεν ανταποκρίνονται στο πραγματικό κόστος εξαγωγής, μεταφοράς και χρήσης του», σημειώνει η Κέιτ Λάμπ, διευθύντρια για την ασφάλεια του νερού στην μη κερδοσκοπική οργάνωση CDP, που βοηθά εταιρείες και τοπικές αρχές να συντονίζουν τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο.
Από την πλευρά του ο οργανισμός Water Europe συστήνει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στους τύπους νερού που χρησιμοποιούνται για διαφορετικές χρήσεις, όπως είναι το ανακυκλωμένο νερό για τη βιομηχανία και τη γεωργία και το νερό της βροχής που θα πρέπει να διατηρείται για να γίνει πόσιμο.
Το πρόβλημα ωστόσο είναι πολύ μεγαλύτερο από το να υπάρχει απλά νερό για μαγειρική, πλύσιμο και γεωργικές εργασίες, αφού και ο τομέας των καθαρών τεχνολογιών –που είναι ζωτικός για τις προσπάθειες της Ευρώπης να φύγει μακριά από τα ορυκτά καύσιμα- είναι επίσης διψασμένος.
«Το πρόβλημα γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο», λέει ο Τζέιμς Λέτεν από το Stockholm International Water Institute. «Το βασικό ερώτημα είναι πως θα προσαρμοστούμε σε αυτό με δημοκρατικό τρόπο», συνεχίζει ο ίδιος.
Η ευθύνη των κυβερνήσεων
Κι ενώ ο Χέκτορ Λορέντε κατάφερε φέτος να καλλιεργήσει την τριπλή ποσότητα σιτάρι στο Λεόν της Ισπανίας με το μισό νερό από ότι συνήθως μέσω τριών διαφορετικών εφαρμογών, συμπεριλαμβανομένης της Climate FieldView, που παρακολουθούν τις συνθήκες, τα επίπεδα υγρασίας και την παροχή νερού μέσω δορυφόρων, οι ειδικοί επιμένουν ότι δεν είναι κάτι που μπορούν να ακολουθήσουν όλοι οι αγρότες μαζικά.
Όσο οι ξηρασίες συνεχίζονται και οι κυβερνήσεις σώζουν τους αγρότες παρέχοντας τους νερό ή δίνοντας τους αποζημιώσεις για τις αποτυχημένες καλλιέργειες τους, πρόληψη στη διαχείριση του νερού δεν πρόκειται να υπάρξει.
Το δε σχέδιο του Εμανουέλ Μακρόν για επαναχρησιμοποίηση του 10% του νερού που χάνεται μέχρι το 2030, απορρίπτεται ως πολύ λίγη, πολύ αργά από τον Γκεόφ Τάουνσεντ της Ecolab, της πολυεθνικής εταιρείας που ηγείται στις λύσεις και υπηρεσίες πρόληψης νερού, υγιεινής και λοιμώξεων.
«Είχαμε κρίση πολύ πριν αρχίσουμε να χάνουμε νερό από την τάπα»…
Τα σχόλια είναι κλειστά.