Ο Μανώλης Κ. Κεφαλογιάννης με αφορμή την απόφαση της τουρκικής δικαιοσύνης για καταδίκη του Οσμάν Καμπαλά μετά από 4,5 χρόνια που παρέμενε προφυλακισμένος χωρίς δίκη κατέθεσε σχετική ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Μία θλιβερή απόφαση που έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με τους κανόνες του Κράτους Δικαίου, τις διεθνείς υποχρεώσεις της Τουρκίας έναντι του Συμβουλίου της Ευρώπης και περιφρονεί ξεκάθαρα την ετυμηγορία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μία απόφαση που επιβεβαιώνει τον αυταρχικό χαρακτήρα του τουρκικού συστήματος που δεν σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα κάτι που δεν συνάδει με μία υπό ένταξη στην ΕΕ χώρα.
Αναλυτικά η ερώτηση:
«Η απόφαση της τουρκικής δικαιοσύνης για την καταδίκη του Οσμάν Καβαλά έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με τους κανόνες του Κράτους Δικαίου, τις διεθνείς υποχρεώσεις της Τουρκίας έναντι του Συμβουλίου της Ευρώπης και της υποψηφιότητάς της για ένταξη
στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτή η θλιβερή απόφαση περιφρονεί ξεκάθαρα την ετυμηγορία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και αναμένεται να έχει σίγουρα συνέπειες στη διαδικασία παράβασης που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Μία απόφαση που επιβεβαιώνει τον αυταρχικό χαρακτήρα του τουρκικού συστήματος και δείχνει ξεκάθαρα την έλλειψη διάθεσης για κάθε πραγματική μεταρρύθμιση στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Ενώ το γεγονός ότι ένας από τους δικαστές μέλη του δικαστηρίου ήταν υποψήφιος για την τουρκική εθνοσυνέλευση με το κυβερνόν κόμμα είναι ένα ακόμη ατράνταχτο παράδειγμα ότι η συγκεκριμένη υπόθεση στιγματίστηκε από πολιτικές παρεμβάσεις και διαδοχικούς δικαστικούς ελιγμούς τα τελευταία 4,5 χρόνια που δείχνουν απόλυτη περιφρόνηση στους κανόνες της δίκαιης δίκης.
Ερωτάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
Πρόκειται να συμπεριλάβει την απόφαση αυτή που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τους κανόνες του κράτους δικαίου στην επόμενη έκθεσή της για την Τουρκία;
Σε τι ενέργειες προτίθεται να προβεί για ένα υπό ένταξη κράτος που αρνείται ξεκάθαρα και συστηματικά κάθε πραγματική μεταρρύθμιση στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων;