Η Ντόρα Μπακογιάννη στη κοπή πίτας στο Ροταριανό Όμιλο
Ντόρα Μπακογιάννη: «Εάν η Ευρώπη δεν αποκτήσει σοβαρή και ενιαία πολιτική έναντι της Τουρκίας το τίμημα το οποίο θα πληρώσουμε δεν θα είναι μόνο ελληνικό. Θα υπάρξει τίμημα για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες
Εάν η Ευρώπη δεν αποκτήσει σοβαρή και ενιαία πολιτική έναντι της Τουρκίας το τίμημα το οποίο θα πληρώσουμε δεν θα είναι μόνο ελληνικό. Θα υπάρξει τίμημα για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες» τόνισε η βουλευτής Χανίων της ΝΔ Ντόρα Μπακογιάννη μιλώντας σε εκδήλωση του Ροταριανού Ομίλου Χανίων, με θέμα: «Η Ελλάδα μπροστά στις νέες προκλήσεις», και επανέλαβε ότι είναι ατόπημα της Γερμανίας η μη συμμετοχή της Ελλάδας στη διάσκεψη για τη Λιβύη. «Είναι ένα λάθος, μία διπλωματική και πολιτική απρέπεια της Γερμανίας για την οποία η Ελλάδα πρέπει να λάβει εξηγήσεις» είπε.
Η Ντόρα Μπακογιάννη αναφερόμενη στα ελληνοτουρκικά, υπογράμμισε ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική οφείλει σήμερα να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική της έναντι της Τουρκίας. «20 χρόνια μετά το Ελσίνκι, η λογική της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας σήμερα δεν ισχύει, δεν μπορεί πλέον να υλοποιηθεί, ούτε από πλευράς Ευρώπης, ούτε από πλευράς Τουρκίας. Άποψη μου λοιπόν είναι ότι η Ευρώπη πρέπει να επιδιώξει μια συμφωνία ειδικής σχέσης με την Τουρκία, η οποία θα συμπεριλαμβάνει ευρύτερα θέματα. Δεν μπορεί όμως και δεν πρέπει να καταλήξουμε απλά σε μία οικονομική σχέση. Χρειαζόμαστε μια συμφωνία που θα λαμβάνει υπ’ όψιν και τα θέματα άμυνας και ασφάλειας της Ελλάδας και της Κύπρου» σημείωσε και πρόσθεσε «Η Ελλάδα πρέπει να επιδιώξει μέσα σε αυτή την συμφωνία να ενταχθεί η λογική της υποχρέωσης της Τουρκίας να αποδεχθεί τη δικαιοδοσία της Χάγης σε θέματα που αφορούν στα σύνορα της με την Ευρώπη, και άρα να διευκολυνθεί η Ελλάδα στις διερευνητικές επαφές με στόχο το συνυποσχετικό. Αυτού του είδους η σχέση ΕΕ-Τουρκίας δεν είναι ανέφικτη, και η Άγκυρα την έχει κατά πολύ ανάγκη. Μιλώ για μια συμφωνία που θα κινείται στο ίδιο μήκος και στην ίδια λογική με αυτή που θα επικρατήσει με την αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ, το λεγόμενο Brexit».
Μιλώντας για την τουρκική προκλητικότητα και τις πρόσφατες εξελίξεις στην Μεσόγειο είπε ότι η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη την διεθνή πολιτική αστάθεια που επικρατεί τα τελευταία χρόνια, εργαλειοποιώντας το μεταναστευτικό, και συνεπής πάντα στην αναθεωρητική και μαξιμαλιστική της πολιτική, επιδιώκει να φέρει την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη σε de facto καταστάσεις.
