Κύπρος 1974: Το προδοτικό πραξικόπημα, η εισβολή, το δράμα του κυπριακού λαού
Οι μέρες του προδοτικού πραξικοπήματος της Χούντας των Αθηνών, ήταν μέρες τρόμου για τους τουρκοκύπριους και του ελληνοκύπριους, το ίδιο και οι μέρες της τουρκικής εισβολής που ακολούθησαν
Φύγαμε με τα ρούχα που φορούσαμε και εννιά λίρες στην τσέπη. Με τις σαγιονάρες. Πιστεύαμε ότι σε μια βδομάδα το
πολύ θα είμαστε σπίτι μας»… Κάπως έτσι αρχίζουν όλες οι διηγήσεις για την μέρα που η «Αϊσέ πήγε διακοπές»…
Τη μέρα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, του πρώτου Αττίλα. Τη μέρα που ακολούθησε το προδοτικό πραξικόπημα
της Χούντας των Αθηνών, που σχεδιάστηκε και έγινε με την ανοχή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Την αρχή του τέλους…
Οι μέρες του προδοτικού πραξικοπήματος της Χούντας των Αθηνών, ήταν μέρες τρόμου για τους τουρκοκύπριους και του
ελληνοκύπριους, το ίδιο και οι μέρες της τουρκικής εισβολής που ακολούθησαν…
Αλήθεια σε ένα τόσο μικρό τόπο, ποιος είναι ο φίλος και ποιος ο εχθρός; Μπορεί ένας τόσο μικρός τόπος να αντέξει
τόσο πόνο;
Τόσο μίσος; Τόσο χωρισμό; Και τελικά αλήθεια ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι μπορούν να ζήσουν μαζί; Τελικά κατά πόσο
στις συνομιλίες ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι διαπραγματεύονται για το ίδιο πράγμα και γιατί θα έπρεπε να συζητάμε πραγματικά;
Ένας τούρκος αξιωματούχος ανέφερε πρόσφατα – σε ιδιωτική συζήτηση – ότι «οι τουρκοκύπριοι φοβούνται ένα νέο 1963
και οι ελληνοκύπριοι ένα νέο 1974»…
Κάθε τέτοια μέρα, στην ελεύθερη Κύπρο γίνονται αντικατοχικές πορείες. Καταθέτουν στεφάνια στη μνήμη των νεκρών.
Και ζητάνε λύση. Κάποιοι – ανάλογα με την ιδεολογική τους τοποθέτηση – εξακολουθούν να ονειρεύονται την «ένωση»
και να επιστρατεύουν τη ρητορική του μίσους. Στην κατεχόμενη Κύπρο κάθε τέτοια μέρα, γίνονται παρελάσεις και γιορτάζεται
η «ειρηνευτική επιχείρηση» του τουρκικού στρατού στο νησί, για την υπεράσπιση των τουρκοκυπρίων, με την παρουσία αξιωματούχων
από την Τουρκία. Παράλληλα με τις παρελάσεις, στα κατεχόμενα γίνονται και αντικατοχικές πορείες, που επίσης ζητάνε λύση.
Οι οποίες όμως δεν τυγχάνουν τις αντίστοιχης προβολής από τα ΜΜΕ. Πορείες που αν απειλήσουν να χαλάσουν τους εορτασμούς,
αντιμετωπίζονται με την κατάλληλη «βία».
Φέτος συμπληρώνονται 45 χρόνια από το πραξικόπημα και την εισβολή. 45 χρόνια διχασμού, προσφυγιάς και καρτερικότητας.
45 χρόνια κατοχής.
Και δυστυχώς ή ευτυχώς η τραγωδία δεν κάνει διακρίσεις.
Δακρυσμένα μάτια και την ίδια ευχή για 45 χρόνια, «και του χρόνου σπίτι μας» θα βρεις και στις δύο πλευρές του νησιού.
