Δριμεία κριτική προς την Κυβέρνηση για τη στάση της και τις διαχρονικές ιδεοληπτικές της εμμονές απέναντι στις Ένοπλες Δυνάμεις εξαπέλυσε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας και Βουλευτής Ρεθύμνης, Γιάννης Κεφαλογιάννης με αφορμή την συζήτηση για το νομοσχέδιο που του Υπουργείου Άμυνας αναφορικά με τις «Ρυθμίσεις μέριμνας προσωπικού Ενόπλων Δυνάμεων, Στρατολογίας, Στρατιωτικής Δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις».
Ο Ρεθεμνιώτης Βουλευτής τονίζει πως σε μια ακόμη νομοθετική πρωτοβουλία αυτής της Κυβέρνησης αναφορικά με τις Ένοπλες Δυνάμεις, απουσιάζουν ζητήματα καθορισμού προτεραιοτήτων σχετικά με τις απειλές που καλείται να αντιμετωπίσει καθημερινά το στράτευμα, καθώς και ζητήματα ανακατανομής ανθρώπινων πόρων και θέματα αναδιάρθρωσης των εξοπλιστικών δαπανών.
Παράλληλα, ο κ. Κεφαλογιάννης επισημαίνει την συστηματική και μεθοδική προσπάθεια εξάλειψης κάθε έννοιας αριστείας μέσα στις Ένοπλες Δυνάμεις, την επιχειρούμενη προσπάθεια κομματικοποίησης, την υπονόμευση της πειθαρχίας, του αξιόμαχου και του κύρους των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων από την πλευρά της Κυβέρνησης. Τέλος, υπογραμμίζει πως όποτε χρειάστηκε οι Ένοπλες Δυνάμεις προσέφεραν με ανθρώπινο δυναμικό, μέσα και τεχνογνωσία στην ελληνική κοινωνία.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας του κ. Κεφαλογιάννη:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι συζητούμε σήμερα τη τέταρτη, αν θυμάμαι καλά, νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης στον τομέα της Άμυνας τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Επειδή, λογικά πρόκειται για την τελευταία νομοθετική πρωτοβουλία αυτής της Κυβέρνησης, έχει νομίζω μια αξία να επιχειρήσουμε ένα μικρό απολογισμό για το τι συνεισέφερε αυτή η κυβέρνηση σε αυτό τον τομέα.
Θα περίμενε κανείς ,ότι στον μεταβαλλόμενο κόσμο τον οποίο ζούμε και που έχει δραματικές συνέπειες στη φύση, στην έκταση και στον αριθμό των απειλών, ότι ως πολιτικό σύστημα θα συζητούσαμε κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα:
Θα συζητούσαμε π.χ. για τον καθορισμό προτεραιοτήτων σχετικά με τις απειλές που πρόκειται να αντιμετωπιστούν.
Θα εξετάζαμε την ανακατανομή των ανθρώπινων πόρων στις ένοπλες δυνάμεις, ώστε να είναι εφικτή η κάλυψη των αναγκών που απορρέουν από την προοπτική αντιμετώπισης όλου του φάσματος των απειλών.
Θα αναδιαρθρώναμε τις εξοπλιστικές δαπάνες, σύμφωνα με τις προτεραιότητες, ώστε να επιτευχθεί η εκπαίδευση προσωπικού και η προμήθεια εξοπλισμού για την αντιμετώπιση όλων των σύγχρονων απειλών: από τον κυβερνοπόλεμο, τον νομοπόλεμο, πληροφοριακές επιχειρήσεις, τον υβριδικό πόλεμο.
Και θα προσπαθούσαμε να δούμε πως θα εξοικονομήσουμε πόρους που θα προκύψουν από την κατάργηση παρωχημένων δομών και δραστηριοτήτων.