«Και γιατί το κάνει αυτό; Γιατί οι εξελίξεις τρέχουν στην Ανατολική Μεσόγειο- η Ελλάδα πρωταγωνιστεί, και ο Ερντογάν νιώθει απομονωμένος. Τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα έχουν καταφέρει να αναδείξουν την αναπτυξιακή δυναμική της Ανατολικής Μεσογείου στον τομέα της ενέργειας και να εξελιχθούν σε ενεργειακούς κόμβους» είπε και επισήμανε ότι «Στις 2 Ιανουαρίου υπεγράφη στην Αθήνα συμφωνία σταθμός για τον αγωγό EastMed μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ, μια συμφωνία που συνοδεύεται μάλιστα από ρήτρα ασφαλείας μεταξύ των συμβαλλόμενων χωρών. Η συμμαχία αυτή, αλλά και το τριμερές σχήμα συνεργασίας της Ελλάδας- Κύπρου- Αιγύπτου στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς την διεθνή κοινότητα: η χώρα μας είναι ένας αξιόπιστος, γεωστρατηγικός και πολιτικά σταθερός εταίρος με τεράστια αναπτυξιακή δυναμική. Η σημασία της Κρήτης στο ενεργειακό κάδρο είναι αδιαμφισβήτητη. Το ενδιαφέρον μεγάλων ενεργειακών κολοσσών για τα κοιτάσματα που βρίσκονται στην οικονομική ζώνη της Κρήτης, καθώς και η γεωστρατηγική θέση της στον σχεδιασμό του αγωγού EastMed και την τροφοδότηση της Ευρώπης με φυσικό αέριο, καθιστούν το νησί μας ζωτικής σημασίας. Ο Ερντογάν, αντιμέτωπος με αυτές τις εξελίξεις, επιχείρησε να μπει στο ενεργειακό παιχνίδι με την υπογραφή ενός μνημονίου κατανόησης που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα που έχει η Κρήτη και η Ελλάδα, με μια χώρα που δεν έχει σταθερή κυβέρνηση, με ένα καθεστώς που φαίνεται υπό κατάρρευση. Η Ελλάδα «έτρεξε» τους τελευταίους μήνες έναν διπλωματικό μαραθώνιο και κατάφερε να κερδίσει την αλληλεγγύη και την στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων».
«Για πρώτη φορά η Ευρώπη καταδίκασε οµόφωνα την Τουρκία τόσο ξεκάθαρα σε τόσο υψηλό επίπεδο» τόνισε η Ντόρα Μπακογιάννη.
Καταλήγοντας η πρώην υπουργός υποστήριξε ότι στα θέματα εξωτερικής πολιτικής χρειαζόμαστε εθνική ομοψυχία στην πράξη, και όχι μόνο στα λόγια, καθώς και μια κοινή συμπεφωνημένη μακροπρόθεσμη στρατηγική, μακριά από λαϊκισμούς, πατριδοκαπηλίες και υψηλούς τόνους. «Στο εσωτερικό της χώρας, η Ελλάδα έχει ανάγκη την θεσμική και πολιτική σταθερότητα που τα τελευταία χρόνια είχε απολέσει. Χρειάζεται ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή. Είναι η ευκαιρία της πατρίδας μας όχι απλά να βρει τη θέση της στην Ευρώπη και τον κόσμο του αύριο, αλλά να διεκδικήσει και να οριοθετήσει το δικό της πεδίο δράσης με τους δικούς της όρους. Αν πορευθούμε με βάση αυτές τις αρχές, τότε η δεκαετία που ξεκινά θα είναι ένα νέο κεφάλαιο στην σύγχρονη ιστορία της πατρίδας μας» υπογράμμισε.
Ακολουθεί η ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη
Αγαπητέ Πρόεδρε,
Αγαπητά μέλη του Ροταριανού Ομίλου Χανίων,
Ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση να παρευρεθώ στην κοπή της Πρωτοχρονιάτικης πίτας. Θέλω να ευχηθώ σε όλους μέσα από την καρδιά μου καλή χρονιά με υγεία, τύχη και δύναμη.
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από τα μείζονος σημασίας θέματα που είναι αυτά της εξωτερικής πολιτικής. Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα η οποία είναι πολύ διαφορετική από αυτή που βιώσαμε τα τελευταία χρόνια. Οι ισορροπίες στην Μεσόγειο τείνουν να ανατραπούν. Νέες συμμαχίες και νέες προκλήσεις αναδύονται, και μέσα σε αυτές η Ελλάδα θα πρέπει να υπερασπιστεί με επιτυχία τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Η προκλητική στάση της Τουρκίας στη περιοχή της Μεσόγειου και η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η Ευρώπη που θα αναδειχθεί μετά το Brexit και οι η ανάγκη για μια ενιαία ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική είναι μόνο μερικά από τα ζητήματα που θα διαμορφώσουν καθοριστικά την ελληνική εξωτερική πολιτική την επόμενη δεκαετία. Και μάλιστα, σε μια χρονική στιγμή όπου η ευρύτερη διεθνή κοινότητα διανύει μια περίοδο αναθεωρήσεως των γεωπολιτικών ισορροπιών.