Η φετινή επέτειος βρίσκει την Κύπρο σε ένα από τα πλέον κρίσιμα αδιέξοδα στην ιστορία του Κυπριακού. Οι συνομιλίες έχουν
διακοπεί λόγω της τουρκικής αδιαλλαξίας στον Κραν Μοντανά, δύο χρόνια πριν, τρία τουρκικά ερευνητικά σκάφη πραγματοποιούν
παράνομες έρευνες για υδρογονάνθρακες στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας και οι εταιρίες απαιτούν
άμεση λύση του Κυπριακού,oποιαδήποτε λύση, θα τους επιτρέπει να αναπτύξουν πλήρως τα συμφέροντα τους…
Η τουρκική πλευρά επιμένει σταθερά στη λύση «δύο ίσων συνιστώντων κρατών, στο πλαίσιο της συνομοσπονδίας», ή σε σκληρή
«διχοτόμηση» σε μοντέλο «Μονακό», θέλοντας να μετατρέψει τα κατεχόμενα σε νομό της Τουρκίας.
Πρόβλημα λόγω γεωστρατηγικής θέσης
Το Κυπριακό ωστόσο είναι ένα πρόβλημα, που μετρά περισσότερα από 60 χρόνια στην πρόσφατη Ιστορία, με βασική αιτία τη γεωστρατηγική
θέση του νησιού, που κατέχει θέση – κλειδί για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, που πλέον έχει αναβαθμιστεί σημαντικά και στον ενεργειακό χάρτη, στρέφοντας ακόμα περισσότερα βλέμματα στην περιοχή. Η Κύπρος απέχει 175 μίλια από τη Βηρυτό,
175 από τη Χάιφα και 190 από τη διώρυγα του Σουέζ. Αποτελεί την ιδανική βάση συγκέντρωσης και ανεφοδιασμού στρατευμάτων για κάθε επέμβαση.
ΗΠΑ, Βρετανία και ΝΑΤΟ διαθέτουν εγκαταστάσεις συλλογής πληροφοριών στην Κύπρο, οι οποίες εξυπηρετούν μόνιμα τα συμφέροντα τους
μέσω των κυρίαρχων βρετανικών βάσεων και καλύπτουν τις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Η θέση της Κύπρου και μόνο την μετέτρεψε σε πεδίιο ανταγωνισμού για μεγάλες δυνάμεις που σχεδίαζαν τη διχοτόμησή της από τη
δεκαετία του ’50 ακόμα. Τα προβλήματα στη σύγχρονη Ιστορία ξεκινούν με τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, οπότε και ο κυπριακός
λαός συνειδητοποίησε την ανάγκη να διεκδικήσει αγωνιστικά την εθνική του απελευθέρωση, από το Ηνωμένο Βασίλειο, του οποίου
αποτελούσε αποικία. Οι πρώτες μεγάλες διαδηλώσεις στην Κύπρο διοργανώνονται με επικεφαλής το ΑΚΕΛ, το 1945.
Στο παιχνίδι μπαίνουν και οι ΗΠΑ, που αναλαμβάνουν την ηγεμονία στο παγκόσμιο σύστημα, εντάσσοντας και αυτές την Κύπρο
στο στρατηγικό σχεδιασμό, το δικό τους και του ΝΑΤΟ. Από το 1949, που ιδρύεται το ΝΑΤΟ, και μετά, σταθερό, ακλόνητο
στοιχείο της αμερικανικής πολιτικής ήταν ο έλεγχος της Κύπρου με κάθε τρόπο από την Ατλαντική Συμμαχία. Η αναζήτηση λύσης
στο Κυπριακό στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Ετσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες, σε κάθε φάση του κυπριακού πολεμούσαν κάθε προσπάθεια
διεθνοποίησής του μέσω του ΟΗΕ. Υποστηρικτές τους σε αυτές τις προσπάθειες ήταν, πάγια, η κυρίαρχη τάξη της Ελλάδας και
των κομμάτων της, αλλά και η κυρίαρχη τάξη της Τουρκίας, την οποία οι ίδιοι οι Βρετανοί και οι Αμερικάνοι έβαλαν στο Κυπριακό .