Αντί όμως να συζητάμε αυτά, συζητάμε τελικά, σε όλα τα νομοσχέδια, μια σειρά απο κατηγορίες διατάξεων που επαναλαμβάνονται συνεχώς – σχεδόν με μια ιδεοληπτική εμμονή:
Η πρώτη από αυτές είναι π.χ. εκείνες οι διατάξεις που στοχεύουν στην εξάλειψη κάθε έννοιας αριστείας στις Ένοπλες Δυνάμεις, όπως ας πούμε στο άρθρο 10.
Γιατί τι άλλο μπορεί να συνιστά η μείωση των ορίων επιτυχούς αποφοίτησης σε υποχρεωτικά σχολεία για αξιωματικούς που είναι απαραίτητα για την προαγωγή τους; Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά. Θα θυμάστε ίσως ότι σε παλαιότερο νομοσχέδιο η Κυβέρνηση θέσπιζε την αναδρομική ισχύ στην αλλαγή της κλίμακας βαθμολογίας των Σχολών και των σχολείων των Ενόπλων Δυνάμεων. Μια διάταξη που δεν είχε άλλο στόχο παρά την ικανοποίηση καθαρά πελατειακών αιτημάτων και μάλιστα εις βάρος άλλων στελεχών που κοπιάσανε παρά πολύ προκειμένου να επιτύχουν βαθμολογίες που θα τους επιτρέψουν μια καλύτερη ανέλιξη στο στράτευμα.
Μια δεύτερη προσφιλή κατηγορία διατάξεων έχει να κάνει την κομματικοποίηση του στρατεύματος. Προφανώς θα σας γράψει η ιστορία γιατί νομοθετήσατε τον συνδικαλισμό στις Ένοπλες Δυνάμεις αλλά θα σας γράψει για τους λάθος λόγους.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι η τότε ηγεσία του Υπουργείου Άμυνας υιοθέτησε μια τροπολογία Βουλευτών αυτολεξεί, για τον συνδικαλισμό στις Ένοπλες Δυνάμεις, μια τροπολογία που ήρθε να προσδώσει ένα νομιμοποιητικό μανδύα σε ένα υφιστάμενο καθεστώς ενώσεων, σωματείων, ομοσπονδιών και που τελικά ανατράπηκε από τα δικαστήρια.
Ένα τρίτο ζήτημα που έρχεται και ξανάρχεται είναι αυτό της υπονόμευσης της πειθαρχίας των Ενόπλων Δυνάμεων. Το γεγονός ότι η πειθαρχία και η ιεραρχία είναι οι βασικές αρχές στις οποίες εδράζεται το οικοδόμημα του Στρατού, η συνοχή του και η αποτελεσματικότητα του προφανώς δεν ενδιαφέρει κανέναν.
Και δεν είναι μόνο το άρθρο 15 στο οποίο προβλέπεται η σύσταση Γραφείων Νομικής Προστασίας. Θα θυμάστε ότι παλιότερα είχε θεσμοθετηθεί το γραφείο ψυχολογικής υποστήριξης το οποίο και αυτό στην πράξη δημιούργησε ζητήματα όχι μόνο στην στρατιωτική ιεραρχία.
Ένα τέταρτο ζήτημα έχει να κάνει με το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων. Να ξεκαθαρίσουμε λοιπόν κάτι:
Ηθικά και ως προς το χρέος του προς την πατρίδα, ο οπλίτης που υπηρετεί τη θητεία του στον Έβρο ή στα νησιά του Αιγαίου δεν μπορεί να είναι ισότιμος στη μεταχείριση του με τον αντιρρησία συνείδησης που θα επιλέξει να υπηρετήσει τη θητεία του / υπάλληλος στο δήμο.
Δεν γίνεται λοιπόν να εξομοιώνονται οι αντιρρησίες συνείδησης με τους οπλίτες που υπηρετούν τη θητεία τους. Ούτε να καταργείται η δυνατότητα του Υπουργού Εθνικής Άμυνας να αναστέλλει, σε περίοδο πολέμου, τις διατάξεις για την εναλλακτική υπηρεσία. Και εδώ βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά. Το ζήτημα των αντιρρησιών συνείδησης διατρέχει όλες τις νομοθετικές πρωτοβουλίες αυτής της κυβέρνησης.