Η Ελλάδα δεν είναι αδύναμη απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις. Διαθέτει εξωστρεφή διπλωματία, μια κυβέρνηση που, σε αντίθεση με την πολιτική που ακολουθούσε τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκει και έχει πετύχει επιστροφή της αξιοπιστίας μας, εθνική ενότητα, και φυσικά ισχυρές συμμαχίες.
Βέβαια, για να μιλάμε με καθαρές κουβέντες, κανείς πρέπει να αναγνωρίσει ότι το περιβάλλον γύρω μας καθίσταται καθημερινά όλο και πιο σύνθετο και οι παλαιές σταθερές έχουν πάψει να υπάρχουν, και αυτό από μόνο του είναι μια πρόκληση. Προϋπόθεση λοιπόν επιτυχίας της όποιας στρατηγικής μας είναι η σωστή ανάλυση των δεδομένων, η αύξηση των συμμαχιών και βεβαίως η αμυντική και οικονομική θωράκιση της χώρας.
Η Τουρκική προκλητικότητα και οι πρόσφατες εξελίξεις στην Μεσόγειο είναι σίγουρα ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα που θα απασχολήσουν την Ελλάδα την χρονιά αυτή, και όχι μόνο. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη την διεθνή πολιτική αστάθεια που επικρατεί τα τελευταία χρόνια, εργαλειοποιώντας το μεταναστευτικό, και συνεπής πάντα στην αναθεωρητική και μαξιμαλιστική της πολιτική, επιδιώκει να φέρει την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη σε de facto καταστάσεις.
Και γιατί το κάνει αυτό; Γιατί οι εξελίξεις τρέχουν στην Ανατολική Μεσόγειο- η Ελλάδα πρωταγωνιστεί, και ο Ερντογάν νιώθει απομονωμένος. Τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα έχουν καταφέρει να αναδείξουν την αναπτυξιακή δυναμική της Ανατολικής Μεσογείου στον τομέα της ενέργειας και να εξελιχθούν σε ενεργειακούς κόμβους.
Στις 2 Ιανουαρίου υπεγράφη στην Αθήνα συμφωνία σταθμός για τον αγωγό EastMed μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ, μια συμφωνία που συνοδεύεται μάλιστα από ρήτρα ασφαλείας μεταξύ των συμβαλλόμενων χωρών. Η συμμαχία αυτή, αλλά και το τριμερές σχήμα συνεργασίας της Ελλάδας- Κύπρου- Αιγύπτου στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς την διεθνή κοινότητα: η χώρα μας είναι ένας αξιόπιστος, γεωστρατηγικός και πολιτικά σταθερός εταίρος με τεράστια αναπτυξιακή δυναμική.
Η σημασία της Κρήτης στο ενεργειακό κάδρο είναι αδιαμφισβήτητη. Το ενδιαφέρον μεγάλων ενεργειακών κολοσσών για τα κοιτάσματα που βρίσκονται στην οικονομική ζώνη της Κρήτης, καθώς και η γεωστρατηγική θέση της στον σχεδιασμό του αγωγού EastMed και την τροφοδότηση της Ευρώπης με φυσικό αέριο, καθιστούν το νησί μας ζωτικής σημασίας. Ο Ερντογάν, αντιμέτωπος με αυτές τις εξελίξεις, επιχείρησε να μπει στο ενεργειακό παιχνίδι με την υπογραφή ενός μνημονίου κατανόησης που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα που έχει η Κρήτη και η Ελλάδα, με μια χώρα που δεν έχει σταθερή κυβέρνηση, με ένα καθεστώς που φαίνεται υπό κατάρρευση.
Η Ελλάδα «έτρεξε» τους τελευταίους μήνες έναν διπλωματικό μαραθώνιο και κατάφερε να κερδίσει την αλληλεγγύη και την στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων. Αυτό έγινε εμφανές στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου η Ελλάδα ζήτησε και έλαβε από τους εταίρους της ρητή και ανεπιφύλακτη στήριξη στις θέσεις της για την τουρκική παραβατικότητα. Για πρώτη φορά η Ευρώπη καταδίκασε οµόφωνα την Τουρκία τόσο ξεκάθαρα σε τόσο υψηλό επίπεδο.
Αλλά και στην διεθνή κοινότητα, η στήριξη προς την Ελλάδα είναι ουσιαστική. Παρά την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να μειώσει την σπουδαιότητα της επίσκεψης, η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών έδειξε ξεκάθαρα ένα πράγμα: την σημασία της χώρας μας ως πόλου σταθερότητας, ως στρατηγικού και αξιόπιστου συμμάχου. Συζητήθηκαν και υπήρχε σύγκλιση σε καίρια θέματα που αφορούν την χώρα μας:
το θέμα της συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης, όπου οι ΗΠΑ αναγνώρισαν την προκλητική στάση της Τουρκίας, και τάχθηκαν στο πλευρό της Ελλάδας και των δικαιωμάτων που έχει η Κρήτη.
Στα ενεργειακά, αναγνωρίσθηκε η σημασία της χώρας μας ως ενεργειακού κόμβου της Μεσογείου.
Ενώ στην στρατιωτική και αμυντική συνεργασία η Ελλάδα έλαβε θετικά μηνύματα για συμμετοχή της στα F-35.
Και εδώ, αγαπητές φίλες και φίλοι, θέλω να τονίσω ακόμα μια πλευρά που καθιστά την Κρήτη, και την Ελλάδα, σημείο κλειδί της Μεσογείου σε αυτή την χρονική συγκυρία. Με τις ισορροπίες στην Μέση Ανατολή τόσο εύθραυστες, και την Τουρκία να ανασαλεύει διαρκώς τις περιφερειακές σταθερές, η αξιοπιστία της χώρας μας, το διπλωματικό της κεφάλαιο και οι καλές σχέσεις που έχουμε καλλιεργήσει διπλωματικά με τον αραβικό κόσμο, καθώς φυσικά και η στρατιωτική υπεροχή που προσδίδει η Κρήτη και βάση της Σούδας είναι για τους συμμάχους μας ανεκτίμητα εργαλεία.
Δεδομένων όλων αυτών, αυτό που χρειάζεται σήμερα για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της Μεσογείου, και να αξιοποιήσουμε τις συγκυρίες, είναι στρατηγικός σχεδιασμός, τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, με βασικό χαρακτηριστικό την ψυχραιμία και την λογική. Και εδώ βέβαια πρέπει να παραδεχθούμε ότι θα συναντήσουμε δυσκολίες. Ο δρόμος δεν θα είναι ρόδινος. Το ότι η Ελλάδα δεν θα συμμετάσχει στην διάσκεψη για την Λιβύη είναι ένα λάθος, μία διπλωματική και πολιτική απρέπεια της Γερμανίας για την οποία η Ελλάδα πρέπει να λάβει εξηγήσεις. Και μάλιστα, η στάση του ΣΥΡΙΖΑ που πανηγυρίζει για ένα τόσο κρίσιμο θέμα, είναι θλιβερή, και αν μη τι άλλο διαταράσσει τη προσπάθεια της Ελλάδας και του Κυριάκου Μητσοτάκη να προτάξουν ένα ισχυρό και ενωμένο μέτωπο. Θα περίμενε κανείς από ένα κόμμα που κυβέρνησε μέχρι πρόσφατα περισσότερη σοβαρότητα και υπευθυνότητα.
Όσο αφορά τα ελληνοτουρκικά, η ελληνική εξωτερική πολιτική οφείλει σήμερα να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική της έναντι της Τουρκίας. 20 χρόνια μετά το Ελσίνκι, η λογική της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας σήμερα δεν ισχύει, δεν μπορεί πλέον να υλοποιηθεί, ούτε από πλευράς Ευρώπης, ούτε από πλευράς Τουρκίας.
Άποψη μου λοιπόν είναι ότι η Ευρώπη πρέπει να επιδιώξει μια συμφωνία ειδικής σχέσης με την Τουρκία, η οποία θα συμπεριλαμβάνει ευρύτερα θέματα. Δεν μπορεί όμως και δεν πρέπει να καταλήξουμε απλά σε μία οικονομική σχέση. Χρειαζόμαστε μια συμφωνία που θα λαμβάνει υπ’ όψιν και τα θέματα άμυνας και ασφάλειας της Ελλάδας και της Κύπρου.
Παράλληλα, η σταθερά της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που είναι η επίλυση των διαφορών με την Τουρκία και η από κοινού προσφυγή στην Χάγη, που ξεκίνησε με τον Καραμανλή και το Ντεμιρέλ το 1974, πρέπει να επιδιωχθεί στρατηγικά και οργανωμένα. Σήμερα, δεδομένων των συγκυριών, είναι προς το συμφέρον μας να επανεκκινήσουμε τις σχέσεις μας προς την κατεύθυνση αυτή.
Φυσικά, δεν υποτιμώ τις δυσκολίες τις οποίες έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη αυτού του στόχου θα είναι η νέα ειδική σχέση η οποία πρέπει να επιδιωχθεί μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας και που ανέφερα παραπάνω.