Ο ρόλος της ΕΟΚΑ και της ΤΜΤ
Το 1955, εμφανίζονται στην Κύπρο η ΕΟΚΑ, του χίτη Γεωργίου Γρίβα, ο οποίος, στο όνομα ενός δήθεν «εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα», δολοφονούσε και τρομοκρατούσε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους αριστερούς, τα στελέχη, τα μέλη και τους οπαδούς του ΑΚΕΛ,
ακόμα και στελέχη της ΕΟΚΑ που διαφωνούσαν μαζί του, έστω και αν στις τάξεις της οργάνωσης υπήρξαν και πολλοί αγνοί αγωνιστές. Αντίστοιχα, στην τουρκοκυπριακή κοινότητα γεννιέται, από τον Ραούφ Ντεκτάς, ακόμα μια εθνικιστική τρομοκρατική τουρκοκυπριακή
οργάνωση με το όνομα ΚΙΤΕΜΠ, που το 1957 εξελίχθηκε στην ΤΜΤ, η οποία καλούσε σε αγώνα κατά των Ελληνοκυπρίων. Το πρώτο αίμα
που θα βάλει τα θεμέλια του διχασμού ανάμεσα στις δύο κοινότητες χύνεται και η αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη αρχίσει…
Η Τουρκία μπαίνει στο παιχνίδι
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το ’50, η Βρετανία και οι ΗΠΑ, στο πλαίσιο της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε», εμπλέκουν
στο Κυπριακό την Τουρκία, καλλιεργώντας εθνική συνείδηση στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Η ανοιχτή εμπλοκή της Τουρκίας στο
ζήτημα της Κύπρου έχει την αρχή της στα τέλη Ιούνη του 1955, όταν η Βρετανία κάλεσε Ελλάδα και Τουρκία σε τριμερή Διάσκεψη
στο Λονδίνο για το Κυπριακό , καθιστώντας έτσι την Τουρκία ισότιμο συνομιλητή στις υποθέσεις της Κύπρου, επιδιώκοντας να
μην ξανατεθεί το Κυπριακό στον ΟΗΕ.
Ταυτόχρονα, αρχίζουν να εμφανίζονται τα πρώτα σχέδια διχοτόμησης.
Το σχέδιο Μακ Μίλαν το 1958 – «Σχέδιο για Συνεταιρισμό στην Κύπρο» – είναι ένα από τα πρώτα σχέδια που προέβλεπε τη σύνδεση
της Κύπρου με τη Μεγάλη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία και τη συνεργασία των τριών κρατών για τη διοίκηση του Νησιού, τη συγκρότηση δύο Κοινοβουλίων, με δύο ιθαγένειες για τους κατοίκους του και μεταβατικό στάδιο 7 χρόνων.
Οι συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου
Το 1960 υπογράφονται οι Συνθήκες Ζυρίχης και Λονδίνου, οι οποίες και θέτουν τις βάσεις της διχοτόμησης, αφού προέβλεπαν:
— Τη δημιουργία ανεξάρτητου κυπριακού κράτους με επίσημες γλώσσες την ελληνική και την τουρκική, υπό την κηδεμονία της
Μ. Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Τα τρία κράτη – κηδεμόνες εγγυούνταν την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας,
με το δικαίωμα να επεμβαίνουν από κοινού ή το καθένα χωριστά όταν αυτή απειλείται.
— Τον αποκλεισμό οποιασδήποτε μερικής ή ολικής ένωσης του κυπριακού κράτους με κάποιο άλλο. Στο πλαίσιο αυτό, τα βασικά
σημεία του κυπριακού Συντάγματος, διατυπωμένα με βάση τις αρχές των Συμφωνιών, δε θα ήταν δυνατό να τροποποιηθούν.