Πέμπτο ζήτημα – συναφές με το προηγούμενο. Σε κάθε νομοθετική πρωτοβουλία η κυβέρνηση δεν χάνει την ευκαιρία να απαξιώσει και το κύρος των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αυτή τη φορά αυτό βρήκε να αλλάξει τη σύνθεση της ειδικής επιτροπής των αντιρρησιών συνείδησης, προς παροχή υποτίθεται περισσότερων εγγυήσεων αμερόληπτης και ανεξάρτητης κρίσης της επιτροπής. Τα σχόλια περιττεύουν.
Θα ήθελα τέλος, να κάνω ένα σχόλιο για το ότι, αυτό το νομοσχέδιο, όπως βέβαια και όλα τα προηγούμενα αυτής της κυβέρνησης, συμβάλει υποτίθεται στον εκδημοκρατισμό των Ενόπλων Δυνάμεων.
Είναι πραγματικά θλιβερό ότι η Κυβέρνηση συνεχίζει να υιοθέτεί μια τέτοια λογική. Γιατί πρωτίστως αυτό θα έπρεπε να γνωρίζει ότι η αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ακριβώς η προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας.
Και ότι τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, αν ποτέ κληθούν να δείξουν την αποτρεπτική τους ισχύ προς κάθε εξωτερικό εχθρό θα το κάνουν για να υπερασπίσουν τα συμφέροντα όλων των Ελλήνων, ανεξαρτήτως ιδεολογικών πεποιθήσεων.
Αυτοί, όμως κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι, λίγο- πολύ, οι προβληματισμοί του ΣΥΡΙΖΑ για τις Ένοπλες Δυνάμεις. Το σημερινό νομοσχέδιο είναι πράγματι μια καλή ευκαιρία να δούμε τι έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ στον τομέα της άμυνας γιατί, έχοντας όλοι μας, την προσοχή στραμμένη στα δυσεπίλυτα προβλήματα που μας συσσώρευσε η τριετής συγκυβέρνηση, έχουμε σταματήσει πλέον να εξετάζουμε κατά πόσο έχουν υλοποιηθεί οι μεγαλοστομίες σχετικά με την επιχειρησιακή αναβάθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Πράγματι, παρά τα όσα έχουν κατά καιρούς εξαγγελθεί, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα στους παρακάτω τομείς: α) Αναδιοργάνωση – Διακλαδικότητα – Νέα Δόγματα. β) Εξοπλισμοί – Συντήρηση Υλικού και γ) Εκπαίδευση προσωπικού.
Τη στιγμή μάλιστα που λόγω της γεωπολιτικής ρευστότητας στην περιοχή μας ο αριθμός των απειλών έχει πολλαπλασιαστεί, ενώ υπάρχει η δυνατότητα αποφασιστικού πλήγματος χωρίς την ανάληψη των κλασικών επιχειρήσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο με την εθνική άμυνα δεν ασχολείται.
Κλείνω με ένα σχόλιο για τον περίφημο κοινωνικό ρόλο του στρατού. Καλό είναι να θυμόμαστε ότι η αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων είναι η διασφάλιση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας. Αν μπορεί, εκτός από αυτήν, να βοηθήσει και σε άλλες αποστολές, τότε καλώς. Αλλά δεν μπορεί ο λόγος ύπαρξης της να είναι αλλότριος από την αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων, ούτε να σπαταλούνται οι ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι του στρατεύματος σε άλλους σκοπούς.
Οπότε χρειάστηκε οι Ένοπλες Δυνάμεις προσέφεραν με ανθρώπινο δυναμικό, μέσα και τεχνογνωσία στην ελληνική κοινωνία. Το ίδιο θα ξανακάνουν αν χρειαστεί.
Το δικό μας χρέος ως πολιτικό σύστημα είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις να το κάνουν αυτό από το περίσσευμα τους και όχι από το υστέρημα τους, όπως τους βάζετε να το κάνουν σήμερα. Στο τέλος της ημέρας από αυτό θα κριθούμε όλοι».