Η Ελλάδα πρέπει να επιδιώξει μέσα σε αυτή την συμφωνία να ενταχθεί η λογική της υποχρέωσης της Τουρκίας να αποδεχθεί τη δικαιοδοσία της Χάγης σε θέματα που αφορούν στα σύνορα της με την Ευρώπη, και άρα να διευκολυνθεί η Ελλάδα στις διερευνητικές επαφές με στόχο το συνυποσχετικό. Αυτού του είδους η σχέση ΕΕ-Τουρκίας δεν είναι ανέφικτη, και η Άγκυρα την έχει κατά πολύ ανάγκη. Μιλώ για μια συμφωνία που θα κινείται στο ίδιο μήκος και στην ίδια λογική με αυτή που θα επικρατήσει με την αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ, το λεγόμενο Brexit.
Εδώ βεβαίως θέλω να είμαι ξεκάθαρη. Εάν η Ευρώπη δεν αποκτήσει σοβαρή και ενιαία πολίτική έναντι της Τουρκίας το τίμημα το οποίο θα πληρώσουμε δεν θα είναι μόνο ελληνικό. Θα είναι τίμημα για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Και εδώ επανέρχομαι στο ατόπημα της Γερμανίας το οποίο ήταν μεγάλο. Διότι το μήνυμα το οποίο στέλνει, και το οποίο θα καταστεί σαφές προς όλους, είναι το αντίθετο από αυτό το οποίο χρειάζεται για την υπεράσπιση όχι των ελληνικών αλλά των ευρωπαϊκών θεμάτων.
Διότι κυρίες και κύριοι, αν η Τουρκία αντιληφθεί ότι μπορεί να εκβιάζει την Ευρώπη με το μεταναστευτικό, το παιχνίδι θα χαθεί οριστικά. Και όπως έλεγε και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, κάποιες καθαρές κουβέντες λέγονται πάντα στα Χανιά, και έτσι και εγώ νιώθω την ανάγκη από εδώ να το πω αυτό, να είμαι ξεκάθαρη.
Και η ανάγκη συνοχής ευρωπαϊκής πολιτικής δεν σταματάει εδώ. Το Brexit είναι ακόμα ένα θέμα το οποίο δημιουργεί δυσκολίες αλλά και ευκαιρίες για την Ευρώπη και την Ελλάδα. Με τα δεδομένα που πρόκειται να επικρατήσουν μετά το Brexit, αναδεικνύεται η ευκαιρία να ενδυναμωθεί η Ευρώπη πολιτικά, μια ευκαιρία που δεν πρέπει να μείνει αναξιοποίητη. Μια σταθερή Ελλάδα, με ισχυρή ανάπτυξη και ως ενεργειακός κόμβος θα μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο σε σημαντικές ευρωπαϊκές κατευθύνσεις, μεταξύ άλλων και την ευρωπαϊκή πολιτική στα Δυτικά Βαλκάνια αλλά και το μεταναστευτικό.
Ακόμα, το Brexit συνιστά μια ευκαιρία ώστε η Ελλάδα να επαναπροσδιορίσει εκ νέου τις σχέσεις της µε τη Μ. Βρετανία, σε τομείς όπως η οικονομία, οι επενδύσεις και ο τουρισμός. Ήδη αυτές τις μέρες η κυβέρνηση έχει φέρει στην Βουλή ένα νομοσχέδιο συμπληρωματικών διατάξεων προς την ευρωπαϊκή συμφωνία, έτσι ώστε να θωρακίσει την Ελλάδα σε κάθε τομέα. Αυτό αφορά και σε θέματα καταγραφής από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές και αναγνώρισης του δικαιώματος διαμονής των Βρετανών πολιτών που διαμένουν αυτή την στιγμή στην Ελλάδα, αλλά και όσων θα έχουν εγκατασταθεί μέχρι την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Για να γίνει βέβαια η Ελλάδα σημείο αναφοράς για τους ξένους, τους ευρωπαίους και κάθε λογής παρατηρητή, για να έχει ισχύ και σταθερή βάση η εξωτερική μας πολιτική, η χώρα μας πρέπει να συνεχίσει να διατηρεί την εσωτερική της σταθερότητα και την αναπτυξιακή δυναμική που έχει κερδίσει τους τελευταίους 6 μήνες.