— Ως σύστημα διακυβέρνησης της Κύπρου ορίστηκε η Προεδρική Δημοκρατία, με Πρόεδρο Ελληνοκύπριο και αντιπρόεδρο Τουρκοκύπριο, εκλεγμένους τον πρώτο από τους ελληνικής και τον δεύτερο από τους τουρκικής καταγωγής κατοίκους του νησιού. Και ο Πρόεδρος
και ο αντιπρόεδρος οπλίζονταν με το δικαίωμα του βέτο για θέματα της εξωτερικής πολιτικής, των Ενόπλων Δυνάμεων, της ασφάλειας κλπ.
— Το Υπουργικό Συμβούλιο θα αποτελούνταν από επτά Ελληνοκύπριους και τρεις Τουρκοκύπριους.
— Θα υπήρχε μία ενιαία Βουλή, όπου το 70% των εδρών θα το είχαν οι Ελληνοκύπριοι και το 30% οι Τουρκοκύπριοι (οι δύο κοινότητες θα ψήφιζαν ξεχωριστά η κάθε μία). Επίσης, θα υπήρχαν δύο ακόμη Βουλές, μία ελληνοκυπριακή και μία τουρκοκυπριακή που θα αποφάσιζαν
για τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και πνευματικά ζητήματα των δύο κοινοτήτων.
— Οι μεγαλύτεροι δήμοι της Κύπρου θα διχοτομούνταν.
— Η Κυπριακή Δημοκρατία θα είχε στρατό δύο χιλιάδων ανδρών, από τους οποίους το 60% θα ήταν Ελληνοκύπριοι και το 40% Τουρκοκύπριοι. Ισος αριθμός ανδρών θα αποτελούσε και τα Σώματα Ασφαλείας, αλλά εδώ ο συσχετισμός θα ήταν 70% προς 30% αντίστοιχα, με δύο αρχηγούς, έναν από κάθε κοινότητα.
— Η Μ. Βρετανία θα διατηρούσε τις βάσεις της στις περιοχές Ακρωτήρι, Επισκοπή, Παραμάλι, Δεκέλεια, Πέργαμος, Αγιος Νικόλαος
και Ξυλοφάγου, καθώς και το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λιμάνι της Αμμοχώστου και το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Επίσης,
στο Νησί θα στάθμευε τριμερές στρατηγείο Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου, καθώς και ελληνική στρατιωτική δύναμη 950 ανδρών
και τουρκική 650 για την εγγύηση τήρησης των συμφωνιών.
Την ίδια περίοδο Καραμανλής και Μεντερές υπογράφουν «συμφωνία κυρίων», εξασφαλίζοντας ότι θα προωθήσουν την είσοδο της
Κύπρου στο ΝΑΤΟ, αλλά και την εγκατάσταση βάσεών του στο Νησί, ενώ δεσμεύονται επίσης, προκειμένου να παρέμβουν στις
κυπριακές αρχές να τεθούν εκτός νόμου το κομμουνιστικό κόμμα και η «κομμουνιστική δράση».
Οι Συνθήκες Ζυρίχης – Λονδίνου δίνουν στην Κύπρο κρατική υπόσταση και δημιουργείται το Σύνταγμα του ’60. Ενα Σύνταγμα
, του οποίου την επομένη της γέννησής του σχεδιάζεται ο ενταφιασμός. Αποτέλεσμα του αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού είναι
και η κρίση του ’63, χρονιά κατά την οποία ο Μακάριος προωθεί συνταγματικές αλλαγές και τα «13 σημεία».
Τα ματωμένα Χριστούγεννα
Το 1963 ξεκινούν αιματηρές ταραχές ανάμεσα στις δύο κοινότητες με αφορμή αστυνομικό έλεγχο Τουρκοκυπρίων από Ελληνοκύπριους αστυνομικούς. Στις αρχές Δεκεμβρίου 1963, έφθασαν στον υπουργό Εσωτερικών Π. Γιωρκάτζη βάσιμες πληροφορίες ότι επίκειται η
διανομή 300 αυτόματων όπλων από τον τουρκοκυπριακό τομέα Λευκωσίας σε Τουρκοκύπριους εκτός της πόλης. Ο πληροφοριοδότης έδωσε
και τους αριθμούς κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Οι υποψίες ενισχύθηκαν όταν οι Τουρκοκύπριοι υπουργοί πρότειναν ως μέτρο βελτίωσης των διακοινοτικών σχέσεων τη διενέργεια αστυνομικών ελέγχων σε αυτοκίνητα μόνο από αστυνομικούς της ίδιας κοινότητας με τους επιβάτες.
Το Υπουργικό Συμβούλιο επέμεινε, ωστόσο, να διατηρηθούν οι μικτές περίπολοι και οι μικτοί έλεγχοι, ενώ ο διοικητής της Τ.Μ.Τ.
Bozkurt έδωσε εντολή να μην σταματούν τα τουρκοκυπριακά αυτοκίνητα ή να αρνούνται την έρευνα της αστυνομίας.
Στις 21 Δεκεμβρίου, αστυνομική περίπολος επιχείρησε να ερευνήσει αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν Τουρκοκύπριοι στα όρια της Ελληνοκυπριακής και της Τουρκοκυπριακής συνοικίας της παλιάς πόλης. Οι Τουρκοκύπριοι αρνήθηκαν να υποβληθούν σε έρευνα,
ακολουθώντας τις οδηγίες της ΤΜΤ και το επεισόδιο εξελίχθηκε σε συμπλοκή μεταξύ του Τουρκυπριακού πλήθους που άρχισε να
συγκεντρώνεται στο σημείο του συμβάντος και των Ελληνοκύπριων αστυνομικών με αποτέλεσμα τον θάνατο δύο Τουρκοκυπρίων.
Έτσι άναψε η σπίθα της έκρξης, με τα επεισόδια να συνεχίζονται και την επόμενη μέρα, καθώς πλήθος Τουρκοκυπρίων, πολλοί
από τους οποίους ένοπλοι, άρχισε να περιφονται ανεξέλεγκτα στους δρόμους της παλιάς πόλης. Οι αρχικές εκκλήσεις του Προέδρου
Μακαρίου και του Αντιπρόεδρου Κιουτσούκ αγνοήθηκαν και μέχρι το απόγευμα οι συγκρούσεις επεκτάθηκαν και σε άλλες συνοικίες της πρωτεύουσας. Μέχρι το επόμενο πρωί τα βίαια επεισόδια επεκτάθηκαν στη Λάρνακα. Παρά την αρχική αισιοδοξία για εκτόνωση της
κρίσης, οι συγκρούσεις αναζωπυρώνονται στη Λευκωσία το επόμενο πρωί, όταν Ελληνοκυπριακές οικογένειες που κατοικούσαν στο
στρατηγικής σημασίας προάστιο της Ομορφίτας, που κατοικείτο κυρίως από Τουρκοκύπριους, δέχεται σφοδρή επίθεση από Τουρκοκυπριακές ένοπλες ομάδες. Λίγο μετά, οι συγκρούσεις επεκτείνονται και στην Αμμόχωστο όταν Τουρκοκύπριοι χωροφύλακες επιχειρούν να
καταλάβουν το αρχηγείο της χωροφυλακής. Συγκρούσεις αναφέρονται επίσης στην Κερύνεια.
Η κατάσταση πλέον οδηγείται σε επικίνδυνη κλιμάκωση με την ΤΟΥΡΔΥΚ (το Τουρκικό στρατιωτικό απόσπασμα) να βγαίνει,
την ημέρα των Χριστουγέννων, από το στρατόπεδο της και να συμμετέχει στις συγκρούσεις υποστηρίζοντας την προσπάθεια
των Τουρκοκυπρίων ενόπλων να ενισχύσουν τις οχυρώσεις τους γύρω από το Τουρκοκυπριακό χωριό Ορτάκιοϊ. H ΕΛΔΥΚ εγκαταλείπει
και αυτή το στρατόπεδο της προς υποστήριξη των Ελληνοκυπρίων αλλά επιστρέφει σε αυτό όταν ο Πρόεδρος Μακάριος αποδέχεται
την κοινή παρέμβαση των Εγγυητριών Δυνάμεων για εκτόνωση της κρίσης.
Στις 26 Δεκεμβρίου 1963 η ελληνοκυπριακή πλευρά παραδίδει στον Ερυθρό Σταυρό 800 γυναικόπαιδα Τουρκοκύπριους, που είχαν
απομακρυνθεί από την περιοχή των μαχών, κυρίως στην περιοχή Ομορφίτας και η Τουρκοκυπριακή πλευρά παραδίδει 26
Ελληνοκύπριους.
Στις 30 Δεκεμβρίου 1963 υπογράφηκε η πρώτη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός.
Η χάραξη της «πράσινης γραμμής» και η πρώτη διχοτόμηση
Με την ίδια συμφωνία χαράχθηκε και η Πράσινη Γραμμή κατά μήκος του κέντρου της Λευκωσίας για να χωρίσει τις βόρειες
τουρκοκυπριακές από τις νότιες ελληνοκυπριακές συνοικίες της.
Το καλοκαίρι του 1964 ακολουθεί η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, που συμφωνεί με τις ΗΠΑ για αναζήτηση λύσης εκτός
του πλαισίου του ΟΗΕ με έμμεσο ελληνοτουρκικό διάλογο, με διαιτητή τον πρώην Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Ντιν Ατσεσον,
ο οποίος υποβάλλει τις προτάσεις του με φόντο τη διχοτόμηση. Ηταν τότε, που ο Γεώργιος Παπανδρέου πρότεινε να πάρει η
Τουρκία το Καστελόριζο και η Ελλάδα ολόκληρη την Κύπρο.
Ο σχεδιασμός του τέλους
Την ίδια εποχή, καλλιεργείται και η πραξικοπηματική ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, ταυτόχρονα με την προετοιμασία της Τουρκίας,
ώστε να επέμβει στρατιωτικά σε αυτό το ενδεχόμενο και να πάρει με τη δύναμη των όπλων όσα το σχέδιο Ατσεσον τής έδινε. Τα σχέδια
δεν ευδοκιμούν και έτσι συνεχίζεται η πολιτική της αποδιεθνοποίησης – ΝΑΤΟποίησης του Κυπριακού , μέχρι την επιβολή της χούντας στην Ελλάδα.
Στις 15 Ιούλη 1974, πραγματοποιείται το πραξικόπημα της ελλαδικής χούντας και της ΕΟΚΑ Β’ με την ιμπεριαλιστική υπογραφή των ΗΠΑ,
για την ανατροπή του Μακαρίου. Πέντε μέρες μετά, ακολούθησε η τουρκική εισβολή, που δε συναντά καμία αντίσταση…
Στις 20 Ιουλίου, ο Τζόζεφ Σίσκο, αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών και ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ, ήταν ωμός στις τοποθετήσεις του και η προτροπή του προς τη Χούντα ήταν:
-Μη μπείτε σε πόλεμο με την Τουρκία, διότι θα χάσετε
-Μόνη διέξοδος για να αποφύγουμε τον όλεθρο είναι η συνεννόηση.
-Αν δεν εισακούσετε τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα σας εγκαταλείψουν.
Η ωμή θέση των ΗΠΑ εκφράστηκε επίσης από την προειδοποίηση του Σίσκο στην Χούντα πως η Ελλάδα δεν πρέπει να εμπλακεί
«γιατί θα ηττηθείτε και εκτός από την Κύπρο θα χάσετε και τμήμα της Ελλάδας». Σε αυτή τη συνάντηση εξερράγη από θυμό
ο δικτάτορας Ιωαννίδης ο οποίος, αφού απείλησε ότι η Ελλάδα θα κηρύξει τον πόλεμο στην Τουρκία, σηκώθηκε και έφυγε από
την αίθουσα λέγοντας στον Σίσκο «Μας εξαπατήσατε», αποδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο την άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ στο πραξικόπημα
και όσα ακολούθησαν.
