Εδώ και μία δεκαετία, η Μύρτις γνωρίζει καταπληκτική μεταθανάτια δόξα. Κοσμεί νομίσματα και γραμματόσημα, ανακηρύσσεται από τον ΟΗΕ «φίλη των στόχων της Ανθρωπότητας», μπαίνει στα σχολικά βιβλία, πρώτα της Αυστραλίας, πρόσφατα και της Ελλάδας
Το 1994, σε ανασκαφή στην οδό Πειραιώς, ήρθε στο φως μεγάλος ομαδικός τάφος που περιείχε εκατόν πενήντα σκελετούς, αμφοτέρων των φύλων. Ακόμα κι άμα δεν υπήρχε άλλη μέθοδος χρονολόγησης, θα ήταν μάλλον προφανές ότι επρόκειτο για νεκρούς τού τρομερού λοιμού, ο οποίος πλάκωσε στην Αθήνα στις αρχές του Πελοποννησιακού Πολέμου και αφάνισε το ένα τρίτο του πληθυσμού. Εάν ακολουθούσαμε ως μπούσουλα το κλασικό εγκληματολογικό ερώτημα «ποιος ωφελήθηκε;», οι υποψίες θα έπεφταν στη Σπάρτη, η οποία είδε τους εχθρούς της να αποδεκατίζονται «από φυσικά αίτια». Να στερούνται μεταξύ των άλλων τον χαρισματικό ηγέτη τους, τον Περικλή. Η σύγχρονη επιστήμη συνηγορεί προς αυτήν την εκδοχή. Η ασθένεια – που τα συμπτώματά της περιγράφει ο Θουκυδίδης, το δε βιολογικό της ίχνος ανιχνεύεται στα λείψανα – αποκαλύπτεται ως τυφοειδής πυρετός. Προερχόμενος από το μικρόβιο της σαλμονέλας. Βάσιμα φανταζόμαστε Σπαρτιάτες να μολύνουν την υδροδότηση των Αθηνών ρίχνοντας στις πηγές ψοφίμια. Ο ανορθόδοξος πόλεμος δεν αποτελεί πρόσφατη επινόηση.
Βρέθηκε στην ανασκαφή κι ένα κρανίο κοριτσιού, ηλικίας περίπου ένδεκα ετών, με την οδοντοστοιχία του άθικτη, με τα ενήλικα δόντια να ανατέλλουν κάτω από τους νεογιλούς. Ομάδα επιστημόνων, με επικεφαλής τον καθηγητή Μανώλη Παπαγρηγοράκη, ανέλαβε την ανάπλαση της μορφής της νεκρής. Την ονόμασαν Μύρτιδα. Θα μπορούσαν να την έχουν πει Γλαύκη ή Χαρά, για να ξορκίσουν τη θλιβερή μοίρα της. Ή – το καλύτερο – Λητώ, που σημαίνει την αδιευκρίνιστη, τη μυστηριώδη… Εργάστηκαν με θαυμαστό ζήλο. Πέτυχαν ακρίβεια σε ποσοστό 95%. Οποιο χαρακτηριστικό της Μύρτιδος δεν μπορούσε να προκύψει από το κρανίο, τα χρώματά της για παράδειγμα, το αποφάσισαν με βάση γενικές πληροφορίες σχετικά με τον πληθυσμό της πόλης. Οι Αθηναίοι τότε ήταν πιο ανοιχτόχρωμοι. Ξανθοί ή ξανθοκοκκινομάλληδες. Στα αφτιά στάθηκαν κολακευτικοί, τής τα έφτιαξαν καλοσχηματισμένα σαν κοχύλια. Κοιτάζοντας μία φωτογραφία της, τόνισα με μολύβι τα φρύδια της. Εντυπωσιάστηκα με την παρέμβασή μου. Γαϊτανοφρύδα η Μύρτις μοιάζει ταμάμ με ηρωίδα ελληνικού δημοτικού τραγουδιού. Μια Δέσπω, μία Γκόλφω, που πάει με το σταμνάκι της στον Παρνασσό ή στον Χελμό για νερό.
Εδώ και μία δεκαετία, η Μύρτις γνωρίζει καταπληκτική μεταθανάτια δόξα. Κοσμεί νομίσματα και γραμματόσημα, ανακηρύσσεται από τον ΟΗΕ «φίλη των στόχων της Ανθρωπότητας», μπαίνει στα σχολικά βιβλία, πρώτα της Αυστραλίας, πρόσφατα και της Ελλάδας. Εμπνέει. Συγκινεί.
Γιατί συγκινεί; Είναι απλώς ότι αντικρίζουμε ένα πρόσωπο από τα βάθη του χρόνου; Μια ταξιδιώτισσα των αιώνων, τόσο μακρινή και τόσο οικεία μας; Υπάρχει, πιστεύω, κάτι πολύ ουσιαστικότερο. Στο ξένοιαστο – και ντροπαλό συνάμα – μειδίαμα της Μύρτιδος αντανακλάται η Αθήνα.
Η Αθήνα τον καιρό που ο άνθρωπος βρισκόταν σε αρμονία με το φυσικό του περιβάλλον. Η Αθήνα που έχοντας αναδειχθεί θριαμβεύτρια στον Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα δεν επένδυσε το κλέος της σε παλάτια αρχόντων και σε κούφιες επιδείξεις. Διαμορφώθηκε ως κοινωνία πολιτών. Επινόησε το πολίτευμα που απελευθερώνει το ταλέντο και τον στοχασμό: τη δημοκρατία.
«Εδοξε τη βουλή και τω δήμω», η συγκλονιστικότερη φράση – κατά τον Κορνήλιο Καστοριάδη – που έχει αρθρωθεί ποτέ. Οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται καθ’ υπαγόρευσιν κάποιου θεού, κατά διαταγήν ενός βασιλιά. Ο λαός δημιουργεί τη μοίρα του, όπως κρίνει η πλειοψηφία κάθε φορά σωστό. Επωμιζόμενος την ευθύνη.
Οι δρόμοι της Αθήνας καθρεφτίζονται στα μάτια της Μύρτιδος. Οπου κυκλοφορούσαν ο Ευριπίδης και ο Σωκράτης και ο Αριστοφάνης, που τους κορόιδευε στις κωμωδίες του και τους δύο. Που καμάρωναν τον Αλκιβιάδη, αγλάισμα της πατρίδας και όλεθρό της. Που έπαιζαν τα παιδιά με πλαγγόνες και με κότσια, που συνελάμβανε και πραγματοποιούσε ο Φειδίας τα αριστουργήματά του, πριν τον συκοφαντήσουν και τον χώσουν φυλακή, γνώριμο τίμημα για τις ιδιοφυΐες. Που λίγες προικισμένες γυναίκες ανέτρεπαν το καθεστώς της πατριαρχίας. Η Ασπασία, οι περίφημες εταίρες…
Τι σημαίνει εκείνη η Αθήνα για εμάς σήμερα;
Ενα λυχνάρι είναι. Μια υπόσχεση. Μια πρόκληση. Αφού συνέβη, αφού υπήρξε, μπορεί κάποτε, κάπως, να συμβεί ξανά.https://www.in.gr/
Τα σχόλια είναι κλειστά.