Με αφορμή το γράμμα μιας μαθήτριας
Είμαι αναπληρώτρια εκπαιδευτικός παράλληλης στήριξης μαθητών με διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές, διάσπαση προσοχής και υπερκινητικότητα, ψυχωτικές εκδηλώσεις και άλλα σύνοδα σύνδρομα. Όσο ήμασταν στην δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία έκανα, όπως και πολλοί συνάδελφοι μου, καθημερινά 130 χιλιόμετρα για να καλύψω τους μαθητές μου σε 4 σχολεία στην Κρήτη.
Η εκπαιδευτική διαδικασία με την μορφή της τηλεκπαίδευσης μας έφερε αντιμέτωπους με δεκάδες περισσότερες δυσκολίες, αλλά δυσκόλεψε αντίστοιχα και τα παιδιά και τις οικογένειες τους. Το γράμμα μιας μαθήτριας μου προς το υπουργείο Παιδείας, το οποίο παραθέτω παρακάτω, φυσικά με την απαραίτητη ανωνυμία και την σύμφωνη γνώμη των γονιών της, μου έδωσε την αφορμή για το παρακάτω άρθρο.
Πως βιώνουν τα παιδιά με ειδικές δυσκολίες, που φοιτούν στην γενική εκπαίδευση, τα μέτρα για την πανδημία.
Η πανδημία και συγκεκριμένα τα μέτρα που πάρθηκαν στο σύστημα της εκπαίδευσης έχει σοβαρές, μακροπρόθεσμες, δυσμενείς επιπτώσεις στα παιδιά και τους εφήβους. Τα κλειστά σχολεία προκαλούν μεγαλύτερη βλάβη, πολλές φορές ακόμα μεγαλύτερη και από την ίδια την ασθένεια, και αφορά την ψυχική τους υγεία και την ομαλή ψυχοκινητική τους ανάπτυξη (πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ).
Το βασικό πρόβλημα είναι κατ’ αρχήν ταξικό, πρώτα απ’ όλους πλήττει τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που βρέθηκαν αντιμέτωπα με μια σειρά από ανισότητες στην πρόσβαση ή στην ποιότητα πρόσβασης στο σύστημα της τηλεκπαίδευσης.
Τα παιδιά με δυσκολίες, αν μια φορά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία, είναι πολλές φορές πιο δύσκολη η εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής παράδοσης μαθημάτων, μακριά από όποια διαδικασία κοινωνικοποίησης, οι δυσκολίες μεγεθύνονται. Πόσο μάλλον όταν το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο των οικογενειών τους είναι δυσμενές στο να καλύψει το παιδί τις σύγχρονες ανάγκες του.
Η πλειοψηφία των παιδιών επηρεάστηκε αρνητικά από το κλείσιμο των σχολείων. Οι βασικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των παιδιών, όπως παρουσιάζονται από μελέτες, αλλά το διαπιστώνουμε και εμείς οι εκπαιδευτικοί, έχουν να κάνουν με εμφάνιση εκνευρισμού, ευερεθιστικότητα, προσκόλληση των μικρότερων κυρίως παιδιών στους γονείς, άγχος αποχωρισμού, μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης και διάσπαση προσοχής.
Οξύνονται τα ψυχολογικά προβλήματα και τα παιδιά συχνά εμφανίζουν διαταραχές ύπνου και μειωμένη όρεξη. Γνωρίζουμε ότι το σχολείο προσφέρει ένα δομημένο καθημερινό πρόγραμμα, που είναι ζωτικής σημασίας για την ομαλή ψυχική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Ο περιορισμός στο σπίτι αύξησε την αβεβαιότητα και το άγχος, ως αποτέλεσμα της διακοπής μια δομημένης καθημερινότητας και ρουτίνας. Κατ’ επέκταση τα παιδιά να εμφανίζουν νωχελικότητα, έλλειψη κινήτρων για να ενταχθούν σε οποιαδήποτε δραστηριότητα.
Ο ρόλος του ειδικού παιδαγωγού αντιλαμβάνεστε πόσο πιο δύσκολος γίνεται. Γιατί πέρα από το μαθησιακό κομμάτι χρειάζεται να στηρίζεις τους μαθητές σου σε κάτι πολύ σημαντικότερο, στην ένταξη των μαθητών με δυσκολίες στο κοινωνικό σύνολο, ώστε να προετοιμαστεί το παιδί για μια αυτόνομη και ανεξάρτητη ζωή.
Δεν είναι λοιπόν μόνο το μάθημα, το στενό επιστημονικό αντικείμενο, που χρειάζεται να βοηθήσεις τους μαθητές, είναι η αλληλεπίδραση μέσα στην τάξη, είναι το διάλειμμα, η συναναστροφή με τους συμμαθητές, τους συνομήλικους και τους καθηγητές. Αν σκεφτείτε ότι οι ειδικοί παιδαγωγοί παράλληλης στήριξης ή τμημάτων ένταξης είναι αναπληρωτές, που αυτό σημαίνει ότι μπορεί να καλύπτουν 3, 4 ή 5 σχολεία, να έχουν πολλούς μαθητές με διαφορετικά σύνδρομα ταυτόχρονα, να αλλάζουν από χρονιά σε χρονιά, να είναι οι ίδιοι μακριά από τις οικογένειες τους. Αντιλαμβάνεται κάποιος τη δυσκολία στην δια ζώσης διδασκαλία, φανταστείτε πώς αυτή πολλαπλασιάζεται στην τηλεκπαίδευση.
Η φυσική σχολική τάξη, η αλληλεπίδραση που μπορεί να προσφέρει είναι καθοριστικός παράγοντας για την ομαλή κοινωνικοποίηση των παιδιών. Η διαδικτυακή επαφή δεν μπορεί να αντικαταστήσει την άμεση επαφή πρόσωπο με πρόσωπο, την βλεμματική επαφή, δημιουργώντας κενό στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης και της αυτοπεποίθησης των παιδιών. Δημιουργεί συναισθήματα ανασφάλειας, ντροπής, δισταγμού και φόβου, δυσκολία να συμμετέχει στο διαδικτυακό μάθημα, άλλα και με επιπτώσεις στην μελλοντική φυσική αλληλεπίδραση του παιδιού. Επιπλέον τα παιδιά καταφεύγουν στη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και για το παιχνίδι, δημιουργώντας υπόβαθρο για εθισμό.
Η μακριά απουσία από το σχολείο, η συμμετοχή στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση με ελλείψεις σε κατάλληλα μέσα και υποδομές, η σχολική διαρροή, επηρεάζουν σαφώς και το επίπεδο μόρφωσης. Καθιστούν αυτή την διαδικασία μη άξια να προσφέρει στα παιδιά όλα εκείνα τα εφόδια ώστε να πετύχουν τους στόχους τους. Σε αυτές τις συνθήκες το ζήτημα της αξιολόγησης των μαθητών ακούγεται ως αστείο, με το υπουργείο παιδείας να είναι εκτός πραγματικότητας.