Οι πρώτες προσπάθειες για λύση
Στην ιστορία των 35 χρόνων της κατοχής, πραγματοποιήθηκαν αρκετές προσπάθειες για συνομιλίες και λύση, χωρίς ωστόσο
να καταλήγουν σε κάποιο αποτέλεσμα. Οι πρώτες επαφές για αναζήτηση λύσης ξεκινούν το Δεκέμβρη του 1974, υπό την αιγίδα
των ΗΕ, οπότε και ορίζεται η επίσημη έναρξη συνομιλιών το Γενάρη του 1975 με θέμα τις «αρμοδιότητες της κεντρικής κυβέρνησης».
Οι επαφές αναβάλλονται μετά την κίνηση του Ραούφ Ντενκτάς να ανακηρύξει τα Κατεχόμενα στις 13/2/1975 σε «Τουρκικό Ομοσπονδιακό Κράτος». Η Κυπριακή Δημοκρατία προσφεύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, εξασφαλίζοντας το ψήφισμα 367, που απαιτεί επανέναρξη των
συνομιλιών και οδηγεί στο γύρο συνομιλιών της Βιέννης, υπό την αιγίδα του γγ του ΟΗΕ, Κουρτ Βάλντχάιμ. Την ίδια χρονιά
συμφωνείται να μεταφερθούν οι Τουρκοκύπριοι από τις ελεύθερες περιοχές στα κατεχόμενα, ενώ ο Ρ. Ντενκτάς προχωρά σε
εκκαθαρίσεις των κατεχομένων από Ελληνοκύπριους εγκλωβισμένους, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί ο τέταρτος γύρος των συνομιλιών.
Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου
Φλεβάρης του 1977 και ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς συνάπτουν την πρώτη Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου βάσει της οποίας δηλώνουν:
1. Επιζητούμε μια ανεξάρτητη, αδέσμευτη δικοινοτική ομόσπονδη Δημοκρατία.
2. Το έδαφος υπό τη διοίκηση της κάθε κοινότητας πρέπει να συζητηθεί υπό το φως της οικονομικής βιωσιμότητας ή παραγωγικότητας και της ιδιοκτησίας γης.
3. Θέματα αρχών όπως η ελευθερία διακίνησης, ελευθερία εγκατάστασης, το δικαίωμα περιουσίας και άλλα εξειδικευμένα ζητήματα, είναι ανοικτά για συζήτηση, λαμβάνοντας υπόψη τη θεμελιώδη βάση ενός δικοινοτικού ομοσπονδιακού συστήματος και ορισμένες πρακτικές δυσκολίες, οι οποίες μπορεί να προκύψουν για την τουρκοκυπριακή κοινότητα.
4. Οι εξουσίες και αρμοδιότητες της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα είναι τέτοιες, ώστε να διασφαλίζουν την ενότητα της χώρας λαμβανομένου υπόψη και του δικοινοτικού χαρακτήρα του κράτους.
Η συμφωνία δεν τηρείται.
Το Μάη του 1979 ο τότε πρόεδρος της Κύπρου, Σπύρος Κυπριανού και ο Ρ. Ντενκτάς, υπό την αιγίδα των ΗΕ καταλήγουν σε δεύτερη συμφωνία Υψηλού Επιπέδου, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται:
1. Η επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών στις 15 Ιουνίου 1979.
2. Η βάση των συνομιλιών θα είναι οι κατευθυντήριες γραμμές Μακαρίου – Ντενκτάς της 12ης Φεβρουαρίου 1977 και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών που είναι σχετικά με το κυπριακό πρόβλημα.
3. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των πολιτών της Δημοκρατίας.
4. Οι συνομιλίες θα καλύψουν όλες τις εδαφικές και συνταγματικές πτυχές.
5. Προτεραιότητα θα δοθεί στην επίτευξη συμφωνίας για την επανεγκατάσταση στα Βαρώσια υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών ταυτόχρονα με την έναρξη της μελέτης από τους συνομιλητές των συνταγματικών και εδαφικών πτυχών μιας συνολικής διευθέτησης. Μόλις επιτευχθεί συμφωνία για τα Βαρώσια θα εφαρμοστεί, χωρίς να αναμένεται η έκβαση των συζητήσεων για άλλες πτυχές του κυπριακού προβλήματος.
6. Η αποχή από οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την έκβαση των συνομιλιών, και ειδική έμφαση θα δοθεί σε αρχικά πρακτικά μέτρα και από τις δύο πλευρές για την προώθηση καλής θέλησης, αμοιβαίας εμπιστοσύνης και την επάνοδο σε ομαλές συνθήκες.
7. Η αποστρατιωκοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας αντιμετωπίζεται, και θέματα σχετικά με αυτή θα συζητηθούν.
8. Η ανεξαρτησία, κυριαρχία, εδαφική ακεραιότητα και το αδέσμευτο της Δημοκρατίας θα πρέπει να τυγχάνουν επαρκών εγγυήσεων έναντι της ένωσης, ολικώς ή μερικώς, με οποιαδήποτε άλλη χώρα και έναντι οποιασδήποτε μορφής διχοτόμησης ή απόσχισης.
9. Οι διακοινοτικές συνομιλίες θα διεξαχθούν με συνεχή τρόπο, αποφεύγοντας οποιαδήποτε καθυστέρηση.
10. Οι διακοινοτικές συνομιλίες θα διεξαχθούν στη Λευκωσία.
Ούτε οι νέες προσπάθειες αποδίδουν, ενώ στις 15/11/1983, ο Ραούφ Ντενκτάς προχωρά στην ανακήρυξη του ψευδοκράτους, υπό το όνομα «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου» και νέα προσφυγή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΣΑ του ΟΗΕ. Προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού πραγματοποιούνται σε όλο το διάστημα 1983 – 2001 χωρίς όμως να φέρουν ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Από το «σχέδιο Ανάν» μέχρι σήμερα
Κατά την περίοδο 2001 – 2003 παρουσιάζονται οι πρώτες προτάσεις Ανάν, με τον Ρ. Ντενκτάς να θέτει θέμα έλλειψης εμπιστοσύνης προς την ελληνοκυπριακή πλευρά. Οι συνομιλίες και οι κινήσεις που ακολουθούν οδηγούν στο τελικό «σχέδιο Ανάν» και τα δημοψηφίσματα του 2004, που απορρίφθηκε με 75% από τους ελληνοκύπριους.
Οι συνομιλίες και οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν και την περίοδο διακυβέρνησης του Δημήτρη Χριστόφια, κατά την οποία επιτεύχθηκαν οι συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ, με τις συνομιλίες να αρχίζουν και να σταματούν από τότε μέχρι σήμερα, με τελευταίο κρίσιμο σταθμό τις διαπραγματεύσεις του Κραν Μοντανά, το 2017.
Πηγές:
1. Τα κείμενα των συμφωνιών: Γ. Ζωίδη – Τ. Αδάμου: «Η πάλη της Κύπρου για τη Λευτεριά», ΠΛΕ – 1960, σελ. 193-212. 2. Τα βιβλία Ανδρέα ΦΑΝΤΗ, «Κυπριακό 1960-1974, Αναζητώντας την Αλήθεια», Νίκου Ψυρούκη, «Κύπρος, από την αυτοδιάθεση στην κατοχή».3. Wikipedia.org
Τα σχόλια είναι κλειστά.