Η ώρα να αναδιατάξουµε το αναπτυξιακό ελληνικό μοντέλο έχει έρθει, ο δρόμος έχει ήδη χαραχθεί. Στις πρώτες 180 ημέρες διακυβέρνησης η Νέα Δημοκρατία έχει θέσει ισχυρά θεμέλια, με στοχευμένο νομοθετικό έργο, υλοποιώντας κάθε προεκλογική της δέσμευση. Η συμφωνία αλήθειας που υποσχέθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης γίνεται κάθε μέρα πραγματικότητα.
Μειώθηκε ο συντελεστής φορολογίας των επιχειρήσεων και προωθούνται σημαντικές κοινωνικές ελαφρύνσεις. Με τον νέο αναπτυξιακό νόμο αίρονται δεκάδες επενδυτικά εμπόδια μεταξύ άλλων σε αδειοδοτικά, περιβαλλοντικά, πολεοδομικά και εργασιακά θέματα. Έγινε πλήρης άρση των capital controls, αναβαθμίστηκε το ελληνικό αξιόχρεο, και η χώρα μας πλέον δανείζεται με αρνητικά επιτόκια, όπως η Γερμανία, και φθηνότερα απ΄ ότι οι ΗΠΑ. Ακόμα, μεγάλα επενδυτικά σχέδια ξεμπλοκάρουν, και νέα έργα υποδομών ξεκινούν. Δρομολογείται άμεσα ο σχεδιασμός και δημοπράτηση σημαντικών τμημάτων του ΒΟΑΚ, η αποκατάσταση της γέφυρας του Αλικιανού, και οι φυλακές Χανίων επιτέλους πέρασαν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης και σύντομα θα βρεθούν στην αρμοδιότητα του δήμου Χανίων για την πλήρη αξιοποίηση τους.
Η δυναμική αυτή θα συνεχισθεί και θα ενταθεί το επόμενο χρονικό διάστημα. Η χώρα μπορεί να αναπτυχθεί στα επόμενα δέκα χρόνια με μέσο ρυθμό 4% και το χρέος της να μειωθεί δραστικά. Τα επόμενα πέντε χρόνια μπορούν να δημιουργηθούν 700.000 νέες θέσεις εργασίας, γεγονός που θα στείλει μήνυμα στους Έλληνες του εξωτερικού ότι μπορούν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Η αναπτυξιακή στρατηγική της κυβέρνησης αποτελεί πρόταση οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Μια πρόταση που απελευθερώνει τον κρυµµένο πλούτο της πατρίδας µας, δίνει ευκαιρίες σε όλους και δεν αφήνει πίσω κανέναν.
Συμπερασματικά, για να μην σας κουράζω άλλο, η χώρα μας από θέση στο χάρτη αλλά και από θέση στην ιστορία, θα βρίσκεται πάντα στην καρδιά των εξελίξεων, σε μια περιοχή κομβική τόσο για την Δύση όσο και την Ανατολή.
Οφείλουμε λοιπόν να έχουμε όραμα, σχεδιασμό και στρατηγική, και να είμεθα επιμελείς τόσο ως προς το εσωτερικό όσο και το εξωτερικό της χώρας. Συνεχίζουμε να διαφυλάττουμε τον ευρωπαϊκό προσανατολισµό της χώρας και να προασπίζουµε τα εθνικά συµφέροντά της, όπως και τη διεθνή νοµιµότητα. Επαναπροσδιορίζουμε και ενισχύουμε τις σχέσεις μας µε τους συµµάχους, διατηρώντας παράλληλα ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας µε όλους.
Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής χρειαζόμαστε εθνική ομοψυχία στην πράξη, και όχι μόνο στα λόγια, καθώς και μια κοινή συμπεφωνημένη μακροπρόθεσμη στρατηγική, μακριά από λαϊκισμούς, πατριδοκαπηλίες και υψηλούς τόνους. Στο εσωτερικό της χώρας, η Ελλάδα έχει ανάγκη την θεσμική και πολιτική σταθερότητα που τα τελευταία χρόνια είχε απολέσει. Χρειάζεται ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή.
Είναι η ευκαιρία της πατρίδας μας όχι απλά να βρει τη θέση της στην Ευρώπη και τον κόσμο του αύριο, αλλά να διεκδικήσει και να οριοθετήσει το δικό της πεδίο δράσης με τους δικούς της όρους. Αν πορευθούμε με βάση αυτές τις αρχές, τότε η δεκαετία που ξεκινά θα είναι ένα νέο κεφάλαιο στην σύγχρονη ιστορία της πατρίδας μας.
Τα σχόλια είναι κλειστά.