Η Μαρία Εφίμοβα είναι πρώην εργαζόμενη της Μαλτέζικης τράπεζας Pilatus, την οποία διερευνούσε δημοσιογραφικά η δολοφονηθείσα ρεπόρτερ Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ρωσία. Σπούδασε δημιουργία πληροφοριακών συστημάτων για χρηματοοικονομικές εταιρείες με εξειδίκευση στην κανονιστική συμμόρφωση τραπεζών
H έρευνά της έφερε στο φως ένα πολυπλόκαμο δίκτυο διαφθοράς και ξεπλύματος μαύρου χρήματος στη Μάλτα στο οποίο ήταν εμπλεκόμενοι υψηλά ιστάμενοι κρατικοί αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων και ο Μαλτέζος πρωθυπουργός Τζόζεφ Μουσκάτ. Για να μην θαφτεί το σκάνδαλο η Εφίμοβα παρουσιάστηκε μπροστά στις αρχές για να συνεισφέρει στην έρευνα της Γκαλιζία. Η κατάθεσή της έγινε ανώνυμα, την επόμενη κιόλας μέρα όμως, το όνομά της, το πρόσωπό της, η οικογένειά της και η διεύθυνσή της, βρέθηκαν όλα δημοσιευμένα στον Τύπο. Η βοηθός του δικαστή στον οποίο είχε δώσει την κατάθεση ήταν φανατική υποστηρικτής του κυβερνώντος κόμματος και ήταν αυτή που διέρρευσε τα στοιχεία της στον Τύπο. Η πράξη της οδήγησε στην απόλυσή της, αλλά για την Εφίμοβα οι εφιάλτες μόλις είχαν ξεκινήσει. Ένα παγκόσμιο κυνηγητό της Εφίμοβα και της οικογένειάς της, θα λάμβανε χώρα. Με την αποκάλυψη της ταυτότητάς της έφυγε από την χώρα.
Στις 16 Οκτωβρίου 2017, ο γιος της Γκαλίζια, την βρίσκει δολοφονημένη εξαιτίας μια βόμβας που εξερράγη στο αυτοκίνητό της, λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι τους. Η έρευνα για τη δολοφονία της βρίσκεται ακόμα και σήμερα σε εξέλιξη στη Μάλτα ενώ ως ιθύνων νους της δολοφονίας κατηγορείται ο επιχειρηματίας Γιόργκεν Φένεκ, o οποίος αποδείχθηκε ότι διατηρούσε Whatsapp group με τον πρωθυπουργό Τζόζεφ Μουσκάτ και το δεξί του χέρι, Κιθ Σέμπρ.
Ο Φένεκ κατηγόρησε τον Σέμπρ ότι εκείνος παρήγγειλε τη δολοφονία της Γκαλίζια καθώς αποτελούσε μπελά για την κυβέρνηση. Λίγες ώρες πριν την κατάθεση του στο δικαστήριο, ο πιο κρίσιμος μάρτυρας της υπόθεσης βρέθηκε να έχει «αυτομαχαιρωθεί» με πολλαπλές μαχαιριές ενώ φυλασσόταν σε μυστική τοποθεσία υπό την άγρυπνη 24ωρη προστασία της αστυνομίας.
Στο μεταξύ, η Μαρία Εφίμοβα και η οικογένειά της προσπάθησαν να στήσουν από την αρχή τη ζωή τους στην Κρήτη. Σύντομα όμως άρχισαν να δέχονται μια σειρά από απειλητικά τηλεφωνήματα, καθιστώντας τους σαφές πως ούτε σε ελληνικό έδαφος θα ήταν ασφαλείς. Τον Μάρτιο του 2018 η Εφίμοβα παρουσιάστηκε σε ένα αστυνομικό τμήμα στο κέντρο της Αθήνας ζητώντας προστασία. Οι Αρχές διαπιστώνοντας ότι εκκρεμούσαν 2 εντάλματα σύλληψης εναντίον της, από την Μάλτα και την Κύπρο, την συνέλαβαν. Τον Ιούνιο του 2018 ο Άρειος Πάγος έλαβε την ιστορική απόφαση να μην εκδοθεί ούτε στη Μάλτα, αλλά ούτε και στην Κύπρο.
Όταν δεν μπόρεσαν να χτυπήσουν την ίδια την Εφίμοβα, άρχισαν να χτυπούν την οικογένειά της.
Στις 17 Νοεμβρίου 2020, ο σύζυγος της Μαρίας Εφίμοβα, Παντελής Βαρνάβας, συνελήφθη καθώς υπήρχε κυπριακό ένταλμα σύλληψης.
Οι δε κατηγορίες που τον βαραίνουν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ακίνδυνα ως αστειότητες.
Τα ελληνικά δικαστήρια καλούνται λοιπόν να αποφασίσουν αν τελικώς θα εκδοθεί ο Παντελής Βαρνάβας στην Κύπρο.
To Πανευρωπαϊκό κίνημα μας DIEM25 καθώς και ο εκλογικός του βραχίονας στην Ελλάδα ΜέΡΑ25 έχει σταθεί και στέκεται αρωγός στην κ. Εφίμοβα και στον κ. Βαρνάβα.
Η δίκη αναβλήθηκε, μετά από αίτημα του κ. Βαρνάβα για δεύτερη φορά καθώς εκκρεμεί η εκδίκαση της αίτησης του Παντελή Βαρνάβα στην Ιντερπολ η οποία θα εξεταστεί εντός του Οκτωβρίου.
Αναμένουμε και ευελπιστούμε την ακύρωση του εντάλματος σύλληψης από την Ιντερπόλ για πολιτικούς λόγους βάζοντας φρένο κατ’ αυτόν τον τρόπο και στην διαδικασία ενώπιον των Ελληνικών Δικαστηρίων.
Έχουμε δει πως τα τελευταία χρόνια οι whistleblowers θεωρούνται στο δημόσιο διάλογο κουκουλοφόροι και αναξιόπιστοι μάρτυρες.
ΜΜΕ και πολιτικοί απαξιώνουν εντέχνως και συστηματικά τους ανθρώπους που με κίνδυνο της ζωής τους, κάνουν άλμα και ξεφεύγουν από τις κοινωνικές νόρμες του “σώπα μην μιλάς” και εφορμούν προς τον ουρανό, εφορμούν αναζητώντας έναν κόσμο δικαιοσύνης και δημοκρατίας.
Η δίκη του Παντελή Βαρνάβα, συζύγου της κορυφαίας whistleblower Μαρίας Εφίμοβα, καταδεικνύει πως είναι επιβεβλημένη η παρέμβαση του κράτους στην πραγματική προστασία των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος και των οικογενειών τους.